Εισαγωγική τοποθέτηση του Υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών
Κυρίες και κύριοι,
Είναι πλέον σαφές ότι κλείνει οριστικά ο κύκλος της αέναης καταστροφολογίας για την ελληνική οικονομία μια γραμμή την οποία επέλεξε να ακολουθήσει η ΝΔ επί μία ολόκληρη 3ετία.
Επένδυσε πολιτικά σε αυτή την κατεύθυνση και σήμερα κατανοεί ότι επέλεξε το δρόμο του αυτοεξευτελισμού.
Και τούτο διότι:
– Τα ελληνικά ομόλογα καταγράφουν ιστορικά ρεκόρ χαμηλών αποδόσεων. Το ελληνικό πενταετές βρίσκεται σήμερα στο χαμηλότερο επίπεδο από τότε που υπάρχει η ελληνική καμπύλη δηλαδή το 1997, στο 2.24%
Ενώ το δεκαετές που αποτελεί το σημείο αναφοράς για τις αγορές χρήματος, βρίσκεται σε χαμηλό 15ετίας στο 3,45%.
– Το Eurogroup επίσης την προηγουμένη εβδομάδα ενέκρινε την εκταμίευση του 1 δις από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που παρακρατούνται από την ΕΚΤ.
– Το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας οριστικοποιήθηκε, με τρόπο που καλύπτει τη μεγάλη πλειοψηφία των δανειοληπτών, εντός του πλαισίου που θέτουν οι εποπτικοί μηχανισμοί του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Σε συνθήκες λοιπόν απόλυτης ασφάλειας και σταθερής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, σχεδιάζουμε τα επόμενα βήματα.
Στον ορίζοντα βρίσκονται οι απαραίτητες παρεμβάσεις για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους και φυσικά μέριμνα μας παραμένει η διαρκής ενίσχυση στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και της προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Χθες όμως κυρίες και κύριοι υπήρξε και μία εξέλιξη στην υπόθεση της Novartis, μιας υπόθεσης που από την πρώτη στιγμή κατατρομοκράτησε τις δυνάμεις του παλιού καθεστώτος και οδήγησε σε αντιδράσεις οι οποίες είναι ενδεικτικές της νοοτροπίας αυτού του καθεστώτος. Ότι αποτελούν τους νόμιμους και αιώνιους ιδιοκτήτες της χώρας και των θεσμών της.
Οι ίδιοι που υπερασπίζονται στα λόγια την ανεξαρτησία των δικαστικών αρχών, και επαναλαμβάνουν διαρκώς τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους στην Ελληνική Δικαιοσύνη δεν δίστασαν από την πρώτη κιόλας στιγμή να την εξυβρίσουν, να μηνύσουν εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς, να απειλήσουν μάρτυρες, να προαναγγείλουν την εξόντωση πολιτικών τους αντιπάλων, να μιλήσουν για σκευωρίες και στημένες δίκες.
Προφανώς είχαν και εξακολουθούν να έχουν τους λόγους για να είναι πανικόβλητοι.
Καθώς όλος ο λαός γνωρίζει ότι έστηναν δουλειές,
Ότι έβαζαν χέρι στο δημόσιο χρήμα παρασιτώντας σε βάρος του ελληνικού λαού,
ότι υπηρετούσαν και συνεχίζουν να υπηρετούν δουλικά τα επιχειρηματικά συμφέροντα από τα οποία εξαρτώνται.
Με αποτέλεσμα να οδηγήσουν τη χώρα στη χρεοκοπία και τα μνημόνια το 2010.
Αδυνατούν βεβαίως να κατανοήσουν ότι οι πολιτικές ευθύνες που τους έχει αποδώσει ο ελληνικός λαός για τη χρεοκοπία της χώρας, δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η Ελλάδα αποτελεί κράτος δικαίου, με νόμους και κανόνες που δεν εφαρμόζονται κατά το δοκούν, με δικαστικούς λειτουργούς που δε λειτουργούν κατά παραγγελία κανενός.
Είναι όμως ίδιον των εκπροσώπων της πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ που παριστάνουν τους ευγενείς αστούς και τους πολιτισμένους, να μεταμορφώνονται ακαριαία σε υβριστές και συκοφάντες όταν οι ίδιοι ελέγχονται.
Πρέπει όμως να καταλάβουν – και θα το καταλάβουν – ότι σε μια δημοκρατία και σε ένα κράτος δικαίου τίποτα δεν τους διαφοροποιεί από όλους τους υπόλοιπους πολίτες.
Ότι τα αριστοκρατικά τους κεκτημένα ανήκουν πλέον στο παρελθόν.
Οι αντιδράσεις τους βεβαίως είναι ακριβώς εκείνες που τους εκθέτουν ανεπανόρθωτα.
Γι αυτό το λόγο το κρίσιμο σήμερα είναι η ελληνική Δικαιοσύνη να αφεθεί απερίσπαστη να ολοκληρώσει την έρευνα της. Οι αθώοι να αθωωθούν και οι υπόλοιποι να κληθούν να δώσουν λόγο για όσα έχουν διαπράξει.
Κυρίες και κύριοι,
Είναι πλέον σαφές ότι κλείνει οριστικά ο κύκλος της αέναης καταστροφολογίας για την ελληνική οικονομία, μία γραμμή την οποία επέλεξε να ακολουθήσει η Ν.Δ. επί μία ολόκληρη 3ετία.
Επένδυσε πολιτικά σε αυτήν την κατεύθυνση και σήμερα κατανοεί ότι επέλεξε τον δρόμο του αυτοεξευτελισμού.
Και τούτο διότι:
– Τα ελληνικά ομόλογα καταγράφουν ιστορικά ρεκόρ χαμηλών αποδόσεων. Το ελληνικό πενταετές βρίσκεται σήμερα στο χαμηλότερο επίπεδο από τότε που υπάρχει η ελληνική καμπύλη, δηλαδή από το 1997, στο 2.24%. Ενώ το δεκαετές, που αποτελεί και το σημείο αναφοράς για τις αγορές χρήματος, βρίσκεται σε χαμηλό 15ετίας, στο 3.45%.
– Το Eurogroup, επίσης, την προηγουμένη εβδομάδα ενέκρινε την εκταμίευση του 1 δισ. από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που παρακρατούνται από την ΕΚΤ.
– Το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας οριστικοποιήθηκε, με τρόπο που καλύπτει τη μεγάλη πλειοψηφία των δανειοληπτών, εντός του πλαισίου που θέτουν οι εποπτικοί μηχανισμοί του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Σε συνθήκες, λοιπόν, απόλυτης ασφάλειας και σταθερής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας σχεδιάζουμε τα επόμενα βήματα.
Στον ορίζοντα βρίσκονται οι απαραίτητες παρεμβάσεις για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους και, φυσικά, μέριμνά μας παραμένει η διαρκής ενίσχυση στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και της προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Χθες, όμως, κυρίες και κύριοι, υπήρξε και μία εξέλιξη στην υπόθεση της Novartis, μίας υπόθεσης που από την πρώτη στιγμή κατατρομοκράτησε τις δυνάμεις του παλιού καθεστώτος και οδήγησε σε αντιδράσεις οι οποίες είναι ενδεικτικές της νοοτροπίας αυτού του καθεστώτος. Ότι αποτελούν τους νόμιμους και αιώνιους ιδιοκτήτες της χώρας και των θεσμών της.
Οι ίδιοι, που υπερασπίζονται στα λόγια την ανεξαρτησία των δικαστικών αρχών και επαναλαμβάνουν διαρκώς τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική Δικαιοσύνη, δεν δίστασαν από την πρώτη κιόλας στιγμή να την εξυβρίσουν, να μηνύσουν εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς, να απειλήσουν μάρτυρες, να προαναγγείλουν την εξόντωση των πολιτικών τους αντιπάλων, να μιλήσουν για σκευωρίες και στημένες δίκες.
Προφανώς, είχαν και εξακολουθούν να έχουν λόγους για να είναι πανικόβλητοι.
Καθώς, όλος ο λαός γνωρίζει ότι έστηναν δουλειές, ότι έβαζαν χέρι στο δημόσιο χρήμα παρασιτώντας σε βάρος του ελληνικού λαού, ότι υπηρετούσαν και συνεχίζουν να υπηρετούν δουλικά τα επιχειρηματικά συμφέροντα από τα οποία εξαρτώνται.
Με αποτέλεσμα να οδηγήσουν τη χώρα στη χρεοκοπία και τα μνημόνια το 2010.
Αδυνατούν, βεβαίως, να κατανοήσουν ότι οι πολιτικές ευθύνες που τους έχει αποδώσει ο ελληνικός λαός για τη χρεοκοπία της χώρας δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι η Ελλάδα αποτελεί κράτος δικαίου, με νόμους και κανόνες που δεν εφαρμόζονται κατά το δοκούν, με δικαστικούς λειτουργούς που δε λειτουργούν κατά παραγγελία κανενός.
Είναι, όμως, ίδιον των εκπροσώπων της πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ, που παριστάνουν τους ευγενείς αστούς και τους πολιτισμένους, να μεταμορφώνονται ακαριαία σε υβριστές και συκοφάντες όταν οι ίδιοι ελέγχονται.
