Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Πολύ πριν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χρησιμοποιήσει τους χαρακτηρισμούς «ο μεγαλύτερος πολιτικός απατεώνας» και «ιστορικά λίγος» για τον σημερινό Πρωθυπουργό, από το Α.Π. είχαμε σημειώσει την πολιτική ανεπάρκεια και τα εμφανή ελλείμματα ηγετικότητας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Με τη φράση που είχε χρησιμοποιήσει ο πατέρας του για τον Γ. Παπανδρέου: «Δεν κάνει το παιδί».
Ωστόσο ένα πανίσχυρο και καλοταϊσμένο μιντιακό σύστημα φιλοτέχνησε το προφίλ του «συγχρόνου» πολιτικού και του «καλύτερα προετοιμασμένου» Πρωθυπουργού και ένας εσμός τυχοδιωκτικών στοιχείων στρατολογήθηκε για την επικράτησή του. Απέναντι στις ανεπάρκειες και τον ερασιτεχνισμό των Συριζαίων δεν ήταν και δύσκολο.
Ωστόσο αρχή άνδρα δείκνυσι. Από νωρίς ο Μητσοτάκης έδειξε ότι δεν έχει το πολιτικό ταπεραμέντο που χρειάζεται όποιος κρατάει το τιμόνι μιας χώρας.
Παρά την διαρκή ψιμυθίωση και την σκηνοθετημένη δημόσια παρουσία του έδειξε πολύ σύντομα τις αδυναμίες του, τις οποίες πολλαπλασίασε η μόνομερής ταξική πολιτική που ακολουθεί εκ πεποιθήσεως και η προσχώρηση σε ακραίες θέσεις από ανάγκη εσωκομματικών ισορροπιών.
Κυβέρνησε περιχαρής έξι μήνες εκτελώντας απλώς τον προϋπολογισμό του προκατόχου του. Αλλά όταν βρέθηκε μπροστά στα πραγματικά προβλήματα και έπρεπε να ασκήσει πραγματική πολιτική τα θαλάσσωσε.
Η οικονομία, σε συνδυασμό με την επιβάρυνση της από την επιδημία, το μεταναστευτικό και τα ελληνοτουρκικά εξελίσσονται σε θηλιές που περνάει η κυβέρνηση στο λαιμό της χώρας -είτε το αντιλαμβάνεται, είτε όχι.
Στον άξονα οικονομία -επιδημία τα ανατριχιαστικά νέα από το μέτωπο θα φτάσουν αργότερα . Έχουμε ήδη δείγματα χειρισμών που δεν προοιωνίζονται τίποτε καλό.
Η κυβέρνηση κρύφτηκε πίσω από τους γιατρούς στη διαχείριση της επιδημίας – για να ωφεληθεί πολιτικά- με αποτέλεσμα να διευρύνει τις συνέπειες στην οικονομία, και στην κοινωνία κατ’ επέκταση- όπου ήδη είχε αποτύχει με τις συνταγές υπέρ των ολίγων που εφάρμοζε πριν την επιδημία. Το 2021 θα είναι κολασμένο.
Η μυστική διπλωματία
Στα ελληνοτουρκικά δεν είχε σχεδιασμό και πλήρη επίγνωση του προβλήματος με την Τουρκία και άφησε τα πράγματα να φτάσουν ως την αποθράσυνση του παράφρονος πλέον Ερντογάν.
Αφενός δημιουργώντας την αίσθηση ότι είναι διαθέσιμη να μπει σε ανοιχτό διάλογο μαζί του και αφετέρου περιμένοντας από τρίτους να λύσουν τον πρόβλημα. Με τους οποίους ασκούσε από καιρό μυστική διπλωματία που τώρα την εκθέτει.
Ειδικά η προσδοκία στον Μακρόν θα εξελιχθεί σε δράμα για όσους βλέπουν πέρα από τη μύτη τους. Ο Γάλλος Πρόεδρος δεν είναι παθιασμένος φιλέλληνας. Απλώς θέλει να προωθήσει τα συμφέροντα της – πρώην ιμπεριαλιστικής- χώρας του στην περιοχή, να πουλήσει όπλα και να ενισχύσει το καταρρακωμένο προφίλ του στους συμπατριώτες του.
Το ΑΠ είχε σημειώσει από την πρώτη στιγμή ότι η εμφανής και ισχυρή στήριξη -που παρέχεται στην κυβέρνηση Μητσοτάκη από τον Μακρόν, την Μέρκελ, τους Ευρωπαίους τους Αμερικάνους, το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και οποιανδήποτε άλλον –είναι νόμισμα στην άλλη όψη του οποίου υπάρχουν πιέσεις για να καθίσει Ελλάδα στο τραπέζι στου διαλόγου με την Τουρκία. Προκειμένου να συζητηθούν θέματα που αφορούν κυριαρχικά της δικαιώματα.
