Εισήγηση του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, στην ανοιχτή συνέλευση στη Στέγη Ποντιακού Ελληνισμού στην Κοζάνη, στο πλαίσιο του δημοκρατικού καλέσματος για ένταξη στον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία
Σε αυτές τις εκδηλώσεις που έχουν ξεκινήσει και με δική μου παρουσία αλλά και όλων των στελεχών του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ και της Προοδευτικής Συμμαχίας, δεν θέλουμε απλά να παίρνουμε τον λόγο εμείς να μιλάμε και οι πολίτες που μας ακούνε να χειροκροτούν. Θέλουμε να δώσουμε το λόγο σε εσάς. Θα να ακούσουμε, να συζητήσουμε και πολλές φορές να ακούσουμε και την κριτική, να ακούσουμε τις γνώμες και τις έγνοιες σας, τις αγωνίες σας, διότι στόχο έχουμε να δημιουργήσουμε μαζί τις προϋποθέσεις ενίσχυσης της προοδευτικής και δημοκρατικής παράταξης αλλά και μιας νέας σχέσης του πολίτη με την πολιτική.
Είμαι πολύ ευτυχής που συναντώ τους ανθρώπους σε όλη την Ελλάδα και τους λέω ότι ήρθα να σας ακούσω και όχι να ζητήσω την ψήφο σας. Είναι σπάνιο πράγμα στην Ελλάδα να βλέπει κανείς τους πολιτικούς να μην πηγαίνουν λίγο πριν τις εκλογές για να μιλήσουν με τους πολίτες. Εμείς όμως ξεκινάμε μετά τις εκλογές και όχι πριν τις εκλογές. Και έχουμε έναν πολύ φιλόδοξο στόχο.
Έχουμε αποφασίσει να ακολουθήσουμε ένα δύσκολο δρόμο. Τον λέω δύσκολο γιατί γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι στην εποχή μας υπάρχει μια κρίση στη σχέση των πολιτών με το πολιτικό σύστημα και με τα κόμματα. Εμείς όμως ακολουθούμε τον δύσκολο δρόμο, όχι απλά να ανοίξουμε μια λίστα μελών και να εγγράφουμε μέλη, τα οποία θα έρχονται μια φορά κάθε 4 χρόνια για να ψηφίζουν, αλλά τον δύσκολο δρόμο να χτίσουμε μαζί μια νέα σχέση του οργανωμένου μέλους με την πολιτική. Διότι θέλουμε τα μέλη της παράταξής μας, του κόμματός μας, να είναι και συμμέτοχοι στις μεγάλες αποφάσεις που θα πάρουμε για το μέλλον του τόπου μας. Να είναι συμμέτοχοι στις προγραμματικές μας αναζητήσεις. Δεν μας απασχολεί το πώς θα γυρίσουμε στις καρέκλες της εξουσίας γιατί εμείς δεν γεννηθήκαμε σε αυτές και δεν μας έπιασε στερητικό σύνδρομο όπως αυτούς που 4,5 χρόνια τους έλειψαν και οι καρέκλες της εξουσίας και η δυνατότητα να εξουσιάζουν. Εμείς θέλουμε να ξαναγυρίσουμε –και θα ξαναγυρίσουμε– για να βάλουμε ένα λιθαράκι για να πάει το τόπος μας πιο μπροστά. Και για να μπορέσουμε να βάλουμε ένα λιθαράκι πρέπει από τώρα να δουλέψουμε. Και από τώρα να αντιμετωπίσουμε τα σύνθετα προβλήματα, για να ψάξουμε μαζί να βρούμε απαντήσεις σε αυτά.
Ο στόχος αυτής της μεγάλης προσπάθειας είναι να ακολουθήσουμε, όπως είπα πριν, τον δύσκολο δρόμο, ανασυγκροτώντας και διευρύνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ και την Προοδευτική Συμμαχία μαζί με τους προοδευτικούς και δημοκρατικούς πολίτες. Να πείσουμε και τους εαυτούς μας –γιατί δεν είναι εύκολο πολλές φορές– ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να είναι ούτε ο πρόεδρός του ούτε τα στελέχη του, αλλά η βάση του, ο κόσμος που τον στήριξε. Να ανοίξουμε αυτή την αδιαμεσολάβηση επαφή με τους πολίτες χωρίς να ζητάμε πιστοποιητικά πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων αλλά να είμαστε ανοιχτοί σε όλους και σε όλες που μας στήριξαν όλο το προηγούμενο διάστημα, ανεξάρτητα την μήτρα και την πολιτική καταγωγή από την οποία προέρχονται.