Πρέπει, όμως, να καταλάβουν – και θα το καταλάβουν – ότι σε μια δημοκρατία και σε ένα κράτος δικαίου τίποτα δεν τους διαφοροποιεί από όλους τους υπόλοιπους πολίτες.
Ότι τα αριστοκρατικά τους κεκτημένα ανήκουν πλέον στο παρελθόν.
Οι αντιδράσεις τους, βεβαίως, είναι ακριβώς εκείνες που τους εκθέτουν ανεπανόρθωτα.
Γι’ αυτόν τον λόγο, το κρίσιμο σήμερα είναι η ελληνική Δικαιοσύνη να αφεθεί απερίσπαστη να ολοκληρώσει την έρευνά της. Οι αθώοι να αθωωθούν και οι υπόλοιποι να κληθούν να δώσουν λόγο για όσα έχουν διαπράξει.
Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ: Για το τελευταίο που είπατε, επειδή μιλήσατε για δημοκρατία. Ακούσαμε χθες όλοι τον αντιπρόεδρο της Ν.Δ. να απειλεί ευθέως τους προστατευόμενους μάρτυρες, λέγοντας, μάλιστα, και τη διαδικασία που θα ακολουθήσει η Ν.Δ. σε περίπτωση που γίνει κυβέρνηση. Ότι θα τους φέρει στη Βουλή, ότι θα άρει με την πλειοψηφία που έχει την ασυλία τους και θα ακολουθήσουν τα περαιτέρω. Το ερώτημα που κάνω εγώ είναι: η συντεταγμένη Πολιτεία τι ακριβώς κάνει για να προστατεύσει τόσο τους δικαστές όσο και τους μάρτυρες που μετέχουν σε αυτήν τη δίκη;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε να δείτε. Το τι γίνεται, σε ό,τι αφορά την προστασία των μαρτύρων, είναι κάτι το οποίο ρυθμίζεται από τον νόμο και υλοποιείται με βάση τις δικαστικές παραγγελίες από την ελληνική διοίκηση. Από εκεί και πέρα, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σχολιάσω πολιτικά αυτές τις αντιδράσεις. Διότι, κοιτάξτε να δείτε. Εδώ υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Για παράδειγμα, όταν κάποιος από την ελληνική κυβέρνηση τολμήσει να υπερασπιστεί τη συνταγματικότητα μίας νομοθετικής διάταξης για την οποία εκκρεμεί μία δίκη θεωρείται ότι αυτό αποτελεί παρέμβαση στη δικαιοσύνη. Δηλαδή, όταν η κυβέρνηση πει ότι ο νόμος τον οποίο ψήφισα και ενδεχομένως εκκρεμεί ενώπιον ενός δικαστηρίου η κρίση περί της συνταγματικότητάς του, όταν, λοιπόν, η κυβέρνηση πει γι’ αυτόν τον νόμο ότι, κατά τη γνώμη μας, είναι συνταγματικός, τότε έχουμε απαράδεκτη θεσμική εκτροπή και δήθεν παρέμβαση στη δικαιοσύνη. Όμως, όταν στελέχη της Ν.Δ., ο αντιπρόεδρός της, αλλά και άλλοι, οι οποίοι εμπλέκονται σε δικαστικές υποθέσεις μηνύουν δικαστικούς λειτουργούς, απειλούν μάρτυρες, προαναγγέλλουν πολιτικές εξοντώσεις, καταγγέλλουν σκευωρίες, καταγγέλλουν και κατηγορούν την ελληνική δικαιοσύνη ότι λειτουργεί ως το μακρύ χέρι της εκτελεστικής εξουσίας, τότε αυτό δεν αποτελεί θεσμική εκτροπή, δεν αποτελεί παρέμβαση στη δικαιοσύνη. Αποτελεί, απλώς, τρόπο υπεράσπισης των συμφερόντων του εκάστοτε που κάνει αυτήν την πολιτική δήλωση. Λοιπόν, κοιτάξτε να δείτε. Εμείς δεν πρόκειται να ανεχτούμε αυτά τα δύο μέτρα και αυτά τα δύο σταθμά. Ο λαός νομίζω ότι έχει κρίση. Οι πολίτες κατανοούν τι ακριβώς είναι αυτό το οποίο συμβαίνει σήμερα εδώ. Αυτό το οποίο συμβαίνει είναι ότι η Ν.Δ. επιχειρεί με απαράδεκτες παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη να δημιουργήσει την αίσθηση ότι εδώ πρόκειται για μία στημένη υπόθεση, και μιλώ για την υπόθεση Novartis, ενώ στην πραγματικότητα εκτιμώ ότι η αντίδραση αυτή τον μόνο τον οποίο εκθέτει είναι την ίδια τη Ν.Δ.
Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος είναι ότι η ανεξάρτητη δικαιοσύνη, οι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι έχουν αναλάβει αυτήν την υπόθεση δεν πρόκειται να φοβηθούν και θα προχωρήσουν με βάση τον νόμο, τον όρκο τους και το συνταγματικό τους καθήκον στην ολοκλήρωση της έρευνάς τους για την υπόθεση Novartis, με τον τρόπο με τον οποίο ορίζει ο νόμος και το Σύνταγμα. Όλα τα υπόλοιπα αφορούν την καθημερινή, αν θέλετε, πολιτική διαχείριση μίας υπόθεσης, η οποία είναι αναμφισβήτητη πραγματικότητα ότι έχει φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τόσο τον κύριο Γεωργιάδη όσο και το σύνολο της Ν.Δ.
ΑΝΤΖΟΛΕΤΟΣ: Με δεδομένο πως κάποιες υποθέσεις ήδη μπήκαν στο αρχείο, αυτό που είχε πει ο κύριος Παπαγγελόπουλος, έξω από το Μέγαρο Μαξίμου, πως η Novartis αποτελεί το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους, ισχύει;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως. Η Novartis αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, ίσως το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους. Έχουν γίνει εκτιμήσεις ότι πρόκειται για ένα σκάνδαλο το οποίο μπορεί να κόστισε στο ελληνικό δημόσιο, κύριε Αντζολέτο, ακόμα και 23 δισ. ευρώ, γιατί είχε να κάνει με τις τιμολογήσεις φαρμάκων, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Από εκεί και πέρα, το γεγονός ότι κάποια από τα τμήματα αυτής της δικογραφίας, για συγκεκριμένα πρόσωπα, οδηγήθηκαν στο αρχείο δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Δεν πρόκειται να κάνω, επί της ουσίας, σχόλιο για την επιλογή του εισαγγελέα να θέσει το δείνα τμήμα της δικογραφίας στο αρχείο και να συνεχίσει την έρευνά του για ένα άλλο τμήμα της δικογραφίας. Αυτού του τύπου τα σχόλια νομίζω ότι εκφεύγουν της δικής μου αρμοδιότητας. Θεωρώ ότι είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του εισαγγελέα να ολοκληρώσει την έρευνά του ακριβώς με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος και το καθήκον του. Όλα τα υπόλοιπα νομίζω ότι δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την ουσία της υπόθεσης.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Υπουργέ, τόσο η Ν.Δ. όσο και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. κάνουν κριτική στην κυβέρνηση και μιλούν για σκευωρία, ακριβώς επειδή δεν βρέθηκαν χρήματα. Πατούν, δηλαδή, επάνω σε αυτό το αντικειμενικό γεγονός, ότι στην υπόθεση δεν έχουν βρεθεί λογαριασμοί και γι’ αυτό λένε ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν ήταν η ιστορία της Novartis έτσι όπως ακριβώς εμφανίστηκε.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Από ποιον εμφανίστηκε; Πραγματικά δεν μπορώ να κατανοήσω αυτήν τη συζήτηση, με την έννοια ότι πλέον περνάμε στην ουσία της προδικασίας, περνάμε στην ουσία της υπόθεσης και είναι δεδομένο ότι, ακριβώς εκ της θέσεως μου, μου είναι αδύνατον να σχολιάσω ακριβώς λεπτομέρειες ή πτυχές της υπόθεσης, η οποία ερευνάται από τη δικαιοσύνη. Ο αρμόδιος εισαγγελέας είναι εκείνος ο οποίος θα αποφασίσει τον τρόπο με τον οποίον θα κάνει τη νομική υπαγωγή, θα ερευνήσει τα πραγματικά στοιχεία της υπόθεσης και θα καταλήξει στην άσκηση ή τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης. Επομένως, ειλικρινά, δεν κατανοώ αυτό το οποίο με ρωτάτε. Η Ν.