Ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Τσίπρα, στην έναρξη της συνεδρίασης της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ
Σήμερα η Κεντρική μας Επιτροπή, συνεδριάζει μέσα σε ιδιαίτερες και πρωτόγνωρες συνθήκες. Σε τρεις διαφορετικές αίθουσες, καθώς τα μέτρα και οι υγειονομικές συνθήκες –όχι μόνο τα μέτρα– που πρέπει όλοι να τηρούμε, δεν μας επιτρέπουν να βρεθούν όλα τα μέλη της ΚΕ ή και οι γραμματείς των Νομαρχιακών, που συνηθίζαμε σε κάθε συνεδρίαση, στην ίδια αίθουσα.
Ένα δύσκολο καλοκαίρι λοιπόν πλησιάζει στο τέλος του. Ένα ενδεχομένως ακόμα πιο δύσκολο φθινόπωρο κι ένας ακόμα πιο δύσκολος χειμώνας βρίσκονται μπροστά μας. Μπροστά στην κοινωνία και τη χώρα και μπροστά στο κόμμα μας, που ως αξιωματική αντιπολίτευση οφείλει να σταθεί δίπλα στον λαό αυτές τις κρίσιμες ώρες.
Οφείλει να σταθεί δίπλα και να αποτρέψει όσο μπορεί τα χειρότερα. Να βάλει φραγμό στην επέλαση της βαρβαρότητας που κάποιοι έχουν βαλθεί να βαφτίσουν «κανονικότητα» και να κρατήσει ανοιχτό τον δρόμο μιας εναλλακτικής προοδευτικής λύσης για τη χώρα.
Δεν είμαι, και δεν θέλω να είμαι, μάντης κακών, αλλά οφείλω να προειδοποιήσω: Κάθε μέρα που περνάει, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη κατεδαφίζει, αντί να χτίζει. Καταστρέφει, αντί να δημιουργεί.
Αν και εξελέγη με υπόσχεση για ισχυρή ανάπτυξη, μας οδηγεί με γρήγορα βήματα σε καθεστώς ισχυρής υπανάπτυξης. Στη μεγαλύτερη ύφεση που έχει συναντήσει η χώρα, μεγαλύτερη και από αυτή των πιο δύσκολων στιγμών της μνημονιακής περιόδου. Και τώρα μάλιστα ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τις συνθήκες που δημιούργησε με τις συνταγές των πιο σκληρών μνημονίων.
Με περιορισμούς σε συντάξεις και μισθούς, με εργασιακό μεσαίωνα, ιδιωτικοποιήσεις σε τιμή ευκαιρίας, απαξίωση της δημόσιας παιδείας της υγείας και του κοινωνικού κράτους και βεβαίως με περεταίρω διεύρυνση των ανισοτήτων. Αυτές είναι οι συνταγές που λανσάρονται ως συνταγές για την αντιμετώπιση της κρίσης, είτε τις υπογράφουν νομπελίστες οικονομολόγοι είτε τις διακηρύσσουν οι ίδιοι οι υπουργοί και ο ίδιος ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης της ΝΔ.
Με δυο λόγια δηλαδή, μας γυρίζουν με ταχύτητα πίσω στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων, του 2010-15, και στο καθεστώς των πολιτικών του ΔΝΤ, από το οποίο με τόσες θυσίες και κόπους καταφέραμε η χώρα μας να απαλλαγεί. Κάθε μέρα που περνάει, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιβεβαιώνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη κρίση. Ούτε και θέλει, όμως.
Δεν θέλει, γιατί κάθε μέτρο και κάθε πρωτοβουλία της, από την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, μέχρι την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, υλοποιεί την ιδεοληπτική και ανιστόρητη εμμονή της ότι όλα μπορεί να τα λύσει η ασυδοσία της αγοράς και η υποταγή σε μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Και δεν μπορεί, γιατί όλες της οι ενέργειες ως τώρα χαρακτηρίζονται από προχειρότητα, επιπολαιότητα, απουσία μια συνεκτικής απάντησης στις πρωτοφανείς προκλήσεις που βιώνει η χώρα.
Το επιτελικό κράτος αποδείχτηκε μια προσπάθεια να ελέγχει ο πρωθυπουργός τους αρμούς της εξουσίας και να τους χρησιμοποιεί προς ίδιον όφελος. Οι υπουργοί ασχολούνται με την εξυπηρέτηση των ημετέρων: βάουτσερ, παγουρίνια, καλλιέργεια σχέσεων με βαρόνους του χρήματος. Τσαλαβουτούν με μόνο σχέδιο τις καταστροφικές ιδεοληψίες και τις «δουλειές». Με εξυπηρετήσεις και υπερτιμολογήσεις δημοσίων δαπανών. Στην Παιδεία, στην Υγεία, στο μεταναστευτικό, στις επενδύσεις, σχεδόν παντού συμβαίνει αυτό. Και παλιότερα συνέβαινε, στις παλιότερες κυβερνήσεις του άλλοτε παλαιού κραταιού δικομματισμού, αλλά αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι πρωτοφανές. Στην έκταση και στο βάθος που συμβαίνει.
Ο ελληνικός λαός πρέπει να γνωρίζει ότι ο συνδυασμός αυτός ιδεοληψίας, υποταγής σε μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα και ανικανότητας, είναι καταστροφικός για τον τόπο. Οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε περιπέτειες εθνικές, οικονομικές, κοινωνικές, υγειονομικές. Και το γεγονός ότι, με διάφορα ανήθικα μέσα, έχουν εγκαταστήσει γύρω τους μια επικοινωνιακή υγειονομική ζώνη, με αποτέλεσμα στην κοινή γνώμη να εμφανίζεται το μαύρο άσπρο, απλώς πιστοποιεί ότι αυτή η κυβέρνηση δεν διστάζει να υπονομεύει, εν ονόματι της επικοινωνίας, δηλαδή της κατευθυνόμενης από το μέγαρο Μαξίμου προπαγάνδας, ακόμα και την ίδια τη δημοκρατία. Γιατί δημοκρατία χωρίς ελεύθερη και πλουραλιστική ενημέρωση, χωρίς κριτική στην πολιτική εξουσία, είναι ανάπηρη δημοκρατία.
Αυτό ακριβώς, η δεδομένη και εξαγορασμένη με χρήματα του ελληνικού λαού ασυλία από κάθε είδους κριτική, επιτρέπει στον κ. Μητσοτάκη και στην κυβέρνησή του μια πρωτοφανή για τα δεδομένα της μεταπολίτευσης διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, άνθιση της πιο χυδαίας πελατειακής λογικής, ανάδειξη της αναξιοκρατίας και της διαφθοράς σε κανόνα κυβερνητικής πρακτικής.