Ταυτόχρονα θέλουμε να αξιοποιήσουμε τον νέο τρόπο που επικοινωνούν σήμερα οι πολίτες, τις νέες τεχνολογίες. Γι αυτό τον λόγο και ξεκινήσαμε αυτή την προσπάθεια με τον ιντερνετικό ΣΥΡΙΖΑ, το isyriza.gr, δηλαδή θέλουμε να φτιάξουμε μια πλατφόρμα διαδραστικής επικοινωνίας. Σε πρώτη φάση είναι μόνο για την εγγραφή μελών αλλά μέχρι τέλους του χρόνου θα είναι μια πλατφόρμα που κανείς θα μπορεί να ενημερώνεται, να συμμετέχει, να λέει τη γνώμη του, να συντονίζεται, να ψηφίζει για τις αποφάσεις μας, να είναι ένας ουσιαστικός συμμέτοχος.
Αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες λοιπόν, ένας συμμέτοχος στην κομματική ζωή, που θέλουμε αυτή η κομματική ζωή να μην είναι ανιαρή, να μην είναι βαρετή, αλλά να είναι ουσιαστική γιατί θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα της καθημερινότητας σε τοπικό, αλλά και σε κεντρικό επίπεδο. Λέω ότι είναι ένας δύσκολος δρόμος αυτός που επιλέγουμε, διότι είναι ένα στοίχημα και για μένα προσωπικά και για όλους εμάς είναι ένα στοίχημα. Ένα στοίχημα όμως που είμαστε αναγκασμένοι να βάλουμε, διότι όλα τα προηγούμενα χρόνια, είχαμε την βαριά ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας της πιο δύσκολες συνθήκες από την μεταπολίτευση και μετά και αμελήσαμε αυτή την επαφή. Εγώ προσωπικά ήμουν κλεισμένος στα κυβερνητικά κτήρια αντιμετωπίζοντας πράγματι δυσκολες καταστάσεις και παίρνοντας και δύσκολες αποφάσεις. Όμως αυτή η αδιαμεσολάβητη επαφή ήταν ένα έλλειμμα που δεν είχα και δεν είχαμε όλα αυτά τα χρόνια.
Όπως επίσης ένα τεράστιο και απαράδεκτο έλλειμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του 36% και του 32% σε συνθήκες ήττας, η νέα κυβερνώσα αριστερά της εποχής μας, να έχει μια οργανωτική δομή που βρίσκεται εκεί που ήταν όταν είχε 3% στην ελληνική κοινωνία. Είναι λοιπόν καθήκον και απόφασή μας να το αλλάξουμε αυτό και θα το αλλάξουμε δημιουργικά.
Βρίσκομαι σήμερα ενώπιων σας για να προσπαθήσω να σας πείσω να διαδώσετε αυτό το μήνυμα της συμμετοχής, της ένταξης σε μια κοινή προσπάθεια και σε έναν κοινό αγώνα. Και ταυτόχρονα είμαι εδώ για να σας ακούσω και να κουβεντιάσουμε για τα κρίσιμα θέματα της επικαιρότητας.
Ξέρετε, οι εκλογές έγιναν πριν 4 μήνες, όμως οι 4 αυτοί μήνες ήταν αρκετοί για να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είχαμε μια απλή εναλλαγή στη διακυβέρνηση, αλλά είχαμε μια προσπάθεια παλινόρθωσης ενός παλιού πολιτικού συστήματος και ενός παλιού πολιτικού προσωπικού που έχει την ευθύνη για την χρεωκοπία της χώρας. Και που και σήμερα ακολουθεί πολιτικές που είναι πανομοιότυπες με αυτές που μας οδήγησαν στην χρεωκοπία και στην κρίση.
Βρισκόμαστε μπροστά και σε ένα φαινόμενο που είναι απειλητικό για την ίδια την δημοκρατία μας. Και ποιο είναι αυτό; Υπάρχει ένας ασφυκτικός εναγκαλισμός της κοινής γνώμης, μια υπερβολική συσσώρευση δύναμης πυρός στα μεγάλα ΜΜΕ, για να υπερασπίζονται ένα κόμμα, μια κυβέρνηση, μια πολιτική. Δεν υπήρξε ποτέ άλλοτε αυτό από το 1974 και μετά. Και αυτό μπορούμε να το σπάσουμε μονάχα μέσα από τη δράση μας. Μέσα από την ευαισθητοποίηση των προοδευτικών και δημοκρατικών πολιτών. Διότι σήμερα δεν καλούμαστε να υπερασπιστούμε τα αποτελέσματα μιας κυβερνητικής διαχείρισης ή ενός κόμματος, αλλά καλούμαστε όχι μόνο να υπερασπιστούμε λαϊκές και κοινωνικές κατακτήσεις, αλλά και την ίδια την δημοκρατία.
