Γράφει ο Τάσος Παππάς
«Προκλητικός ο Ερντογάν, προκλητικός ο Ακάρ, νέες προκλήσεις από τον Τσαβούσογλου, συνεχίζει τις προκλητικές ενέργειες η Τουρκία, απίστευτη πρόκληση από σύμβουλο του Τούρκου προέδρου, προκλητική αμφισβήτηση του διεθνούς δικαίου, αλλεπάλληλες προκλήσεις από τουρκικά αεροσκάφη στο Αιγαίου, προκαλούν τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης παραχαράσσοντας την ιστορία».
Με το ουσιαστικό «πρόκληση», το επίθετο «προκλητικός» και το ρήμα «προκαλώ» ξεκινούν οι δηλώσεις σχεδόν όλων των Ελλήνων πολιτικών και τα ρεπορτάζ των ελληνικών μέσων ενημέρωσης όταν αναφέρονται στα ελληνοτουρκικά. Θεωρείται περίπου πατριωτική υποχρέωση. Αυτή είναι η ρητορική του πολιτικού προσωπικού της χώρας και των περισσότερων μέσων ενημέρωσης τις τελευταίες εβδομάδες. Αυτή ήταν και τα προηγούμενα χρόνια με ελάχιστες εξαιρέσεις, κυρίως τις περιόδους που γινόταν προσπάθεια για διάλογο και εκτόνωση των εντάσεων.
Τα διαλείμματα ειρηνικής συνύπαρξης ήταν λίγα και μικρής διάρκειας. Μόλις έκλεινε ο κύκλος τους, και Ελλάδα και Τουρκία συμφωνούσαν ότι διαφωνούν, επανερχόμασταν στην προηγούμενη κατάσταση των φραστικών αντεγκλήσεων, των αποκρουστικών λεονταρισμών, της αφορολόγητης αδιαλλαξίας και της επίδειξης δύναμης-στρατιωτικής από την Τουρκία, διπλωματικής από την Ελλάδα.
Κάποιες φορές υπήρξαν θερμά επεισόδια, κάποιες φορές βρεθήκαμε πολύ κοντά σε μια σύρραξη, η οποία αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή είτε γιατί πρυτάνευσε η σωφροσύνη, είτε γιατί εκτιμήθηκε ότι μία πολεμική αναμέτρηση θα έχει μεγάλο κόστος και στις δυο χώρες, είτε γιατί, άλλοτε ύστερα από παρότρυνση, άλλοτε αυτοβούλως, παρενέβη ο ξένος παράγοντας, δηλαδή οι ΗΠΑ, και υποχρέωσε Ελλάδα και Τουρκία να αναδιπλωθούν και να συζητήσουν έστω και σε κατώτερο επίπεδο – τα περίφημα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Ζούμε σε κρίση με την Τουρκία αρκετό καιρό πριν από την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, σ’ έναν… καθιστό πόλεμο. Το ελλαδικό πολιτικό προσωπικό όλων των ιδεολογικών αποχρώσεων (διαφορετική η προσέγγιση του ΚΚΕ) έχει περάσει στην κοινή γνώμη την αντίληψη ότι σε μόνιμη βάση η Τουρκία προκαλεί, εμείς αμυνόμαστε, έχουμε το διεθνές δίκαιο με το μέρος μας, αλλά η Ευρωπαϊκή Ενωση, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ (επίμονα επί προεδρίας Τραμπ), αποφεύγουν να μας στηρίξουν, περιορίζονται σε φιλικά χτυπήματα στην πλάτη, ενίοτε δείχνουν κατανόηση και προτρέπουν την Τουρκία να σταματήσει να διεκδικεί αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές (εμείς βεβαίως υποστηρίζουμε ότι είναι δικές μας), συνήθως όμως κρατούν ίσες αποστάσεις, υποδύονται τους Πόντιους Πιλάτους, ζητούν αποκλιμάκωση χωρίς όμως να χρεώνουν την ευθύνη, όπως θα επιθυμούσαμε, στην τουρκική ηγεσία, καλούν τα δύο μέρη να κάτσουν στο τραπέζι του διαλόγου και προσφέρονται να παίξουν ρόλο μεσολαβητή. Υπέρ του διαλόγου τάσσονται επισήμως και η Ελλάδα και η Τουρκία.
