Στα ζητήματα κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης της Κυβέρνησης αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συζήτηση που είχε σήμερα το απόγευμα με τον διευθυντή σύνταξης του Economist, κ. Ντάνιελ Φράνκλιν, στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργάνωσε το περιοδικό με τίτλο «Ο κόσμος του 2019». Συγκεκριμένα, εξήγησε ότι μετά και τη σημερινή ψηφοφορία για την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών «το Ελληνικό Κοινοβούλιο λειτουργεί πλέον με δύο διαφορετικές ad hoc πλειοψηφίες: άλλη πλειοψηφία υπήρξε σήμερα για τη Συμφωνία των Πρεσπών και μία άλλη, έδωσε πριν από δέκα ημέρες ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση», και συμπλήρωσε: «Δύο βουλευτές που υποστήριξαν τον κύριο Τσίπρα για να συγκεντρώσει τον “μαγικό” αριθμό των 151 ψήφων, δεν ψήφισαν τη Συμφωνία των Πρεσπών». Εξήγησε ότι αυτή η κατάσταση είναι πρωτοφανής στην κοινοβουλευτική ιστορία της Ελλάδας και ότι αυτό το γεγονός δημιουργεί πρωτόγνωρη αστάθεια στη χώρα, καθώς η ψήφιση κάθε νομοσχεδίου θα είναι στο εξής μια άτυπη ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Και γι αυτό το λόγο τόνισε ότι οι εκλογές πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατόν προκειμένου να δοθεί οριστικό τέλος στην επιζήμια κατάσταση που έχει προκληθεί για τους θεσμούς, την οικονομία και τη χώρα.
Σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας εξήγησε ότι η σημερινή ψηφοφορία ήταν εξαιρετικά κρίσιμη για τις σχέσεις των δύο χωρών και προέβλεψε ότι θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από όσα θα επιλύσει. Σχολίασε, μάλιστα, ότι δεν πρόκειται για ένα ζήτημα όπως ήταν αυτό του Brexit, όπου η βρετανική κοινωνία ήταν μοιρασμένη σχεδόν 50%-50%, αλλά εξήγησε ότι στην Ελλάδα η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών την απορρίπτει. Δεσμεύτηκε μάλιστα ότι θα καταβάλει κάθε προσπάθεια να αμβλύνει τα επιζήμια αποτελέσματά της, ιδίως στον τομέα των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών, οι οποίες σχετίζονται άμεσα με το ζήτημα της χρήσης του όρου «μακεδονικός». Τέλος, επανέλαβε τη θέση ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν περιορίζει το δικαίωμα άσκησης βέτο εκ μέρους της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την ενταξιακή διαδικασία της γειτονικής χώρας στην ΕΕ.
Στη συνέχεια ο κ. Μητσοτάκης ρωτήθηκε για τα τρία βασικά θέματα που θα κυριαρχήσουν στις επικείμενες εκλογές.
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έθεσε ως πρώτο ζήτημα -και ταυτόχρονα απόλυτη προτεραιότητά του- την οικονομία. Υπενθύμισε τη δέσμευσή του για μείωση του ΕΝΦΙΑ, που θα φτάσει το 30% εντός διετίας, καθώς και για μείωση του συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων στο 20% μέσα στο ίδιο διάστημα. Επέκρινε μάλιστα την οικονομική πολιτική του κ. Τσίπρα και ιδιαίτερα τη δημιουργία υπερπλεονασμάτων, λέγοντας χαρακτηριστικά: «εγώ προτιμώ να επιστρέφω τα υπερπλεονάσματα σε όλη την παραγωγική οικονομία, μέσω μειώσεων των φόρων». Αναφέρθηκε επίσης στο σχέδιό του η Ελλάδα να καταστεί μέσα σε δεκαοκτώ μήνες ελκυστικός επενδυτικός προορισμός.
Δεύτερη, εξίσου σημαντική προτεραιότητα για τη Νέα Δημοκρατία, όπως είπε, είναι η Παιδεία. Αναφέρθηκε στο τολμηρό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της ΝΔ, το οποίο διατρέχει όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, από την προσχολική αγωγή μέχρι το Πανεπιστήμιο. Ειδικά για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση μίλησε για την ανάγκη να ενισχυθεί η αυτονομία των πανεπιστημίων που τώρα ελέγχονται ασφυκτικά από το Υπουργείο Παιδείας. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Θέλουμε να δώσουμε στα Πανεπιστήμια την ελευθερία να παρέχουν μαθήματα τα οποία θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτό που ζητάει σήμερα η αγορά και στις δεξιότητες που προσφέρει το ελληνικό πανεπιστήμιο. Αυτό το κενό θα πρέπει να γεφυρωθεί». Συμπλήρωσε δε ότι «είναι ακατανόητο πως τα δημόσια πανεπιστήμια μας δεν προσφέρουν σήμερα μαθήματα στα αγγλικά σε ξένους φοιτητές, όπως για παράδειγμα στις κλασικές σπουδές».
Ο Πρόεδρος της ΝΔ έθεσε ως τρίτη προτεραιότητα την ασφάλεια. «Δεν μπορεί να ευδοκιμήσει η οικονομική ελευθερία εάν δεν υπάρχει δημόσια τάξη και ασφάλεια», είπε. Τόνισε, μάλιστα, ότι στην Ελλάδα αναβιώνουν δυστυχώς τα κρούσματα τρομοκρατίας και αναφέρθηκε εκτενώς στην περίπτωση της προνομιακής μεταχείρισης του Δημήτρη Κουφοντίνα, λέγοντας, χαρακτηριστικά: «Δεν γίνεται να έχουμε καταδικασμένους τρομοκράτες, να κυκλοφορούν ελεύθεροι, με παρατεταμένες άδειες από τις φυλακές. Πώς μπορεί να είναι ανεκτό κάποιος ο οποίος έχει δολοφονήσει 11 άτομα, να κυκλοφορεί έξω 5-6 μέρες τον μήνα, σχεδιάζοντας, ενδεχομένως, τις επόμενες επιθέσεις του; Αυτό είναι απολύτως απαράδεκτο. Μπορεί ωστόσο να αντιμετωπισθεί απλά, καθώς αρκεί μια πολιτική απόφαση: να αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο των αδειών».
Κλείνοντας σε πιο χαλαρούς τόνους τη συζήτηση, ο κ. Φράνκλιν προκάλεσε τον κ. Μητσοτάκη να κάνει μια μη αναμενόμενη πρόβλεψη για τη νέα χρονιά. Ο Πρόεδρος της ΝΔ απάντησε αυθόρμητα ότι εύχεται ειλικρινά ο Στέφανος Τσιτσιπάς να είναι η μεγάλη έκπληξη του 2019 και να κερδίσει μέσα στη χρονιά ένα Grand Slam.