Θέλω λοιπόν να ξεκινήσω λέγοντάς σας ότι μέσα σε 4 μήνες διαπιστώσαμε το πόσο πολύ έλλειπε στο παλιό πολιτικό σύστημα η επαφή με την εξουσία και με την διακυβέρνηση, αλλά και πόσο έτοιμοι ήταν τελικά, όχι στο να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, αλλά στο να καταλάβουν τις κρίσιμες θέσεις της διακυβέρνησης και επειδή δεν χωρούσαν διπλασίασαν και τον αριθμό των μετακλητών και έφτιαξαν και το λεγόμενο επιτελικό κράτος. Κι επειδή για αυτούς ήταν προσβολή να παίρνουν και τα ίδια χρήματα με αυτά που έπαιρναν οι προηγούμενοι διπλασίασαν τους μισθούς. Κι επειδή ήθελαν από την… υπερβολική τους προσήλωση στην αριστεία, να βάλουν κι αυτούς –κατ’ άλλα άριστοι– που δεν είχαν πτυχία, έφτιαξαν τον νόμο έτσι ώστε να μπορούν να καταλαμβάνουν κυβερνητικές θέσεις χωρίς να διαθέτουν πτυχία.
Και μέσα σε λίγες μέρες ταυτόχρονα συνειδητοποιήσαμε πόσο μεγάλα πυροτεχνήματα ήταν οι βασικές προεκλογικές υποσχέσεις. Η στήριξη της μεσαίας τάξης, η αποκατάσταση του νόμου και της τάξης, η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και πόσο μεγάλα πυροτεχνήματα ήταν τελικά όλα σε όσα στήριξαν την προεκλογική τους ρητορική, δηλαδή η Συμφωνία των Πρεσπών, που είδαμε την μεγάλη υποκρισία να διχάζουν τον ελληνικό λαό και μετά να λένε ότι θα την τηρήσουν και θα την τιμήσουν και βέβαια το προσφυγικό. Εκεί όπου βγήκαν και είπαν ότι όλο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καλεί τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και στο γεγονός ότι δεν μπορεί να έχει μια αποτελεσματική διαχείριση. Μέσα σε 4 μήνες κατάφεραν να τα κάνουν θάλασσα.
Επιτρέψτε μου όμως να μείνω στο κομμάτι που αφορά την ουσία της πολιτικής που είναι η οικονομία και τα κοινωνικά δικαιώματα. Η προεκλογική σημαία τους ήταν η στήριξη της μεσαίας τάξης. Τελικά όμως βλέπουμε ότι το μόνο το οποίο έχουν κάνει είναι να διαθέτουν τον προϋπολογισμό, τον οποίο εμείς χτίσαμε το 2019, και τους πόρους που εμείς εξασφαλίσαμε βγαίνοντας από τα μνημόνια, να τρώνε δηλαδή από τα έτοιμα και να μη κατευθύνουν τους πόρους σε αυτό που ονομάζεται μεσαία τάξη, αλλά να τους κατευθύνουν στοχευμένα σε κάποιους λίγους οι οποίοι θα μπορούσαν να τα καταφέρουν και χωρίς την στήριξη αυτή. Όλος ο δημοσιονομικός χώρος του 2019 και του 2020 πηγαίνει μονοδιάστατα στις επιχειρήσεις και όχι στη μεσαία τάξη οριζόντια, όπως εμείς είχαμε αποφασίσει ανακοινώνοντας την μείωση στο 50% της προκαταβολής φόρου αλλά και την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Και λέω ότι πηγαίνει σε λίγους, διότι θα μου πει κανείς «καλό δεν είναι να πέφτει η φορολογία στις επιχειρήσεις;». Καλό είναι, αλλά δυστυχώς με βάση τα στοιχεία μας, τα στοιχεία του ΥΠΟΙΚ, το 80% των επιχειρήσεων έχουν κέρδη ως 5.000-6.000 ευρώ ετησίως. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Άρα όταν μειώνεις 5 μονάδες τη φορολογία τους, αυτοί που κερδίζουν περισσότερα δεν είναι το 80% που έχει κέρδη εως 6000 ευρώ αλλά αυτοί οι λίγοι που βρίσκονται στο 5, στο 6 στο 7% που έχουν μια τεράστια κερδοφορία. Επίσης αντί να δούμε ελαφρύνσεις στη μεσαία τάξη είδαμε επιβαρύνσεις με την αλλαγή της τιμολογιακής πολιτικής στη ΔΕΗ την οποία πρώτα απαξίωσαν και μετά έσπευσαν να δώσουν τη λύση ως από μηχανής θεοί, μετακυλίωντας το βάρος στους καταναλωτές – έτσι ξέραμε και εμείς να λύσουμε τα προβλήματα- 500 εκατ. ευρώ θα χρεωθούν οι καταναλωτές. Που σημαίνει 100 ευρώ ετησίως στη μέση οικογένεια, αλλά και 15-17% αύξηση των τιμολογίων για τις επιχειρήσεις.