Δ. και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. έχουν επιλέξει τη γραμμή της σκευωρίας, με έναν τρόπο ο οποίος, αν θέλετε, προσβάλλει την ίδια την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, προσβάλλει την ηθική, την τιμή, την υπόληψη των δικαστικών λειτουργών, όχι μόνον εκείνων οι οποίοι διαχειρίζονται τη συγκεκριμένη υπόθεση, διερευνούν τη συγκεκριμένη υπόθεση, αλλά του συνόλου της ελληνικής δικαιοσύνης, με άθλιες, απαράδεκτες, εξωθεσμικές παρεμβάσεις στην ίδια την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Πρόκειται, όμως, για τις ίδιες πολιτικές δυνάμεις, που υποκριτικά ομνύουν στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και δεν σταματούν να επαναλαμβάνουν ακριβώς αυτόν τον σεβασμό τους, ο οποίος, κατά κάποιους, είναι αναμφισβήτητος. Νομίζω ότι πρόκειται για την πλέον υποκριτική, για την πλέον απαράδεκτη, για την πλέον εξωθεσμική και αντιθεσμική συμπεριφορά.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, όσον αφορά την υπόθεση Πετσίτη-Αρτεμίου και τα εμπλεκόμενα πρόσωπα σε αυτήν την υπόθεση, της κύριας Ξεπαπαδέα, θεωρείτε πως οι δημόσιες εξηγήσεις που έχουν δοθεί από τα φερόμενα ως εμπλεκόμενα πρόσωπα καλύπτουν την κυβέρνηση; Θα έπρεπε να δοθούν περισσότερες εξηγήσεις; Και είπατε προηγουμένως ότι δεν μπαίνετε στην ουσία της υπόθεσης Novartis, αλλά έχει βγάλει η Ν.Δ. ανακοινώσεις και τα φερόμενα ως εμπλεκόμενα πρόσωπα και μιλάνε, πρώτον για τον τεμαχισμό των παραγγελιών από την πλευρά της δικαιοσύνης. Από τη μία έχουμε τους τέσσερις που πάνε στο αρχείο, τους πέντε που συνεχίζεται η έρευνα, τον κύριο Λοβέρδο που πάει η υπόθεση στη Βουλή. Και την ίδια ώρα έχουμε και το θέμα το κατά πόσο είναι σύνηθες αυτό. Επικαλούμαι και τη νομική σας ιδιότητα για να μου απαντήσετε κατά πόσο είναι σύνηθες να τεμαχίζεται έτσι μία τέτοια υπόθεση.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχάς, σε σχέση με το πρώτο σκέλος του ερωτήματός σας, για τη δήθεν υπόθεση Πετσίτη-Αρτεμίου και τη δήθεν εμπλοκή της Γενικής Γραμματέως κατά της Διαφθοράς στη συγκεκριμένη δήθεν υπόθεση. Κατ’ αρχάς, το αν υπάρχει υπόθεση το λέτε εσείς. Εγώ θεωρώ ότι δεν υφίσταται καμία υπόθεση. Από την ίδια την Αρχή για την Καταπολέμηση Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Ενέργειες έχει γίνει σαφές ότι ειδήσεις οι οποίες παρουσιάστηκαν σε διάφορα Μέσα Ενημέρωσης, τα οποία είναι γνωστά για τις «φιλοκυβερνητικές» τους θέσεις, συγκεκριμένα νομίζω ότι η υπόθεση αυτή επανεκκινήθηκε από το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, αν δεν κάνω λάθος, έγινε λόγος για διαστρέβλωση των στοιχείων σε μία υπόθεση που, ούτως ή άλλως, είναι μυστική.
Τώρα, από εκεί και πέρα, σε σχέση με την κυρία Ξεπαπαδέα, τη γ.γ. κατά της Διαφθοράς, την οποία εσείς προσπαθήσατε με την ερώτησή σας να εμπλέξετε σε μία υπόθεση, για την οποία σας εξήγησα προηγουμένως το τι ακριβώς συμβαίνει, έχω να σας πως το εξής: Η κυρία Ξεπαπαδέα υπήρξε δικηγόρος, όπως η ίδια εξήγησε, μίας εταιρείας η οποία εμπορεύεται ιατρικά μηχανήματα στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια και, μάλιστα, την εκπροσώπησε σε μία και μόνο δίκη, η οποία είχε να κάνει με την οφειλή μίας άλλης εταιρείας προς την εταιρεία αυτή, την εμπορική αυτή εταιρεία, και για μία κατάσχεση εις χείρας τρίτου που έγινε ακριβώς εξαιτίας αυτής της οφειλής. Επομένως, ειλικρινά δεν μπορώ να κατανοήσω τι ακριβώς μεμπτό υπάρχει στο γεγονός ότι μία δικηγόρος εκπροσώπησε μία εμπορική εταιρεία ενώπιον ενός ελληνικού δικαστηρίου.
Σήμερα, όμως, είδε και κάτι άλλο το φως της δημοσιότητας ότι δήθεν η κυρία Ξεπαπαδέα βρίσκεται στο Δ.Σ. μίας εταιρείας, ενώ κάτι τέτοιο απαγορεύεται με βάση το γεγονός ότι και η ίδια αυτή τη στιγμή είναι γ.γ. κατά της Διαφθοράς. Άλλη μία διαστρεβλωμένη είδηση, σκοπίμως διαστρεβλωμένη, για να δημιουργήσει εντυπώσεις και να σπιλώσει τιμές και υπολήψεις ανθρώπων οι οποίοι δίνουν καθημερινά τη μάχη ενάντια στη διαφθορά στη χώρα αυτή. Και νομίζω ότι η κυρία Ξεπαπαδέα, προφανώς, για να δέχεται μία τέτοια επίθεση, κάτι καλό έχει κάνει στη Γενική Γραμματεία Καταπολέμησης της Διαφθοράς. Και με αυτήν την έννοια, θέλω να πω ότι θα συνεχίσει να βρίσκεται σε αυτήν τη θέση για πολύ καιρό ακόμα. Να σας πω, όμως, ότι εδώ έχω μία ανακοίνωση από το Επιμελητήριο της Κέρκυρας, από τις 9/2/2016, στην οποία γράφεται ακριβώς το εξής: Μετά την αναχώρηση της Αναστασίας Ξεπαπαδέα τον Μάιο του 2015 και την παραίτηση από 10/12/2015 ενός άλλου μέλους, εκλέγεται νέο Δ.Σ. για την εταιρεία για την οποία έγινε λόγος σε διάφορα δημοσιεύματα με πενταετή θητεία και στη συνέχεια αναφέρονται τα μέλη του Δ.Σ. Αυτό μου κάνει εντύπωση. Πώς τα διάφορα «λαγωνικά» της δημοσιογραφίας δεν το είδαν και επιχείρησαν, για άλλη μία φορά, με ψευδείς, με κατασκευασμένες, με fake ειδήσεις να παραπλανήσουν την κοινή γνώμη και να δημιουργήσουν όρους, αν θέλετε, καχυποψίας απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση.
Ακούστε να δείτε. Όσο και να ψάξετε, όσο και να ψάχνουν κάποιοι, δεν πρόκειται να βρείτε τίποτα μεμπτό από αυτήν την κυβέρνηση, η οποία καθημερινά δίνει δείγμα γραφής σεβασμού του νόμου, σεβασμού του δημοσίου συμφέροντος και μάχης ενάντια στη διαφθορά. Όσο και αν κάποια «λαγωνικά» της πληρωμένης δημοσιογραφίας από τη μεριά της αντιπολίτευσης συνεχίζουν να συκοφαντούν, συνεχίζουν να παράγουν κατασκευασμένες και ψευδείς ειδήσεις, τόσο περισσότερο εμείς θα πεισμώνουμε για να πολεμήσουμε τη διαφθορά, το πολιτικό και οικονομικό καθεστώς της ολιγαρχίας σε αυτήν εδώ τη χώρα. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, το οποίο μου θέσατε, ο τρόπος με τον οποίο κάθε φορά η Εισαγγελία, οποιαδήποτε Εισαγγελία διαχειρίζεται μία υπόθεση είναι αποκλειστικά δική της αρμοδιότητα και από εκεί και πέρα εγώ δεν πρόκειται να κάνω κανένα απολύτως σχόλιο.
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Επικαλούμενος κι εγώ τη νομική σας ιδιότητα, φαντάζομαι ότι θα συμφωνείτε στο αντικειμενικό γεγονός ότι με βάση το πόρισμα, όπως έχει διαρρεύσει τουλάχιστον, θα φτάσει σήμερα στη Βουλή…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το είδατε εσείς το πόρισμα, κύριε Περδικάρη;
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Από αυτά, τα οποία πληροφορούμαστε από τους συναδέλφους.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ δεν το είδα, όμως.
