«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει βολική αντιπολίτευση ούτε προσπαθεί να κερδοσκοπήσει πολιτικά από την τεράστια υγειονομική κρίση», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στον ρ/σ “Στο Κόκκινο 105,5”, σημειώνοντας ότι «δουλειά της κυβέρνησης δεν είναι μόνο η επικοινωνιακή καμπάνια. Το κράτος πρέπει να παρέχει τις αντικειμενικές συνθήκες ώστε η ατομική ευθύνη να έχει νόημα και να γίνει πράξη».
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «οι επιλογές της κυβέρνησης στα εργασιακά είναι στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που έχει ανάγκη η κοινωνία. Αντί για προστασία από τις απολύσεις ανακοίνωσε έναν μηχανισμό γρήγορων μαζικών απολύσεων. Δεν είναι μόνο η μη καταβολή ολόκληρου του μισθού, ουσιαστικά καλεί τις επιχειρήσεις να προβούν σε απολύσεις και μετατρέπει τους εργαζόμενους σε άνεργους επιδοματούχους με ένα έκτακτο επίδομα. Πίσω από τα 800 ευρώ για ενάμιση μήνα, υπάρχει μία διαδικασία η οποία οδηγεί στην ανεργία ενώ ήδη πριν τελειώσει ο Μάρτιος έγιναν πάνω από 110.000 απολύσεις».
Πρόσθεσε, επίσης, ότι «δεν έχει απαγορευτεί, αν και το λέμε από την πρώτη μέρα, ο συμψηφισμός ημερών μη εργασίας με τις τακτικές άδειες των εργαζομένων ούτε η μετατροπή των συμβάσεων πλήρους σε μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Θα δημιουργηθούν εργαζόμενοι φτωχοί για δεύτερη φορά. Η πρώτη ήταν μετά το δεύτερο μνημόνιο. Η λογική “οι εργαζόμενοι να πληρώσουν την κρίση” δεν βοήθησε ούτε την οικονομία ούτε την κοινωνία. Να μην βρεθούν οι εργαζόμενοι, μετά την υγειονομική κρίση, είτε άνεργοι είτε με συρρικνωμένο εισόδημα. Αυτό θα παρατείνει την ύφεση».
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «το κράτος πρέπει να καλύψει πλήρως τους μισθούς των εργαζομένων ώστε να μην φορτωθούν ξανά την κρίση. Οι επιχειρήσεις που κλείνουν με κυβερνητική εντολή ή έχουν κατακόρυφη πτώση τζίρου δεν μπορούν να πληρώσουν τους μισθούς. Το κράτος όμως έχει τη δυνατότητα, το σύμφωνο σταθερότητας δεν ισχύει, δεν υπάρχουν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων, δεν μετράνε οι δαπάνες για τον κορωνοϊό στους στόχους, υπάρχει ρευστότητα στα ταμεία, ο ΣΥΡΙΖΑ άφησε το μαξιλάρι των 37 δισ. Άρα δημοσιονομικές δυνατότητες υπάρχουν, δικαιολογίες δεν υπάρχουν».
Τόνισε, επίσης, ότι η σημερινή κρίση δείχνει καθαρά δύο πράγματα: «Η αγορά δεν αυτορρυθμίζεται. Χρειάζονται αυστηροί κανόνες και στα εργασιακά και στην οικονομία και σε ό,τι αφορά την αισχροκέρδεια που παρατηρείται στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης για την αντιμετώπιση του ιού. Και δεύτερο ότι το κοινωνικό κράτος είναι κάτι πάρα πολύ σοβαρό, όχι ένα περιφερειακό τμήμα που θα πάρει κονδύλια όταν όλα τα υπόλοιπα θα έχουν τακτοποιηθεί. Μόνο η μείωση της φορολογίας δεν σώζει τα πράγματα. Σήμερα όλοι κατανοούν την τεράστια σημασία του δημόσιου συστήματος υγείας, ενώ πριν λίγο καιρό είτε παρεμπόδιζαν τις προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών είτε μείωναν τα κονδύλιά του».
Τέλος, υπογράμμισε ότι «υπάρχουν τεράστιες ομάδες του πληθυσμού που είναι παντελώς ακάλυπτες αυτή τη στιγμή. Εργαζόμενοι που έκαναν 2-3 μεροκάματα τον μήνα ή με εργόσημο, άνεργοι χωρίς επίδομα ανεργίας που είναι στον αέρα, οι δικαιούχοι του ΚΕΑ. Πρέπει να υπάρξουν μέτρα άμεσης ενίσχυσης για τις βασικές βιοποριστικές τους ανάγκες».