Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα
στη συζήτηση και ψήφιση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων «Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις». (Βουλή των Ελλήνων
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Μιας και καλούμαι να μιλήσω σε ένα βήμα φρεσκοψεκασμένο με αντισηπτικό, να πω ότι πριν από λίγο, πριν έρθω στην αίθουσα, με ενημέρωσαν οι συνεργάτες μου ότι είχαμε ένα ανησυχητικό κρούσμα σε δημοτικό σχολείο στην Ξάνθη, όπου ένας εκπαιδευτικός, μάλλον καθηγητής αγγλικών που διδάσκει σε τέσσερα διαφορετικά δημοτικά σχολεία στην περιοχή, σύμφωνα με πληροφορίες, βρέθηκε θετικός στον κορωνοϊό έπειτα από τεστ που έκανε σε ιδιωτικό εργαστήριο της Ξάνθης την Τρίτη το απόγευμα. Κλείνουν για 10 μέρες πέντε δημοτικά σχολεία και μπαίνουν σε καραντίνα 80 εκπαιδευτικοί.
Δεν το λέω αυτό με καμία πρόθεση να κουνήσω το δάχτυλο ή με χαιρεκακία, να πω ότι εμείς τα λέγαμε. Εδώ αντιμετωπίζουμε από κοινού πράγματι μια υπόθεση πρωτόγνωρη, δύσκολη. Και συμμερίζομαι πολλές από τις απόψεις που κατατέθηκαν –θα πω και στην ομιλία μου- σε σχέση με τη σημασία και την αξία της δια ζώσης εκπαιδευτικής διαδικασίας και της κοινωνικοποίησης των παιδιών και της καταπολέμησης των ανισοτήτων στη μαθησιακή διαδικασία. Ωστόσο, κυρία υπουργέ, μια και είστε στην αίθουσα, δεν μπορώ να μην τονίσω εκ νέου τη δική μας αίσθηση, την καταθέσαμε έγκαιρα, ότι ιδίως για τα δημοτικά σχολεία, που άνοιξαν ουσιαστικά για 10 μέρες μαθησιακής διαδικασίας, αυτό ήταν και παραμένει ένα αχρείαστο ρίσκο.
Η βιασύνη για την επιστροφή σε μια επίπλαστη κανονικότητα, δεν είναι κανονικότητα αυτό που ζούμε, είναι μια νέα πραγματικότητα με την οποία όλοι πρέπει να συμβιώσουμε. Αυτή η βιασύνη ελπίζω να έχετε συνειδητοποιήσει ότι μας οδήγησε σε ένα αχρείαστο ρίσκο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα δημοτικά σχολεία, που δεν μπορεί να πει κανείς ότι 10 μέρες μαθημάτων θα αντιμετώπιζαν το πρόβλημα, το πραγματικό πρόβλημα της παύσης των μαθημάτων, μάλλον της αλλαγής του τρόπου διδασκαλίας από τον Μάρτιο μήνα ως σήμερα.
Ας ευχηθώ κι εγώ κι όλοι μας βεβαίως αυτό να είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό και να μην έχουμε συνέχεια και σε άλλα τέτοια περιστατικά.
Έρχομαι τώρα στη βασική μου τοποθέτηση. Και θα μου επιτρέψετε, πριν μιλήσω για το νομοσχέδιο, άκουσα τον πρωθυπουργό σήμερα.. Δεν είναι ότι σνομπάρω τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, ο τελευταίος είμαι που το κάνω αυτό. Συνήθως κυνηγώ τις διαδικασίες αυτές και την κατ’ ιδίαν αντιπαράθεση με τον κ. Μητσοτάκη. Θα έχω την ευκαιρία να το κάνω αυτό άλλωστε μεθαύριο στην επίκαιρη ερώτηση που έχω καταθέσει. Είχα μια ανειλημμένη υποχρέωση προγραμματισμένη, γι αυτό δεν ήμουν εδώ.
Ξεκίνησε την ομιλία του όμως και ο κ.Μητσοτάκης, κι εγώ θέλω να πω δυο λόγια, για τη συμφωνία οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ιταλία., που υπεγράφη χθες.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η συμφωνία αυτή βασίζεται σε συμβιβασμούς, όπως άλλωστε και κάθε συμφωνία, Βασίζεται σε συμβιβασμούς τόσο σε σχέση με το ποσοστό επήρειας των νησιών μας όσο και σε σχέση με την παραχώρηση αλιευτικών δικαιωμάτων στην Ιταλία.
Ωστόσο αν αυτοί οι συμβιβασμοί, κι εμείς είχαμε μια δεύτερη σκέψη και δεν προχωρήσαμε σ’ αυτούς τους συμβιβασμούς πριν από δύο χρόνια, σήμερα αυτοί οι συμβιβασμοί πιστεύω ότι μπορούν να γίνουν αποδεκτοί και η συμφωνία αυτή να είναι μια θετική συμφωνία, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα ενταχθεί σε μια συνολικότερη εθνική στρατηγική.