Δεν διστάζω να το πω και προσέχω τα λόγια μου: Η Ελλάδα ζει αυτή τη στιγμή μια κατάσταση που μόνο ομαλή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Ζωτικές λειτουργίες του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως ο ρόλος του Τύπου αλλά και της Δικαιοσύνης, φαλκιδεύονται βάναυσα. Ο δημοκρατικός έλεγχος ασκείται με τεράστιες δυσκολίες, σε καθεστώς απόκρυψης και διαστρέβλωσης όσων δεν συμφέρουν στην κυβέρνηση. Και σε καθεστώς συστηματικής συκοφάντησης του ΣΥΡΙΖΑ, της κυβερνητικής του θητείας, και φυσικά της αντιπολιτευτικής του τακτικής.
Θα μπορούσα να αναφέρω εδώ δεκάδες παραδείγματα, αλλά δεν νομίζω να έχει νόημα. Τι έγινε με την κ. Τουλουπάκη και το σκάνδαλο Νοβάρτις, με τον Παπαγγελόπουλο, με την επιχείρηση τρομοκράτησης δικαστών, με τον τρόπο που η συστημική προπαγάνδα αντιμετωπίζει κρίσιμα εθνικά ζητήματα όπως οι πρόσφατες δηλώσεις Στόλτεμπεργκ, ή ακόμα και τη πυρκαγιά στις Μυκήνες, για την οποία διέκοψαν το πρόγραμμά τους διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία. Αλλά στην Ελλάδα, δεν βρήκαν τηλεοπτικό χρόνο για να μας ενημερώσουν τα δελτία των ειδήσεων.
Όλα αυτά, συντρόφισσες και σύντροφοι, όμως, συγκροτούν ένα τεράστιο και διαρκές σκάνδαλο που βάζει και πρέπει να βάζει ψηλά στην ατζέντα μας και το ζήτημα της δημοκρατίας. Της ανεξάρτητης δικαιοσύνης, της διαφάνειας, της ενημέρωσης, της ελεύθερης άποψης και κριτικής.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, μπορούμε νομίζω να συμφωνήσουμε όλοι ότι σε τρία κύρια μέτωπα τη στιγμή αυτή, η χώρα μας και η κοινωνία δοκιμάζεται.Σε τρία κύρια μέτωπα η κοινωνία αγωνιά και η κυβέρνηση αποτυγχάνει κατά κράτος, βυθίζοντας στην ανασφάλεια και στην αβεβαιότητα τις Ελληνίδες και τους Έλληνες:
- Στο μέτωπο της πανδημίας.
- Στο μέτωπο της οικονομικής κρίσης.
- Στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των προκλήσεων Ερντογάν.
Στο μέτωπο της πανδημίας, τους αναξιοπρεπείς διθυράμβους για τον κ. Μητσοτάκη, όταν στην αρχική φάση όλοι στηρίξαμε το lockdown, διαδέχονται τώρα οι εκατοντάδες των κρουσμάτων. Για τα οποία όμως δεν φταίει η κυβέρνηση αλλά φταίνε οι απείθαρχοι πολίτες. Δηλαδή, η επιτυχία της πρώτης φάσης δεν είχε να κάνει με τη στάση των πολιτών, αλλά με τη διορατικότητα του κ. Μητσοτάκη. Ενώ, αντιθέτως, η πλήρης αποτυχία και η επικίνδυνη εξέλιξη της δεύτερης φάσης, έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τη στάση των πολιτών.
Η αλήθεια όμως φωνάζει και όσο και αν την ωραιοποιούν δεν μπορεί να κρυφτεί. Διότι αυτό που πέτυχε ο κ. Μητσοτάκης, να μετατρέψει δηλαδή μια υγειονομική επιτυχία σε απόλυτο φιάσκο, δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα. Πρέπει να κάνεις σειρά λαθών και να έχεις απόλυτη έλλειψη στρατηγικής και σχεδιασμού για να το πετύχεις. Και αυτό ακριβώς συνέβη το καλοκαίρι που μας πέρασε.
Αντί δηλαδή να αξιοποιήσουν το διάστημα της ύφεσης της πανδημίας για να θωρακίσουν το ΕΣΥ, αυτό που απορρόφησε την έγνοια και την ενέργεια της κυβέρνησης αλλά και πόρους του δημόσιου ταμείου ήταν οι «δουλίτσες» και η επικοινωνία.
Αντί να εφαρμόσουν ένα συνεκτικό σχέδιο για τον τουρισμό, αυτό που τους απασχόλησε ήταν η υποταγή στις απαιτήσεις των μεγάλων touroperators και των εφοπλιστών. Και η έναρξη του τουρισμού δίχως σχέδιο και ενιαία επιδημιολογικά πρωτόκολλα, παρά μόνο με ακριβές φιέστες στο ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης.
Αντί να εκμεταλλευτούμε την επιτυχία της πρώτης φάσης και να λανσάρουμε προς τα έξω τις υγειονομικά ασφαλείς διακοπές στην Ελλάδα, ανοίξαμε και τους περιμέναμε όλους. Χωρίς ελέγχους, χωρίς κριτήρια, χωρίς ασφάλεια.
Με αποτέλεσμα το δεύτερο κύμα της πανδημίας να είναι ήδη πολύ πιο μαζικό από το πρώτο. Και βεβαίως αυτό το κύμα της πανδημίας να συνοδεύεται ακόμα και σήμερα από παντελή έλλειψη στρατηγικής για την αντιμετώπισή του. Μόνο με σπασμωδικά υγειονομικά μέτρα, απόπειρες δυσφήμισης και εκφοβισμού των νέων και επίρριψης ευθυνών στους πολίτες, και κάποιες φορές με σκληρά αλλά αναποτελεσματικά αστυνομικά μέτρα. Αλήθεια, ποιος μπορεί να εξηγήσει στον μέσο πολίτη γιατί η νόσος μεταδίδεται μετά τις 12 το βράδυ, αλλά δεν μεταδίδεται πριν τις 12 το βράδυ; Τεράστιες αντιφάσεις που δυστυχώς δημιουργούν και μια αντιπολιτική σκέψη και στάση στους πολίτες. Πρέπει να το προσέξουμε αυτό.
