Ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου στη Βουλή κατά τη συζήτηση επί της αιτήσεως άρσης ασυλίας του Ανδρέα Λοβέρδου
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ο Ανδρέας Λοβέρδος ζήτησε, για λόγους πολιτικούς και πρωτίστως ηθικούς, την άρση της ασυλίας του. Θα ψηφίσω, όπως ζήτησε ο Ανδρέας Λοβέρδος, αποδεχόμενος την ηθική και πολιτική βάση της στάσης του. Οφείλω, όμως, να ενημερώσω τη Βουλή των Ελλήνων, για πολλοστή φορά, ως προς το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου κινείται η παρούσα υπόθεση.
Θα ξεκινούσα με δικονομικού χαρακτήρα επιχειρήματα, εάν στην ίδια αυτή διαδικασία της άρσης ασυλίας δεν είχαμε, κατ’ επανάληψη, το φαινόμενο υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν ζητήσει να μεταφερθούν αιτήσεις της Εισαγγελικής Αρχής, κατά το άρθρο 62 του Συντάγματος, για άρση της ασυλίας στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 86 του Συντάγματος και του νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Του «κατάπτυστου» νόμου που δήθεν εισήγαγα εγώ και τώρα ζητούν συνεχώς, τα τελευταία πέντε χρόνια, την εφαρμογή του, προκειμένου να κρυφτούν πίσω από αυτόν, για θέματα που δεν έχουν καμία σχέση με τη δική τους λογική για το τι σημαίνει πράξη «κατά την άσκηση» των καθηκόντων. Καταθέτω στα πρακτικά πρόσφατη δημοσιογραφική έρευνα με δέκα τουλάχιστον περιπτώσεις τέτοιας συμπεριφοράς υπουργών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η συμπεριφορά αυτή εναρμονίζεται με την τελευταία εμφάνιση του κ. Τσίπρα στο δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, σε συνέντευξη με το Νίκο Χατζηνικολάου, όπου εμφανίσθηκε ως δυσαρεστημένος, εκνευρισμένος «εισαγγελέας», επειδή το δήθεν σκάνδαλο Novartis μετατράπηκε σε αντίστροφο σκάνδαλο, δηλαδή σε μία οργανωμένη αλλοίωση βασικών θεσμών και αρχών του πολιτεύματος και, πρωτίστως, της διάκρισης των εξουσιών και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, όχι για να αποκτήσουν το χαρακτηρισμό του κατηγορουμένου επώνυμοι και εμβληματικοί πολιτικοί αντίπαλοι του κ. Τσίπρα, αλλά για να αλλοιωθεί ο συσχετισμός των εκλογικών και κοινοβουλευτικών δυνάμεων, στην πραγματικότητα για να υπονομευθεί η λειτουργία του πολιτεύματος.
Αυτό συνιστά προσβολή του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα. Για το ζήτημα αυτό εκκρεμούν μηνύσεις, οι οποίες έχουν διαβιβασθεί από την Εισαγγελική Αρχή στη Βουλή και θα εξετασθούν, τη στιγμή που πρέπει, από τη Βουλή. Όχι επειδή είμαστε οπαδοί της ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής, όχι επειδή βλέπουμε προς τα πίσω, αλλά γιατί ο καθένας πρέπει να έχει συνείδηση των πράξεών του, πρέπει να αντιληφθεί τι έχει κάνει, ώστε μετά την ήττα, όταν θα αναστοχασθεί αυτό που έχει συμβεί, να διέλθει από τη διεργασία που θα του επιτρέψει να συμβάλει και αυτός στην οικοδόμηση του μέλλοντος της χώρας.
