Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Στην Άγκυρα, ο Ερντογάν συγκάλεσε χθες το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας.
Στην Αθήνα, σήμερα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης (αφού ματαίωσε, σωστά, τη χθεσινή του ομιλία στη Βουλή για τη Νovartis) προκρίνει μια πιο ασφαλή μέθοδο: Ενημερώνει τους πολιτικούς αρχηγούς κατά μόνας και επιδιώκει τη συνεννόηση. Αν και η σύγκληση του Συμβουλίου Αρχηγών συζητήθηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες του Μαξίμου, εν τέλει η ιδέα απορρίφθηκε. Εκτιμήθηκε πως δύσκολα θα μπορούσε να «κρατήσει» τη διαδικασία υπό έλεγχο η άπειρη νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ο πρωθυπουργός επέλεξε να δει έναν έναν τους αρχηγούς, παρά να ρισκάρει στο ρινγκ της ανευθυνότητας και του λαϊκισμού, σε μια συνεδρίαση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Κατά τούτο, προσπέρασε την κυρία Σακελλαροπούλου, αν δεν την κατήργησε. Μία ενημέρωση τον μήνα, μια κοινή έξοδος στο Αβγό του Κόκορα» και η παρακολούθηση μιας συναυλίας υπεραρκούν. Στην πραγματικότητα -για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς- την προστάτευσε. Θα προεδρεύσει η κυρία Σακελλαροπούλου, αλλά στη σωστή στιγμή!
Δεδομένης αυτής της διαχείρισης λοιπόν -το Συμβούλιο Αρχηγών θα συγκληθεί μόνον αν χρειαστεί να ληφθούν μείζονες αποφάσεις-, το κρίσιμο πλέον είναι η -έστω την υστάτη ώρα- διαμόρφωση μιας νέας επιθετικής στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία, σε ευθυγράμμιση με τον πολιτικό κόσμο. Πρόχειρη ανασκόπηση όλων όσα έχουν συμβεί από τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν και η πρώτη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, έως τη χθεσινή ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, δείχνει ότι οι δύο χώρες κινούνται σε εντελώς διαφορετικό αξιακό επίπεδο. Θυμίζω ότι τον Σεπτέμβριο του 2019 στα Ηνωμένα Έθνη ο πρωθυπουργός μίλησε για «θετική ατζέντα» με την Τουρκία, κάτι που δεν εκτιμήθηκε από την Άγκυρα.
Θυμίζω επίσης ότι την 1η Οκτωβρίου, ημέρα της κυπριακής εθνικής ανεξαρτησίας, για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες δεν πέταξαν ελληνικά F16 πάνω από τη Λευκωσία. Ακολούθησε η συγκλονιστική μεταβολή: Η υπογραφή του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου και η αβλαβής διέλευση του «Ορούτς Ρέις» από την ελληνική υφαλοκρηπίδα τον Ιανουάριο του 2020. Θυμίζω ακόμη ότι στη συνάντηση του κυρίου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο Τραμπ δεν τέθηκε καν θέμα Αιγαίου ή παραβιάσεων του εναέριου χώρου μας (σύμφωνα με δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου στην ΕΡΤ). Κυριάρχησε η ελληνική διαβεβαίωση περί «προβλέψιμου» συμμάχου. Θυμίζω επίσης ότι τα μηνύματα που εστάλησαν επανειλημμένως στους απέναντι μέσω Ντόκου – Ροζάκη, περί «συνεκμετάλλευσης» και «απομονωμένου Καστελόριζου», όχι μόνο δεν αξιολογήθηκαν, αλλά «απαντήθηκαν» προκλητικά με την κρίση του Εβρου, η οποία είχε στόχο την προσωπική αποσταθεροποίηση Μητσοτάκη.
Θυμίζω ότι, μέχρι πρόσφατα, η ελληνική κυβέρνηση, στο πλαίσιο της πολιτικής κατευνασμού, δεν περιελάμβανε τη λέξη «κυρώσεις» στο λεξιλόγιό της – τώρα τελευταία την ενέταξε. Θυμίζω, τέλος, ότι η κυβέρνηση ήταν υπέρμετρα σκληρή απέναντι στην Εκκλησία της Ελλάδος, ενώ υπήρξε ασύλληπτα επιεικής έναντι του Ισλάμ στην κρίση του κορονοϊού στη Θράκη, μην τυχόν και κατηγορηθεί για καταπίεση της εκεί μειονότητας από τους επαγγελματίες δικαιωματιστές. Και, βεβαίως, ζήσαμε και το κορυφαίο!
Μετά τη διαμεσολάβηση Μέρκελ στα δύο μέρη υπό την υψηλή επιστασία των ΗΠΑ, ο Ερντογάν μάς ενημέρωσε πώς «εννοεί» τον διάλογο: Μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε τζαμί, έβαλε τον σύμβουλό του Καλίν να μας πει ότι απαιτεί να συζητήσουμε στον διάλογο για τα νησιά μας, για τις γκρίζες ζώνες, για την αποστρατιωτικοποίηση, για το τέμενος των Αθηνών, τις μουφτείες της Θράκης, για της «Παναγιάς τα μάτια», που λέει ο λαός μας. Ακόμη και τις απόπειρες του πρωθυπουργού να «πέσει» η ένταση τις προβόκαρε. Δεν εξετίμησε την τόλμη Μητσοτάκη, που κατέβαλλε στο εσωτερικό, με πολιτικό κόστος για αυτό.
