Γράφει ο Νίκος Ελευθερόγλου
Δυστυχώς, η συζήτηση επί του Προϋπολογισμού πέρασε και δεν «ακούμπησε» την κοινωνία. Ήταν που ήταν στραβό το κλήμα, το έφαγε και… η πανδημία, δίνοντας τη χαριστική βολή σε μια διαδικασία που το πάλαι ποτέ βρισκόταν στο επίκεντρο τόσο της πολιτικής όσο και της οικονομικής ζωής του τόπου.
Θα σταχυολογούσα σε επίπεδο παραπολιτικής αυτά που θα θυμόμαστε από τη συζήτηση στο Κοινοβούλιο. Την κα Σουλτάνα Ελευθεριάδου, που, αν και δικηγόρος στο επάγγελμα και πολύγλωσση (σύμφωνα με το βιογραφικό της), πήρε κάτω από τη βάση στα ελληνικά, μπερδεύοντας τον επιδειξιομανή με τον επιδειξία. Αλλά και το ατυχές περιστατικό με τον πρωθυπουργό και τον Νίκο Φίλη, άντε και ορισμένα ακόμα παρατράγουδα. Σε επίπεδο πολιτικής, τις πολιτικές εντυπώσεις έκλεψαν τα «δώρα» του Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και το «παρών» της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ό,τι αφορούσε τις αμυντικές δαπάνες, σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για τη χώρα.
Εκείνο το σημείο όμως που θα έλεγα ότι μου κέντρισε το ενδιαφέρον και θα το δούμε να εξελίσσεται την επομένη των εμβολιασμών είναι ο καβγάς των δύο μεγάλων κομμάτων για τη μεσαία τάξη. Τους ανθρώπους, δηλαδή, που δοκιμάστηκαν σκληρά τόσο στα χρόνια των μνημονίων όσο και στους περίπου δέκα μήνες της πανδημίας. Είναι ακριβώς αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι που καταδίκασαν τον Αλέξη Τσίπρα και την πολιτική του Ευκλείδη Τσακαλώτου, η οποία βασίστηκε στην υπερφορολόγησή τους για να γεμίσει ο κουμπαράς. Ναι μεν τα ταμεία γέμισαν, αλλά άδειασαν… εκείνα των ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ να βρεθεί «χαλαρά» στην αντιπολίτευση.
Ο κ. Τσίπρας το κατάλαβε αυτό και έχει αρχίσει τη στροφή, ώστε να επαναπροσεγγίσει αυτούς τους ψηφοφόρους. Σε αυτή την επιλογή (εκτός από τους ιδεολογικά ακραίους του κόμματός του) έχει να αντιμετωπίσει και άλλα προβλήματα. Πρώτον, πρέπει να σβήσει από τη μνήμη των πολιτών τα φορολογικά βάρη που τους επέβαλε κατά τη διακυβέρνησή του. Δεύτερον, πρέπει να ξεκαθαρίσει μέσα του αλλά και στην πολιτική του κόμματός του τι εννοεί λέγοντας «μεσαία τάξη» και ποιες κατηγορίες πολιτών εντάσσει σε αυτήν. Να πετύχει πρώτα αυτά και μετά να δημιουργήσει το αφήγημά του – και όχι να συνεχίσει την εύκολη τακτική να υπόσχεται στους πάντες τα πάντα.
Από την άλλη, ο πρωθυπουργός πρέπει να πείσει αυτούς που του έδωσαν τη νίκη-αυτοδυναμία ότι η επιλογή τους δεν ήταν συγκυριακή. Ότι στηρίζει με συγκεκριμένα μέτρα τη μεσαία τάξη για να μη φτωχοποιηθεί. Ότι την επόμενη μέρα μετά την πανδημία θα είναι ζωντανή και έτοιμη να πάρει ξανά μπροστά. Διαφορετικά, θα περάσει η αίσθηση ότι η κυβέρνηση «παίζει» μόνο με τους μεγάλους και για τους μεγάλους. Και αυτό, εκτός του ότι θα είναι λάθος, θα είναι και ολέθριο για τον τόπο.