Έρχεται λοιπόν ο κ. Τσίπρας, με αφορμή τη διαβίβαση αυτής της αίτησης της Εισαγγελικής Αρχής για τον Ανδρέα Λοβέρδο, και λέει, «δεν λέτε πως πρόκειται για ψευδή κατηγορία, αλλά θέλετε να κρυφθείτε πίσω από την παραγραφή». Ακούστε θράσος. Το λέει αυτό απευθυνόμενος σε πρόσωπα για τα οποία έχει ήδη πανηγυρικά τεθεί στο αρχείο η υπόθεση αυτή. Το λέει αυτό αναφερόμενος, για παράδειγμα, στον πρώην Πρωθυπουργό Παναγιώτη Πικραμμένο και σε εμένα, που είμαι και εγώ, βέβαια, μόνιμος και προνομιακός στόχος του κ. Τσίπρα και της ομάδας του. Και αντί να ζητήσει συγνώμη ή έστω υποκριτικά να δηλώσει την ικανοποίησή του για την αρχειοθέτηση, έρχεται με φιλοπαίγμονα διάθεση να πει ότι πρέπει εγώ να ζητήσω συγνώμη από τον κ. Πικραμμένο γιατί το Σύνταγμα προβλέπει την αμελλητί διαβίβαση του φακέλου στη Βουλή, εάν ο εισαγγελικός ή ο διοικητικός λειτουργός έρθει αντιμέτωπος με όνομα Υπουργού. Ακούστε ψεύδος και έλλειψη συνείδησης ευθύνης.
Έχω πει πάμπολλες φορές ότι η διάταξη, η αντίστοιχη, του άρθρου 86 του Συντάγματος έχει τεθεί για πρώτη φορά σε Ελληνικό Σύνταγμα το 1864 και ο πρώτος νόμος περί ευθύνης Υπουργών έχει ψηφισθεί το 1877, είναι η εποχή του Χαρίλαου Τρικούπη, του Κωνσταντίνου Κανάρη ως Πρωθυπουργού, είναι η εποχή του Κουμουνδούρου, του Δεληγιώργη. Αλλά ακούστε το ακόμη καλύτερο, η αμελλητί διαβίβαση του φακέλου στη Βουλή προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 86 του Συντάγματος. Υποβάλλει πρόταση αναθεώρησης του άρθρου 86 ο ΣΥΡΙΖΑ. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει την παράγραφο 3, αλλά δεν θίγει την παράγραφο 2. Την πρόβλεψη του Συντάγματος για την αμελλητί διαβίβαση την υιοθετεί, την υπερψηφίζει και την ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Έρχεται με απύθμενο θράσος ο κ. Τσίπρας, εμφανίζεται ενώπιον του ελληνικού λαού και λέει «ας όψονται για το αμελλητί». Αφού έχει πει το μείζον, ότι εμείς οι οποίοι πανηγυρικά έχουμε απαλλαγεί γιατί δεν είχαμε καμία σχέση με την υπόθεση αυτή, ούτε αρμοδιότητα, ούτε επαφή, ούτε κανένα σύνδεσμο, ζητούμε παραγραφή. Ενώ, τι λέμε; Λέμε ότι υπάρχει ένα κολοσσιαίο πρόβλημα δικαιοδοσίας, ότι όπως οι ίδιοι οι Υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ που ζητούν, κατ’ επανάληψη, τα τελευταία χρόνια και σήμερα, την εφαρμογή του άρθρου 86 για οποιαδήποτε πράξη τους, έτσι κι εμείς λέμε «αυτό έχει πει η νομολογία των Δικαστικών Συμβουλίων, και του Εφετείου Αθηνών και του Ειδικού Δικαστηρίου. Άρα δεν έχει, ούτως ή άλλως, για τα θέματα αυτά, πλην της νομιμοποίησης εσόδων, αρμοδιότητα η Εισαγγελική Αρχή» αργά ή γρήγορα θα τεθεί αυτεπαγγέλτως το ζήτημα της δικαιοδοσίας.