Για να φτάσουμε λοιπόν σήμεραστο σημείο να μην υπάρχουν αντιδραστήρια για τα τεστ, και να παραδίνεται η «δουλειά» σε φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση ιδιωτικά εργαστήρια, όπως καταγγέλλουν οι ίδιοι οι άνθρωποι τη πρώτης γραμμής. Με το αντίτιμο, βέβαια, να υποτάσσεται ακόμη και ο λόγος της επιστήμης στις σκοπιμότητες της πολιτικής και της κυβερνητικής προπαγάνδας, που θέλει να μας εξηγήσει ότι το ίδιο είναι να είχαμε τους μισούς μας μαθητές ανά τάξη και το ίδιο είναι να έχουμε και περισσότερους από όλους τους μαθητές σε μια τάξη.
Θέλω όμως να προειδοποιήσω τη κυβέρνηση. Αν δεν υπάρξει, έστω και τώρα, στο και πέντε, ένα συμπαγές, μελετημένο, συνολικό σχέδιο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, θα είναι υπεύθυνη για ό,τι ακολουθήσει τον χειμώνα που έρχεται. Αν δεν εφαρμόσει άμεσα μέτρα για την ενίσχυση των δομών δημόσιας υγείας, την κοινωνική συναίνεση, την προστασία του πληθυσμού, τότε θα έχει όλη την ευθύνη αν η πανδημία πάρει δραματικές διαστάσεις. Αν δεν σταματήσει τα επικοινωνιακά παιγνίδια με τα σχολεία, με τα παιδιά, με τις μάσκες και τα παγουρίνια, και δεν λάβει δραστικά και προγραμματισμένα μέτρα, θα έχει βαριά ευθύνη αν τα πράγματα από εδώ και στο εξής πάνε άσχημα.
Όσο για μας, δεν υπάρχει περίπτωση στο μέτωπο αυτό, που αφορά την υγεία και τη ζωή του λαού, να υποκύψουμε στον πειρασμό της μικροπολιτικής με την οποία η ΝΔ ως αντιπολίτευση αντιμετώπισε κάθε δύσκολη κατάσταση σχεδόν ως ολική καταστροφή, στην περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης. Θα στηρίξουμε το ΕΣΥ, τη δημόσια Υγεία, κάθε θετικό μέτρο, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό, που συνιστά η επιστημονική κοινότητα. Αλλά δεν πρόκειται να σωπάσουμε, εν ονόματι οποιασδήποτε σκοπιμότητας, μπροστά στο χρονικό μιας προαναγγελθείσας τραγωδίας, στην οποία αυτή τη στιγμή με μαθηματική ακρίβεια μας οδηγεί η έλλειψη σχεδιασμού από την πλευρά της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο μέτωπο, γιατί θα έχουμε την ευκαιρία και αύριο στη Βουλή να πούμε πολλά για το θέμα της πανδημίας, καθώς είναι προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση, αυτό που αφορά την οικονομική κρίση. Φοβάμαι ότι και εκεί τα πράγματα είναι εξίσου δραματικά.
Η κυβέρνηση επέλεξε να μην ακούσει την κοινωνία, τις οργανώσεις των μικρομεσαίων, την αγωνία των εργαζομένων, και φυσικά την αντιπολίτευση, κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ, που προτείναμε εγκαίρως, αποφασιστικά, γενναία, εμπροσθοβαρή μέτρα, για να μην πάρει η κρίση τις διαστάσεις οικονομικής πανδημίας. Μπορούμε να πούμε τώρα, με τα πρώτα δραματικά αποτελέσματα της πολιτικής τους ορατά, ότι δεν έκαναν λάθος, διότι δεν ήταν η αβλεψία ή η έλλειψη γνώσεων που τους οδήγησε σε μίζερα μέτρα και σε μια πολιτική απραξίας για την αντιμετώπιση του κινδύνου μιας τεράστιας ύφεσης που διαβλέπαμε από τις αρχές του Μάρτη.
Ούτε φυσικά ότι δεν υπήρχαν λεφτά στα ταμεία.Για αυτό, είχαμε φροντίσει εμείς να μην αφήσουμε τη χώρα ανοχύρωτη. Δεν ήταν λοιπόν ούτε λάθος ούτε αβλεψία, αλλά ήταν άποψη, ήταν πολιτική επιλογή. Ήταν η λογική να αφήσουν την οικονομική πανδημία της αγέλης να εξελιχθεί. Να «εξυγιάνουν» έτσι χωρίς να λερώσουν τα χέρια τους το οικονομικό τοπίο, κρατώντας για τον εαυτό τους τον ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. «Δεν φταίμε εμείς, φταίει ο κορωνοϊός». Να επιτρέψουν τον αφανισμό όσο γίνεται περισσότερων μικρομεσαίων επιχειρήσεων –τις θεωρούσαν ζόμπι άλλωστε οι υπουργοί και έλεγαν ανοιχτά– για να καταλάβουν τη θέση τους τα «υγιή» μεγάλα συμφέροντα, τα οποία στηρίζουν τη κυβέρνηση και στηρίζονται από αυτή. Και να επιβάλουν, και αυτό είναι κρίσιμο, στους εργαζόμενους ένα καθεστώς ανασφάλειας, κακοπληρωμένης δουλειάς, και ωραρίων του 19ου αιώνα, που ήταν στον σχεδιασμό και στα συρτάρια κάθε σοβαρού νεοφιλελεύθερου επιτελείου, που νομίζω ότι ιδίως ο κ. Μητσοτάκης με αυτά τα επιτελεία είχε διαρκή επικοινωνία και πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας.
Πρέπει λοιπόν, αν είναι αυτός ο σχεδιασμός, να δεχτούμε ότι μάλλον καλά τα πάνε. Η ύφεση του δευτέρου τριμήνου του 2020 που ανακοινώθηκε πρόσφατα, ξεπέρασε κατά πολύ ακόμα και τις χειρότερες επιδόσεις της εποχής των μνημονίων. Η ανεργία καλπάζει, η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην ανεργία των νέων, με ποσοστά που προκαλούν απόγνωση, αλλά ο κ. Μητσοτάκης πανηγυρίζει. Είμαστε, λέει, μια χαρά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Με αυτό τον μέσο όρο πρέπει να έχουν ένα ταμπού σε αυτή τη κυβέρνηση, αν κρίνω και από το πώς μετρά τους μαθητές ανά τάξη η κ. Κεραμέως, όταν προσπαθεί να δικαιολογήσει γιατί τους αυξάνει αντί να τους μειώνει στην περίοδο της πανδημίας. Η επικοινωνία, με δυο λόγια, αλαλάζει, ενώ η κοινωνία στενάζει. Και δυστυχώς τα χειρότερα είναι μπροστά μας, με την κατάρρευση των εσόδων από τον τουρισμό, την αλματώδη αύξηση της ανεργίας, τη συνακόλουθη δυσπραγία της εσωτερικής αγοράς.