Νομίζω όμως ότι οι πιο σημαντική αλλαγή είναι αυτή που αφορά τις εργασιακές σχέσεις. Είναι το ξήλωμα όλων των κατακτήσεων που με πολύ μεγάλη δυσκολία τα χρόνια της σύγκρουσης μας με την τρόικα και κυρίως μετά το τέλος των μνημονίων καταφέραμε, για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, αλλά κυρίως για μια πολιτική πίεσης ώστε να εφαρμοστεί η νομιμότητα, να εφαρμοστεί η εργασιακή νομοθεσία. Και όλα αυτά ξηλώθηκαν σε λίγους μόνο μήνες, σε λίγες ημέρες, από τα πρώτα κιόλας νομοσχέδια. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, η επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων, η υποχρέωση των εργοδοτών όταν απολύουν να έχουν αιτιολογημένη απόλυση.
Όλα αυτά οδήγησαν σε ένα αποτέλεσμα το οποίο το είδαμε όταν καταγράφηκαν τα ποσοστά από την ΕΡΓΑΝΗ για τις προσλήψεις και τις απολύσεις τον μήνα Οκτώβριο, όπου δυστυχώς σταματήσαμε να καταγράφουμε θετικά ρεκόρ όπως καταγράφαμε από το 2016 και μετά και τώρα έχουμε αρνητικό ρεκόρ όχι της 4ετίας, της 18ετίας. Διότι ο Οκτώβριος ήταν ο μήνας με τις περισσότερες απολύσεις έναντι των προσλήψεων τα τελευταία 18 χρόνια. 126 χιλιάδες περισσότερες απολύσεις απ’ ότι οι προσλήψεις.
Ταυτόχρονα σε ότι αφορά τις προσλήψεις αλλάζει το ισοζύγιο και η αντιστοιχία ανάμεσα στην πλήρη και στην μερική απασχόληση. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει. Πρέπει να μας προβληματίσει γιατί έχουμε την εμπειρία για το τι σημαίνει δίκαιη ανάπτυξη και τι σημαίνει ανάπτυξη για λίγους. Έχουμε την εμπειρία για το πώς ενώ είχαμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης στις αρχές του 2000 όταν φτιάχναμε ολυμπιάδες, δεν υπήρξε κανένα απόθεμα για τις δύσκολες στιγμές της κρίσης, αλλά και καμία στήριξη της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και είχαμε και την εμπειρία, των θετικών ρυθμών ανάπτυξης στη δική μας περίοδο που περάσαμε από μια περίοδο βαθειάς ύφεσης, που χάσαμε το 25% του ΑΕΠ, σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, μικρούς μεν, αλλά με προτεραιότητα να στηριχθούν οι πιο αδύναμοι. Με προτεραιότητα την κοινωνική δικαιοσύνη, τη γεωγραφική δικαιοσύνη. Θέλω να πω, χάριν και στις προσπάθειες τις άοκνες του πρώην περιφερειάρχη σας, θεωρώ ότι ένα από τα σημαντικότερα θετικά της δικιάς μας κυβέρνησης ήταν ότι στηρίξαμε τις Περιφέρειες που ήταν η πιο αδύναμες. Εδώ στη Δ. Μακεδονία έγινε ένα πάρα πολύ σημαντικό έργο, το οποίο οι πολίτες είναι σε θέση να το αξιολογήσουν. Το θέμα είναι αυτό το έργο να μην μείνει στη μέση.
Βλέπουμε ότι υπάρχει και εκδικητικότητα απέναντι στις επιλογές της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά και σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, ιδιαίτερα απέναντι στους νέους ανθρώπους. Πως αλλιώς μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει το γεγονός ότι αποφάσισαν, την πιο σημαντική κατά τη γνώμη μου, μεταρρύθμιση που κάναμε – και δεν το λέω επειδή είναι σήμερα μαζί μας ο Κώστας ο Γαβρόγλου , αλλά ήταν μια από τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις – η αναμόρφωση του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου φοιτητή, το μεγάλο θέμα ήταν ότι δεν μπορούσαμε να βρούμε ένα modus vivendi, ανάμεσα στους αποφοίτους των ΚΑΤΕΕ και των ΤΕΙ αργότερα με τους αποφοίτους των ΑΕΙ.
