Γράφει ο Βασίλης Κικίλιας
Πηγή: εφημερίδα “Παραπολιτικά”
Η διπλή υγειονομική μάχη της Ελλάδας
Ήταν 11 Μαρτίου 2020, όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, κήρυττε τη νόσο Covid-19 σε πανδημία, επιβεβαιώνοντας ότι πρόκειται για μια πρωτοφανή κρίση Δημόσιας Υγείας, από αυτές που εμφανίζονται, στην κυριολεξία, κάθε εκατό χρόνια.
Ως Υπουργείο Υγείας, ήδη από τον Ιανουάριο του 2020, είχαμε θέσει τους υγειονομικούς και επιχειρησιακούς άξονες αντιμετώπισης του «αόρατου εχθρού»: ορίσαμε τα 13 Νοσοκομεία αναφοράς, δημιουργήσαμε την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, αναβαθμίσαμε το ρόλο του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, φτιάξαμε δίκτυο επικοινωνίας με τους διεθνείς θεσμούς, οργανώσαμε μια άνευ προηγουμένου αερογέφυρα μέσων ατομικής προστασίας, την ώρα που μαίνονταν ένας «παγκόσμιος πόλεμος προμηθειών».
Ενώσαμε δυνάμεις από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα και μέσα σε έναν χρόνο ενισχύσαμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, όσο ποτέ άλλοτε.
Υπερδιπλασιάσαμε τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας από 565 σε 1400.
Έχουμε προσλάβει περισσότερους από 10.000 επικουρικούς υγειονομικούς, από τους οποίους οι 4.000 νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό, θα μονιμοποιηθούν στο Σύστημα Υγείας.
Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε γρήγορες και καλά σχεδιασμένες αποφάσεις και έτσι η ανταπόκρισή μας στην επέλαση του κορονοϊού αποτέλεσε το τείχος προστασίας της Ελλάδας.
Το τείχος αυτό άντεξε στην πρωτοφανή πίεση και τώρα οι εμβολιασμοί μάς επιτρέπουν να είμαστε στην αρχή του τέλους.
Σήμερα, έναν χρόνο μετά, εξακολουθούμε να στεκόμαστε όρθιοι, παρά τις οδυνηρές απώλειες, και να συνεχίζουμε τον αγώνα έως την τελική υγειονομική νίκη, η οποία διαφαίνεται πια στον ορίζοντα.
Η εθνική μας αντοχή δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται.
Η Ελλάδα δίνει μια μάχη διπλή, μέσα στις υγειονομικές δομές της.
Από τη μία η ιατρονοσηλευτική φροντίδα και από την άλλη οι εμβολιασμοί.
Και τα δύο εξελίσσονται στο ίδιο «τερέν»: Στα Νοσοκομεία, τα Κέντρα Υγείας, τα εμβολιαστικά κέντρα.
Και με τους ίδιους πρωταγωνιστές: Γιατροί, νοσηλευτές, τραπεζοκόμοι, καθαρίστριες, διασώστες του ΕΚΑΒ, είναι δίπλα στον κάθε πολίτη, με αγάπη, αυταπάρνηση και επαγγελματισμό.
Κάπως έτσι, το Υπουργείο Υγείας, μετά από 10 χρόνια σκληρών περιοριστικών πολιτικών, έχει κερδίσει για πρώτη φορά την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών, όπως αποτυπώνουν όλες οι έρευνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας το οποίο είχε χρόνιες δομικές αδυναμίες και ορατές παθογένειες, που «έχασε» δέκα χρόνια πιθανής μετεξέλιξης και αναβάθμισης λόγω της σφοδρής οικονομικής κρίσης και που συγκρινόμενο με τα ευρωπαϊκά υστερούσε δραματικά.
Αυτό το σύστημα, στη διαχείριση της κρίσης διέψευσε κάθε πρόβλεψη!
Όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να αποδώσουν αν δεν υπήρχε ο μεγαλειώδης παράγοντας, η καρδιά του ΕΣΥ: το προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, οι άνθρωποι του.
Αυτό το ανθρώπινο δυναμικό έχτισε το τείχος προστασίας της Ελλάδας από την αρχή της πανδημίας, έτσι ώστε να μην αλωθεί η χώρα από τον κορονοϊό.
Αυτοί οι άνθρωποι, που ένα χρόνο στέκονται όρθιοι και κρατούν την Ελλάδα στις πλάτες τους.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να μάχεται, δεν παραδόθηκε, δεν ηττήθηκε. Και αυτό το κατόρθωσαν το Κράτος και οι λειτουργοί του, που επέδειξαν αξιοζήλευτη ευελιξία και προσαρμοστικότητα.
Ο αναστοχασμός της χρονιάς που πέρασε μας οδηγεί να αναθεωρήσουμε πολλά.
Φάνηκε καθαρά ότι ακόμα και στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, θεμέλιο της ευημερίας παραμένει η υγεία. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει οικονομία.
Προϋπόθεση της υγείας είναι ένα ισχυρό και λειτουργικό Κράτος, το οποίο διασφαλίζει την υγειονομική επάρκεια και μεριμνά για τον άνθρωπο.
Σε μια εποχή που πολλοί την φαντάζονται ως εποχή των μηχανών υψηλής νοημοσύνης, αποδείχτηκε περίτρανα ότι δεν υπάρχει τίποτα υπέρτερο και δυσκολότερο από τη διαχείριση και προστασία της ζωής.