Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Tα εθνικά θέματα πέρασαν σε δεύτερη μοίρα κατά τη διάρκεια της συζήτησης των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Ωστόσο, αν πρόσεχε κάποιος κάτω από τις γραμμές των διατυπώσεων του πρωθυπουργού και πολλών υπουργών (Δένδιας, Παναγιωτόπουλος, Χρυσοχοΐδης, Πιερρακάκης, Θωμάς, Σταϊκούρας), θα ανακάλυπτε πως βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες αλλαγές. Αλλαγές που επιταχύνονται από την αποκόλληση της Τουρκίας από τη Δύση – ο Ερντογάν μοιάζει να έχει εισέλθει σε πορεία χωρίς επιστροφή.
Η νέα κατάσταση δίδει τόσο στην κυβέρνηση της Ν.Δ. αλλά και στους συμμάχους μας στη Δύση τη δυνατότητα να επαναδιαπραγματευτούν από την αρχή τα πάντα: Από τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα για τη Δύση, αλλά και τι μπορεί να κάνει η Δύση για την Ελλάδα. Όχι μόνο στις διμερείς σχέσεις της με τις ΗΠΑ, αλλά και στις σχέσεις της με άλλα κράτη που ανταγωνίζονται τις ΗΠΑ.
Εισφέρω δύο παραδείγματα πριν εισέλθω στον πυρήνα των θεμάτων της εξωτερικής μας πολιτικής. Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι θα αλλάξει τους όρους με τους οποίους χορηγείται το καθεστώς της χρυσής βίζας σε ξένους υπηκόους, μεταξύ αυτών και πολιτών της Κίνας. Είναι ζήτημα που ενοχλεί την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες η εύκολη απόκτηση της ιδιότητας του Ευρωπαίου πολίτη από Κινέζους υπηκόους στην Ελλάδα.
Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, στο όνομα του οποίου έκανε τρεις φορές αναφορά ο Αμερικανός πρεσβευτής Πάιατ στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή», αναφέρθηκε στη Βουλή υπαινικτικά στους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς που αναπτύσσονται γύρω από την εισαγωγή της τεχνολογίας 5G στη χώρα μας. Τόσο ο ίδιος όσο και ο προκάτοχός του είναι ενήμεροι πως οι ΗΠΑ και η Αγγλία κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να μη δώσει ο γερμανικός ΟΤΕ το δίκτυό του για το 5G σε εταιρία κινητής τρίτης, ξένης δύναμης, γιατί φοβούνται πως θα υποστούν στο μέλλον ό,τι έκαναν στους άλλους, με πρώτο τον Καραμανλή: Θα τους παρακολουθούν τα τηλέφωνα από την Απω Ανατολή.
Διαπιστώνει κανείς, λοιπόν, πως πριν εισέλθει στον πυρήνα των θεμάτων του στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας – Δύσης υπάρχει σειρά «παγκόσμιων» ζητημάτων που καίει τους συνομιλητές μας. Η πατρίδα μας πράγματι βρίσκεται στη σωστή θέση της ιστορίας, την ώρα που η Τουρκία «κουνά» το μαντίλι στις ΗΠΑ και τις απειλεί με… κυρώσεις. Η Ελλάδα πρώτη φορά αποκτά στρατηγικό βάθος τέτοιο ώστε ο πρέσβης Πάιατ να ζητεί πλην της Σούδας «διευκολύνσεις που μπορεί να παρέχει η Ελλάς για αμερικανικές επιχειρήσεις στο ευρύτερο θέατρο της ανατολικής Μεσογείου, του Αιγαίου, της Μαύρης Θάλασσας και των Βαλκανίων» και μάλιστα -όπως σημείωσε- «από στρατιωτικές εγκαταστάσεις που δεν χρησιμοποιούνται τόσο».
Η Ελλάδα πρώτη φορά είναι σε θέση να διαπραγματευτεί μια νέα, δεκαετή ανανέωση της στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, ζητώντας ως αντάλλαγμα (μεταξύ άλλων) την εγγύηση των συνόρων μας, ώστε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας να αφιερώνει στο τεράστιο αυτό θέμα χθες στην ομιλία του στη Βουλή μόλις μερικές λέξεις: «Συζητάμε στο πλαίσιο του στρατηγικού διαλόγου που αρχίζει το φθινόπωρο του 2019 όλα τα ζητήματα που αφορούν την αμυντική συνεργασία μας». Και, βεβαίως, είμαστε σε τόσο καλή θέση -εξέλιξη για την οποία βοήθησε καταλυτικά η φιλοδυτική πολιτική Τσίπρα, πρέπει να το παραδεχόμαστε- ώστε πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών και αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών να αποκαλούν δημοσίως μέχρι στιγμής τα Σκόπια «γείτονες», «βόρειους γείτονες», όχι «Βόρεια Μακεδονία» όμως. Ωστε ο υφυπουργός Ενέργειας κ .Θωμάς να ανακοινώνει πως θα έρθουν σύντομα προς κύρωση στη Βουλή οι συμβάσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας με την Exxon Mobil για έρευνες εξόρυξης αερίου ανοιχτά της Κρήτης.
Η συγκυρία δεν είναι απλώς καλή. Είναι αρίστη. Ακόμη και ο είναι ιδανική ευκαιρία για να ανανεωθεί το εθνικό brand της χώρας στη Δύση. Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρωθυπουργός ήδη είναι σε επαφή με μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια προς τούτο.
Το διακύβευμα, λοιπόν, είναι τα χαρτιά μας. Πώς θα παίξουμε τα χαρτιά μας. Οχι με μαξιμαλισμούς, αλλά όχι και με ενδοτισμούς. Αν είμαστε έξυπνοι, πράγματι το 2021 -όπως είπε και ο υπουργός Εξωτερικών- θα είμαστε «Νέα Ελλάς 200 ετών».