Της Κονδυλίας Ορτανσίου
Όταν το περιοδικό “Forbes” την ανέδειξε πριν από μερικές μέρες “ισχυρότερη γυναίκα στον πλανήτη”, για δέκατη συνεχόμενη φορά, η Ιστορία… χαμογέλασε. Η κόρη του πάστορα, που μεγάλωσε στη λάθος πλευρά του Τείχους του Βερολίνου, κατάφερε σήμερα, στον επίλογο της διαδρομής της στον δημόσιο βίο… του πλανήτη, να μοιάζει αναντικατάστατη. Να προκαλεί απορίες και ανησυχία για το… τι θα κάνουμε χωρίς εκείνη. Η Γερμανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο δυτικός κόσμος στο σύνολό του.
Για εμάς τους Έλληνες, την εποχή του υστερικού λαϊκισμού με τα Μνημόνια, ήταν “το πρόσωπο του κακού”. Όσο περνούσε ο καιρός φυσικά, αθροιστικά και ποιοτικά περισσότεροι κατανοούσαν ότι χάρη σε εκείνη, η Ελλάδα έμεινε όρθια, με το δικαίωμα σε μια “δεύτερη ευκαιρία”.
Εσχάτως, την κατηγορούμε και πάλι, για την… εύνοιά της προς την Τουρκία και τον Ταγίπ Ερντογάν, αντί να αναρωτηθούμε και να εξοργιστούμε για τον… εθνικιστικό σανό που μας προσφέρει εδώ και πολλά χρόνια το εγχώριο πολιτικό σύστημα, προκειμένου να μετατοπίσει τη συζήτηση από τις δικές του ευθύνες για την ασθενή θέση της χώρας στο διεθνές γίγνεσθαι.
Την είδαμε να μιλάει στη Γερμανική Βουλή και να συγκινείται, για τους θανάτους από την πανδημία του κορονοϊού και την παράταση της εθνικής καραντίνας. Και εδώ δείχνει το δρόμο που θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με… άλλοθι την ίδια.
Η διάκριση από το “Forbes” λοιπόν ήταν μάλλον περιττή. Η Ιστορία έχει ήδη προοικονομήσει ότι θα της αποδώσει τα εύσημα για τη διαδρομή ηγεμονίας της. Χωρίς να είναι επικοινωνιακή, χωρίς να γίνεται αυθόρμητα συμπαθής, χωρίς να κατάγεται από έναν λαό που να ξυπνάει στο συλλογικό υποσυνείδητο της ανθρωπότητας θετικές μνήμες, αντί για τη φρίκη του γερμανικού παρελθόντος.
Αυτή είναι η Άνγκελα Μέρκελ. Μια “Μεγάλη Κυρία”. Η τελευταία πραγματική ηγέτης της Ενωμένης Ευρώπης.