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Σας είπα, σήμερα θα φτάσει στη Βουλή, θα το δούμε. Φαντάζομαι, λοιπόν, ότι συμφωνείτε στο αντικειμενικό γεγονός ότι κατηγορούμενο πολιτικό πρόσωπο, αυτήν τη στιγμή, για την υπόθεση δεν υπάρχει. Ζητείται περαιτέρω διερεύνηση για πέντε πρόσωπα, αρχειοθετείται για τέσσερις και για έναν ζητείται να καταθέσει ανωμοτί ως ύποπτος για την υπόθεση, ως οιονεί κατηγορούμενος, αν μπορούμε να το πούμε καθ΄ υπερβολή έτσι. Άρα, λοιπόν, γιατί επιμένετε στον χαρακτηρισμό σας ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το κόστος του σκανδάλου, κύριε Περδικάρη, εσείς μπορείτε να το αμφισβητείτε όσο θέλετε. Το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο ζημιώθηκε, σύμφωνα με εκτιμήσεις, 23 δισ. ευρώ, από όλη αυτήν τη σκοτεινή, από όλη αυτήν τη βρώμικη υπόθεση, είναι ένα δεδομένο. Από εκεί και πέρα, ο καθένας μπορεί να κάνει τις αξιολογήσεις του ως προς αυτό. Από εκεί και πέρα, το γεγονός ότι ζητείται η άρση της ασυλίας ενός πολιτικού προσώπου για να καταθέσει ανωμοτί, δηλαδή να καταθέσει ως ύποπτος στην υπόθεση, νομίζω ότι συνιστά ένα κάποιο πολιτικό γεγονός. Βεβαίως, ο τρόπος με τον οποίο αξιολογεί ο καθένας τα γεγονότα αυτά εξαρτάται, προφανώς – από ό,τι φαίνεται τουλάχιστον, γιατί όπως σας είπα προηγουμένως υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά – και από τη σκοπιά από την οποία βλέπει τα πράγματα και νομίζω ότι είναι αρκετά σαφές αυτό το οποίο λέω.
ΜΑΝΗ: Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών ή περί μη ευθύνης υπουργών, όπως έχουμε συνηθίσει πια να το λέμε, τι επίδραση είχε στη διερεύνηση του σκανδάλου Novartis όσον αφορά στα πολιτικά εμπλεκόμενα πρόσωπα. Γιατί ακούω κι εγώ από συναδέλφους του δικαστικού ρεπορτάζ ότι μια σειρά από τυχόν αδικήματα έχουν παραγραφεί, άρα η διερεύνηση αφορά αδικήματα που στέκονται στον χρόνο και δεν παραγράφονται. Και, επίσης, αποδίδεται σε αυτήν τη διαδικασία και η μεγάλη χρονική καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της διερεύνησης.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει, μπαίνουμε σε τεχνικά ζητήματα, τα οποία σχετίζονται με τις συνταγματικές διατάξεις για την ευθύνη των υπουργών, αλλά και τον νόμο περί ευθύνης των υπουργών. Τι λένε περίπου αυτές οι διατάξεις; Ότι για αδικήματα τα οποία τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων υπουργού, την αρμοδιότητα για την άσκηση της ποινικής δίωξης, αλλά και την αρμοδιότητα για τη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης πριν από την άσκηση της ποινικής δίωξης, την έχει η Βουλή. Το μεγάλο ερώτημα είναι τι σημαίνει αυτό το «κατά την άσκηση των καθηκόντων». Η απιστία έχει κριθεί και νομίζω ότι δεν αμφισβητείται από κανέναν ότι πράγματι τελείται κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπουργού. Και, άρα, ως προς το αδίκημα της απιστίας, πράγματι, με βάση αυτόν τον νόμο, τον κατάπτυστο νόμο, που εμείς μέσω της πρότασης που έχουμε καταθέσει για τη συνταγματική αναθεώρηση επιδιώκουμε να τον τροποποιήσουμε, σε ό,τι, λοιπόν, αφορά ειδικά το αδίκημα της απιστίας, πράγματι έχει παρέλθει η σύντομη αποσβεστική προθεσμία, η οποία προβλέπεται. Δηλαδή, για να το πούμε με απλά λόγια, το αδίκημα αυτό θεωρείται παραγεγραμμένο.
Σε ό,τι αφορά τα αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές ενέργειες ή της δωροδοκίας, αυτά δεν θεωρείται ότι τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων ενός υπουργού. Δηλαδή, τελούνται απλώς επ’ ευκαιρία των καθηκόντων, για να το πούμε έτσι. Άρα, δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Τι σημαίνει αυτό; Ότι γι’ αυτά τα αδικήματα, την εισαγγελική έρευνα, δηλαδή την προδικασία, την προκαταρκτική εξέταση, αλλά και την άσκηση της ποινικής δίωξης, αρμοδιότητα έχει να την ασκήσει όχι η Βουλή, αλλά η Τακτική Δικαιοσύνη. Αυτό, δηλαδή, το οποίο παρακολουθούμε αυτήν τη στιγμή. Πού βρισκόμαστε τώρα; Η Τακτική Δικαιοσύνη έχει ζητήσει, έχει θέσει για τέσσερα πρόσωπα την υπόθεση στο αρχείο και για ένα πρόσωπο, το οποίο τυγχάνει να είναι βουλευτής, ζητάει την άρση της ασυλίας του, έτσι ώστε αυτό το πρόσωπο, ο κ. Λοβέρδος συγκεκριμένα, να καταθέσει ανωμοτί ενώπιον του εισαγγελέα. Και για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζεται η άρση της ασυλίας του, της βουλευτικής πια ασυλίας του, αυτό δεν σχετίζεται με την υπουργική ιδιότητα, την οποία είχε στο παρελθόν, της βουλευτικής ασυλίας του από το ελληνικό Κοινοβούλιο.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Υπουργέ, από την αρχική σας τοποθέτηση είδα ότι ανεβάσατε πάρα πολύ ψηλά τους τόνους πολιτικά. Και από την απάντηση που δώσατε στο θέμα Πετσίτη και Ξεπαπαδέα αντιλαμβάνομαι ότι πολιτικά θεωρείτε ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο. Θεωρείτε, δηλαδή, ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο υπονόμευσης της κυβέρνησης, που, αν υπάρχει, τι στόχο έχει; Δηλαδή, να σας οδηγήσει σε εκλογές;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν πρόκειται να κάνω θεωρίες συνωμοσίας. Εγώ θα κάνω, νομίζω, αυτονόητες πολιτικές αξιολογήσεις. Εμφανίζεται ή, εν πάση περιπτώσει, μπαίνει στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης το σκάνδαλο του ΚΕΕΛΠΝΟ, κάνει την εμφάνισή του ο Πετσίτης. Βγαίνει η χώρα στις αγορές με εξαιρετικά επιτόκια ή έχουμε μια θετική είδηση στο πεδίο της οικονομίας, κάνει την εμφάνισή του ο Πετσίτης. Βγαίνει στον αφρό η υπόθεση των θαλασσοδανείων – 400 εκατομμύρια ευρώ έχουν δανειστεί, δανεικά και αγύριστα έχουν πάρει τα δύο μεγάλα κόμματα, 250 η Ν.Δ., 150 το ΚΙΝ.ΑΛΛ., δεν ξέρω αν αποδίδω ακριβώς τους αριθμούς, να μας πουν, τελοσπάντων, και οι ίδιοι πόσα ακριβώς χρωστάνε και πώς σκέφτονται να τα αποπληρώσουν – κάνει την εμφάνισή του και πάλι ο Πετσίτης. Έχουμε το σκάνδαλο της Novartis, εμφανίζεται, αφού αποδείχτηκε ότι δεν υπάρχει κάτι σε σχέση με την υπόθεση αυτή, ένα δήθεν σκάνδαλο, τελοσπάντων, ένα δήθεν ηθικό θέμα σε σχέση με τη Γενική Γραμματέα κατά της Διαφθοράς, για το οποίο νομίζω ότι και η ίδια, αλλά και εγώ προηγουμένως απάντησα με τον πιο κατηγορηματικό και καθαρό τρόπο ότι πρόκειται για ειδήσεις οι οποίες είναι διαστρεβλωμένες, ψευδείς, κατασκευασμένες για να δημιουργήσουν τι; Να δημιουργήσουν έναν πολιτικό αντιπερισπασμό απέναντι στα πραγματικά σκάνδαλα, τα οποία έχουν, αν θέλετε, συγκλονίσει τη δημόσια ζωή της χώρας.
Και, εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι ο ελληνικός λαός, οι Έλληνες πολίτες το κατανοούν πάρα πολύ καλά αυτό. Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ποιος φιλοξενούσε στις τάξεις του τον καταδικασμένο κ. Μαντούβαλο. Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ποιος φιλοξενούσε στις τάξεις του, η Ν.Δ., τον καταδικασμένο κ. Παπαγεωργόπουλο. Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ποια πολιτική δύναμη χάρισε στις φαρμακευτικές εταιρείες 240 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία φρόντισε να μην πληρώσουν οι φαρμακευτικές εταιρείες στο ελληνικό Δημόσιο την περίοδο 2006-2010. Γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ποιος έστελνε δικογραφίες, τις οποίες είχε την υποχρέωση να διαβιβάζει αμελλητί στη Βουλή πίσω στον Άρειο Πάγο και μετά καταγγέλλει εμάς για δήθεν παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη. Αυτό έχει μια σημασία να το πούμε. Γνωρίζετε, ας πούμε, ότι τον Απρίλιο του 2014, αν δεν κάνω λάθος, ο κ. Αθανασίου είχε μία δικογραφία επί δύο μήνες στο συρτάρι του, δεν τη διαβίβασε στη Βουλή και όχι μόνο δεν τη διαβίβασε στη Βουλή, αλλά, αφού τη μελέτησε, την επέστρεψε και στον Άρειο Πάγο. Δηλαδή, έκανε δικονομική ενέργεια. Και έρχονται τώρα αυτές οι πολιτικές δυνάμεις να καταλογίσουν σε εμάς δήθεν παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη; Αυτό δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά μια πολιτική υποκρισία και μια πολιτική αντιπερισπασμού σε σχέση με τα πραγματικά συγκλονιστικά πράγματα, τα οποία συμβαίνουν στη δημόσια ζωή και συνέβαιναν επί σειρά ετών στη δημόσια ζωή.
