Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Είναι καλό να ακούγεται πού και πού η αλήθεια για όσα υπέστη η Ελλάδα τα τελευταία εννέα χρόνια. Και είναι σίγουρα χρήσιμο να ακούγεται από ευρωσυστημικές φωνές, όπως της συναδέλφου Ελένης Βαρβιτσιώτη, που, ανεξαρτήτως των προσωπικών της πεποιθήσεων, είχε τον επαγγελματισμό να μην εξωραΐσει την κατάσταση, υποστηρίζοντας κι αυτή, όπως αρκετοί άλλοι, ότι αυτά που μας συνέβησαν ήταν λίγο – πολύ…αναπόφευκτα, μια φυσική και αναπότρεπτη τιμωρία, απόρροια του δημοσιονομικού μας εκτροχιασμού, της ασύμμετρης αστακομακαρονάδας και του «όλοι μαζί τα φάγαμε».
Είναι καλό να ακούγεται η αλήθεια, γιατί η «τιμωρία» της Ελλάδας δεν ήταν ούτε αναπότρεπτη ούτε αναλογικά δίκαιη σε σχέση με τα δημοσιονομικά της ανομήματα. Και, πάνω απ’ όλα, επιβλήθηκε όχι για λόγους τάξης, αλλά εις όφελος ξένων συμφερόντων και εις βάρος της εθνικής κυριαρχίας μας.
Οι τρεις ελληνικές κυβερνήσεις από το 2010 μέχρι σήμερα φέρουν τεράστιες ευθύνες για το μέγεθος και τη διάρκεια αυτής της τιμωρίας. Και οι ευθύνες αυτές πρέπει κάποια στιγμή να αποδοθούν ακριβοδίκαια.
Ο απλός κόσμος έχει μια συγκεχυμένη εικόνα για το πώς οδηγηθήκαμε στα Μνημόνια. Ξεχνά ότι η διαπραγμάτευση με τους δανειστές άρχισε πολύ πριν εμφανιστούν ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης στο προσκήνιο.
Στην αφετηρία λοιπόν αυτής της θλιβερής περιπέτειας, όπως επισημαίνεται με ακρίβεια στο βιβλίο «Η τελευταία μπλόφα» των Βαρβιτσιώτη και Μενδρινού, τα διαπραγματευτικά όπλα της Ελλάδας ήταν πολύ περισσότερα και ασφαλώς πολύ πιο υπολογίσιμα.
Τα όπλα αυτά παραδόθηκαν σταδιακά στον αντίπαλο, αμαχητί, και χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα, λες και οι Ελληνες πρωθυπουργοί ήταν απλοί εντολοδόχοι των ξένων, και ειδικότερα των Γερμανών.
Μέσα σε μια πενταετία, η ελληνική φαρέτρα άδειασε και, όταν ήρθε ο Τσίπρας στην εξουσία, δεν είχε απομείνει ούτε σφεντόνα…
Το μοιραίο και ασυγχώρητο λάθος του σημερινού πρωθυπουργού είναι πως δεν κατάλαβε ότι βρέθηκε χειροπόδαρα δεμένος, χωρίς κανένα περιθώριο διαπραγματευτικής ισχύος. Και, μέσα στην απειρία του, εμπιστεύτηκε έναν αεριτζή μυαλοπώλη, επαναστάτη του γλυκού νερού, που του έταξε «ανένδοτο» και τελικά τον οδήγησε σε ξεβράκωμα.
Ο ιστορικός του μέλλοντος ασφαλώς θα του χρεώσει ανεπίτρεπτη άγνοια κινδύνου, ουτοπικές παραδοχές και παροιμιώδη ανευθυνότητα – αυτό που ο ίδιος επιχείρησε να εξωραΐσει επιγραμματικά με τη λέξη «αυταπάτη».