Αυτή είναι, συντρόφισσες και σύντροφοι, η εικόνα. Δεν αρκεί, όμως, για ένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που θέλει να δώσει εναλλακτική προοπτική στον τόπο, που θέλει να ανατρέψει τα δεδομένα, που θέλει να προστατέψει του κοινωνικά αδύναμους και ευάλωτους, να σώσει τη μικρομεσαία διαστρωμάτωση από τη νεοφιλελεύθερη τανάλια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, δεν αρκεί απλά αυτή την κατάσταση να την περιγράφει, δεν αρκεί απλά να προβλέπει τις δυσμενείς εξελίξεις.
Οφείλουμε, συντεταγμένα, μαχητικά, με ήθος και αποφασιστικότητα, με ξεκάθαρες θέσεις και ενωτική διάθεση, να σταθούμε στο ύψος των δύσκολων περιστάσεων, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, να σταθούμε στο πλευρό της κοινωνικής πλειοψηφίας. Να μην επιτρέψουμε δηλαδή να οδηγήσει η οικονομική κρίση πολύ γρήγορα σε κοινωνική παράλυση. Να πείσουμε τους πολίτες, τους εργαζόμενους, του μικρομεσαίους, τους νέους, για την ανάγκη της αντίστασης, αλλά και για τη δυνατότητα και το ρεαλισμό μιας προοδευτικής εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης.
Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου μια μικρή παρένθεση, πριν κλείσω την αναφορά μου στα της οικονομίας. Είπα λίγο πριν, ότι δεν ήταν ότι δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν λεφτά στα δημόσια ταμεία τούτη τη φορά για να αντιμετωπιστούνε εμπροσθοβαρώς οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης και να μην οδηγηθούμε σε μια ύφεση τεράστια που θα είναι αυτοτροφοδοτούμενη από εδώ και στο εξής και θα δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο. Και είπα ότι φροντίσαμε να μην αφήσουμε τη χώρα ανοχύρωτη. Εμείς φροντίσαμε. Επιτρέψτε μου λοιπόν μια μικρή αναφορά σε αυτό. Στα 37 περίπου δισεκατομμύρια που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άφησε ως μαξιλάρι ασφαλείας και για τα οποία έχει γίνει και γίνεται – όχι μόνο μεταξύ μας αλλά και στην ελληνική κοινωνία, το βλέπουμε όπου συναντάμε πολίτες– μια μεγάλη συζήτηση.
Θέλω λοιπόν να πω ότι είναι αυτά ακριβώς τα χρήματα που μέχρι στιγμής έχουν αποτρέψει την κατεδάφιση και την πλήρη χρεοκοπία, για άλλη μια φορά, της ελληνικής οικονομίας. Την οποία θα πλήρωναν πρώτοι και πιο ακριβά οι εργαζόμενοι και οι μικρομεσαίοι. Είναι αυτό το μαξιλάρι ασφαλείας που έκανε δυνατή την έξοδο της χώρας στις αγορές, με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο.
Αν υπάρχει η άποψη ότι έπρεπε ένα μέρος από αυτά να τα έχουμε αξιοποιήσει, όχι με όρους προεκλογικών παροχών, αλλά με όρους στήριξης της οικονομίας, της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, των εργαζομένων και της αγοράς, να το συζητήσουμε. Αλλά για το μαξιλάρι, δείγμα και αποτέλεσμα της εντιμότητας, της νοικοκυροσύνης, του σεβασμού στα λεφτά του λαού και της πρόνοιας για το σήμερα και το αύριο της χώρας, μόνο υπερήφανοι μπορούμε να είμαστε. Γιατί καμιά κυβέρνηση, από τη μεταπολίτευση και μετά, δεν συμπεριφέρθηκε με το αίσθημα της εθνικής και κοινωνικής ευθύνης που εμείς επιδείξαμε. Αγνοώντας το κομματικό κόστος και τους εκλογικούς σχεδιασμούς.
Η καμένη γη που παρέδιναν συνήθως τα κόμματα εξουσίας, το ένα στο άλλο, η οικονομική έρημος που παρέδωσε σε μας η ΝΔ, η διασπάθιση δισεκατομμυρίων σε προεκλογικές παροχές, που ήταν κανόνας, με τη δική μας κυβέρνηση έλαβαν τέλος. Κι αυτό οφείλουμε να το εξηγούμε στους πολίτες και όχι να αποτελεί στοιχείο αυτοκριτικής. Αυτή είναι η άποψή μου και ήθελα για άλλη μια φορά να την καταθέσω στη ΚΕ.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, το τρίπτυχο της αποτυχημένης και επικίνδυνης κυβερνητικής πολιτικής, συμπληρώνεται με τις εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Τις προκλήσεις Ερντογάν και την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης.
Δεν έχει νόημα να σταθώ στα γνωστά. Τι έκαναν αυτοί ως αντιπολίτευση όταν εμείς χειριζόμασταν ευαίσθητα εθνικά θέματα, όπως οι Πρέσπες, με τη Συμφωνία των Πρεσπών δηλαδή, και λύναμε διαφορές οι οποίες μας κυνηγούσαν ως βαρίδι στην εξωτερική πολιτική για 30 και πλέον χρόνια και που μπορούσαν να λυθούν με θετικό τρόπο και να αναβαθμίσουν τον γεωπολιτικό ρόλο της χώρας. Ούτε βεβαίως τι έκαναν όταν διαχειριζόμασταν τη δύσκολη σχέση με την Τουρκία. Δεν έχει νόημα να ασχοληθώ. Τα είπα πρόσφατα στη Βουλή. Το μόνο ίσως που θα χρειαστεί να επαναλάβω είναι που είπα και στη Βουλή ως φράση: «Στα ρηχά των Πρεσπών ήταν με χλαμύδες, αλλά στα βαθιά του Αιγαίου είναι με πιτζάμες».
Με όση όμως νηφαλιότητα, απόσταση από τον πάντοτε επικίνδυνο εθνικισμό και τη ρητορική της πατριδοκαπηλίας –μακριά από εμάς αυτά– καθώς και με όση ειλικρινή διάθεση να συμβάλλουμε σε μια εθνική πολιτική, που την έχουμε αυτή τη διάθεση και το έχουμε αποδείξει, με όση λοιπόν νηφαλιότητα και τέτοια διάθεση κι αν βλέπουμε τις εξελίξεις, νομίζω ότι δεν μπορούμε να σωπάσουμε σε αυτά που βλέπουμε μπροστά μας.Θα έλεγα ότι έχουμε χρέος και καθήκον να μη σωπάσουμε όταν διαπιστώνουμε τα αδιέξοδα της κυβερνητικής πολιτικής και την έλλειψη εθνικής στρατηγικής σε μια τόσο κρίσιμη φάση. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο, παντελής έλλειψη στρατηγικής απέναντι στην πιο επιθετική Τουρκία των τελευταίων δεκαετιών.