Στήνονταν παντού σχολές και πολλές φορές εξυπηρετούσαν τα τοπικά κριτήρια και τις τοπικές χάρες σε πολιτευτές και όχι το πραγματικό γνωστικό αντικείμενο που πρέπει να θεραπευτεί. Καταλήξαμε χωρίς να ανοίξει μύτη, με απόλυτη συναίνεση στην αναμόρφωση όλου του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και δεν υπάρχουν πια ΤΕΙ. Υπάρχουν παντού ΑΕΙ και σχολές υψηλής ποιότητας παροχής εκπαίδευσης. Και έρχεται η νέα κυβέρνηση χωρίς να δώσει καμία εξήγηση και λέει ότι 37 Σχολές θα ανασταλεί η λειτουργία τους. πολλές από αυτές τις Σχολές αφορούν και τη Δ. Μακεδονία και τη Κοζάνη και τη Φλώρινα και τα Γρεβενά.
Το Πανεπιστήμιο Δ. Μακεδονίας, στα χρόνια μας είδε πραγματικά να εξαπλώνεται να δυναμώνει. Από τις 4 Σχολές πήγε στις 7, στα 28 Τμήματα. Ένα Πανεπιστήμιο που πιστεύουμε ότι είναι ισχυρό και παράγει υψηλού επιπέδου γνώση. Σήμερα βλέπουμε ότι με μια απόφαση, στο πόδι, όλα αυτό το έργο πηγαίνει στο καλάθι των αχρήστων. Πάνω από τρεισήμισι χιλιάδες νέοι φοιτητές δεν θα μπουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση τον Σεπτέμβρη του 2020 με την απόφαση αυτή. Το ερώτημα είναι γιατί; Μήπως αυτό αφορά μονάχα στην εκδικητικότητα απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ; Επειδή το έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το επιλέγουν; Αν συνδυάσουμε αυτή την απόφαση σε σχέση με την κατ΄ εξακολούθηση δυσφήμιση και κατασυκοφάντηση των δημόσιων Πανεπιστημίων στη χώρα μας και το συνδυάσουμε και με αυτά τα γεγονότα που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες στους τηλεοπτικούς δέκτες, όπου ο μέσος τηλεθεατής έχει την εντύπωση ότι στα πανεπιστήμια μας δεν κάνουν μαθήματα, αλλά παρασκευάζουν μολότοφ. Είναι άντρα ανομίας. Αυτά λένε. Δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Πράγματι υπάρχουν φαινόμενα περιθωριακά, μεμονωμένα σε κάποιες σχολές στο κέντρο της Αθήνας που πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Αλλά δεν μπορούν να δυσφημίζουν τόσο συστηματικά και μεθοδευμένα το δημόσιο Πανεπιστήμιο και την ίδια ώρα να κλείνουν Σχολές. Εγώ θα πω ότι ο στόχος τους δεν είναι μονάχα να εκδικηθούν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά να δημιουργήσουν χώρο στα ιδιωτικά Κολλέγια. Αυτός είναι ο στόχος τους και για αυτό είναι απολύτως αναξιόπιστοι όταν μας κάνανε κριτική στη Βουλή γιατί εμείς δεν υιοθετούμε την άποψη να ιδρυθούν ιδιωτικά Πανεπιστήμια και άρα αφήνουμε τον δρόμο ανοικτό να φεύγουν τα παιδιά μας και να σπουδάζουν στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή που μας έκαναν αυτή την κριτική, κλείνουν 37 δημόσιες Σχολές, δημόσια Τμήματα ΑΕΙ και στερούν σε πάνω από τρεισήμισι χιλιάδες νέους τη δυνατότητα να εισαχθούν τον Σεπτέμβρη του 2020. Γιατί προφανώς θέλουν να δημιουργήσουν πελατεία για ιδιωτικά συμφέροντα και στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Σε αυτό το κλίμα που διαμορφώνεται σιγά-σιγά, θέλω να προσθέσω και μια βαθιά νεοσυντηρική αντίληψη για κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την κοινωνική μας ζωή. Ξεκινώντας από την διαχείριση του προσφυγικού μέχρι ζητήματα που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα. Το προσφυγικό είναι τεράστιο ζήτημα και θα πρέπει κανείς να το αντιμετωπίσει με σοβαρότητα. Όχι να χαϊδεύει αυτιά για μικροκομματική σκοπιμότητα. Και προφανώς δεν δημιούργησε το προσφυγικό ο ΣΥΡΙΖΑ ή η κυρία Τασία, που μας λέγανε ότι καλεί τους μετανάστες στην Ελλάδα. Όταν ήρθαν αυτοί, τότε ανακάλυψαν ότι είναι γεωπολιτικό το πρόβλημα. Στο μόνο θέμα που δεν τους αφήσαμε, στρωμένη την υπόθεση, γιατί στην οικονομία είναι όλα στρωμένα. Μας λέγανε ότι έχουμε 4ο μνημόνιο και τώρα από το 4ο μνημόνιο κάνουν παροχές. Το μόνο θέμα, γιατί δεν μπορούσαμε να το έχουμε στρωμένο γιατί είναι μια διαρκής πληγή όσο η χώρα μας είναι χώρα της πρώτης γραμμής υποδοχής. Το μόνο θέμα, αποδείξανε ότι και τα κάνανε θάλασσα στη διαχείριση του, καταργήσανε το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής. Αν είναι δυνατόν.
