Γράφει ο Στέλιος Σοφιανός
Κατοικώ τα τελευταία 15 χρόνια σε κοινότητα της Αττικής, περίπου 25 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας. Από αυτές τις κοινότητες που αναπτύχθηκαν γύρω στο millennium, χάρη στα στεγαστικά δάνεια που έγιναν μεζονέτες (ΟΚ, όχι όλα…).
Πρώτη φορά φέτος αυτό το καλοκαίρι, το χωριό των 6-7.000 κατοίκων, οι περισσότεροι από τους οποίους είμαστε «με μεταγραφή», έχει «ζωή»! Εχει «κίνηση». Είσαι Πέμπτη βράδυ στο κέντρο της Αθήνας και, πλην εξαιρέσεων, αντικρίζεις σκοτάδι και ερημιά. Και εδώ, στα (β)ορεινά, έχει κάθε βράδυ κόσμο που κυκλοφορεί στους δρόμους, περπατάει, κάνει βόλτες, συχνάζει στα καταστήματα της περιοχής.
Ισως και επειδή πρώτη φορά η περιοχή μας έχει τόσα καινούργια και ξεχωριστά καταστήματα. Αρκετά από τα οποία, μάλιστα, έγιναν τον περασμένο χειμώνα, λίγο πριν από την έλευση του κορονοϊού, αντανακλώντας και το (τότε) οικονομικό κλίμα.
Το «γκουρμέ» εστιατόριο που μετακόμισε από το κέντρο της πόλης στη γειτονιά μας άνοιξε την Πέμπτη 13 Μαρτίου 2020. Την Παρασκευή 14 Μαρτίου έκλεισε –όπως όλα τα καταστήματα εστίασης. «Ω, τον φουκαρά», λέγαμε και (τον) κλαίγαμε μαζί του. Ξανάνοιξε στα μέσα Ιουνίου και έναν μήνα τώρα «φέρνει» πιστούς πελάτες του από όλη την Αττική, κερδίζοντας σιγά σιγά και την εκτίμηση των ντόπιων (έτσι δεν συμβαίνει συνήθως;).
Είναι ένα καλόγουστο κατάστημα και, όπως ακούμε, έχει εξαιρετική ελληνική τοπική κουζίνα. Θα το δοκιμάσουμε. Δοκιμάσαμε πρόσφατα ωστόσο ένα άλλο εστιατόριο, που είχε ανοίξει στα τέλη του 2019. Διαφημίζει ότι η κουζίνα του είναι ελαφριά και υγιεινή λόγω του «slow cooking».
Ετσι είναι. Ξεκίνησε να δουλεύει μόνο ως delivery και στόχο κυρίως τους millennials (θέλω-να-τρώω-υγιεινά) εργαζόμενους σε εταιρείες στη γύρω περιοχή. Εκλεινε στις 5 το απόγευμα. Με την άρση της καραντίνας, και καθώς πολύς κόσμος εργάζεται πλέον από το σπίτι, επέκτεινε το ωράριό του και «έπιασε» και τους κατοίκους. Σήμερα έχει φτιάξει όμορφο και τον εξωτερικό χώρο του, ώστε να φιλοξενεί πελάτες και σίγουρα έχει πολύ περισσότερη «δουλειά».
Πολύ κοντά σε αυτά «άνοιξε» ένα ουζερί. Βάζω τα εισαγωγικά διότι το κατάστημα υπήρχε εκεί όλα αυτά τα χρόνια. Μόνιμα άδειο, σκοτεινό, καταθλιπτικό. Και πριν από 20 βράδια, καθώς επέστρεφα στο χωριό, να φώτα, να αυτοκίνητα παρκαρισμένα πολλά μέτρα μακριά, να κόσμος νέος και ωραίος! Και από τότε κάθε βράδυ το ίδιο… Ρώτησα και έμαθα:
Αμέσως μετά την άρση της καραντίνας ανέλαβαν την επιχείρηση τα παιδιά του ιδιοκτήτη, της έδωσαν προφανώς αυτά που της έλειπαν, και φαίνεται να «πιάνει» και αυτό. Βάλτε στα παραπάνω και ένα-δυο καφέ που άνοιξαν τα τελευταία χρόνια στα όρια του δάσους, άλλα τόσα «hair & beauty salons» και το χωριό μας γίνεται «πιάτσα».
Καταστήματα που για χρόνια παρέμεναν κενά νοικιάστηκαν και πάλι, ενώ κάποια παλαιότερα ανακαινίζονται (θα βελτιώσουν και τις υπηρεσίες τους, ελπίζω), προσαρμόζονται για να αντέξουν στον έντονο, ξάφνου, ανταγωνισμό. Και συντελούν σε «έκρηξη», για τα δεδομένα του τόπου, της μικρής επιχειρηματικότητας.
Μα είναι οικονομική ανάπτυξη τα καφέ, τα εστιατόρια και τα νυχάδικα, ορθώς θα αναρωτηθείτε. Για εμάς εδώ, είναι. Και διότι η περιοχή είναι κατοικίας και επιτρέπεται μόνο η «ήπια» επιχειρηματικότητα (με το καλό και καμιά γκαλερί), αλλά και επειδή όλα αυτά τα χρόνια, χειμώνα-καλοκαίρι, στους δρόμους έβλεπες μόνο αυτοκίνητα: τους κατοίκους να φεύγουμε από και να ερχόμαστε στα σπίτια μας. Και το βράδυ, τίποτα και κανέναν. Ερημιά.
Τώρα εμείς περπατάμε, ανακαλύπτουμε με χαρά την περιοχή μας και μαζί υποδεχόμαστε επισκέπτες από γειτονικές ή πιο μακρινές περιοχές. Και αυτή η εισαγωγή «τουριστών» έχει τη σημασία της. Διότι δείχνει ότι δεν είναι μόνο (ή και τόσο) ο φόβος της πανδημίας, η μείωση των μετακινήσεων/ταξιδιών/διακοπών κ.λπ., που λειτουργούν ευεργετικά για την τοπική επιχειρηματικότητα.
Είναι ότι έχεις πια επιλογές. Οτι έχεις ενδιαφέρουσες προτάσεις. Κυρίως, ότι βρίσκεις πια ποιότητα στα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Είναι ότι βλέπεις την προσπάθεια, την επιμονή και την ευελιξία. Και ότι όλα αυτά έχουν σύγχρονη αισθητική. Είναι σίγουρα και η τάση του κόσμου να πηγαίνει στο νέο.
Αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό στο χέρι του νέου, όπως και του ποιοτικού παλαιού, να διατηρήσει την τάση, να κρατήσει και να αυξήσει τον κόσμο του. Και να αποκτήσει έτσι καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης στο πολύ δύσκολο, όπως αναμένεται, οικονομικό περιβάλλον του επόμενου χειμώνα. Γιατί και η ανάπτυξη είναι, τελικά, state of mind. Στην Ελλάδα τουλάχιστον…