Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Η Τουρκία έχει καταφέρει να γίνει μία από τις πιο «αντιπαθείς» χώρες στο αμερικανικό κατεστημένο εξωτερικής πολιτικής. Ακόμη και στο Πεντάγωνο, το οποίο ήταν παραδοσιακά ο μεγάλος υποστηρικτής της Αγκυρας. Οι λόγοι είναι πολλοί. Η υπόθεση της αγοράς των ρωσικών πυραύλων S-400 είναι προφανώς στην κορυφή της λίστας μαζί με το πώς η Αγκυρα αντιμετώπισε τους Κούρδους και το ISIS.
Η Αγκυρα θεωρείται ένας παγκόσμιος γεωπολιτικός παίκτης ο οποίος όμως προκαλεί συνεχώς «αναστατώσεις». Αμερικανοί αναλυτές θεωρούν, για παράδειγμα, πως ο πρόεδρος Ερντογάν προσπάθησε να τορπιλίσει τις συμφωνίες που έγιναν επί Τραμπ μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ωθώντας τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ σε πιο σκληρές θέσεις ώστε να προκληθεί κρίση και να καταστεί ανέφικτη η προσέγγιση του Ισραήλ με τον αραβικό κόσμο. Κατά την άποψή τους, ο Ερντογάν βλέπει πια τον εαυτό του ως ίσο με τον Μπάιντεν ή τον Πούτιν και βάζει ακόμη και το Παλαιστινιακό στο τραπέζι της δικής του διαπραγμάτευσης με τη Δύση. Σαν ένα δικό του δηλαδή «χαρτί».
Το ρήγμα με τους Αμερικανούς είναι βαθύ και μονιμοποιείται. Τα στελέχη της κυβέρνησης Μπάιντεν πιστεύουν ότι τα «χάδια» του Ομπάμα και του Τραμπ έδωσαν το σήμα στον Τούρκο ηγέτη ότι μπορεί να φέρεται πιο αυταρχικά και να μπαίνει σε περιπέτειες χωρίς κόστος. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων ήταν μια σαφής, ξεκάθαρη προσπάθεια να δοθεί το μήνυμα πως «ώς εδώ». Οπως έλεγε χαρακτηριστικά Αμερικανός αξιωματούχος, οι ΗΠΑ δίνουν ένα μήνυμα ότι ανάλογες συμπεριφορές δεν θα γίνουν ανεκτές και στο μέλλον. Η Αγκυρα βρέθηκε χωρίς συμμάχους όταν διεξαγόταν η συζήτηση για την αναγνώριση, πράγμα εντυπωσιακό για όσους έχουν ζήσει ανάλογα μπρα ντε φερ στο παρελθόν. Η ειρωνεία του πράγματος; Η Τουρκία έχτιζε επί δεκαετίες ένα πολύ ισχυρό λόμπι με τη βοήθεια Ισραηλινών διπλωματών και ειδικών. Της έδωσαν την τεχνογνωσία, με θαυμαστά αποτελέσματα. Τώρα όμως το ρήγμα μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας έχει και αυτό βαθύνει, και πολύ δύσκολα θα ξανακλείσει. Ειδικά όσο στην εξουσία βρίσκονται δύο «θανάσιμοι» αντίπαλοι, ο Νετανιάχου και ο Ερντογάν. Η Τουρκία έχει χάσει τα ερείσματά της σε μια στιγμή που η Ελλάδα τα ισχυροποιεί, παρά τη θεαματική έλλειψη επαρκούς δημόσιας διπλωματίας και την αναιμική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το ελληνικό λόμπι στις ΗΠΑ, με ελάχιστες –λαμπρές– εξαιρέσεις.
Αυτά συμβαίνουν στις ΗΠΑ. Αντιθέτως, στην Ευρώπη, και ειδικά στις Βρυξέλλες, αξιωματούχοι σε θέσεις-κλειδιά αναλύουν την Τουρκία μέσα από «γυαλιά» που είναι επιεικώς ξεπερασμένα. Ορισμένοι μάλιστα, όπως ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, επιμένουν να δικαιολογούν και να απολογούνται για κάθε στραβοπάτημα της Αγκυρας, ενώ ταυτόχρονα απορούν γιατί η Αθήνα αναζητεί στηρίγματα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.