Η Ελλάδα που έχει τόσο μεγάλο πρόβλημα, σε ότι αφορά την εισροή στη χώρα προσφύγων και μεταναστών, να καταργείται το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής. Και ακολούθως το πρόβλημα κατά την άποψη μου έχει να κάνει και με την αδυναμία τους και την ανετοιμότητα τους να διαχειριστούν το πρόβλημα. Πρώτα το δώσανε σε έναν διπλωμάτη, τον κ. Κουμουτσάκο, που προφανώς σε άλλο υπουργείο ήθελε να πάει ο άνθρωπος σε άλλο βρέθηκε, χωρίς να ξέρει να διαχειριστεί το πρόβλημα. Μετά το δώσανε στον κ. Χρυσοχοϊδη, στην αρχή έκανε το λάθος να πει την αλήθεια, ότι είχαμε κάνει μια πολύ σοβαρή προσπάθεια όταν επισκέφθηκε τη Μόρια, μετά θυμήθηκε ότι όλα αυτά ήταν στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όταν είδαν ότι αποτυγχάνει και ο Χρυσοχοϊδης το αναθέσανε στον Θεοδωρικάκο, τον υπουργό Εσωτερικών, όταν είδαν ότι και αυτός δεν μπορεί να το διαχειριστεί το αναθέσανε στον υπουργό Άμυνας κ. Παναγιωτόπουλο και στο τέλος τι έχουν κάνει; Έχουν βάλει ένα υφυπουργό να συντονίζει 4 υπουργούς. Τον υφυπουργό Εθνικής Άμυνας. Αλλά δεν είναι μόνο η ανικανότητα και ανετοιμότητα τους να διαχειριστούν το πρόβλημα. Είναι και το γεγονός ότι προεκλογικά χαϊδέψανε συντηρητικά αυτιά και εκθρέψανε τα πιο μισαλλόδοξα αισθήματα προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να αλιεύσουν ψήφους από το συντηρητικό ακροατήριο και σήμερα είναι εγκλωβισμένοι σε αυτή την ακραία ρητορική.
Δεν μπορείς να διαχειριστείς το πρόβλημα όταν σωστά θες να αποσυμφορήσεις τα νησιά και άρα να δημιουργήσεις δομές, όταν ο ίδιος είσαι που την ίδια στιγμή τους χαρακτηρίζεις εισβολείς κι όταν βουλευτές σου ο ένας μετά τον άλλον είναι αυτοί που βγαίνουν και κάνουν δηλώσεις με τον πιο ακραίο και μισαλλόδοξο τρόπο. Αυτοί οι οποίοι σε ακούνε και σε πιστεύουν, αυτοί οι οποίοι σε πίστεψαν προεκλογικά είναι αυτοί που σήμερα σε εμποδίζουν να διαχειριστείς το πρόβλημα.
Κι εγώ θέλω να πω ότι εδώ, πέρα από την κριτική στην κυβέρνηση, πρέπει να μιλήσουμε και για τις αξίες μας. Πώς να το κάνουμε. Η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου ο λαός της χαρακτηρίζεται και για τη φιλοξενία του και για την ανθρωπιά του. Και το 25% του πληθυσμού μας είναι πρόσφυγες, ήρθαν από την Μικρά Ασία, ήρθαν από τον Πόντο, ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη. Στη συλλογική μας συνείδηση έχουμε αυτή την αίσθηση της ανθρωπιάς και της φιλοξενίας και της συμπαράστασης και της αλληλεγγύης στον πιο αδύναμο. Δεν μπορεί λοιπόν σήμερα η χώρα να χαρακτηρίζεται από άναρθρες κραυγές ακραίων και ρατσιστών.
