Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Πηγή: εφημερίδα “Δημοκρατία”
Φλώρινα, Σάββατο βράδυ. Στην κατάμεστη αίθουσα του Πολιτιστικού Συλλόγου «Αριστοτέλης», ο οποίος εδώ και 75 ολόκληρα χρόνια κρατά άσβεστη τη δάδα του ελληνικού πολιτισμού στην ακριτική περιοχή, η εκδήλωση έχει μόλις ολοκληρωθεί. Μαζί με τον Κρις Σπύρου, την Αριάδνη Νούκα και τα μέλη του προεδρείου του «Αριστοτέλη» που μας κάλεσαν να μιλήσουμε για τη μετα-Πρέσπες εποχή (Κωνσταντίνος Χατζηστεφάνου – Ραπτόπουλος, Δημήτρης Παπαδόπουλος, Πέτρος Γώγος) κατεβαίνουμε στο κοινό για να ανταλλάξουμε σκέψεις. Η ατμόσφαιρα είναι συγκινητική. Λίγα λεπτά πριν, είχαμε κλείσει την εκδήλωση τραγουδώντας 600 άτομα, όλοι μαζί, με δική μου προτροπή, το… απαγορευμένο «Μακεδονία ξακουστή». Ρίγος! Προς το πέρας των χειραψιών, με πλησίασε ένας ψηλός μυστακοφόρος κύριος. «Διαφωνώ μαζί σας, αλλά σας διαβάζω» μου είπε ευγενικά και μου ενεχείρισε έναν φάκελο αλληλογραφίας με ένα μικρό σημείωμα.
Τον άνοιξα αργά το βράδυ. Επρόκειτο για κάποιον που επωνύμως αρθρογραφεί ότι το ελληνικό κράτος δήθεν καταπιέζει τους «ντόπιους» Μακεδόνες. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα κάτι πολύ νέο: Η Φλώρινα είναι πιο δύσκολη πόλη από την Κομοτηνή. Στην Κομοτηνή, τον ξέρεις τον εχθρό. Τον βλέπεις μπροστά σου. Μπαινοβγαίνει στα γραφεία της τουρκικής διπλωματικής Αρχής. Στη Φλώρινα, όμως; Στη Φλώρινα ο εχθρός είναι ντυμένος «Ελληνας». Ντυμένος «ορθόδοξος». Είναι ίσως ντυμένος και «Ελληνας βουλευτής». Στη Φλώρινα, λοιπόν, ο εχθρός είναι αόρατος. Στη Φλώρινα έχεις να κάνεις με σκιές.
Στις τρεις ημέρες που παρέμεινα στην πόλη, περπάτησα στα σοκάκια της, κατά μήκος του ποταμού Σακουλέβα, χάζεψα τα αρχοντόσπιτά της και μίλησα με πολύ απλό κόσμο. Εντυπωσιάστηκα από το φρόνημα. Ο κόσμος είναι μεν σκασμένος από την εξέλιξη, αλλά ταυτόχρονα ορθώνει ανάστημα. Ημουν προετοιμασμένος για πολλά από όσα επρόκειτο να ακούσω, ωστόσο ποτέ δεν πίστευα ότι θα συναντήσω τέτοια πάστα ωραίων Ελλήνων. Ελλήνων που τοποθετούν την πατρίδα τους πάνω και από τις δουλειές τους. Ελλήνων που διώχνουν πελάτες τους όταν επιχειρούν να παραγγείλουν τα τοπικά κεμπάπια στα λεγόμενα «μακεδονικά». Δεν χρειάζεται πολύ για να το καταλάβεις. Ολο το παιχνίδι αναφορικά με το ανύπαρκτο Μειονοτικό οργανώνεται γύρω από τη γλώσσα. Για μια ντοπιολαλιά, για ένα ιδίωμα που γνωρίζουν και κάτοικοι με καθαρά ελληνική εθνική συνείδηση, το οποίο δεν ταυτίζεται όμως στο περιεχόμενο με τη γλώσσα των Σκοπιανών.
Οι Φλωρινιώτες ονομάζουν αυτή τη γλώσσα «βουλγαρική», όχι «μακεδονική». Και, αν σκάψεις λίγο στις ρίζες των λέξεων, θα ανακαλύψεις και την αρχαία ελληνική. Αλλο όμως το ιδίωμα που γνωρίζουν και άλλο τα λεγόμενα «μακεδονικά» των Σκοπίων. Οι αποχρώσεις είναι λεπτές, πολύ λεπτές. Σκεφτείτε ότι άλλα βουλγαρικά ομιλούνται -όταν απαιτείται- στη Φλώρινα ως τοπικό γλωσσικό ιδίωμα και άλλα στην Αριδαία, όπου το λεξιλόγιο έχει περισσότερες σερβικές λέξεις. Να γιατί ήταν εγκληματικό που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αναγνώρισε τη «μακεδονική γλώσσα».
Συνετέλεσε στη σύγχυση. Ανοιξε τον δρόμο σε μερικούς ντυμένους «Ελληνες» να ζητούν τη λειτουργία φροντιστηρίων για να μάθουν φαρσί «μακεδονικά». Δυστυχώς, η Αθήνα αδυνατεί να καταλάβει πώς σκέφτονται οι συμπολίτες μας στη Φλώρινα. Ισως να μην την ενδιαφέρει. Η Αθήνα αδυνατεί να αντιληφθεί ότι στη δυτική Μακεδονία η πολύ νωπή ιστορία ορίζει συμπεριφορές. Οτι οι κάτοικοι δεν συχνάζουν με ενθουσιασμό σε εκκλησίες που έχτισαν οι Βούλγαροι. Οτι βλέπουν τους Σκοπιανούς ως συνέχεια της κακής ανάμνησης των Βουλγάρων. Η Αθήνα κοιμάται και απλώς ονειρεύεται ένα Νόμπελ Ειρήνης στην πλάτη τους. Είμαστε, δυστυχώς, στην αρχή μιας δύσκολης περιόδου. Το καζάνι στη Μακεδονία βράζει. Θα επανέλθω, γιατί η περιοδεία μου στη Φλώρινα, στο Νυμφαίο και στη Σιάτιστα γέμισε τις αποσκευές μου με Μακεδονία. Απειρη Μακεδονία!