Άρα, δεν θα έχουμε οριστική δικαστική πιστοποίηση της λήξης της υπόθεσης αυτής. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνον εάν η Επιτροπή Προκαταρτικής Εξέτασης της Βουλής έκανε πραγματική έρευνα, καλούσε τους κουκουλοφόρους και αφαιρούσε τις κουκούλες και εάν έβρισκε ο,τιδήποτε, παρέπεμπε την υπόθεση στον Ανακριτή και το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, οπότε θα μπορούσε να ολοκληρωθεί η προδικασία ή η έρευνα, να αποκαλυφθούν τα πραγματικά δεδομένα που έχει αποδειχθεί ότι είναι ανύπαρκτα και έτσι να έχουμε μία εικόνα. Αυτό το απαγορεύει ο ΣΥΡΙΖΑ με την παραβίαση των βασικών κανόνων της κατανομής της δικαιοδοσίας. Τα έχω πει αυτά κατ’ επανάληψη, τα έχω πει στην Ολομέλεια, τα έχω πει στην Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης, τα έχει γράψει η επιστήμη, τα έχει πει η πάγια νομολογία. Καταθέτω ξανά όλα τα σχετικά, ώστε να υπάρχουν και στα πρακτικά της σημερινής συνεδρίασης.
Υπάρχουν όμως δύο νέα δεδομένα. Εμφανίζεται πράγματι, όπως ανέφερε ο κ. Λοβέρδος, ένας μάρτυρας της τελευταίας στιγμής που διανθίζει την υπόθεση λέγοντας ούτως ή άλλως αυταπόδεικτα ψεύδη κατά τη γνώμη μου, αλλά προσέξτε με ποια δικονομική φόρμουλα. Εμφανίζεται και λέει «Έχω διαπράξει εγκλήματα, εγώ ο μάρτυρας, αλλά θέλω να καταγγείλω έναν Υπουργό ώστε να υπαχθώ σε ευνοϊκές διατάξεις, να τύχω επιεικούς μεταχείρισης». Λέει αυτός ο μάρτυρας: «Επικαλούμαι το άρθρο 263Β του Ποινικού Κώδικα» και εξηγεί το κίνητρό του, θέλει να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης, άρα βρίσκει έναν Υπουργό και αναφέρεται σε αυτόν.
Τι λέει το άρθρο 263Β του Ποινικού Κώδικα; Το έξω ξαναπεί εδώ, λέει στην παράγραφο 3 ότι εάν συμβεί αυτό κι έρθει κάποιος να καταγγείλει έναν Υπουργό για τα αδικήματα για τα οποία γίνεται συζήτηση τώρα, όλα τα αδικήματα, όχι μόνον τη νομιμοποίηση εσόδων, ο Εισαγγελέας είναι υποχρεωμένος να διαβιβάσει αμέσως τη δικογραφία στη Βουλή κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος. Στο φάκελο περιέχεται έγγραφο θεμελιωμένο στο άρθρο 263Β, που από μόνο του το 263Β παραπέμπει στο άρθρο 86 και όχι στο άρθρο 62 περί βουλευτικής ασυλίας.
Το δεύτερο στοιχείο. Επειδή ξέρατε, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, ότι έχετε παραβιάσει το Σύνταγμα, το έχετε συνειδητά παρερμηνεύσει κατασκευάζοντας τη θεωρία της δήθεν διάκρισης μεταξύ «κατά την άσκηση» των καθηκόντων και «επί ευκαιρία της άσκησης» των καθηκόντων πράξεως, κάτι που δεν το σέβεστε εσείς με αυτά που κάνετε, θελήσατε αυτό να το νομιμοποιήσετε αναδρομικά με τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος. Προτείνατε λοιπόν να προστεθεί ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86, ώστε αυτό να γίνει κανόνας του Συντάγματος, διότι οι υφιστάμενοι κανόνες του Συντάγματος δεν το επιτρέπουν. Αυτή σας η πρόταση ουσιαστικά απορρίφθηκε, δεν πρόκειται να γίνει δεκτή από την επόμενη Βουλή με βάση τις τοποθετήσεις των κομμάτων. Άρα η Βουλή στην αναθεωρητική διαδικασία επιβεβαιώνει ότι έχετε παραβιάσει το Σύνταγμα.