Όμως έλεγα ότι ο νέος συντηρητισμός και οι ακρότητες είναι στοιχείο και της καθημερινότητάς μας. Ακριβώς επειδή δεν μπορούν να διαχειριστούν το προσφυγικό πρόβλημα και να διαχειριστούν τις αντιφάσεις τους στη ρητορική τους και στο ακροατήριο το οποίο έχουν δημιουργήσει όλο το προηγούμενο διάστημα και με το Μακεδονικό και με το προσφυγικό, ακριβώς γι αυτό το λόγο επικεντρώνονται σε μια επικοινωνιακή πολιτική, τους ενδιαφέρει η επικοινωνία και όχι η ουσία και η αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος. Και προκειμένου να στρέψουν τα μάτια των πολιτών και της κοινής γνώμης από την ανικανότητά τους στήνουν επικοινωνιακά σόου στα Εξάρχεια, στις σχολές, ακόμα και σε κινηματογράφους όπου μπαίνουν ένστολοι να βγάλουν ανήλικους από μια κινηματογραφική ταινία η οποία σπάει τα ταμεία, ακόμα και σε κλαμπ όπου πηγαίνουν στους νέους ανθρώπους και τους συμπεριφέρονται λες και είναι τα καρτέλ της κοκαΐνης της Κολομβίας.
Γιατί δεν πάνε όμως να χτυπήσουν τα καρτέλ των ναρκωτικών και της εγκληματικότητας; Γιατί στα Εξάρχεια, αντί να πηγαίνουν να χτυπάνε τα κυκλώματα διακίνησης ναρκωτικών, που τα ξέρουμε και τα ξέρουν κι εμείς χτυπήσαμε δυο φορές και συλλάβαμε γιάφκες για διακίνηση ναρκωτικών, πηγαίνουν και συλλαμβάνουν μωρομάνες, πρόσφυγες και μετανάστες με τα παιδιά τους; Γιατί δεν πάνε να χτυπήσουν τις εγκληματικές οργανώσεις που έχουν την ευθύνη για τη διάδοση των ναρκωτικών, παρά μονάχα πάνε στα κλαμπ να πιάνουν ανήλικα παιδιά;
Τα κάνουν για λόγους επικοινωνίας. Μόνο η επικοινωνία και όχι η ουσία.
Και κλείνω με αυτό. Τις τελευταίες μέρες βλέπουμε ένα έργο το οποίο το έχουμε ξαναδεί. Επαναλαμβάνεται. Ακριβώς επειδή θέλουμε να υπερασπιστούμε τη δημοκρατία και τα δημοκρατικά δικαιώματα και θέλουμε να τα υπερασπιστούμε γιατί σ’ αυτόν τον τόπο υπάρχει μια βαριά ιστορία. Σε λίγες μέρες δεν γιορτάζουμε την αντιπαράθεση μπαχαλάκηδων-αστυνομίας έξω από το Πολυτεχνείο. Σε λίγες μέρες γιορτάζουμε την εξέγερση της νεολαίας απέναντι στην ξενοκίνητη δικτατορία, το 1973. Ακριβώς λοιπόν επειδή σ’ αυτόν τον τόπο υπάρχει μια βαριά ιστορία, θέλουμε να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των νέων ανθρώπων, ακόμα κι αν είναι μειοψηφία, να διακινούν τις απόψεις και τις θέσεις τους. Όχι το δικαίωμα στο μπάχαλο. Είμαστε καθαροί απέναντι σ’ αυτό. Όπου υπάρχουν τέτοιες εστίες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σύμφωνα με το νόμο. Και δεν χρειαζόταν να αλλάξει ο νόμος για το άσυλο για να γίνουν αυτά. Μπορούσαν να γίνουν και με τον προηγούμενο νόμο. Όπου υπάρχει εγκληματική δραστηριότητα μέσα στα Πανεπιστήμια μπορούσε και έπρεπε να επεμβαίνει ο νόμος και να αποκαθίσταται η τάξη. Όμως απέναντι στη διακίνηση των ιδεών, απέναντι στα νέα παιδιά που χωρίς κουκούλες αλλά με τα σώματά τους και με τα τραγούδια τους βγαίνουν να υπερασπιστούν τις ιδέες τους, δεν θα ανεχθούμε αυτή την εικόνα. Την εικόνα να βρίσκονται αντιμέτωποι στις δυνάμεις καταστολής, να τους ξυλοφορτώνουν, να τους ποτίζουν χημικά και την άλλη μέρα να πηγαίνουν στα σπίτια τους για να τους συλλαμβάνουν. Αυτές είναι εικόνες που είναι βγαλμένες από τη δεκαετία του ΄50 και του μετεμφυλιακού κράτους. Δεν είναι για την Ελλάδα του 2019.
