Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Στην Αμερική συμβαίνουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα αυτή την εποχή. Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει «διαβάσει» τα αίτια που οδήγησαν στο φαινόμενο Τραμπ και προσπαθεί να τα ξεριζώσει. Κάνει κάθε τι δυνατό για να κερδίσει τους ψηφοφόρους που ήταν παραδοσιακά οπαδοί του Δημοκρατικού Κόμματος αλλά απογοητεύθηκαν, καθώς ένιωθαν κοινωνικά καθηλωμένοι και πολιτικά παρατημένοι. Είναι ένας πολιτικός που ξέρει να το κάνει αυτό, ο άνθρωπος με τον οποίο θα μπορούσε εύκολα να «πιει μια μπίρα» ο μέσος Αμερικανός.
Ο Μπάιντεν κάνει πράγματα ρηξικέλευθα για τα αμερικανικά δεδομένα. Οι προτάσεις του για μεγαλύτερους φόρους ή για τις πατέντες των εμβολίων δείχνουν ότι είναι αποφασισμένος να ρισκάρει. Κάποιοι θεωρούν ότι έμαθε από τα λάθη του Ομπάμα, ο οποίος, εκτός από τις αλλαγές στην ασφάλιση, δεν ρίσκαρε σε κανέναν άλλον τομέα. Αλλοι πάλι πιστεύουν ότι η ηλικία του τον απελευθερώνει, τον κάνει έναν πρόεδρο που νοιάζεται περισσότερο για την υστεροφημία του παρά για τον επόμενο εκλογικό κύκλο, στον οποίο δεν είναι καν σίγουρο ότι θα είναι υποψήφιος. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως οι επιτελείς του Μπάιντεν λατρεύουν τη σύγκρισή του με τον Φράνκλιν Ρούζβελτ, τον πρόεδρο που ρίσκαρε πραγματικά έπειτα από μια μεγάλη κρίση και έκτισε μια εκλογική συμμαχία για τους Δημοκρατικούς που άντεξε στον χρόνο.
Εχει ενδιαφέρον πως πολλά από αυτά που προωθεί σήμερα ο Λευκός Οίκος είναι όσα ευαγγελιζόταν ο Τραμπ αλλά δεν τα έκανε. Για παράδειγμα, η πρωτοβουλία για την ανοικοδόμηση των υποδομών της Αμερικής. Η διαπίστωση ήταν κοινή, ότι δρόμοι, γέφυρες, αεροδρόμια κ.λπ. ανήκαν στον περασμένο αιώνα και έμοιαζαν τριτοκοσμικά σήμερα. Τα έργα που προβλέπει το σχετικό νομοσχέδιο θα δώσουν δουλειά σε χιλιάδες Αμερικανούς και θα αλλάξουν την όψη των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Τραμπ το υποσχέθηκε, αλλά δεν το έκανε ποτέ. Η ιδέα, επίσης, της στρατηγικής αυτονομίας είχε υιοθετηθεί από τον Τραμπ, όμως δεν πήγε μακριά. Πως, δηλαδή, η Αμερική πρέπει να είναι αυτάρκης στην παραγωγή κάποιων κρίσιμων υλικών και να μην εξαρτάται από άλλες χώρες, και κυρίως από την Κίνα. Ο Μπάιντεν το έχει αναγάγει σε κορυφαία προτεραιότητα, πατώντας πάνω στον οικονομικό πατριωτισμό που χρησιμοποιούσε και ο Τραμπ. Αλλά και γενικότερα η πολιτική απέναντι στην Κίνα μοιάζει να έχει μια συνέχεια, χωρίς τα δραματουργικά στοιχεία της εποχής Τραμπ.
Οι Δημοκρατικοί είχαν ένα σοβαρό πρόβλημα τα τελευταία χρόνια, καθώς η υπερβολική πολιτική ορθότητα τους είχε αποξενώσει πολιτισμικά από μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού. Ο Μπάιντεν προσπαθεί να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα, δίνοντας λύσεις στα πιο ζωτικά προβλήματα μιας εργατικής και μεσαίας τάξης που ένιωθε να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της εδώ και πολλά χρόνια.
Το εάν θα πετύχει είναι άλλο ζήτημα. Η πολιτική στην Αμερική είναι ένα σύνθετο παιχνίδι, όπου τα συμφέροντα και τα διάφορα λόμπι μπορούν εύκολα να τορπιλίσουν την πιο καλοπροαίρετη και φιλόδοξη προσπάθεια.