Ο κ. Μητσοτάκης νομίζω ότι κινείται στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», χωρίς αποφασιστικότητα και με εμφανή αμηχανία. Και χωρίς να θέτει τους συμμάχους μας προ των ευθυνών τους. Εμείς τον προειδοποιήσαμε έγκαιρα ότι αυτή η πολιτική θα οδηγήσει σε αδιέξοδα. Τον προειδοποιήσαμε τον Ιανουάριο, να μην πάει στις ΗΠΑ και να τα δώσει όλα στο πιάτο, όταν μας έλεγε γιατί δεν υπογράφετε συμφωνίες λίγο πριν φύγει. Και τον προειδοποιήσαμε να μην πάει εκεί για να πει πόσο προβλέψιμος σύμμαχος είναι η Ελλάδα. Το έκανε όμως και είδαμε τη στάση του Προέδρου Τραμπ εδώ και 9 μήνες.
Από τον Νοέμβριο του προηγούμενου χρόνου ζητάμε να θέσει θέμα κυρώσεων και το θέτει 8 μήνες μετά. Από τον Μάρτιο, και ειδικά τώρα, ζητάμε να πρωταγωνιστήσει η Ελλάδα στον ευρωτουρκικό διάλογο, να πιέσει τους Ευρωπαίους να βάλουν στο τραπέζι και την τελωνειακή ένωση στο τραπέζι, για να υπάρχουν οι κυρώσεις από τη μια, το μαστίγιο, και το καρότο πάνω στο τραπέζι. Αλλά η κυβέρνηση παραμένει συστηματικά απών από τις εξελίξεις στο ευρωπαϊκό πεδίο για τον διάλογο ΕΕ – Τουρκίας. Και ήρθε και υπέγραψε την συμφωνία με την Αίγυπτο και το έκανε χωρίς κανένα σχέδιο για το πώς θα προστατέψουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, πώς θα κρατήσουμε κοντά μας τους συμμάχους μας και πώς θα διασώσουμε τον διάλογο με την Τουρκία, όπως καταφέραμε εμείς και το κάναμε αυτό σε δύσκολες συνθήκες για τεσσεράμισι χρόνια. Γιατί και τότε ήταν δύσκολες οι συνθήκες, σας θυμίζω. Με τους δυο Έλληνες αξιωματικούς στις τουρκικές φυλακές, με τους 8 πραξικοπηματίες να έχουν ζητήσει άσυλο εδώ. Δεν ήταν εύκολες οι συνθήκες. Και φυσικά, με την προσφυγική κρίση εν εξελίξει.
Το OrucReis, το ερευνητικό τουρκικό σκάφος, πρόσφατα, τις προηγούμενες μέρες –γιατί κανείς δεν ασχολείται, ό,τι δεν είναι είδηση, μάλλον δεν υπάρχει, εγώ δεν λέω αυτό, η πραγματικότητα είναι πραγματικότητα και εξελίσσεται ανεξάρτητα αν προβάλλεται από ΜΜΕ– πέρασε και τον 28ο Μεσημβρινό, αφού όργωσε την περιοχή νότια του Καστελόριζου για σχεδόν ένα μήνα, καταπατώντας προκλητικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Σήμερα μάλιστα, πριν από λίγο, πληροφορήθηκα ότι βρίσκεται μόλις 44 μίλια νότια του Καστελόριζου. Στο πιο κοντινό σημείο στο Καστελόριζο που έχει επιχειρήσει ποτέ να ερευνήσει. Αλλά ουδείς ασχολείται. Από την ώρα που άρχισε να πλέει εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ουδείς ασχολείται.
Όταν πριν ενάμισι μήνα, για να δείτε τις αντιφάσεις, ο Ερντογάν είχε προαναγγείλει ότι θα το βγάλει από το λιμάνι τοOrucReisγια έρευνες χωρίς να έχει βγάλει τη NAVTEX που προσδιόριζε ότι θα είναι και εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, είχε γίνει χαμός. Τότε βγάλαμε όλο τον στόλο έξω από τους ναυστάθμους. Από την ώρα που άρχισε να πλέει εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας με απλωμένα καλώδια, σαρώνοντας τον βυθό, η κυβερνητική προπαγάνδα προσπάθησε με κάθε τρόπο να συσκοτίσει την αλήθεια αραδιάζοντας ένα σωρό αστείες δικαιολογίες.
Μια μας είπαν ότι είναι σε διεθνή ύδατα και το παρασέρνει ο αέρας, την άλλη ότι δεν κάνει έρευνα γιατί το εμποδίζει ο θόρυβος των παρακείμενων πλοίων. Δεν κάνει έρευνες, δεν είναι στην ελληνική υφαλοκρηπίδα αλλά κάνουμε διαβήματα στην ΕΕ για κυρώσεις.Αν δεν παραβιάζει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, γιατί το κάνουμε; Απίστευτα πράγματα. Και την ίδια στιγμή, όποιος από την αντιπολίτευση λέει την αλήθεια είναι Δούρειος Ίππος του Ερντογάν.Και όποιος από την κυβέρνηση, από αξιοπρέπεια, λέει την αλήθεια, καρατομείται, όπως ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του πρωθυπουργού.
Λένε, μα κάνει έρευνες μακριά από τα χωρικά μας ύδατα -τώρα βέβαια τις κάνει και κοντά, στα 44 μίλια- αλλά ας πούμε ότι τις κάνει μακριά από τα χωρικά μας ύδατα. Μάλιστα…Μας συγχωρείτε πολύ, αλλά δεν ήμασταν εμείς αυτοί που με τυμπανοκρουσίες ορίζαμε το 2011 με νόμο του κράτους- τον νόμο Μανιάτη- αυτή την περιοχή ως υφαλοκρηπίδα μας; Κι όμως, τον Οκτώβριο 2018, ήμασταν εμείς αυτοί που την προστατέψαμε εμπράκτως, αντί να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Διότι οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν συνέχεια και να ακολουθούν μια εθνική γραμμή και μια εθνική πολιτική. Αν αυτή η εθνική γραμμή αλλάζει, να μας το πουν. Να συγκαλέσουν το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και να ορίσουμε μια νέα εθνική γραμμή που ακυρώνει το δόγμα ότι είναι υφαλοκρηπίδα αυτό που ορίζει ο νόμος Μανιάτη. Δεν συμφωνώ, αλλά οφείλουν να το πούνε.