Η προτροπή «βρείτε τα» από τους υποστηρικτές της Ελλάδας παραβλέπει την πάγια ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας. Την οποία οι δυτικοί αντιλαμβάνονται ως επικεφαλής του μετώπου κατά της Ρωσίας στην περιοχή. Την πιέζουν φανερά, αλλά πιέζουν και την Ελλάδα στο παρασκήνιο για εκτόνωση, χωρίς να νοιάζονται για τις ελληνικές ευαισθησίες, ή τις ελληνικές κόκκινες γραμμές και προσπαθούν να της αμβλύνουν. Ακόμη και όταν τις χαρακτηρίζουν «ευρωπαϊκές».
Η κυβέρνηση περνάει θηλιά στο λαιμό της χώρας, όσο δεν τραβάει μια διακριτή γραμμή που θα αφήνει την Άγκυρα μόνο μια επιλογή για τις βλέψεις της κατά της Ελλάδας: τον πόλεμο. Που δεν θα κάνει ποτέ, απέναντι σε μια χώρα του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το κολαστήριο στην Μόρια
Τέλος στο μεταναστευτικό η κυβέρνηση -που ξαναβγάζει στον αέρα τον Άδωνι Γεωργιάδη για να μην χάσει την επαφή με το ακροδεξιό ακροατήριό της- επωάζει μια τραγωδία, πουλώντας ότι… «έλυσε το πρόβλημα».
Ενίοτε το «λύνει» με τις αδήλωτες επαναπροωθήσεις στον Αιγαίο- για τις οποίες επαίρεται ο κάθε Μπογδάνος-που βρίσκονται ήδη στο στόχαστρο των ξένων ΜΜΕ και ανθρωπιστικών οργανώσεων ή διεθνών παρατηρητών.
Η Μόρια είναι το κολαστήριο που δημιούργησε η κυβέρνηση κατ’ εφαρμογή της πολιτικής «να στείλουμε μηνύματα που θα τους κάνουν να μην έρχονται».
Το δράμα της πυρπόλησης είναι φυσικό επακόλουθο αυτής της πολιτικής και η αφορμή ήλθε ως αποτέλεσμα απάνθρωπων και αντιεπιστημονικών χειρισμών. Όσο δυναμώνεις τη φωτιά στο καζάνι τόσο μεγάλη θα είναι η έκρηξη.
Παρόλα αυτά η κυβέρνηση επισήμως- και στις περιπτώσεις ορισμένων στελεχών της με παροξυσμό-, επιμένει στο σενάριο των «κλειστών δομών» -δηλαδή των σιδερόφρακτων στρατοπέδων. Αλλά την ίδια στιγμή η αρμόδια Επίτροπος Γιόχανσον -αυτή υπογράφει και διαχειρίζεται το ευρωπαϊκό χαρτοφυλάκιο μετανάστευσης όχι ο καλοπροαίρετος Έλληνας αντιπρόεδρος- ξεκαθάρισε ότι η Ένωση «δεν χρηματοδοτεί κλειστές δομές».
Στο μεταναστευτικό η κυβέρνηση επιμένει να βγάζει διαρκώς τα τζίνια από τα μπουκάλια, να πριμοδοτεί τιις ακροδεξιές κραυγές και να καλύπτει την μισαλλόδοξη υστερία. Αυτό θα το πληρώσει η χώρα.
Οι εκλογές
Σε τρία κρίσιμα θέματα, λοιπόν, πλησιάζουμε στο σημείο βρασμού. Στο ζεύγος οικονομία- επιδημία, στα ελληνοτουρκικά και στο μεταναστευτικό η κυβέρνηση Μητσοτάκη -με τους πιο ανίκανους υπουργούς όλων των εποχών στη σύνθεση της- έχει χάσει τον έλεγχο, λόγω της λανθασμένης πολιτικής της.
Αλλά επειδή στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα τόσο η ΝΔ του Μητσοτάκη, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ του Τσίπρα και τα άλλα κόμματα πρέπει να καταθέσουν την πολιτική τους για λύσεις μπροστά στην κάλπη.
Οι άμεσες εκλογές είναι επιτακτικές. Εκεί που έφτασαν τα πράγματα, απαιτείται νέα νομιμοποίηση σε όποιον θα τα χειριστεί από εδώ και πέρα…