Διαφωνούν όμως ως προς το εύρος του. Οι κυβερνήσεις της γειτονικής χώρας και στο παρελθόν και σήμερα τον θέλουν εφ’ όλης της ύλης. Οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και στο παρελθόν και σήμερα αποδέχονται μόνο μία διαφορά, αυτήν της υφαλοκρηπίδας και της οριοθέτησης της ΑΟΖ. Ισχυριζόμαστε μάλιστα ότι αυτή είναι η στρατηγική που υπηρέτησαν όλες οι κυβερνήσεις της χώρας και κυρίως αυτές του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Ωστόσο, ο «πάπας του εγχώριου αστισμού» δεν ήταν τόσο αυστηρά προσκολλημένος στη συγκεκριμένη γραμμή, αφού με τον Μπουλέντ Ετζεβίτ και τους Αμερικανούς συζητούσε και άλλα θέματα που έθεταν οι Τούρκοι στις επίσημες και ημιεπίσημες επαφές. Οπως προκύπτει από την ανάγνωση των αρχείων Καραμανλή, όταν ο Ετζεβίτ το 1975 έθεσε θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, ο Καραμανλής απάντησε ως εξής: «Ο ισχυρισμός ότι παρέβημεν διεθνείς συμφωνίες μερικώς είναι μόνο αληθής.
Γιατί τα πρακτικά της υποεπιτροπής που ασχολήθηκε με την υπόθεση στην Λωζάννη υποδείκνυαν ότι, αν και η αποστρατιωτικοποίησις των νήσων έχει γίνει αποδεκτή, η εφαρμογή του όρου αυτού δεν θα αποστερούσε αμύνης στα νησιά, εις περίπτωσιν απειλής.
Το θέμα αυτό μπορεί να διευθετηθεί κατά τρόπο καλύπτοντα τις απαιτήσεις ασφαλείας αμφοτέρων των χωρών όταν αρθεί η απειλή». Μερικά χρόνια αργότερα τον Αύγουστο του 1979, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Ρόμπερτ Μακλόσκι ρώτησε την κυβέρνηση Καραμανλή αν «η Ελλάς θα παρητείτο της επεκτάσεως των χωρικών της υδάτων σε 12 μίλια εάν η Τουρκία απεδέχετο την υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης». Ελαβε την ακόλουθη απάντηση: «Ο κ. πρωθυπουργός απάντησε αρνητικώς και εξήγησε ότι το θέμα των χωρικών υδάτων θα μπορούσε να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια της συνολικής ρυθμίσεως των προβλημάτων του Αιγαίου».
● Διάλογος. Μια μαγική λέξη με θετικό φορτίο, αν και εδώ και στη γείτονα αρκετοί πολιτικοί και δημοσιολόγοι πιστεύουν ότι είναι έγκλημα καθοσιώσεως και ηττοπαθής επιλογή. Αυτοί «δεν επιθυμούν την ειρήνη, αλλά να έχουν πλεονέκτημα στον πόλεμο» (Φ. Σαβατέρ). Οι δικοί μας ονειρεύονται πώς «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ’ναι», οι όμοιοι τους στην απέναντι πλευρά φαντασιώνονται την επανίδρυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ανάγωγα
Τελικώς το «μαξιλάρι» υπάρχει. Τελικώς είναι τόσο παχύ όσο έλεγαν οι προηγούμενοι, οι… ολετήρες. Τελικώς θα χρησιμοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση. Τελικώς οι άριστοι, οι νόμιμοι ιδιοκτήτες της χώρας, δεν βρήκαν άδεια ταμεία, καμένη γη, ρημαγμένη χώρα. Τελικώς το ψέμα έχει κοντά ποδάρια!