Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Πηγή: εφημερίδα “Δημοκρατία”
Ο Νίκος Κουτσιανάς και η σύζυγός του Νίκη ήταν φαρμακοποιοί το 1972. Είχαν στρωμένη δουλειά, αλλά κάτι τους βασάνιζε. Κάτι τους έτρωγε. Ο τζίρος της επιχείρησής τους εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ξένων εταιριών. Δεν είχαν ονειρευτεί έτσι την Ελλάδα στη φοιτητική τους ζωή. Γνώριζαν ότι η ελληνική βιοποικιλότητα είναι μοναδική πανευρωπαϊκά. Σε σύνολο 20.000 ποικιλιών βοτάνων, οι 6.905 φύονται στην Ελλάδα. Η μορφολογία του εδάφους μας -χαράδρες, απομονωμένες περιοχές- είναι τόσο μοναδική, ώστε, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ιδανική για «ειδογένεση».
Από το 1978, σε μια χρονιά μεταβατική για τον Ελληνισμό, παραμονές της εντάξεώς μας στην ΕΟΚ, άρχισαν να μιλούν για την αξία της αειφορίας. Τη συνέδεσαν με τη σκέψη του Ιπποκράτη. Και έπειτα με του Σωκράτη. Και έπειτα με του Αριστοτέλη. Πάντρεψαν την κλασική ελληνική παιδεία με τη φύση και με τον πολιτισμό. Αντελήφθησαν πως, όταν ξέρεις προς τα πού να κοιτάξεις πίσω, αυτό δεν αποτελεί μάταιη προγονοπληξία αλλά χάραξη νέων δρόμων για το μέλλον. Εβλεπαν τόσο πολύ μπροστά από την εποχή τους, ώστε, όπως έλεγε και ο Ανδρέας Λεντάκης, «είχαν άδικο γιατί είχαν δίκιο πολύ νωρίς». Σήμερα που Αλβανοί κακοποιοί εφορμούν στα βουνά της Πίνδου και λεηλατούν τα βότανά μας, σήμερα που Τούρκοι κλέβουν θυμάρι και δενδρολίβανο από τον Υμηττό, ο κ. Κουτσιανάς ηγείται της Apivita, του δημιουργήματός του στο οποίο έχουν επενδύσει πλέον ισπανικά κεφάλαια και έχει τζίρο 50.000.000 ευρώ τον χρόνο. Πας κάπου στα Μεσόγεια, στη μέση του πουθενά, και εκεί ανακαλύπτεις πως ένας Ελλην ανάγκασε τους Ιβηρες να φθάσουν έως εδώ για να επενδύσουν στο δημιούργημά του. Ηγείται επίσης μιας paperless οικογενειακής επιχείρησης, της «Συμβίωσης», που ασχολείται με το τσάι του βουνού που φύεται στον Ολυμπο, στον Αθω, στην Πίνδο. Με συναρπάζουν οι άνθρωποι που παράγουν. Οι άνθρωποι που δεν ησυχάζουν.
Που βασανίζονται και σκέφτονται πώς να πάνε την Ελλάδα ένα βήμα μπροστά τη φορά. Γνώρισα τον κ. Κουτσιανά στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης και του υποσχέθηκα πως, μόλις βρω χρόνο, θα πάω στα Μεσόγεια να δω την επιχείρησή του. Πήγα λοιπόν την προηγούμενη Τετάρτη. Και είδα ό,τι είδαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός, ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ., που ξεναγήθηκαν στις εγκαταστάσεις της: μια ρωμαλέα εταιρία, στις εγκαταστάσεις της οποίας παράγονται ημερησίως 3,5 τόνοι καλλυντικά. Της οποίας το 85% των κωδικών παράγονται στην Ελλάδα. Είδα ότι εξάγει πλέον σε 26 χώρες ελληνική φιλοσοφία για τη ζωή σε συσκευασία εκχυλισμάτων. Είδα ότι επενδύει στην έρευνα 16.000.000 ευρώ. Είδα ότι το δόγμα της δεν είναι «κέρδος – κέρδος – κέρδος» αλλά «άνθρωποι – σχέδιο – κέρδος». Είδα ότι οι 282 εργαζόμενοί της δεν απασχολούνται σε σκοτεινά αμπάρια, αλλά σε ευήλια δωμάτια. Και, βεβαίως, διαπίστωσα κάτι που πρέπει να μελετήσει ο κύριος πρωθυπουργός τώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η αναθεώρηση του Συντάγματος: Αν η εταιρία αυτή είναι το υπόδειγμα του καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο, είναι ταυτόχρονα και η εταιρία που συνεργάζεται με 74 δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια του εξωτερικού για να προάγονται η έρευνα, η επιστήμη και, βεβαίως, το εμπόριο. Κανένας δογματισμός. Κορυφαία συνεργασία της, το Rankers University των ΗΠΑ, το οποίο και την αξιολογεί.
Οι ιδρυτές της απορούν γιατί οι Eλληνες δεν θέλουμε να αξιοποιήσουμε το συγκριτικό μας πλεονέκτημα στον πρωτογενή τομέα -σκεφτείτε ότι το δίκταμο που καλλιεργείται στους κήπους της στη Λήμνο, στην Κω και την Αθήνα αρωματίζει το μαρτίνι- και δεν επενδύουμε σε αυτόν. «Από το 1972 που ξεκινήσαμε έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας την Ελλάδα» μου λέει ο κ. Κουτσιανάς στο ταπεινό γραφείο του, οι τοίχοι του οποίου είναι γεμάτοι από πίνακες ζωγραφικής της εγγονής του. Και προσθέτει δανειζόμενος από την αρχαία ελληνική σκέψη: «Σημαία μας είναι το ανώτερο κοινό καλό. Το τρίπτυχο παιδεία – φύση – πολιτισμός». Εφυγα από τις εγκαταστάσεις της Apivita, την οποία επισκέφθηκα μαζί με τις συνεργάτιδές μας στην «Εστία» Νάνα Ευαγγελάκου και Εφη Λυκορδάνου, με ένα ωραίο αίσθημα.
«Τέτοιους Ελληνες χρειαζόμαστε» σκέφτηκα. Τέτοιους, διότι ελλείψει μεγάλως ηγετών πολλές μικρές ηγεσίες -καθείς στον τομέα του- κάνουν μια μεγάλη ηγεσία. Μακάρι να ηγούνται στο επιχειρείν άνθρωποι σαν τον κ. Κουτσιανά, ο οποίος χρησιμοποιεί συνεχώς τη φράση «εθνική συνεννόηση». Με έγνοια για την πατρίδα τους, για την επιχείρησή τους, για τον εργαζόμενό τους. Γρήγορα οι ηγεσίες μας θα γίνουν ξανά μεγάλες.