Λένε, μα εσείς γιατί δεν συγκαλέσατε συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το Μακεδονικό; Μα δεν αλλάξαμε την εθνική γραμμή εμείς. Και στις κρίσιμες στιγμές, δυο φορές συγκάλεσα το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών. Και πριν πάω στην Τουρκία να συναντήσω τον Νταβούντογλου για την ευρωτουρκική συμφωνία. Αλλά στο Μακεδονικό, ήταν δεδηλωμένη η εκδιαμέτρου αντίθετη θέση και στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρόλο που εμείς υπερασπιζόμασταν την εθνική γραμμή που αυτοί είχαν ορίσει από την κυβέρνηση Καραμανλή. Τώρα, που αλλάζουν την εθνική γραμμή, που εμείς παρόλο που είχαμε επιφυλάξεις -εμείς υπερασπιστήκαμε εμπράκτως, αποτρέψαμε έρευνες εμείς στο Καστελόριζο– τώρα δεν θέλουν να συγκαλέσουν συμβούλιο και θέλουν απλά να κρύβουν πίσω από το δάκτυλό τους την πραγματικότητα και με επικοινωνία να κάνουν τους μάγκες και να βγαίνουν στις συνεδριάσεις του ΚΥΣΕΑ με στρατιωτικές στολές, για το εσωτερικό ακροατήριο βέβαια, αλλά στην πράξη να ακολουθούν μια άλλη γραμμή. Αυτά δεν μπορούμε να τα αποκρύψουμε από τον ελληνικό λαό.
Και ρωτάω, λοιπόν: Όταν, σύντομα, η Τουρκία προκηρύξει οικόπεδα και εισέλθει εντός της ΑΟΖ που μόλις ορίσαμε με την Αίγυπτο, κάτω από την Ρόδο και την Κάρπαθο και δίπλα στην Κρήτη, ποιες θα είναι οι κόκκινες γραμμές μας; Οι εταίροι μας θα πιεστούν να εφαρμόσουν ισχυρές κυρώσεις ή ούτε τότε; Και, κυρίως, ρωτώ τι ακριβώς κάνουμε σήμερα ώστε να μην φτάσουμε σε αυτό το σημείο; Διότι αυτό είναι το κρίσιμο, να μη φτάσουμε σε αυτό το σημείο.
Θα μιλάμε μετά πάλι για ανάγκη εθνικής συναίνεσης όταν η αντιπολίτευση μαθαίνει από τον Τούρκο ΥΠΕΞ για συνομιλίες που διεξάγονται και από τον ΓΓ του ΝΑΤΟ για τις πρωτοβουλίες της χώρας και θα λέμε συνεννόηση; Θα παίζουμε με τις λέξεις, όπως πρόσφατα με το φιάσκο στο ΝΑΤΟ, και θα λέμε ότι οι «τεχνικές συνομιλίες δεν είναι συνομιλίες», ή ότι «οι διαβουλεύσεις της Διπλωματικής Συμβούλου του πρωθυπουργού είναι διαβουλεύσεις υπηρεσιακών παραγόντων»; Θα λέμε πάλι ότι «δεν γίνονται έρευνες λόγω θορύβου» ή, ακόμα χειρότερα, ότι «σκάβουν στη λάσπη»; Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.
Επαναλαμβάνω ρητά και με απόλυτη σαφήνεια: Για τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, οποιαδήποτε εθνική στρατηγική πρέπει να έχει ως στόχο τον τερματισμό των εκβιασμών από την Τουρκία, την επανεκκίνηση των διερευνητικών για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και αν αυτές δεν καταλήξουν, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και προειδοποιώ ότι η έλλειψη στρατηγικής – ή ακόμη χειρότερα, οποιαδήποτε άλλη ανομολόγητη στρατηγική – θα οδηγήσουν τη χώρα σε ακόμα πιο επικίνδυνες περιπέτειες.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, αυτές είναι οι εξαιρετικά κρίσιμες συνθήκες πρωτοφανούς αβεβαιότητας και ανασφάλειας όπου μας έχει οδηγήσει η ανικανότητα, η επιπολαιότητα και οι ιδεολογικές εμμονές της κυβέρνησης, σε τρία παράλληλα μέτωπα που αντιμετωπίζει η χώρα. Της πανδημίας, της οικονομίας και των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Σε αυτή τη ζοφερή και δυσοίωνη, από κάθε άποψη, πολιτική κατάσταση, το κόμμα μας καλείται να παίξει ένα ρόλο αντιστήριξης της κοινωνικής πλειοψηφίας, υπεράσπισης των εθνικών μας συμφερόντων, διαμόρφωσης μιας πειστικής, προοδευτικής, εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης. Κάθε μέρα που περνάει, η κυβερνητική πολιτική επιφέρει νέες ζημιές στην οικονομία, στην κοινωνία, και στη χώρα. Ζημιές που θα γίνουν πολύ δύσκολα αναστρέψιμες, αν δεν υπάρξει ένα φράγμα αντίστασης στην πολιτική του κ. Μητσοτάκη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, λοιπόν, καλείται σήμερα να αποδείξει ότι είναι ώριμο τέκνο και της νέας ανάγκης. Για να θυμηθώ ένα παλιό ρητό, «οφείλουμε να κατανοήσουμε τη δύσκολη πραγματικότητα, αν θέλουμε να την αλλάξουμε». Κι αυτό σημαίνει ότι όλοι μας, στελέχη και μέλη του κόμματος, σε κάθε μας κίνηση και πρωτοβουλία, οφείλουμε να παίρνουμε υπόψη τη μέγιστη υποχρέωσή μας. Να δείξουμε και να αποδείξουμε στην κοινωνική πλειοψηφία ότι είμαστε ενωμένοι, έτοιμοι, αποφασισμένοι, να σταθούμε πλάι της. Από την αντίσταση στις πιο αντιδραστικές πολιτικές που επιχειρούνται, μέχρι την απαλλαγή από τη σημερινή κυβέρνηση και την αποκατάσταση της δημοκρατικής και προοδευτικής κανονικότητας που χρειάζεται η χώρα για να ανταπεξέλθει σε αυτές τις συνθήκες.