Θυμίζω και πάλι: Ο Ακάρ παρακάλεσε τον Παναγιωτόπουλο να απέχουμε από ενέργειες για να μην αυξηθεί η ένταση κατά την επέτειο των Ιμίων, το «συμφωνήσαμε» και έπειτα έβαλε τον Τσαβούσογλου να το «καρφώσει» στην ελληνική κοινή γνώμη για να εκτεθεί ο πρωθυπουργός. Ο Ακάρ ζήτησε να αναβάλουμε την άσκηση «Καταιγίς» και, όταν το αποδεχθήκαμε, βγήκαν και πανηγύριζαν ότι «μας απείλησαν», «φοβηθήκαμε να πάμε στις γκρίζες ζώνες» και γι’ αυτό την αναβάλαμε. Και το εξοργιστικότερο, βεβαίως, που θα έπρεπε να μας είχε ήδη προβληματίσει: Δεχθήκαμε ως χώρα να πάμε σε άτυπο διάλογο μαζί τους στο Βερολίνο, αμέσως μετά τις ανακοινώσεις για την Αγία Σοφία, και αυτοί έσπευσαν να το ανακοινώσουν για να μας εξευτελίσουν. Καλά να πάθουμε, λοιπόν, έως τώρα. Στη δική μας, ευρωπαϊκή συμπεριφορά, αυτοί αντιπαρατάσσουν βαρβαρότητα – και το ανεχόμαστε. Και δεν έχουμε ξεσηκώσει καιρό τώρα τον κόσμο. Και δεν έχουμε κάνει άνω κάτω την Ένωση και τη διεθνή κοινότητα. Και συνεχίζουμε να φυλάμε τα σύνορα του Βερολίνου στον Εβρο και στα νησιά, αντί να τα ανοίξουμε και να στείλουμε πεσκέσι όλους όσους περιθάλπει εκών άκων ο Ελλην φορολογούμενος πολίτης από το υστέρημά του.
Η έξοδος του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο μετά τη συμφωνία για έναρξη του διαλόγου στο Βερολίνο και τη συμφωνία για «αποχή από ενέργειες εκατέρωθεν» κατέδειξε και στον πλέον καλόπιστο πολίτη πως με τους Τούρκους συνεννόηση δεν γίνεται. Με το καλό δεν γίνεται δουλειά. Αν καταλείπεται μια ελάχιστη αμφιβολία ως προς αυτό, καλώ την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον καθηγητή Χρήστο Ροζάκη και άλλους να διαβάσουν προσεκτικά τη χθεσινή ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Θα ανακαλύψουν εκεί τους εαυτούς τους. Τα ρηθέντα τους μαζί με τα γραφέντα ορισμένων έγκριτων, πλην αφελών, συναδέλφων, οι οποίοι επιτέθηκαν προσφάτως στον Πέτρο Μολυβιάτη.
Οι Τούρκοι μάς κατηγορούν για «μαξιμαλισμό». Ποιος είπε πρώτος αυτή τη λέξη; Αυτοί ή ο Ροζάκης και από κοντά εις έγκριτος συνάδελφος της «Καθημερινής»; Καμαρώνουν, αλήθεια, που βλέπουν τις λέξεις τους στα ανακοινωθέντα του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών; Οι Τούρκοι λένε ότι το Καστελόριζο είναι «μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα». Κυρία Πρόεδρε, σας θυμίζει τίποτε αυτή η φράση; Εδώ που φθάσαμε, αλήθεια, δεν ξέρω τι νόημα έχει ο διάλογος. «Σφαγμένοι» και με κομμένα τα πόδια θα πάμε στον διάλογο; Εδώ που φθάσαμε, πρέπει να απαντήσουμε στη στρατιωτικοποίηση με τολμηρή διπλωματία και, από εκεί και πέρα, για ό,τι συμβεί μέσα στο ΝΑΤΟ ας αναλάβει την ευθύνη ο Ερντογάν.
Αν θέλει το «Ορούτς Ρέις» να κοπιάσει κάποια στιγμή στην υφαλοκρηπίδα μας, γιατί όχι; Θα το υποδεχθούμε. Αλλά όχι κάνοντας το λάθος να το χτυπήσουμε. Θα το υποδεχθούμε, ενημερώνοντας την ίδια στιγμή τον ΟΗΕ ότι επεκτείνουμε παντού τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια, ανακηρύσσουμε μονομερώς ΑΟΖ και καταθέτουμε συντεταγμένες. Και όποιος το θεωρεί αυτό casus belli (η τουρκική απειλή πολέμου δεν περιλαμβάνει την ανατολική Μεσόγειο, αλλά το Αιγαίο) ας κινηθεί. Η Ελλάδα δεν είναι ούτε Συρία ούτε Λιβύη. Όσο περισσότερα δείχνουμε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε τόσο περισσότερα θα κερδίσουμε. Το πεπρωμένο μας δεν είναι να διαλέξουμε μεταξύ εθνικής ταπείνωσης και εθνικής ήττας. Είμαστε φτιαγμένοι για μεγαλύτερα.