Του Λάζαρου Καλλιανιώτη
Η απόφαση του Νίκου Ανδρουλάκη να διεκδικήσει την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, δεν ήταν έκπληξη. Η επιλογή του ευρωβουλευτή του Κινήματος Αλλαγής να κάνει ένα βήμα μπροστά, και ουσιαστικά να ξαναπιάσει το νήμα με τη μάχη του 2017, όταν λίγο έλειψε να πετύχει τη μεγάλη ανατροπή, και να νικήσει τη Φώφη Γεννηματά, φάνταζε μονόδρομος.
Σε μια περίοδο έντονων πολιτικών ζυμώσεων και ανακατατάξεων, με τα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων να επιβεβαιώνουν ότι η κοινωνία βρίσκεται σε αναζήτηση διαφορετικών πολιτικών επιλογών για το μέλλον, ως αποτέλεσμα της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας για το μέλλον τους, η υποψηφιότητα Ανδρουλάκη έρχεται να φέρει φρέσκο αέρα στα πανιά του Κινήματος Αλλαγής.
Η Φώφη Γεννηματά, η οποία πιστώνεται τη διάσωση του ΠΑΣΟΚ από την πολιτική και εκλογική καταστροφή που συνόδευσε τις επιλογές της περιόδου Βενιζέλου και τις αυτοκαταστροφικές επιλογές που το οδήγησαν στα όρια της εισόδου στη Βουλή στις εκλογές του, συρρικνωμένο και απαξιωμένο, χρεώθηκε το τελευταίο διάστημα με μια σειρά από ακατανόητες και αψυχολόγητες επιλογές.
Η αρχή έγινε με τη διχαστική θέση που επέλεξε η απερχόμενη πρόεδρος του Κινήματος αλλαγής στο μείζον κοινωνικό θέμα της Συνεπιμέλειας, όπου βρέθηκε απέναντι σε χωρισμένους γονείς οι οποίοι στερούνται τα παιδιά τους, παρασυρμένη από τριτοκοσμικές αντιλήψεις βουλευτών και στελεχών του κομματικού μηχανισμού.
Στη συνέχεια, η Φώφη Γεννηματά, ταυτίστηκε απρόσμενα με νομοσχέδια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, κάτι για το οποίο οι πολιτικοί σύμμαχοί της κατηγορούσαν τον Ανδρέα Λοβέρδο, με αποτέλεσμα να χάσει το συγκριτικό πλεονέκτημα της υπεράσπισης πολιτικών θέσεων με τις οποίες παγίως ταυτίζεται η κοινωνική βάση του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ.
Τα “φάλτσα” της στρατηγικής Γεννηματά είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει πολύτιμο έδαφος στη μάχη για την ηγεσία, με πολλά στελέχη να εγκαταλείπουν το στρατόπεδό της, και να αναζητούν καινούρια στέγη. Η υποψηφιότητα Ανδρουλάκη έρχεται να λειτουργήσει “λυτρωτικά”, και να δώσει προοπτική για ανάκτηση της αξιοπιστίας και της αξιοπρέπειας που χάθηκαν με τις πρόσφατες αστοχίες της ηγεσίας Γεννηματά.