Δυστυχώς, ο ίδιος ιστορικός θα είναι πολύ πιο αυστηρός με τους προκατόχους του. Γιατί απλούστατα ο Τσίπρας δεν είχε τίποτα για να παζαρέψει, αλλά δεν το γνώριζε. Ο Γιωργάκης, ο Παπαδήμος και ο Σαμαράς είχαν τα όπλα στα χέρια τους, αλλά δεν τόλμησαν να πατήσουν τη σκανδάλη ούτε για προειδοποιητικά πυρά…
Η περίπτωση Γιωργάκη δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Ενας άνθρωπος περιορισμένης αντίληψης, σε μια κατάσταση διαρκούς αμεριμνησίας, τύπου ζεν, που βρέθηκε, ελέω ονόματος, τη λάθος ώρα στη λάθος καρέκλα. Παγίδεψε τη χώρα με το πρώτο Μνημόνιο, αναγορεύοντας σε πρώτο βιολί των δανειστών το ΔΝΤ του «φίλου» Στρος Καν, και κλότσησε τη μεγάλη ευκαιρία να απειλήσει με χρεοστάσιο τις ευρωπαϊκές τράπεζες, που ήταν φορτωμένες με ελληνικά ομόλογα. Στην πράξη, αυτός είχε τα περισσότερα διαπραγματευτικά όπλα στα χέρια του, αλλά αμφιβάλλω αν είχε επίγνωση της κατάστασης…
Ο Λουκάς Παπαδήμος, από την άλλη, ήταν δοτός υπάλληλος του ευρωσυστήματος, που δεν υπήρχε περίπτωση να δυσαρεστήσει τους εντολείς του προτάσσοντας το εθνικό συμφέρον. Σύρθηκε ως πρόβατο επί σφαγή στο καταστροφικό PSI, το οποίο σχεδίασαν οι ξένοι, εξαϋλώνοντας τις ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία, που είχαν εξαναγκαστεί να αγοράσουν μεγάλο τμήμα του ελληνικού χρέους.
Το ερώτημα για τον ιστορικό του μέλλοντος είναι γιατί σε αυτή την εθνικά επιζήμια αποστολή τον συνέδραμε ο Αντώνης Σαμαράς. Η πολιτική εμπειρία του, αλλά και οι γνώσεις του για το διεθνές οικονομικό στερέωμα δύσκολα μπορούν να εξηγήσουν το μέγεθος αυτής της αστοχίας.
Ακόμη και άνθρωποι που βρέθηκαν κοντά του την επίμαχη περίοδο δυσκολεύονται να καταλάβουν γιατί τον Νοέμβριο του 2011 έκανε την απερίγραπτη κωλοτούμπα και προθυμοποιήθηκε να γίνει συμμέτοχος του προβλήματος, αντί να πάει σε εκλογές, τις οποίες θα κέρδιζε με πρωτοφανές ποσοστό, συγκρίσιμο πιθανόν με αυτό του «Οχι» στο δημοψήφισμα του 2015.
Η απόφαση ασφαλώς και δεν ήταν εύκολη. Χρειαζόταν «στομάχι». Γιατί θα είχε να αντιμετωπίσει, εκτός από την μήνιν των Γερμανών, και τις σφοδρές επιθέσεις των εγχώριων μέσων ενημέρωσης της διαπλοκής, η οποία έδινε μάχη οπισθοφυλακής. Ομως, αυτά δεν θα έπαιζαν κανέναν ρόλο στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Με πεντακάθαρη λαϊκή εντολή, ο Σαμαράς θα μπορούσε να αρχίσει τη διαπραγμάτευση από το σημείο «μηδέν» με πραγματικά πυρά. Γιατί, παρά τη ναρκοθέτηση τμήματος του χρέους με το πρώτο Μνημόνιο, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους εξακολουθούσε να είναι ιδιωτικό και υπαγόταν στο Ελληνικό Δίκαιο. Τι σημαίνει αυτό; «Οτι θα μπορούσε να απειλήσει πως τα ελληνικά ομόλογα θα γίνουν ταπετσαρίες στα χαρτοφυλάκια των κατόχων τους».
Κάπως έτσι το είχε θέσει ο Lee Buchheit, ο Αμερικανός γκουρού της Cleary Gottlieb Steen & Hamilton, διαχρονικός και ακριβοπληρωμένος σύμβουλος όλων των ελληνικών μνημονιακών κυβερνήσεων, που ουδέποτε εισακούστηκε στις τολμηρές, αλλά ρεαλιστικές εισηγήσεις του. Αν ποτέ αποφασίσει να ανοίξει το στόμα του, να είστε βέβαιοι ότι όλοι οι προαναφερθέντες πρωταγωνιστές της εθνικής τραγωδίας θα τρέξουν να κρυφτούν…