Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού ασπάζεται και μοιράζεται κάποιες αξίες. Οταν βλέπει την ελληνική σημαία να κυματίζει, για παράδειγμα, χαίρεται ή και συγκινείται. Δεν σκέπτεται «φασίστας θα είναι για να την έχει ανεβάσει». Οταν πάλι βλέπει ένα νησί ή μια γειτονιά της Αθήνας να διαλύεται από το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, νιώθει τον πόνο όσων πήραν ρίσκα για να δραπετεύσουν από την κόλασή τους, νιώθει όμως πολύ έντονα και την οργή των κατοίκων. Και πάλι δεν σκέπτεται «φασίστες θα είναι για να φωνάζουν».
Η συναντίληψη αφορά πολλά θέματα: από την ανάγκη να επιβάλλεται νόμος και τάξη χωρίς να παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, την απέχθεια στα μουτζουρωμένα και λεηλατημένα πανεπιστημιακά κτίρια έως την ανάγκη να ενισχυθούν οι Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας γιατί αντιμετωπίζει μια διαρκή και κλιμακούμενη απειλή. Λίγη σημασία νομίζω έχει αν κάποιος είναι αριστερός, κεντρώος ή δεξιός. Αυτά τα βασικά και αυτονόητα ενώνουν τους περισσότερους Ελληνες. Οπως και η βούληση να μην ανοίγουμε πληγές από το ιστορικό παρελθόν με ρεβανσιστικές διαθέσεις. Οι Ελληνες σέβονται την Ιστορία, αλλά όχι σαν άλλοθι για φανατικές συμπεριφορές στην Ελλάδα του 2020.
Ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε να γοητεύσει πολλούς από αυτούς τους ψηφοφόρους στο όνομα του αντιμνημονιακού αγώνα. Οι πολίτες ήταν οργισμένοι, ταλαιπωρημένοι και ένιωθαν δικαιολογημένα προδομένοι. Δεν τους αφορούσαν και δεν καταλάβαιναν τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ του 3%. Στο πρόσωπο του κ. Τσίπρα έβλεπαν έναν νέο «Ανδρέα», που θα έπαιρνε τη ρεβάνς από τους δανειστές και θα αποκαθιστούσε την αξιοπρέπεια της χώρας. Και εκείνοι είχαν την ικανοποίηση ότι τιμώρησαν το παλαιό πολιτικό σύστημα. Τα υπόλοιπα ανήκουν στην Ιστορία.
Ο κ. Τσίπρας είναι σήμερα εγκλωβισμένος ανάμεσα στην ανάγκη να αποδείξει ότι μπορεί να κυβερνήσει και στην ιδεολογική καθαρότητα ή ακρότητα που εκφράζει ο προπατορικός ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ ελλοχεύει και μια άλλη παγίδα. Κάποιοι μπερδεύουν τον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με την κοινωνία. Ο φανατισμός και το στοχευμένο μίσος κερδίζουν όντως κάποιες πολιτικές μάχες σε αυτό τον τεχνητό κόσμο, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κερδίζουν την κοινωνία. Κλασικό παράδειγμα, τι συνέβη όταν η Ελλάδα απάντησε αποφασιστικά στην εργαλειοποίηση του προσφυγικού/μεταναστευτικού στον Εβρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να κυβερνήσει ξανά υπονοούσε ότι θα έκανε το ίδιο με τη σημερινή κυβέρνηση, ο υπόλοιπος μιλούσε σαν περιθωριακή ΜΚΟ.
Οποιος θέλει να κυβερνήσει τον τόπο δεν μπορεί παρά να μιλάει μια γλώσσα κατανοητή στην ψυχή και στο μυαλό του μέσου Ελληνα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει το λάθος να επιμείνει στην παλιά αντισυστημική συνταγή, θα τον περιμένει το περιθώριο, γιατί πελάτες υπάρχουν, αλλά ψάχνουν αλλού την αυθεντική αντισυστημικότητα, εντελώς αλλού. Πράγμα επικίνδυνο.