Αλλά επειδή υπάρχει οργανωμένη πλεκτάνη, σκευωρία, επειδή υπάρχει παραβίαση του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα και αλλοίωση βασικών θεσμών του πολιτεύματος, όπως η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, έχετε καταστήσει πρώτο θύμα της πλεκτάνης αυτής τη Δικαιοσύνη και έχετε καταστήσει ομήρους ορισμένους, ελάχιστους, εισαγγελικούς λειτουργούς που έτυχε να αναμειχθούν λόγω καθηκόντων με την υπόθεση αυτή. Τους έχετε οδηγήσει στην ευθεία παραβίαση του Συντάγματος, την συνομολογημένη από εσάς, μέσω της πρότασης της αναθεώρησης που έχετε κάνει, η οποία απερρίφθη στο σημείο αυτό. Γνωρίζουν όλοι οι παράγοντες της Δικαιοσύνης, που ασχολούνται με την υπόθεση αυτή, τι λέει το άρθρο 263Β παράγραφος 3 του Ποινικού Κώδικα και τι έχει συμβεί στη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος; Μπορεί και να μην έχουν σαφή εικόνα, αλλά μετά την τοποθέτησή μου αυτή, δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι δεν άκουσε, δεν γνώριζε. Τώρα και άκουσε και γνωρίζει.
Υπάρχει λοιπόν σκάνδαλο Novartis, διεθνές ιατρικό, που αφορά μεγάλο αριθμό ιατρών σε πολλές χώρες, αφορά κλινικές του ΕΣΥ και Πανεπιστημιακές κλινικές που έγιναν αποδέκτριες μεγάλων ποσών για κλινικές έρευνες και όλα αυτά πρέπει να διερευνηθούν σε βάθος. Διερευνώνται; Δεν έχω ακούσει τίποτα. Διεξάγονται δίκες; Διεξάγονται, σε άλλα Εφετεία εκτός του Εφετείου Αθηνών. Είδα να απαλλάσσονται ιατροί των Σερρών για το υποτιθέμενο σκάνδαλο Novartis και μαζί με αυτούς να απαλλάσσεται και ο διάσημος κ. Φρουζής. Υπάρχει μήπως αντίστροφο σκάνδαλο; Πολιτικό σκάνδαλο; Το σκάνδαλο της πλεκτάνης, της σκευωρίας; Το σκάνδαλο της προσβολής του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα; Ναι, το συνομολόγησε ο ίδιος ο Αναπληρωτής Υπουργός Δικαιοσύνης. Ο ίδιος άνθρωπος που όταν ο φάκελος διαβιβάστηκε στη Βουλή από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου διά του Υπουργού Δικαιοσύνης, «πρόλαβε να ρίξει μία ματιά» και να δηλώσει έξω από το Μέγαρο Μαξίμου ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών. Στη συνέχεια, μετά από μήνες, ήρθε ενώπιον της Βουλής και είπε «Ναι, υπάρχει μεγάλο σκάνδαλο Novartis, αλλά όχι για πολιτικά πρόσωπα».
