Της Κονδυλίας Ορτανσίου
Αρκετά εκατομμύρια Αμερικανών έχουν ήδη ψηφίσει. Και… περισσότερα εκατομμύρια έχουν ήδη αποφασίσει τι θα ψηφίσουν. Το δεύτερο και τελευταίο debate ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Τζο Μπάιντεν λίγα πράγματα θα μπορούσε να αλλάξει. Λίγους να επηρεάσει.
Ακόμη όμως κι αν ο Τζο Μπάιντεν επικρατήσει στη λαϊκή ψήφο, όπως προδικάζουν οι δημοσκοπήσεις, αυτοί οι… λίγοι που επηρεάστηκαν, εφόσον ψηφίζουν στις κρίσιμες Πολιτείες-κλειδιά, που ακόμη κινούνται στα όρια του στατιστικού λάθους, μπορούν να καθορίσουν τη συγκρότηση προεδρικής πλειοψηφίας στο Κολλέγιο των Εκλεκτόρων.
Ακριβώς όπως συνέβη το 2016, με την απρόσμενη ήττα της Χίλαρι Κλίντον δηλαδή. Και στο επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ θεωρούν ότι, δυο συγκεκριμένες στιγμές του debate μπορούν να παίξουν τον ρόλο του “game changer”.
Η πρώτη αφορά στη διαχείριση του κορονοϊού. Ο Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε την ευθύνη. Φυσικά, κατηγόρησε την Κίνα, δεν εξαίρεσε ωστόσο τον εαυτό του. Και… αγκάλιασε τον Τζο Μπάιντεν, υποστηρίζοντας ότι δεν έχουν ευθύνη ούτε οι Δημοκρατικοί, με τους Κυβερνήτες πολλών Πολιτειών να έχουν πολεμικό μέτωπο με τον Λευκό Οίκο τους τελευταίους μήνες.
Η δεύτερη έχει να κάνει με τις “συστημικές” διαστάσεις της υποψηφιότητας Μπάιντεν. Σχεδόν πενήντα χρόνια στην Ουάσινγκτον, και 8 χρόνια στον Λευκό Οίκο ως Αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα. Το 2016, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό Αμερικανών επέλεξε να καταψηφίσει τη διακυβέρνηση Ομπάμα, στο πρόσωπο της Χίλαρι Κλίντον. Ο Τραμπ προσπαθεί να τους ξαναφέρει στην κάλπη, όσο απογοητευμένοι και αν είναι από τη δική του διακυβέρνηση.
Δυο κρίσιμες παράμετροι. Που θα κριθούν στην τελική ευθεία για τις κάλπες της 3ης Νοεμβρίου.