Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Μία πολιτική δεν άλλαξε με την ήττα του Τραμπ και την έλευση του προέδρου Μπάιντεν: η πολιτική απέναντι στην Κίνα. Εχουμε μπει σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο. Τα διλήμματα ήδη τίθενται με πολύ καθαρό τρόπο και από τις δύο πλευρές. Κλασικό παράδειγμα, οι πιέσεις για το ποια πλατφόρμα θα χρησιμοποιεί κάθε χώρα για το δίκτυο 5G.
Η συμπεριφορά της Κίνας έχει αλλάξει πολύ. Το διαπιστώνει κανείς στις ομιλίες του προέδρου Σι. Το Πεκίνο έχει μια νέα επιθετική αυτοπεποίθηση που δεν υπήρχε στο παρελθόν. Θεωρεί ότι η Αμερική είναι μια χώρα σε καθοδική πορεία για δομικούς λόγους και πως έχει έλθει η ώρα να αμφισβητήσει ανοικτά την ηγεμονία της. Στα μάτια των Κινέζων ο παράλογος πόλεμος στο Ιράκ, η εγκατάλειψη του Αφγανιστάν, η αδυναμία του Ομπάμα να προβάλει την αμερικανική ισχύ παγκοσμίως, σε συνδυασμό με τον βαθύ διχασμό των τελευταίων ετών, είναι αποδείξεις ραγδαίας υποχώρησης της θέσης των ΗΠΑ στον κόσμο.
Ο Μπάιντεν δεν διαφέρει από τον Τραμπ στο πώς βλέπει την Κίνα, σαν τη μεγάλη οικονομική και στρατηγική απειλή. Αντιλαμβάνεται, όμως, ότι δεν μπορεί να βγάλει πέρα αυτή την αντιπαράθεση χωρίς συμμάχους. Η Ευρώπη διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην εξίσωση. Η αμερικανική κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί, κλείνει αχρείαστα μέτωπα, προσπαθεί να φέρει πιο κοντά της τους Ευρωπαίους και να δημιουργήσει ένα ενιαίο μέτωπο έναντι της Κίνας. Η Ε.Ε. είναι όμως και αυτή διχασμένη και το τραυματικό «επεισόδιο Τραμπ» έχει αφήσει υποψίες και ανασφάλειες για το αν μπορούν οι Ευρωπαίοι να εμπιστεύονται και να βασίζονται στις ΗΠΑ. Σημαντικός ωστόσο είναι και ο ρόλος της Ρωσίας. Στον προηγούμενο ψυχρό πόλεμο, ο Νίξον με τον Κίσινγκερ προσπαθούσαν να βεβαιωθούν ότι η Κίνα δεν ήταν πλήρως ταυτισμένη με τη Σοβιετική Ενωση, που ήταν τότε η άλλη ηγεμονική υπερδύναμη. Τώρα η συζήτηση αντιστράφηκε και είναι αν και πώς θα κρατηθεί η Μόσχα μακριά από την τωρινή ανερχόμενη υπερδύναμη, την Κίνα. Στην Ουάσιγκτον συγκρούονται δύο σχολές, αυτή που θεωρεί τη Μόσχα εξίσου σημαντικό –αν όχι πιο σημαντικό– αντίπαλο και εκείνη που πιστεύει ότι πρέπει να βρεθεί ένα modus vivendi με τον Πούτιν. Και οι δύο σχολές έχουν επιχειρήματα και μέχρι τώρα ο Μπάιντεν μοιάζει να ακολουθεί την ήπια ρεαλπολιτίκ. Στην Ευρώπη, άλλωστε, η σχολή αυτή έχει υποστηρικτές στο Βερολίνο και στο Παρίσι, που θεωρούν ότι η Δύση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά ταυτόχρονα δύο στρατηγικά μέτωπα.
Η Κίνα βιάζεται, όμως, να αλλάξει τον κόσμο και να καταστήσει σαφές ότι οι όροι του παιχνιδιού δεν θα είναι οι ίδιοι. Τι σημαίνει αυτό; Οτι δεν θα πρέπει να αποκλείουμε κάποια κίνηση που θα σηματοδοτήσει την αλλαγή του γεωπολιτικού σκηνικού. Θα είναι ένας πόλεμος για την Ταϊβάν, στον οποίο θα εμπλακεί και ενδεχομένως θα χάσει η Αμερική; Δεν θα πρέπει να το αποκλείει κανείς.
Το βέβαιο είναι ότι ο κύκλος που ξεκίνησε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κλείνει. Το ερώτημα είναι αν η αυλαία θα πέσει με ένα στιγμιαίο και δυνατό «μπαμ» ή σταδιακά και ήπια με το πέρασμα του χρόνου.