Άρα, λοιπόν, εδώ πρέπει να αναρωτηθεί κανείς, γιατί ο κ. Τσίπρας, επιμένει; Γιατί, ενώ βλέπει πως έχει καταρρεύσει όλη αυτή η φαρσοκωμωδία, όπως είπε ο κ. Πικραμμένος, αναλαμβάνει την ιδιοκτησία, την ευθύνη, η οποία είναι βαριά. Γιατί βεβαίως ξέρει ότι πρέπει να αυτοπροστατευτεί καθοδόν προς τις εκλογές. Γιατί πληθαίνουν τα προβλήματα. Λέει, μα είναι δυνατόν να συζητάμε για την περιβόητη υπόθεση Πετσίτη, ενός κοινού πολίτη, ο οποίος έτυχε να έχει μία επαφή και τι σχέση έχει η κυβέρνηση; Είπα τηλεοπτικά, το επαναλαμβάνω στο Κοινοβούλιο, το όνομα του κ. Πετσίτη έχει έναν συνθηματικό ή εμβληματικό χαρακτήρα, δεν υπάρχει καμία υπόθεση Πετσίτη. Υπάρχει η υπόθεση του κ. Τσίπρα, των υπουργών του, της κυβέρνησης, που αφορά βλάβη των συμφερόντων του δημοσίου σε σχέση με τη ΔΕΠΑ. Υπάρχει ένας κόμβος εξελίξεων που μας οδηγεί από τη Βενεζουέλα μέχρι τα κατεχόμενα της Κύπρου. Υπάρχει ένας πληθωρισμός πληροφοριών που πρέπει να αξιολογηθούν σε σχέση με άλλα ζητήματα, όπως για παράδειγμα η σύμβαση για την παράταση της παραχώρησης του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών.
Έχω ζήσει, περισσότερο από κάθε άλλον στην αίθουσα αυτή, από τους εν ενεργεία Βουλευτές, το βρώμικο 1989. Λέει ο κ. Τσίπρας στον κ. Χατζηνικολάου «Μα, ο τότε πολιτικός αντίπαλος του Ανδρέα Παπανδρέου, τον παρέπεμψε στο Ειδικό Δικαστήριο». Όχι. Η Αριστερά της εποχής συνέπραξε, γιατί χωρίς την κυβέρνηση Τζαννετάκη, δεν θα μπορούσε να γίνει η παραπομπή αυτή. Υπερασπίστηκα τον Ανδρέα Παπανδρέου, υπερασπιζόμενος το κράτος δικαίου και την αλήθεια, υπερασπιζόμενος τη διάκριση των εξουσιών και ήμουν δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου, όταν, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1995, πήρε την πρωτοβουλία να ανασταλεί η διαδικασία του άρθρου 86 και της ποινικής ευθύνης υπουργών για τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και πολλούς Υπουργούς της κυβέρνησής του, «ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται» Για να σταματήσει ο φαύλος κύκλος, για να περάσουμε σε άλλη φάση του δημοκρατικού βίου της χώρα και του πολιτικού πολιτισμού.
Έτσι κινήθηκε η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, έτσι φτάσαμε στο 2001, έτσι φτάσαμε στη ψήφιση του άρθρου 86 με συντριπτική πλειοψηφία και στη ψήφιση του νόμου περί ευθύνης Υπουργών που εισηγήθηκε ο κ. Πετσάλνικος ως Υπουργός Δικαιοσύνης, ομόφωνα με τη ψήφο και του Κομμουνιστικού Κόμματος και του τότε Συνασπισμού, του προκατόχου του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ.
Τα αισθήματά μου απέχουν πολύ από τα αισθήματα εκδίκησης και ποινικοποίησης. Είμαι οπαδός της συναίνεσης, χρειαζόμαστε εθνική ενότητα, αλλά δεν φτάνουμε στην εθνική ενότητα και στη συναίνεση, και στην άλλη, την ανώτερη φάση δημοσίου βίου, εάν δεν αντιληφθούν όλοι και δεν συνετιστούν, τι γίνεται, τι κάνουν. Αυτό που έχει συμβεί τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια είναι μία ενσυνείδητη αποδιάρθρωση της κοινωνίας, της πραγματικής οικονομίας και της θεσμικής ραχοκοκαλιάς της χώρας. Αυτό πρέπει να σταματήσει και θα σταματήσει μέσα από τις εκλογές. Θα σταματήσει από έναν άλλο εκλογικό και κοινοβουλευτικό συσχετισμό και θα επέλθει η κάθαρση, να είστε βέβαιοι για αυτό.-