Της Ελένης Κωστοπούλου
Το 1974 έπεσε το δικτατορικό καθεστώς και στην εξουσία επανήλθε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τον οποίο αποκαλούσαν και έμεινε στην ιστορία ως “εθνάρχης”. Και έτσι ξεκίνησε η μεταπολίτευση. Παρόλα αυτά, υπήρξε ένα σημαντικό τμήμα πληθυσμού της Ελλάδος, το οποίο είχε ακροδεξιές απόψεις, έχοντας ως “σημαία” του το τρίπτυχο Πατρίς – Θρησκεία- Οικογένεια. Ήταν το σύνθημα του καθεστώτος της εφταετίας (1967-74).
Το συγκεκριμένο σύνθημα δαιμονοποιήθηκε από πολλούς, ενώ στην πραγματικότητα εκφράζει τρεις έννοιες, οι οποίες μπορεί το καθεστώς της δικτατορίας να χρησιμοποίησε ως αντίβαρο στις πρακτικές του. Όμως, κακώς δεν χρησιμοποιείται υπό τη σωστή του έννοια.
Ιστορικά, μετά το 1974, εμφανίστηκαν ορισμένα κόμματα- παρατάξεις, οι οποίες εξέφρασαν τον ακροδεξιό χώρο. Η εθνική παράταξη η ΕΠΕΝ το ΕΝΕΚ και το κόμμα των Προοδευτικών, ήταν τα χαρακτηριστικά κόμματα της δεκαετίας του 1980 και τα οποία δεν απαρνήθηκαν ποτέ την ακροδεξιά φύση τους. Μάλιστα, η ΕΠΕΝ εξέλεξε το 1984, ως ευρωβουλευτή τον Χρύσανθο Δημητριάδη, ενώ είχε ως φυσικό ηγέτη τον δικτάκτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, ο οποίος ήταν ήδη στη φυλακή. Τη δεκαετία του 1990 γεννήθηκε η Χρυσή Αυγή, η οποία δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ την περίοδο εκείνη το φράγμα του 1%. Αντίθετα, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και τη πρώτη δεκαετία του 2000 ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, εξέφρασε το κομμάτι των ψηφοφόρων της ακροδεξιάς, χωρίς όμως να ισχυριστεί ποτέ στην ηγετική ομάδα του, ότι πρόκειται για ένα κόμμα δεξιότερο της δεξιάς.
Εξάλλου και η Νέα Δημοκρατία με τις ηγεσίες του Κ. Καραμανλή, του Α. Σαμαρά και του σημερινού Πρωθυπουργού, έχει ήδη μετακινηθεί προς το κέντρο, δίνοντας αρκετό χώρο σε κόμματα αμιγώς δεξιά ή ακροδεξιά. Ο ηγέτης του ΛΑΟΣ Γεώργιος Καρατζαφέρης, χρησιμοποίησε την τακτική, του να δώσει βήμα σε πάρα πολλούς τέως και νυν βουλευτές της ΝΔ και έτσι η ηγετική ομάδα του ΛΑΟΣ αποτέλεσε ένα πολύ ισχυρό “παίκτη” στα πολιτικά δεδομένα.
Για λόγους που δεν θα αναφέρουμε στο παρόν άρθρο, οι “σύντροφοι” του Γ. Καρατζαφέρη τον εγκατέλειψαν, έχοντας όμως αποκτήσει τη δημοσιότητα και εμπειρία που τους άνδρωσε πολιτικά.
Έτσι το ΛΑΟΣ καταποντίστηκε και στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις δεν ξεπέρασε το 3%, μένοντας εκτός βουλής. Το κενό που δημιουργήθηκε στο χώρο της ακροδεξιας κάλυψε η Χρυσή Αυγή, όπου ο ηγέτης της Νικόλαος Μιχαλολιάκος, εφάρμοσε τη λογική Καρατζαφέρη πιστεύοντας, ότι η ηγετική του ομάδα δεν θα τον εγκαταλείψει. Αυτό όμως δε συνέβη και έτσι η Χρυσή Αυγή, έμεινε εκτός Βουλής στις τελευταίες εκλογές με κίνδυνο ολικού αφανισμού από το πολιτικό στερέωμα. Την θέση του στο ακροδεξιό κενό, έλαβε ο Κυριάκος Βελόπουλος, ο οποίος όμως, παρότι διαθέτει σημαντικά πολιτικά στελέχη τραβάει μόνος του κουπί και έτσι το κόμμα του είναι καθαρά αρχηγικό. Παράλληλα έχουν γεννηθεί κόμματα, όπως του Ηλία Κασιδιάρη και του Φαήλου Κρανιδιώτη με σημαντική πολιτική δύναμη και ανώτερη φιλοδοξία να λάβουν ένα σημαντικό κομμάτι των ακροδεξιών ψηφοφόρων.
Η ουσία όλων των παραπάνω είναι, ότι υπάρχει στη χώρα μας ένα ποσοστό 7 με 8% που έχει ακροδεξιές πεποιθήσεις. Αν η παράταξη αυτή είναι ενωμένη, τότε έχει την πιθανότητα να αποτελέσει ένα κομμάτι της βουλής.
Αν επικρατήσει όμως η λογική του διαίρει και βασίλευε, τότε η παράταξη αυτή μοιραία θα εξαφανιστεί.
Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ δύσκολο για ένα κόμμα δεξιότερο της δεξιάς να παίξει το ρόλο είτε του κυβερνήτη είτε του κυβερνητικού εταίρου, παρά μόνο το ρόλο μιας αντιπολίτευσης. Άραγε, είναι χρήσιμο να υπάρχουν τέτοιου είδους κόμματα; Υπάρχει τελικά δεξιά και αριστερή πολιτική;