Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Μπορούμε να κάνουμε όλοι ένα βήμα πίσω; Το λέμε και το ξαναλέμε κινδυνεύοντας να γίνουμε εμμονικοί, αν όχι γραφικοί. Η χώρα δεν θα πάει, όμως, μακριά με τόσο μίσος στον δημόσιο διάλογο.
Δεν αποκτήσαμε πρόσφατα αυτή την ανησυχία ή ευαισθησία. Κάθε άλλο. Μας βρήκαν αντίθετους οι αντιμνημονιακές υστερίες, και της Ν.Δ. Το ίδιο και οι βαριές κουβέντες για γερμανοτσολιάδες την εποχή της αχαλίνωτης αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ και του εργαλειοποιημένου διχασμού του 2015. Αντίθετους μας βρήκαν και οι ακρότητες όταν φούσκωνε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ κίνημα και η καταραμένη λέξη «προδότες» ακουγόταν απερίσκεπτα από ορισμένους. Δεν είναι θέμα αισθητικής ή ευπρέπειας. Είναι ζήτημα προστασίας της δημοκρατίας, της κοινωνικής συνοχής και, στο τέλος της ημέρας, της εθνικής μας επιβίωσης.
Αυτό το τοξικό κλίμα βγάζει ό,τι χειρότερο από μέσα μας και μας προσκαλεί όλους να κυλιστούμε στη λάσπη. Ο χουλιγκανισμός είναι μεταδοτικός.
Εδώ πάντως κινδυνεύουμε να μπούμε σε έναν πάρα πολύ βαθύ διχασμό. Ανάλογο με αυτούς που μας κόστισαν ακριβά στο παρελθόν. Ο παραλογισμός και το μίσος ξεχειλίζουν σε σημείο που να θεωρείται λογικό το παρανοϊκό ερώτημα «αν είσαι με τον Λιγνάδη ή τον Κουφοντίνα».
Παρόμοια αδιέξοδα και παραλογισμοί, με διαφορετικές εκφάνσεις, έχουν εμφανιστεί και σε άλλες χώρες και οι κοινωνίες τους διχάστηκαν. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές.
Υπάρχει λύση; Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν και προσωπικά με τρομάζει το γεγονός ότι το Twitter αποφασίζει ποιον θα φιμώσει και ποιον όχι. Από την άλλη, η ανάγκη είναι μεγάλη για τους πολιτικούς και όλους μας να βάλουμε κόκκινες γραμμές, έναν «θερμοστάτη» στο καμίνι της δημόσιας αντιπαράθεσης. Πριν να είναι αργά.