Τώρα, αν εσείς θέλετε αυτό να το χαρακτηρίσετε πολιτικό σχέδιο υπονόμευσης, αν θέλετε να το χαρακτηρίσετε προσπάθεια, εν πάση περιπτώσει, για να προκληθούν πολιτικές εξελίξεις, αυτό που μπορώ εγώ να σας πω με βεβαιότητα είναι ότι είναι αδέξιες προσπάθειες και προσπάθειες καταδικασμένες να αποτύχουν. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, είναι δικαίωμά σας να τις χαρακτηρίζετε όπως θέλετε. Εγώ σας είπα ότι αυτό το οποίο καταλαβαίνω είναι ότι επιδιώκεται από συγκεκριμένα εκδοτικά, επιχειρηματικά και πολιτικά κέντρα να δημιουργηθούν αντιπερισπασμοί σε σχέση με τις πραγματικά συγκλονιστικές ειδήσεις, οι οποίες βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Ήθελα να ρωτήσω, εάν προετοιμάζετε ουσιαστικά με όλα αυτά να οδηγήσετε τη χώρα σε εκλογές. Η Ν.Δ., για παράδειγμα…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τι εννοείτε; Με τις δικαστικές εξελίξεις; Γιατί εμείς προετοιμάζουμε τις δικαστικές εξελίξεις;
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Εννοώ με όλο αυτό το κλίμα που έχει δημιουργηθεί.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το κλίμα έχει δημιουργηθεί, διότι υπάρχει δικαστική εξέλιξη, κ. Τσακίρη.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Ναι, με όλη αυτή τη σκανδαλολογία τόσο από…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Με συγχωρείτε. Σκανδαλολογία είναι αυτά τα οποία καταλογίζονται στην κυρία Ξεπαπαδέα. Δηλαδή, ψευδείς και κατασκευασμένες ειδήσεις. Το γεγονός ότι έχουμε δικαστικές εξελίξεις, το γεγονός ότι έχουμε αιτήματα από την Εισαγγελία για άρση ασυλίας πρώην υπουργού δεν είναι σκανδαλολογία. Είναι πραγματικά, αντικειμενικά γεγονότα.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Εννοώ όλο αυτό το κλίμα που έχει δημιουργηθεί, κ. Εκπρόσωπε.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν δημιουργείται μόνο του το κλίμα.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Σας κατηγορεί η Ν.Δ. ότι ο κ. Χαρίτσης ζήτησε και παρήγγειλε 106.000 κάλπες. Ετοιμάζετε τετραπλές κάλπες τον Μάιο;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Με συγχωρείτε, το υπουργείο Εσωτερικών αυτό το οποίο οφείλει να κάνει – ειλικρινά δεν κατανοώ την ερώτησή σας – είναι να προετοιμαστεί για εκλογές, οι οποίες, ούτως ή άλλως, θα γίνουν, εκλογές Αυτοδιοικητικές, Περιφερειακές, Ευρωεκλογές τον Μάιο του 2019, όπως οφείλουν να γίνουν. Και από εκεί και πέρα, γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι τον Οκτώβριο τελειώνει η συνταγματική θητεία της κυβέρνησης. Επομένως, το υπουργείο Εσωτερικών τι πιο λογικό να κάνει από το να προετοιμάζεται ακριβώς γι’ αυτές τις τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις, οι οποίες, ούτως ή άλλως, είναι προγραμματισμένες για το 2019. Άρα, ειλικρινά δεν κατανοώ τον τρόπο με τον οποίο συσχετίζονται διάφορα γεγονότα σε αυτά τα πολιτικοδημοσιογραφικά αφηγήματα που καθημερινά βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
ΖΟΡΜΠΑ: Επ΄αυτού, σε συνέχεια της ερώτησης του συναδέλφου. Ο κ. Χαρίτσης, κάθε φορά που ερωτάτε για το αν αυτές οι προπαρασκευαστικές ενέργειες αφορούν και την πιθανότητα να πραγματοποιηθούν τετραπλές κάλπες τον Μάιο, δεν έχει κλείσει κανένα ενδεχόμενο και το αφήνει ορθάνοιχτο.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Χαρίτσης;
ΖΟΡΜΠΑ: Ναι.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Χαρίτσης έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι οι εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο. Αλλά, πολύ περισσότερο, έχει δηλώσει κάτι τέτοιο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Επομένως, νομίζω ότι η ερώτησή σας έχει απαντηθεί.
ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ: Να αλλάξω θέμα. Υπάρχουν πάρα πολλά δημοσιεύματα, αλλά και δηλώσεις των οικονομικών στελεχών της κυβέρνησης για αποπληρωμή μέρους ή του συνόλου της οφειλής προς το ΔΝΤ. Κατ΄αρχήν, να δούμε σε ποιον δρόμο βρίσκεται η κυβέρνηση όσον αφορά αυτό το θέμα. Και δεύτερον, αν αυτή η αποπληρωμή επηρεάσει το κοινωνικό πακέτο, να το πω έτσι πολύ γενικά, της κυβέρνησης το επόμενο διάστημα.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε να δείτε, πράγματι, υπάρχουν επεξεργασίες για να γίνουν κινήσεις διαχείρισης του ελληνικού χρέους που θα δώσουν τη δυνατότητα να μειωθεί το επιτοκιακό κόστος τα επόμενα χρόνια. Για τις κινήσεις αυτές, δεν χρειάζεται τώρα να μπούμε σε λεπτομέρειες, γιατί είναι εξαιρετικά πολύπλοκες και τεχνικού χαρακτήρα. Πράγματι, υπάρχει η σκέψη για να κατατεθεί πρόταση για την αποπληρωμή ενός μέρους των χρεών μας, των δανείων μας από το ΔΝΤ, αλλά και άλλες κινήσεις διαχείρισης του ελληνικού χρέους. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά το κοινωνικό πακέτο, να σας θυμίσω κ. Στρατάκη ότι αυτό το κοινωνικό πακέτο ή, αν θέλετε, οι κοινωνικές παρεμβάσεις τις οποίες διαρκώς παίρνει η κυβέρνηση στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης των στρωμάτων που έχουν την περισσότερη ανάγκη και των στρωμάτων εκείνων τα οποία σήκωσαν δυσανάλογα το βάρος της κρίσης, δεν επηρεάζεται κατά κανένα τρόπο από αυτές τις κινήσεις. Με την έννοια ότι πλέον βρισκόμαστε σε φάση μεταμνημονιακής παρακολούθησης. Έχουμε τη δυνατότητα εμείς να επιλέγουμε τον τρόπο με τον οποίο θα επιτυγχάνουμε τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς στόχους και αυτός ο τρόπος προφανώς δεν μπορεί να επηρεαστεί από οποιονδήποτε διεθνή θεσμό. Άρα, λοιπόν, έχουμε ελευθερία ως προς τα μέσα, έχουμε συμφωνίες ως προς τους στόχους. Και αυτό νομίζω ότι έχει γίνει σαφές όλους τους τελευταίους μήνες με την αύξηση του κατώτατου μισθού, με τον τρόπο με τον οποίο έχουμε προχωρήσει σε μια σειρά ενέργειες σε ό,τι αφορά τον δημοσιονομικό χώρο που προέκυψε για το 2019 και ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την ελάφρυνση συγκεκριμένων στρωμάτων, ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών, για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και λοιπά.
ΜΑΝΗ: Η ελληνική κυβέρνηση θα ήθελε να αποπληρώσει όλο το χρέος προς το ΔΝΤ για να ξεμπερδεύει ή τα 3/4 που είπε ο Ρέγκλινγκ;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά είναι λεπτομέρειες διαχείρισης του ελληνικού χρέους τα οποία συμφωνούνται με το υπουργείο Οικονομικών και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Και με αυτή την έννοια, δεν θέλω να υπεισέλθω σε τέτοιες λεπτομέρειες. Είναι συζητήσεις τεχνικού χαρακτήρα, οι οποίες δεν νομίζω ότι έχει αυτή τη στιγμή νόημα να τις πάμε παρακάτω. Όταν υπάρξουν συγκεκριμένες κινήσεις, συμφωνημένες και επεξεργασμένες, αυτές θα ανακοινωθούν και αρμοδίως.