Ακριβώς λοιπόν επειδή εμείς ξέρουμε ότι θα υπερασπιστούμε τη δημοκρατία και θα έχουμε ένα βαρύ καθήκον ως δημοκρατική παράταξη στον τόπο μας, κι όπως έλεγε και ο αείμνηστος Ηλίας Ηλιού, θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα όσα πραξικοπήματα κι αν κάνουν στη Βουλή, ακριβώς γι αυτό το λόγο θέλουν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι είμαστε, λέει, με τους μπαχαλάκηδες.
Κοιτάξτε. Είναι προφανές ότι εμείς είμαστε με το δίκιο και με τη δημοκρατία. Αυτοί όμως που τόσο πολύ θέλουν να αποκαταστήσουν τη νομιμότητα, ένα ερώτημα έχω. Γιατί την εξαντλούν αυτή τη νομιμότητα απέναντι στα ανυπεράσπιστα παιδιά 17 και 18 ετών και δεν πάνε να την εφαρμόσουν αυτή τη νομιμότητα και απέναντι στους εγκληματίες του λευκού κολάρου, απέναντι σε αυτούς που λήστεψαν το δημόσιο ταμείο, απέναντι στους τραπεζίτες που τους δίνουν σήμερα ασυλία και απέναντι στο διεφθαρμένο πολιτικό προσωπικό που θέλουν να το βγάλουν λάδι με την παραγραφή των αδικημάτων τους.
Γιατί, γιατί άραγε δεν ψηφίζουν την ερμηνευτική δήλωση που εμείς έχουμε βάλει στο άρθρο 86 του Συντάγματος στη συνταγματική αναθεώρηση, που λέει το πολύ απλό, ότι η δωροδοκία πολιτικών δεν εμπίπτει στα καθήκοντα των υπουργών, δεν είναι στα καθήκοντα του υπουργού να χρηματίζεται και άρα δεν μπορεί να υπάρχει αποσβεστική προθεσμία, παραγραφή δηλαδή για τη δωροδοκία, ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι είναι σε ισχύ το άρθρο 86. Γιατί δεν το δέχονται αυτό; Και γιατί προχωρούν σ’ αυτή τη νομοθετική ρύθμιση που δίνει ασυλία στα τραπεζικά στελέχη για εγκληματικές δραστηριότητες; Αυτοί δεν είναι μπαχαλάκηδες της ευταξίας και της νομιμότητας; Γιατί δίνουν ασυλία σ’ αυτούς που έβαλαν την υπογραφή τους στα θαλασσοδάνεια στα κόμματα, στα ΜΜΕ και στις επιχειρήσεις που έπαιρναν δανεικά και αγύριστα. Έτσι χρεοκόπησε η χώρα. Όμως βλέπουμε ότι αυτό που τους ενδιαφέρει είναι ότι αξιοποιώντας, μια πρόσκαιρη θα πω εγώ, κοινοβουλευτική πλειοψηφία, να ξεμπερδέψουν και να καθαρίσουν με όλα τα χρέη και όλες τις ανοιχτές πληγές της προηγούμενης 30ετίας.
Λοιπόν σήμερα είμαστε εμείς εδώ για να ενώσουμε τη φωνή μας με τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς πολίτες και να τους δώσουμε ένα μήνυμα. Σεβόμαστε το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά θα δουλέψουμε σκληρά το επόμενο διάστημα για να δημιουργήσουμε μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία η οποία θα έχει σαν στόχο και να αποκαταστήσει τις μεγάλες πληγές στην οικονομία και να αποκαταστήσει τις κοινωνικές κατακτήσεις που σήμερα απειλούνται αλλά και να αποκαταστήσει τις μεγάλες πληγές στη δημοκρατία. Και θα έρθει εκείνη η ώρα, δεν θα έρθουμε με όρους εκδικητικότητας, αλλά θα έρθουμε με όρους συνέπειας, σοβαρότητας και ετοιμότητας να πάρουμε τα ηνία του τόπου ξανά στα χέρια μας για να προχωρήσουμε την Ελλάδα μπροστά, στην επόμενη δεκαετία, όπου χρειάζονται οι μεγάλες προοδευτικές και δημοκρατικές τομές για να οδηγήσουμε τη χώρα στην κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της προόδου.
Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις θέλω για άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω και να σας πω ότι θέλω να σας ακούσω. Εγώ, επειδή θα μείνω σήμερα εδώ, έχω πολύ χρόνο, δεν θα φύγω σήμερα από την Κοζάνη. Θέλω να σας ακούσω και να μου δώσετε τη δυνατότητα να ξαναπάρω στο τέλος το λόγο για να τοποθετηθώ, να σχολιάσω κάποιες από τις παρεμβάσεις σας ή στα ερωτήματά σας.
Σας ευχαριστώ θερμά.