Γράφει ο Τάσος Παππάς
Η Ελλάδα πρέπει να κάνει διάλογο με την Τουρκία; Ναι, λένε ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών, τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης. Τι είδους διάλογο; Εφ’ όλης της ύλης όπως ζητάει η Τουρκία και πιέζουν οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και ο αμερικανικός παράγοντας; Οχι, απαντούν η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση, που θέλουν διάλογο μόνο για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. «Κανένα διάλογο με τους πειρατές» φωνάζει ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς.
Τη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι «η Ελλάδα διαλέγεται με τους γείτονές της» θύμισε η αδερφή του πρωθυπουργού και πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη. Από τη στιγμή που ο πρωθυπουργός απορρίπτει με καχεκτικά επιχειρήματα τη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών για να συζητηθεί το θέμα και να σχεδιαστεί μια εθνική στρατηγική, το βάρος των αποφάσεων πέφτει στην κυβέρνηση. Υπάρχει συναντίληψη στο εσωτερικό της παράταξης; Σε καμία περίπτωση. Οι διαφορές είναι μεγάλες. Από ορισμένες παρεμβάσεις του πρωθυπουργού και στο εξωτερικό και στην Ελλάδα προκύπτει ότι ο ίδιος δεν θα είχε αντίρρηση να πάει σε διάλογο με τον Ερντογάν χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Επικρίθηκε για αυτές και από στελέχη του κόμματός του και από την αντιπολίτευση, η οποία επισήμανε την αντίφαση ανάμεσα στα λόγια και στις πράξεις. Μαζεύτηκε.
Η δεξιά πτέρυγα της Δεξιάς θεωρεί, και το δηλώνει με κάθε ευκαιρία, ότι ο διάλογος με την Τουρκία για όλα τα ζητήματα είναι θανάσιμη παγίδα την οποία η χώρα μας πρέπει να αποφύγει πάση θυσία. Κατηγορεί για ηττοπαθή στάση όσους έχουν διαφορετική προσέγγιση και απειλεί ότι θα αντιδράσει δυναμικά αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Η επιρροή της και στην κυβέρνηση και στο κόμμα και στο ευρύτερο ακροατήριο δεν είναι αμελητέα. Στο Μακεδονικό κατάφερε να σύρει τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε μια ακραία θέση, με την οποία διαφωνούσε όπως υποστηρίζουν όσοι τον ξέρουν από παλιά. Υποχρεώθηκε όμως να ακολουθήσει την απορριπτική γραμμή γιατί πάνω απ’ όλα έβαζε την πρωθυπουργία. Κλασικός οπορτουνισμός.
Η λεγόμενη φιλελεύθερη πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας δεν θα είχε πρόβλημα για διάλογο εφ’ όλης της ύλης, αποφεύγει όμως να μιλήσει για να μη δώσει αφορμές για εσωκομματικές αναταράξεις και προτιμά να ασχολείται με το ξεθεμελίωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, κάνοντας τα χατίρια του ΣΕΒ και των κομπραδόρων. Μόνον η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη αρθρώνει δημόσια διαφορετικό λόγο.
Ο πρωθυπουργός προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες. Δύσκολη υπόθεση. Ακόμη και οι δεξιοτέχνες της κωλοτούμπας θα δυσκολεύονταν. Δεν τον τρομάζουν οι κωλοτούμπες, φοβάται το πολιτικό κόστος. Το φάντασμα του 1993 (ανατροπή του πατέρα του από τον Αντ. Σαμαρά) δεν τον αφήνει να ησυχάσει. Η λιγοψυχία του είναι η αιτία για τις κραυγαλέες αντιφάσεις. Ζητάει από τους εταίρους μας να επιβάλουν κυρώσεις στην Τουρκία, αλλά δηλώνει ότι οι κυρώσεις δεν είναι αυτοσκοπός. Διαδίδει urbi et orbi ότι είναι προβλέψιμος, αλλά προβληματίζεται όταν οι Ευρωπαίοι ηγέτες τον αντιμετωπίζουν ως προβλέψιμο.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, που θα μπορούσε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και να αναλάβει πρωτοβουλίες προσφέροντας στήριξη σε πολιτικές που θα εκτονώνουν την ένταση με την Τουρκία, δίνει την εντύπωση ότι θέλει να εκδικηθεί τον κ. Μητσοτάκη για όσα τράβηξε απ’ αυτόν, το κόμμα του και το σύστημα στο Μακεδονικό. Ανθρώπινο είναι. Η μνησικακία αντέχει περισσότερο από τα ιδανικά. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο επίτιμος αρχηγός του ΓΕΝ αντιναύαρχος Αντώνης Αντωνιάδης, «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, όσο οδυνηρό κι ας μας φαίνεται, ότι μόνο ο διμερής ανοιχτόμυαλος διάλογος έχει κάποιες πιθανότητες να δώσει λύσεις που θα μας απαλλάξουν κάποτε από την αιώνια, ανούσια και δυσβάσταχτα δαπανηρή αντιπαράθεση στην περιοχή μας» («Η Εφημερίδα των Συντακτών» 14-12-2020).
Ανάγωγα
«Κύριε Μητσοτάκη, λεφτά υπάρχουν. Το πρόβλημα είναι άλλο. Πού τα πάτε;» ρώτησε ο Γιώργος Παπανδρέου μιλώντας στη Βουλή για τον προϋπολογισμό. Είναι η φράση που τον καταδιώκει από τότε που την είπε ως πρωθυπουργός. Οι πολιτικοί αντίπαλοί του για να τον πλήξουν την απέσπασαν από την ομιλία του και άφησαν έξω τα πριν και τα μετά. Και έμεινε έτσι κολοβή να τον στοιχειώνει. Αλήθεια, δεν ξέρει ο κ. Παπανδρέου πού θα πάνε τα λεφτά; Μα σε αγαθοεργίες υπέρ της…ταλαίπωρης ολιγαρχίας που τα βγάζει πέρα αγκομαχώντας.