ΖΟΡΜΠΑ: Υπάρχει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τις ρυθμίσεις των 120 δόσεων και πώς επιμερίζονται; Δηλαδή, ακούγεται ότι θα έρθει πρώτα μέχρι το Πάσχα οι ρυθμίσεις που αφορούν στα ασφαλιστικά ταμεία και μετά ενδεχομένως το Πάσχα στην εφορία.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία Ζορμπά, είναι δεδομένο ότι οι ρυθμίσεις και στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία θα έρθουν. Υπάρχουν κάποιες επεξεργασίες που πρέπει να γίνουν ακόμα. Πρέπει να δούμε μια σειρά από τεχνικές λεπτομέρειες σε σχέση με τις ρυθμίσεις αυτές και από εκεί και πέρα εν ευθέτω χρόνω. Δηλαδή, θεωρώ ότι πριν το τέλος του Απριλίου, αυτές οι ρυθμίσεις θα έχουν έρθει στο ελληνικό Κοινοβούλιο και θα υλοποιούνται.
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Θέλω να σας ρωτήσω για την υπόθεση Πετσίτη. Αλλά, επειδή φαντάζομαι ότι θα μου απαντήσετε πως πρέπει να διερευνηθούν προσωπικές του ευθύνες, όπως είχατε πει την προηγούμενη φορά…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Καλά, αφήστε να απαντήσω εγώ, λοιπόν.
ΠΕΡΔΙΚΑΡΗΣ: Το πρώτο σκέλος της ερώτησης είναι αυτό, αν επιμένετε στη δήλωσή σας ότι πρέπει να διερευνηθούν τυχόν προσωπικές του ευθύνες. Και το δεύτερο είναι, αν γνωρίζετε ποια σχέση είχε ο κ. Παππάς με τον κ. Αρτεμίου.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επιμένω προφανώς στη δήλωση που έκανα την προηγούμενη φορά σε τούτη εδώ την αίθουσα, ότι δηλαδή ο κ. Πετσίτης, από κάποια στιγμή και μετά, πήρε τον προσωπικό του δρόμο και έχει κάνει τις προσωπικές του επιλογές, για τις οποίες και ευθύνεται και ελέγχεται. Από εκεί και πέρα, η ελληνική κυβέρνηση, όπως σας έχω πει δεκάδες φορές σε αυτή εδώ την αίθουσα, δεν έχει να φοβάται απολύτως τίποτα. Ψάξτε όσο θέλετε. Δεν πρόκειται να βρείτε σε μας πρακτικές ή πράξεις στις οποίες επιδίδονταν ή συνήθιζαν να επιδίδονται οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Δηλαδή, πράξεις διαφθοράς, πράξεις οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με το δημόσιο συμφέρον. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, όχι δεν γνωρίζω τη σχέση του κ. Παππά με τον κ. Αρτεμίου.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, σχολιάστηκε πολύ η ομιλία του Πρωθυπουργού το Σάββατο στο Γαλάτσι και το γεγονός ότι αναφέρθηκε πάρα πολλές φορές σε προοδευτικούς πολίτες, πολύ λίγες φορές στον ΣΥΡΙΖΑ, στην Αριστερά. Υπήρξαν και κάποιες δηλώσεις, όπως του κ. Τσακαλώτου, που είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι χρήσιμος στην Ευρώπη μόνο εάν παραμείνει στην Αριστερά. Ήθελα ένα σχόλιό σας επί τούτου. Και ένα δεύτερο σχόλιο για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Θεωρείτε πως υπήρχε λανθασμένη επικοινωνιακή διαχείριση της Συμφωνίας των Πρεσπών μέχρι να φτάσουμε στη Συμφωνία και κατά την υπερψήφισή της και αν αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι συγκυβερνούσατε με τους ΑΝΕΛ.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Έχετε τη συνήθεια να κάνετε δύο ερωτήσεις, οι οποίες συνήθως είναι και άσχετες μεταξύ τους, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν θα το σχολιάσω αυτό. Να προσπαθήσω να βρω έναν ειρμό. Κατ΄αρχάς, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Όμως, να σας θυμίσω ότι το Σάββατο, αυτό το οποίο έγινε ήταν ένα κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τους προοδευτικούς πολίτες για να συγκροτηθεί η Προοδευτική Συμμαχία. Επομένως, ο Πρωθυπουργός δεν μπορούσε παρά να απευθύνεται και στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά την ίδια στιγμή να απευθύνεται και στους προοδευτικούς πολίτες, οι οποίοι βλέπουν τι; Βλέπουν ότι η μοναδική πολιτική δύναμη, η οποία μπορεί να υπερασπιστεί αξίες, αρχές, στόχους και να υπερασπιστεί και την ευρωπαϊκή προοπτική απέναντι στην άνοδο, την ακραία άνοδο νεοφιλελεύθερων δυνάμεων οι οποίες το τελευταίο διάστημα έχουν αρχίσει να σφιχταγκαλιάζονται με την ακροδεξιά –αυτό το βλέπουμε και στο παράδειγμα της Ν.Δ., όπου ο κ. Μητσοτάκης έχει δημιουργήσει ένα πολιτικό υβρίδιο ακραίου νεοφιλελευθερισμού, αλλά και ακροδεξιού εθνικιστικού λόγου- άρα λοιπόν η μοναδική δύναμη που μπορεί να αντιπαρατεθεί με αυτή τη νέα πολιτική κατάσταση τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα, είναι ακριβώς η Αριστερά, η οποία πρέπει να δημιουργήσει μια όσο το δυνατόν πιο μαζική, όσο το δυνατόν ευρύτερη Προοδευτική Συμμαχία. Άρα, λοιπόν, δεν τίθεται κανένα θέμα περί της παραμονής ή της μη παραμονής του ΣΥΡΙΖΑ στην Αριστερά.
Η δεύτερη ερώτησή σας αφορούσε τη Συμφωνία των Πρεσπών και αν τη διαχειριστήκαμε ορθά ή λανθασμένα. Εμείς επί έναν ολόκληρο χρόνο αυτό το οποίο προσπαθήσαμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε τις ευρύτερες δυνατές κοινοβουλευτικέ συναινέσεις πάνω στην εθνική γραμμή, όπως αυτή είχε καθοριστεί την τελευταία 20ετία. Η Ν.Δ., εξαιτίας του γεγονότος ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι δέσμιος της ακροδεξιάς ομάδας Σαμαρά-Βορίδη-Γεωργιάδη, είναι προφανές ότι ξέχασε τις παλιές του απόψεις σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να επιλυθεί το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας, αποφάσισε να αγκαλιάσει ακροδεξιές πρακτικές. Αποφάσισε να φλερτάρει, αν όχι να υιοθετήσει έναν ακραίο εθνικισμό, να μετατρέψει τη Ν.Δ. από κεντροδεξιό φιλελεύθερο κόμμα σε παρακολούθημα, αν θέλετε, των πολιτικών τοποθετήσεων της Χρυσής Αυγής. Και με αυτή την έννοια, οδηγηθήκαμε στη Συνθήκη αυτή, όπου τελικώς η Συμφωνία των Πρεσπών πέρασε με τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κάποιων φιλελεύθερων κεντροαριστερών ή κεντροδεξιών βουλευτών, οι οποίοι σέβονται το παρελθόν τους, σέβονται τις ιδέες τους, σέβονται τις αρχές τους σε πλήρη και απόλυτη αντίθεση με αυτό το οποίο έκανε ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ξέχασε όλα όσα έλεγε 30 χρόνια και για να μην έχει εσωκομματικά προβλήματα, να μην αντιμετωπίσει, εν πάση περιπτώσει, μια εσωκομματική σύγκρουση με τον κ. Σαμαρά, ο οποίος είναι ο πραγματικός, αν θέλετε, αρχηγός της Ν.Δ. επέλεξε τη συγκεκριμένη γραμμή. Άρα, λοιπόν, η ευθύνη για το γεγονός ότι δεν υπήρξε μια ευρύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, οφείλεται στο γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν μπόρεσε να έχει το πολιτικό σθένος να υπερασπιστεί τις παλιές του απόψεις. Αντίθετα, αγκάλιασε τον ακροδεξιό εθνικισμό της ακροδεξιάς ομάδας του κόμματός του.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Συγγνώμη, εσείς ήσασταν δέσμιος του κ. Καμμένου;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ ο ίδιος προσωπικά;
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Η κυβέρνηση.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όπως είδατε, εμείς, από την πρώτη στιγμή, ανεξαρτήτως της πολιτικής τοποθέτησης του κ. Καμμένου, καταλήξαμε στη Συμφωνία των Πρεσπών. Επομένως, τι εννοείτε «αν ήμασταν ή δεν ήμασταν δέσμιοι»; Το γεγονός ότι είχαμε μια πολιτική συνεργασία δεν μας εμπόδισε από το να ολοκληρώσουμε τη Συμφωνία των Πρεσπών. Άρα, λοιπόν, νομίζω ότι είναι αυτονόητη η απάντηση στο ερώτημά σας.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Επειδή κυκλοφορεί η είδηση ότι λόγω προβλημάτων με το ΚΑΣ, η COSCO απειλεί να μετακομίσει στην Ιταλία, ήθελα να ρωτήσω, αν έχετε γνώση αυτού του θέματος.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Πρόκειται για άλλη μια ψευδή και κατασκευασμένη είδηση. Δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση. Αντίθετα. Σε σχέση με το ΚΑΣ υπάρχει μια προσπάθεια κάθε φορά να δημιουργηθεί μια σπέκουλα. Τα ίδια ακούγαμε και για την επένδυση στο Ελληνικό. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις, θέλω να σας πω κ. Τσακίρη και αυτό είναι σημαντικό, προσπάθησαν να παριστάνουν τους πονηρούς. Δηλαδή, θεωρούσαν ότι μπορούν για να κάνουν χατίρια, αν θέλετε, επιχειρηματικά, μπορούν να παρακάμπτουν διαδικασίες, μπορούν να παρακάμπτουν νόμους και κανόνες, κάνοντας –αν θέλετε- τους καλούς στα επιχειρηματικά συμφέροντα με τα οποία κάθε φορά είχαν σχέσεις. Τελικά, πού καταλήγαμε; Καταλήγαμε στο ότι όλες οι επενδύσεις, ακριβώς επειδή κυριαρχούσε η λογική του χατιριού, κατέληγαν να κολάνε στο ΣτΕ ή σε άλλα δικαστήρια. Γιατί; Επειδή δεν είχαν τηρηθεί οι νόμιμες διαδικασίες. Εμείς έχουμε μια εντελώς διαφορετική αντίληψη. Η δική μας αντίληψη είναι ότι θα πρέπει οι νόμοι και οι κανόνες να εφαρμόζονται και αυτό δεν είναι απλώς και μόνο μια, αν θέλετε, ηθική επιταγή. Είναι και κάτι το οποίο είναι πολύ πιο αποτελεσματικό ως προς την ολοκλήρωση των επενδύσεων. Διότι, αν δεν ακολουθηθούν οι κανόνες που προβλέπονται από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, από το Ελληνικό Δίκαιο, τότε οι επενδύσεις μπορεί να προχωρήσουν ως προς τα πρώτα τους στάδια πιο γρήγορα, όμως στη συνέχεια θα έχουν ανυπέρβλητα νομικά προβλήματα ενώπιον των δικαστηρίων. Αυτή είναι η λογική την οποία ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση και ακριβώς αυτή τη λογική ακολούθησε και στην περίπτωση του ΟΛΠ. Δηλαδή, ακολούθησε όλες τις διοικητικές διαδικασίες. Πήγε, για να το πούμε έτσι, by the book, και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, όλες οι επενδύσεις και το master plan του ΟΛΠ, θα προχωρήσει κανονικότατα και χωρίς να έχει κανένα απολύτως νομικό πρόβλημα που θα μπορούσε ενδεχομένως να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερα εμπόδια στο μέλλον.
ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ: Επειδή αναφερθήκατε προηγουμένως στον εναγκαλισμό της Ν.Δ. με τον εθνικισμό. Θα ήθελα ένα σχόλιο για τα χθεσινά γεγονότα στη Θεσσαλονίκη. Η κυρία Χατζηγεωργίου κατήγγειλε ότι στελέχη της Ν.Δ. επί της ουσίας οργάνωσαν μια επιχείρηση αποδοκιμασίας.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω το εξής: Από ό,τι φαίνεται, η πολλή παρέα με τους εθνικιστές έχει κάνει τη Ν.Δ., όχι απλώς να ζηλέψει το λόγο τους, αλλά να ζηλέψει και τις πρακτικές τους. Τέτοιου τύπου αντισυγκεντρώσεις ή, αν θέλετε, πρακτικές δήθεν αγανακτισμένων πολιτών που τελικά καταλήγουν να είναι στελέχη και απόγονοι βουλευτών ή πρώην υπουργών της Ν.Δ., έχουμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν πάρα πολλές και δεν μας φοβίζουν και δεν μας τρομοκρατούν. Και είμαι απολύτως βέβαιος ότι ούτε την κυρία Χατζηγεωργίου τρομοκρατούν. Τους μόνους που εκθέτουν είναι τους ίδιους, οι οποίοι επιδίδονται σε τέτοιου τύπου τραμπούκικες πρακτικές. Όμως, στο τέλος, αποδεικνύονται όλοι αυτοί οι κύριοι ποντίκια που βρυχώνται.
ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ: Ξαναπάμε λίγο Γαλάτσι;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ, όμως, δεν είμαι εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ εδώ.
ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ: Δεν μπορείτε, όμως, να μη σχολιάσετε γεγονότα, τα οποία βρίσκονται στο προσκήνιο; Από το ΚΙΝΑΛ υπάρχει μια, αν θέλετε, δικαιολογία, μια ρητορική ότι ουσιαστικά η όλη εκδήλωση του Γαλατσίου αποσκοπούσε στο να πλήξει το ΚΙΝΑΛ. Δηλαδή, μοναδικός και κύριος στόχος της εκδήλωσης του Γαλατσίου ήταν το ΚΙΝΑΛ. Τι απαντάτε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Έχω απαντήσει πάρα πολλές φορές σε αυτή την ερώτηση. Το ΚΙΝΑΛ θεωρεί ότι λεηλατείται ο προοδευτικός χώρος, θεωρεί ότι διεμβολίζεται ο προοδευτικός χώρος. Τον μοναδικό που πρέπει να κατηγορεί το ΚΙΝΑΛ για το γεγονός ότι πλέον δεν μπορεί να εκφράζει τμήμα του προοδευτικού χώρου, είναι τον ίδιο του τον εαυτό. Από το 2010 και μετά, βασικά μετά την είσοδο στα μνημόνια, αλλά στη συνέχεια υπήρξαν και άλλες πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα μετά την περίοδο όπου συγκυβέρνησε με την Ν.Δ., προοδευτικά το τότε ΠΑΣΟΚ, μετέπειτα ΔΗΣΥ, σήμερα ΚΙΝΑΛ, προοδευτικά ταυτιζόταν όλο και περισσότερο, όχι μόνο στον λόγο, αλλά και στις πολιτικές επιλογές με τη δεξιά. Με αυτή την έννοια, είναι δεδομένο ότι άφησε έναν απολύτως κενό χώρο, τον χώρο του κέντρου, του φιλελεύθερου κέντρου, της κεντροαριστεράς, πράγμα το οποίο έφτασε στο απόγειό του με τη στάση που κράτησε το ΚΙΝΑΛ στη Συμφωνία των Πρεσπών. Επομένως, αν κάποιον οφείλει να κατηγορεί το ΚΙΝΑΛ για το γεγονός ότι πλέον δεν μπορεί να εκφράσει αυτόν τον πολιτικό χώρο, δεν μπορεί να εκπροσωπήσει πολίτες οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι ή κεντροαριστεροί, είναι τον ίδιο του τον εαυτό και κανέναν άλλον. Αυτό το οποίο λέμε εμείς είναι ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δημιούργησε μια νέα πολιτική συνθήκη. Δημιούργησε μια πολιτική συνθήκη αναδιαμόρφωσης των συσχετισμών και τελικά βοήθησε η Συμφωνία των Πρεσπών, αν θέλετε, για να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι. Να ξεχωρίσει ποιοι τοποθετούνται με συνέπεια σε έναν χώρο αντιεθνικιστικό, σε έναν χώρο ο οποίος έχει ξεκαθαρίσει τη σχέση του με τη μισαλλοδοξία, με την επιθετική πολιτική την οποία θέλει να ασκεί η δεξιά στα εθνικά θέματα και ποιος ακολουθεί το λόγο της ακραίας δεξιάς και των εθνικιστών. Απλά είναι τα πράγματα. Επομένως, νομίζω ότι κάπου εκεί θα μπορούσε και το ΚΙΝΑΛ να δει τους λόγους για τους οποίους βρίσκεται στο πολιτικό αδιέξοδο που βρίσκεται σήμερα.
ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ: Θα ήθελα να ρωτήσω με βάση την τοποθέτησή σας για τους ισχυρισμούς περί σκευωρίας που διατυπώνεται κυρίως από τα στελέχη της αντιπολίτευσης. Μιλήσατε για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη. Θα ήθελα να ρωτήσω, εάν αυτή η τοποθέτηση περί παρεμβάσεων με όσους μιλούν πάνω σε αυτή τη γραμμή, ισχύει σε μια περίπτωση ή είναι για όλες τις περιπτώσεις. Αν, δηλαδή, πιστεύετε ότι γενικώς τα πολιτικά στελέχη που σχολιάζουν αποφάσεις της Δικαιοσύνης ή υποθέσεις που είναι από έρευνα, θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αν παρακολουθήσετε την ιστορία του ελληνικού κοινοβουλίου τα τελευταία 40 χρόνια ή τη δημόσια πολιτική συζήτηση, η οποία διεξάγεται στα κοινοβούλια όλων των χωρών που έχουν Κράτος Δικαίου και αναγνωρίζουν την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, θα δείτε ότι πάμπολλες φορές η πολιτική συζήτηση περιστρέφεται γύρω από ζητήματα, τα οποία βρίσκονται ενώπιον δικαστηρίων για να κριθούν ή έχουν κριθεί από δικαστήρια. Και υπάρχουν πολιτικές απόψεις, νομικές ερμηνείες, διαφορετικές σκοπιές, πολιτικές αντιπαραθέσεις και πολιτικές συγκρούσεις ακόμα-ακόμα σε σχέση με αυτές τις υποθέσεις. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να απαγορευτεί, ούτε πρέπει να απαγορευτεί σε καμία χώρα του κόσμου. Η Αρχή της διάκρισης των εξουσιών τι είναι; Ότι η μια εξουσία δεν μπορεί να παρεμβαίνει, δηλαδή δεν επιτρέπεται να κάνει ενέργειες για να προσπαθεί να επηρεάσει την κρίση ή τις αρμοδιότητες μιας άλλης εξουσίας. Άρα, εδώ έχουμε δύο εντελώς διαφορετικά ζητήματα. Από τη μια μεριά, έχουμε τη δημοκρατική συζήτηση σε ένα Κράτος Δικαίου και από την άλλη μεριά έχουμε παρεμβάσεις, οι οποίες δεν σέβονται, αν θέλετε, τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων που προβλέπει το Σύνταγμα. Ως προς αυτό, βεβαίως, πρέπει να είμαστε αυστηρότατοι. Δηλαδή, δεν επιτρέπεται καμία εξουσία να παρεμβαίνει στα της άλλης εξουσίας. Αλλά το να σχολιάζει, να κρίνει, να αξιολογεί, να λέει την άποψή της, να καταθέτει τη σκοπιά στη δημόσια συζήτηση, νομίζω ότι δεν είναι αυτό το οποίο θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε νοήμων άνθρωπος να χαρακτηρίσει ως παρέμβαση της μίας εξουσίας σε μια άλλη. Οπότε, βεβαίως, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, αλλά από εκεί και πέρα, αλίμονο αν απαγορεύσουμε και τη δημόσια συζήτηση για ζητήματα, τα οποία, αν θέλετε, βρίσκονται στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος.
ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, ήθελα να ρωτήσω, εάν η παρότρυνση του κ. Σκουρλέτη προς τον Πρωθυπουργό στην εκδήλωση στο Γαλάτσι «Πρόεδρε, τώρα μπορείς να πας σε εκλογές», θεωρώντας πως είναι μια πετυχημένη εκδήλωση αυτή στο Γαλάτσι, αν βρήκε ανταπόκριση στον Πρωθυπουργό.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο του 2019. Δεν θα υπάρξουν τετραπλές κάλπες τον Μάιο. Είναι τόσο απλό.
ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ: Μπορώ να ρωτήσω και κάτι ακόμα για το Γαλάτσι.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως. Ακούω για τη διενέργεια εκλογών σε αυτήν εδώ την αίθουσα, αλλά και γενικότερα, από το 2016. Το ερώτημα είναι, ότι εντάξει, εσείς οφείλετε να ρωτήσετε, με την έννοια ότι κάνετε τη δουλειά σας. Η Ν.Δ. δεν έχει κουραστεί να κυκλοφορεί τα ίδια και τα ίδια αφηγήματα επί μια τριετία;
ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ: Επανέρχομαι στο Γαλάτσι. Μετά και την εκδήλωση στο Γαλάτσι, σας επικρίνουν ότι έχετε ανοίξει τις πόρτες σας ως κυβερνών κόμμα σε πρόσωπα, στελέχη, που σηματοδοτούν μια πολιτική νοοτροπία, πολιτικά κόμματα τα οποία κατηγορείτε ως παλιό, ότι έχουν φέρει τη χώρα στη χρεοκοπία. Ακόμη και πρόσωπα τα οποία ανήκουν και σε νεότερες κυβερνήσεις, του ΠΑΣΟΚ συγκεκριμένα, που μας έβαλαν στα δόντια του ΔΝΤ ή που ήταν της ρητορικής του «λεφτά υπάρχουν». Θα ήθελα το σχόλιό σας απέναντι σε αυτές τις επικρίσεις.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι ευθύνες του πολιτικού συστήματος, οι ευθύνες και του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. για τη χρεοκοπία της χώρας το 2010, είναι τεράστιες. Από εκεί και πέρα, κατά τη διάρκεια των μνημονίων, συνειδήσεις μετασχηματίστηκαν, συσχετισμοί μετατοπίστηκαν. Η ευρωπαϊκή, αλλά και η ελληνική σοσιαλδημοκρατία ή τμήματά της, άρχισαν να κάνουν αυτοκριτική για τον τρόπο με τον οποίο επέλεξαν τις δεκαετίες του ΄90 και του 2000 να συμπλεύσουν με τον νεοφιλελευθερισμό, αποδεχόμενες οι πολιτικές δυνάμεις αυτές, η σοσιαλδημοκρατία δηλαδή, ένα απολύτως αυστηρό, ένα απολύτως νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, προσπαθώντας να κάνουν αυτό το οποίο εκείνες θεωρούσαν καλύτερο, αποδεχόμενες όμως –ξαναλέω- τις βασικές συντεταγμένες της πολιτικής σύγκρουσης. Από τότε μέχρι σήμερα, όμως, έχει κυλήσει πάρα πολύ νερό στο αυλάκι. Και πολύ περισσότερο, φαίνεται να υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες σταδιακά αποχώρησαν από τον πολιτικό χώρο που εξέφραζε, αν θέλετε, τη σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα, το ΠΑΣΟΚ, πολιτικές δυνάμεις που αποχώρησαν την περίοδο του 2011, την περίοδο δηλαδή της μεγάλης ύφεσης της τάξης του 10%, δυνάμεις που συντάχθηκαν με το ΣΥΡΙΖΑ ήδη από το 2012, δυνάμεις που συντάχθηκαν με το ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο ή τον Σεπτέμβριο του 2015. Και σιγά-σιγά προοδευτικά, δημιουργήθηκε, αν θέλετε, μια σχέση εμπιστοσύνης, μια σχέση αυτοκριτικής θέασης του παρελθόντος από τη μεριά αυτών των πολιτικών δυνάμεων. Όμως, το σημαντικό δεν είναι αυτή τη στιγμή να κοιτάμε το παρελθόν. Το σημαντικό είναι να δούμε το μέλλον. Αυτή τη στιγμή, η χώρα βρίσκεται εκτός μνημονίων. Αυτή τη στιγμή, αν θέλετε, οι αντιθέσεις που καθόρισαν την πολιτική κατάστρωση της περιόδου 2010-2018, εν πάση περιπτώσει, αμβλύνονται και δημιουργούνται άλλες αντιθέσεις. Όπως σας είπα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τον νεοφιλελευθερισμό. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε την ακροδεξιά, τις εθνικιστικές αναδιπλώσεις, την εθνικιστική ρητορική, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη. Άρα, λοιπόν, όσοι συμφωνούν με αυτό το προγραμματικό πλαίσιο και όσοι θεωρούν ότι θα πρέπει η κοινωνική πολιτική να ενισχυθεί, ότι θα πρέπει η διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων να ενισχυθεί, ότι θα πρέπει το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της αγοράς εργασίας να ενισχυθεί, όσοι θέλουν την ελάφρυνση εκείνων και την αποκατάσταση των αδικιών του μνημονίου και την ελάφρυνση εκείνων που βίωσαν και σήκωσαν δυσανάλογα βάρη την περίοδο της κρίσης, συμπαρατάσσονται σε ένα ενιαίο προοδευτικό μέτωπο. Πολύ περισσότερο, συμπαρατάσσονται σε ένα ενιαίο προοδευτικό μέτωπο οι δυνάμεις εκείνες, οι οποίες δεν θέλουν να επιτρέψουν στην ακροδεξιά και τον εθνικισμό να πάρει το πάνω χέρι ούτε στην Ελλάδα, ούτε και στην Ευρώπη. Δηλαδή, συμπαρατάσσονται οι δυνάμεις εκείνες οι οποίες αντιλαμβάνονται ότι ψήφος στη Ν.Δ. είναι ψήφος στην κοινωνική ισοπέδωση, στην ακροδεξιά, στον εθνικισμό, στην εθνική αναδίπλωση. Άρα, λοιπόν, όσοι αποδέχονται αυτό το πλαίσιο, είναι καλοδεχούμενοι και νομίζω ότι μαζί τους μπορούμε να προχωρήσουμε.
ΡΙΣΤΟΦΣΚΑ: Κύριε Εκπρόσωπε, ένα σχόλιο θα ήθελα ή μάλλον μία αποτίμηση της επίσκεψης του κυρίου Τσίπρα στη Βόρεια Μακεδονία, μία εβδομάδα μετά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι άνοιξαν δρόμοι. Η επιχειρηματική αποστολή ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Υπήρξαν εμπορικές συμφωνίες, υπήρξαν επιχειρηματικές συμφωνίες, υπήρξε, δηλαδή, μία πολύ μεγάλη πρόοδος στο επίπεδο των διμερών οικονομικών σχέσεων. Γνωρίζετε ότι πλέον οι σχέσεις Βόρειας Μακεδονίας και Ελλάδας είναι άριστες και νομίζω ότι αυτό είναι αποτέλεσμα της ίδιας της Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία θα αποδειχθεί ευεργετική, όχι μόνο για τις δύο χώρες, αλλά και για το σύνολο των βαλκανικών χωρών, τη συνανάπτυξη και την αλληλεγγύη, η οποία είναι απαραίτητη για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.