Γράφει ο Τάσος Παππάς
Εξεπλάγησαν δυσάρεστα κυβέρνηση, δεξιά μέσα ενημέρωσης και δημοσιολόγοι με την επιμονή του ΚΚΕ να παρακάμψει την απόφαση του επιτελικού κράτους για τις εκδηλώσεις στο Πολυτεχνείο. Στην πρωινή πορεία στελεχών του κόμματος, η αστυνομία με απόφαση του αρμόδιου υπουργού, όπως ο ίδιος αποκάλυψε, ήταν πολύ προσεκτική. Δεν προσπάθησε να τη διαλύσει βιαίως. Μπορεί και να αιφνιδιάστηκε. Aλλη ώρα την περίμενε και άλλη ώρα πραγματοποιήθηκε.
Η χαλαρή στάση της όμως προκάλεσε την οργή των δεξιών μέσων ενημέρωσης και ορισμένων δημοσιολόγων που λειτουργούν σαν χωροφύλακες προηγούμενων δεκαετιών. Κατηγόρησαν την κυβέρνηση και τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη ότι συμπεριφέρονται με ύποπτη ηπιότητα απέναντι σ’ ένα κόμμα που παραβιάζει τους νόμους.
Και αναρωτήθηκαν δήθεν αθώα: «Ο νόμος δεν ισχύει για όλους; Κάποια κόμματα έχουν ασυλία; Μπορούν ατιμωρητί να χλευάζουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης και να κάνουν του κεφαλιού τους; Ποιο μήνυμα παίρνουν οι απλοί πολίτες που σεβάστηκαν την κυβερνητική οδηγία και έμειναν στα σπίτια τους;». Λίγο πριν φωνάξουν έμπλεοι ιερής αγανάκτησης «πού είναι το κράτος;», το κράτος παρουσιάστηκε.
Ο πολιτικός προϊστάμενος των κατασταλτικών μηχανισμών πήρε το μήνυμα και από το μεσημέρι και μετά τα ΜΑΤ ξεσάλωσαν. Είχαμε ένα όργιο καταστολής με προσαγωγές, συλλήψεις, τραυματισμούς διαδηλωτών, παραβίαση ατομικών δικαιωμάτων (οι δικηγόροι δεν είχαν για ώρες πρόσβαση στους συλληφθέντες) και καταστρατήγηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων (συνωστισμός στις κλούβες και στα Αστυνομικά Τμήματα χωρίς τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας από τον κορονοϊό).
Ακόμη και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, που με τις ανακοινώσεις του καταγγέλλει συστηματικά τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα για όλα τα κακά που συμβαίνουν στη χώρα, στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη και γενικώς στον πλανήτη, υποχρεώθηκε να εντάξει στο κατηγορητήριό του το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ 25.
Η απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ να μην κάνει πίσω, να μη συναινέσει δηλαδή σε μία αντισυνταγματική ρύθμιση, ξάφνιασε αρνητικά τους κυβερνητικούς παράγοντες και τα μπουκωμένα μέσα ενημέρωσης. Μέχρι τώρα, κάθε φορά που για διάφορους λόγους αναγκάζονταν να κάνουν αναφορές στο ΚΚΕ, έλεγαν ότι «διαφωνούμε με τη φιλοσοφία του, είμαστε σε άλλο ιδεολογικό μήκος κύματος, ωστόσο σεβόμαστε την ιστορία του και αναγνωρίζουμε ότι είναι ένα υπεύθυνο και σοβαρό κόμμα». Απέφευγαν, με ορισμένες εξαιρέσεις, τη σύγκρουση μαζί του.
Το θεωρούσαν ακίνδυνο. Η σκληρή ρητορική του εναντίον του πολιτικού συστήματος, του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού δεν τους ενοχλούσε. Τα λόγια δεν τους τρομάζουν. Τις πράξεις τρέμουν. Με την ανυπακοή εξοργίζονται. Τους βόλευε επίσης αφάνταστα ότι το ΚΚΕ δεν χαριζόταν στον ΣΥΡΙΖΑ και ότι είχε ανοικτό μέτωπο με την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, τους αντιεξουσιαστές και τους αναρχικούς.
Τους καθησύχαζε το επαναλαμβανόμενο γεγονός ότι το ΚΚΕ όταν κατέβαζε τα μέλη του στους δρόμους δεν ξεπερνούσε τα όρια. Οι κινητοποιήσεις του ήταν αυστηρά περιφρουρημένες. Η παραδοσιακή γραμμή του, «πέντε κόμματα – δύο πολιτικές», η διεκδικητική πλατφόρμα του στην οικονομία και στα εργασιακά, αφού δεν είχαν μεγάλο ακροατήριο, δεν συνιστούσαν απειλή για τα συμφέροντά τους.
Αλλάζει κάτι; Μπορούμε σήμερα να μιλάμε σ’ ό,τι αφορά την κυβέρνηση της Δεξιάς και το ΚΚΕ με άλλους όρους; Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να βγάλουμε συμπεράσματα. Πάντως αυτό που φοβούνται η κυβέρνηση και οι παρατρεχάμενοι που την πλαισιώνουν και τη στηρίζουν με όλα τα μέσα είναι το πεζοδρόμιο, με την αγωνιστική έννοια της λέξης.
Ανάγωγα
«Η πολιτική μαλακία έχει και όρια» δήλωσε ο βουλευτής του ΚΚΕ Καραθανασόπουλος μέσα στη Βουλή. Αρνήθηκε να ανακαλέσει και δεν δέχτηκε να απαλειφθεί η φράση από τα πρακτικά. Λίγο αργότερα βουλευτές και στελέχη της Δεξιάς με δημόσιες παρεμβάσεις τους απέδειξαν ότι ο κ. Καραθανασόπουλος έχει άδικο. Δεν έχει όρια η πολιτική μαλακία.