Έχουμε υποχρέωση όλοι να είμαστε παρόντες στα μέτωπα της πάλης, στις διεργασίες για την εμπέδωση μιας προοδευτικής λύσης, στο διάλογο με όλες τις κοινωνικές ομάδες που προβληματίζονται και αγωνιούν τούτη την περίοδο. Στις συνθήκες αυτές, η αναβάπτιση όλων μας στις αξίες της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας, της αφοσίωσης στα συμφέροντα του λαού και της πατρίδας αποκτά ζωτική σημασία. Οι μίζεροι εγωισμοί, ο διάλογος όχι ως ανταλλαγή απόψεων και επιχειρημάτων, αλλά ως μέσο εξουδετέρωσης της διαφορετικής φωνής, δεν έχει θέση στο χώρο μας. Ποτέ δεν είχε, ιδιαίτερα τώρα και μάλιστα σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές.
Οι κρίσιμες συνθήκες απαιτούν συναίσθηση της ευθύνης και ορθή κρίση από όλους μας. Τα δύσκολα, πρωτοφανή από πολλές απόψεις, και σύνθετα καθήκοντα που βρίσκονται μπροστά μας δεν επιδέχονται κεκτημένες ταχύτητες. Οφείλουμε να κάνουμε τις αλλαγές που απαιτεί η νέα κατάσταση, για να ανταποκριθούμε στα νέα καθήκοντα. Με μόνο κριτήριο ακριβώς αυτό. Και για να είμαι καθαρός, καθώς επιχειρείται μια χυδαία παρέμβαση εχθρικών κέντρων στις διεργασίες μας, οφείλουμε να προχωρήσουμε χωρίς κρυφούς ή φανερούς υπολογισμούς. Σε ό,τι με αφορά τουλάχιστον, αυτό είναι καθαρό.
Η πορεία του κόμματος προς το συνέδριό μας, που όλοι συνομολογήσαμε και χαρακτηρίσαμε ότι επιδιώκουμε, επιθυμούμε, προσδοκούμε να είναι ένα συνέδριο τομής και συνέχειας, δέχτηκε ένα απρόσμενο καίριο πλήγμα από τη συγκυρία, από την πανδημία. Η διαδικασία της ανασυγκρότησης των οργανώσεων και της διεύρυνσης, του μετασχηματισμού μας σε μαζικό, λαϊκό, ανοιχτό και δημοκρατικό κόμμα της σύγχρονης εναλλακτικής αριστεράς, είναι μια διαδικασία που εκ των πραγμάτων απαιτεί τη συμμετοχή των πολιτών στις εκδηλώσεις μας, στις διαδικασίες μας, στις συγκεντρώσεις μας, στις οργανώσεις μας. Η αναγκαστική τήρηση μέτρων κοινωνικής απόστασης υπήρξε ένα αντικειμενικό εμπόδιο σε αυτή τη συναρπαστική και πρωτόγνωρη διαδικασία ανοίγματος και συνάντησης του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ με την εκλογική του βάση και με τη κοινωνία των πολιτών που τον στηρίζει. Και πρωτόγνωρη, διότι συνέβη αμέσως μετά από μια εκλογική ήττα. Που γεμίζαμε στάδια, που γεμίζαμε πλατείες, παρά την ήττα. Θυμίζω την τελευταία μας μαζική εκδήλωση λίγες μέρες πριν το lockdown, σε ένα κατάμεστο στάδιο στο Φάληρο.
Στις αρχές του καλοκαιριού, αποφασίσαμε να δούμε την εξέλιξη της πανδημίας και να πάρουμε αποφάσεις στις αρχές του Σεπτέμβρη. Σήμερα, βλέποντας τη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων και τους αρνητικούς οιωνούς για το επόμενο διάστημα, μπορούμε να εκτιμήσουμε με σιγουριά ότι τους επόμενους μήνες δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί συνέδριο με φυσική παρουσία. Και με δεδομένο ότι η φυσική παρουσία αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την επιτυχία των φιλόδοξων στόχων μας, και με δεδομένο ότι βρισκόμαστε σε αυτό το κρίσιμο σημείο καμπής για τη χώρα, με τις τρεις παράλληλες κρίσεις και με μια κυβέρνηση που μας οδηγεί από το κακό στο χειρότερο, κατέληξα, ομολογώ μετά από σκέψη, στο να προτείνω στα όργανα του κόμματος, στην Πολιτική Γραμματεία, στο Πολιτικό Συμβούλιο, σήμερα στην Κεντρική Επιτροπή, να αποφασίσουμε την αναβολή του Συνεδρίου μας μέχρις ότου η επιδημιολογική εξέλιξη να μας δώσει τη δυνατότητα να το διεξάγουμε έτσι όπως εμείς θέλουμε. Βεβαίως, δεν μπορεί ναι προσδιοριστεί χρόνος, αλλά νομίζω ότι η εξέλιξη των πραγμάτων ούτε ή άλλως θα έχει μια δυναμική και σίγουρα στις αρχές του επόμενου χρόνου θα είμαστε σε θέση εκ νέου να δούμε την πορεία των πραγμάτων και να αποφασίσουμε.
Και να προτείνω όμως παράλληλα, να πάρουμε αποφάσεις όχι αναστολής των πρωτοβουλιών και των διεργασιών μας, αλλά ενίσχυσής τους. Να πάρουμε αποφάσεις ενίσχυσης των πρωτοβουλιών και των διεργασιών μας που αφορούν στο διακηρυγμένο στόχο για τη διεύρυνση και τον μετασχηματισμό του Κόμματος. Να προχωρήσουμε με γοργά βήματα στην οργανωτική ανασυγκρότηση και στη ψηφιακή λειτουργία, όπως απαιτεί η δύσκολη συνθήκη που βιώνουμε. Να προχωρήσουμε στη συζήτηση και έγκριση, εν ανάγκη και με διαδικτυακή λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης, των προγραμματικών μας θέσεων για να ανοίξουμε τη βεντάλια των θέσεων μας στην ελληνική κοινωνία, για το σήμερα και αύριο του τόπου.Να προχωρήσουμε στη διαδικτυακή πραγματοποίηση του Διεθνούς Συνεδρίου που αναβάλαμε τον Απρίλη που μας πέρασε. Και, κυρίως, να προχωρήσουμε σε μια πιο συστηματική, πιο στιβαρή και συνεκτική συλλογική λειτουργία. Με ενιαίο πολιτικό κέντρο που θα λειτουργεί σε εβδομαδιαία βάση.Με τακτικές συνεδριάσεις των μεγαλύτερων οργάνων, του Πολιτικού Συμβουλίου και της ΚΕΑ, διαδικτυακά. Και βεβαίως, για κρίσιμες αποφάσεις, όπως σήμερα, και της Κεντρικής Επιτροπής μας.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ ότι είναι αναγκαία και μια αναδιάταξη δυνάμεων. Όχι μόνο στη βάση της εναλλαγής ρόλων, αλλά κυρίως στη βάση της ουσιαστικής συζήτησης για αυτό που είναι αναγκαίο να κάνουμε για να διορθώσουμε αδυναμίες, να ενισχύσουμε πλευρές της πολιτικής μας, να ισχυροποιήσουμε τη παρέμβασή μας στη κοινωνία.Σε αυτό το πλαίσιο, εισηγήθηκα τη περασμένη εβδομάδα στη ΠΓ και στο ΠΣ να προχωρήσουμε με συλλογικό τρόπο σε μια σειρά αλλαγές.Και πρότεινα, τώρα που κλείνει ένας κύκλος και ανοίγει μια νέα δύσκολη φάση και για την κοινωνία και για το Κόμμα, σε αυτή τη φάση να αναλάβει τα καθήκοντα του γραμματέα του Κόμματος, ο σύντροφος Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Τον Δημήτρη τον ξέρουμε όλοι από την πολύχρονη δράση του ως στέλεχος της Νεολαίας, του Κόμματος, και της κυβέρνησης. Δεν χρειάζεται να πω πολλά. Θα ήθελα να πω όμως λίγα λόγια για τον απερχόμενο γραμματέα, τον σύντροφο Πάνο Σκουρλέτη, που ανέλαβε αυτή τη θέση πριν δυο χρόνια. Σε δύσκολες συνθήκες για την κυβέρνηση και το Κόμμα. Μόλις είχαμε βγει από μια μεγάλη επιτυχία θυμίζω, τελειώσαμε τα μνημόνια, βγάλαμε τη χώρα από την τρόικα και την επιτροπεία, αναδιαρθρώσαμε το χρέος, αλλά παρόλα αυτά, ήταν ένα πολύ δύσκολο καλοκαίρι πριν δυο χρόνια για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι αυτό το κύμα του εθνολαϊκισμού που πυροδότησε συνειδητά τότε ο κ. Μητσοτάκης, και που σήμερα λέει ότι θα την τηρήσει και θα την τιμήσει αυτή τη συμφωνία των Πρεσπών, που τότε, όμως, έβγαζε τους οπαδούς του κόμματος του μαζί με δυνάμεις ακραίες εθνικιστικές στον δρόμο, ενώ ταυτόχρονα, μια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη, η καταστροφή στο Μάτι, είχαν δημιουργήσει ένα πολύ δύσκολο και δυσάρεστο κλίμα. Τώρα βέβαια μας είπαν ότι αυτή η καταστροφή ήταν αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, τότε έλεγαν ότι την προκαλέσαμε εμείς. Τα θυμάστε όλα αυτά. Σε αυτό λοιπόν το κλίμα τότε, είχα ζητήσει από τον σύντροφο τον Πάνο να αναλάβει τη θέση του γραμματέα του Κόμματος,αφήνοντας την υπουργική θέση του πρώτου τη τάξει υπουργείου, όπως συνηθίζουμε να λέμε, του υπουργείου Εσωτερικών. Δίνοντας έτσι αξία και ιδιαίτερο συμβολισμό στη θέση του γραμματέα, αλλά και στην κομματική δουλειά.
Έδωσε έκτοτε, σε πολύ δύσκολες συνθήκες, αποφασιστικά τη μάχη, κάποτε και με προσωπικό κόστος, οφείλω να ομολογήσω, για να ανταποκριθεί το Κόμμα στις απαιτήσεις τριών εκλογικών αναμετρήσεων.Να σταθεί όρθιο στις τοξικές επιθέσεις για τις Πρέσπες. Να σταθεί ενωμένο και χωρίς αναταράξεις στη μετάβαση από την κυβέρνηση στην αντιπολίτευση.Θέλω λοιπόν να τον ευχαριστήσω προσωπικά και να τον ευχαριστήσουμε και συλλογικά για τη συνεισφορά του. Είμαι βέβαιος ότι θα ανταποκριθεί και στα νέα του σοβαρά καθήκοντα, όπως και στο παρελθόν ανταποκρίθηκε με επιτυχία από διάφορα μετερίζια, στη συλλογική μας προσπάθεια.
Θέλω τέλος να ευχαριστήσω για τη συνεισφορά του στη θέση του εκπροσώπου Τύπου, του πιο στενού μου συνεργάτη δηλαδή, τον σύντροφο τον Αλέξη Χαρίτση, με την ελπίδα ότι και στα νέα του καθήκοντα θα ανταποκριθεί με την ίδια επιτυχία, και κυρίως με την ελπίδα ότι θα παραμείνουμε σε στενή συνεργασία και το επόμενο διάστημα.
Και να ευχηθώ τόσο ο Δημήτρης όσο ο Νάσος αλλά και τα νέα παιδιά θα τον πλαισιώσουν στο γραφείο Τύπου, νέα παιδιά με ισχυρή όμως κοινωνική γείωση και αναφορά, να αποτελέσουν μια ομάδα που θα αναδείξει το σύγχρονο, ριζοσπαστικό, φρέσκο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ στην ελληνική κοινωνία.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, σας καλώ να κουβεντιάσουμε, να ακουστούν όλες οι απόψεις, όλες οι κριτικές, αλλά σας καλώ με αίσθηση ευθύνης, ο καθένας και η καθεμιά από εμάς, να στηρίξουμε με όλα τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας την προσπάθεια ανασυγκρότησης του κόμματος, για την οποία έχουμε δεσμευτεί. Και δεν αναστέλλουμε αυτή την προσπάθεια. Την προσπάθεια για διεύρυνσή, τη στρατηγική επιλογή της Προοδευτικής Συμμαχίας. Να στηρίξουμε τον Δημήτρη Τζανακόπουλο στο δύσκολο έργο που αναλαμβάνει σε τόσο ιδιόμορφες συνθήκες για το κόμμα και τον τόπο. Κυρίως όμως να στηρίξουμε τις ελπίδες εκατομμυρίων πολιτών που τις εναποθέτουν εκ νέου επάνω μας.
Είναι βαριά η ευθύνη, αλλά οφείλουμε να την διαισθανθούμε και να ανταποκριθούμε. Και ας μη ξεχνάμε πως και πάλι στους δρόμους του αγώνα θα κριθεί το δίκιο. Και τέτοιοι δρόμοι χωρίς αριστερό κόμμα δυνατό, ενωμένο, δημοκρατικό στη λειτουργία του, συμπαγές και αποτελεσματικό στη δράση του, δεν μπορούν να υπάρξουν. Μπορούν να υπάρξουν αυτοί οι δρόμοι του αγώνα στους οποίους θα κριθεί το δίκιο στον βαθμό που θα καταφέρουμε να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά και την εσωτερική μας λειτουργία και την ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα.
Σας ευχαριστώ θερμά.