Και γιατί πριν από δύο χρόνια δεν τολμήσαμε αυτούς τους συμβιβασμούς, όντας στην κυβέρνηση και σήμερα τους αποδεχόμαστε όντας στην αντιπολίτευση; Όχι μόνο διότι εμείς πριν από δύο χρόνια είχαμε μια αντιπολίτευση που στα εθνικά θέματα δεν είχε καμία σχέση μ’ αυτό που σήμερα και συνήθως θα έλεγα η προοδευτική παράταξη καταθέτει στο δημόσιο λόγο μια αντιπολίτευση κριτικής, αλλά συμβολής στη διαμόρφωση μιας εθνικής γραμμής.
Δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος. Μακάρι το 1/10 από τη θετική χροιά της στάσης που έχουμε εμείς σήμερα στα εθνικά θέματα να είχατε κι εσείς τότε, την περίοδο εκείνη που και στη συμφωνία των Πρεσπών είχατε βγει στα κεραμίδια και σήμερα την έχετε κάνει σημαία, αλλά και όταν ανοίγαμε διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία είχατε βγει στα κεραμίδια –δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει κανένας δίαυλος επικοινωνίας- αλλά και στις συνομιλίες που διεξαγάγαμε με την Αλβανία για την ΑΟΖ. Θυμάμαι τότε ο κ. Κουμουτσάκος στα κεραμίδια και αυτός, αν και πιο λογικός από άλλους.
Δεν ήταν αυτός ο λόγος. Ο βασικός λόγος που δεν επιχειρήσαμε τότε ήταν ότι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στην ανάγκη ως χώρα να αποκτήσουμε μια εθνική στρατηγική απέναντι σε μια διακηρυγμένη στρατηγική από την πλευρά της Τουρκίας. Και αναφέρομαι ιδίως στο τουρκολιβυκό σύμφωνο, σ’ αυτή την παράνομη συμφωνία ανάμεσα στην Τουρκία και στη Λιβύη, ένα μέρος εν πάση περιπτώσει της Λιβύης, γιατί είναι σε σύγκρουση. Κι αυτή η παράνομη συμφωνία μας αναγκάζει να έχουμε μια στρατηγική.
Θεωρώ λοιπόν θετικό βήμα το χθεσινό και προσφέρουμε απλόχερα τη στήριξή μας, χωρίς μιζέρια, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα ενταχθεί σε μια στρατηγική, ενιαία εθνική στρατηγική.
Πρώτον, η συμφωνία αυτή να συνδυαστεί με την εντατικοποίηση της προσπάθειας για συμφωνία ΑΟΖ με την Αίγυπτο, προκειμένου να σπάσει αυτό το παράνομο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, και,
Δεύτερον, να συνδυαστεί με την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, προκειμένου να δοθεί σαφώς το μήνυμα ότι η Ελλάδα αρχίζει να εξασκεί το κυριαρχικό της αυτό δικαίωμα σήμερα στο Ιόνιο, τώρα που έχουμε αυτή τη συμφωνία για την ΑΟΖ με την Ιταλία, και αύριο και στην Κρήτη. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας.
Δεν θέλω να αναφερθώ στα σημερινά θλιβερά γεγονότα και την επιχείρηση Ειρήνη στα ανοιχτά της Λιβύης, όπου για μια ακόμη φορά η Ε.Ε. έδειξε την αδυναμία της.
Το ερώτημα είναι ποια είναι η στάση της ελληνικής κυβέρνησης, εκτός από το να μαζεύει δηλώσεις συμπαράστασης στις συνόδους Κορυφής.
Δεν θέλω να επεκταθώ άλλο. Δεν είναι εδώ και ο πρωθυπουργός για να ανταλλάξουμε σκέψεις γι αυτά τα θέματα. Φρονώ και επαναλαμβάνω ότι είναι έλλειμμα, έλλειμμα εθνικό το ότι δεν υπάρχει διάλογος, είτε δημόσια, είτε κατ’ ιδίαν, είτε σε επίπεδο συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών, είτε και κατ’ ιδίαν τόσο με όλους τους ηγέτες αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όσο πολύ περισσότερο και με εμάς που χειριστήκαμε με εθνική ευθύνη κρίσιμα ζητήματα για 4,5 χρόνια.
Και το μόνο που έχω να καταθέσω είναι ότι αυτός ο διάλογος και η ενημέρωση είναι επιβεβλημένη κι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η Προοδευτική Συμμαχία θα είμαστε εδώ σταθερά, ως πατριωτική δύναμη ευθύνης, να απαιτούμε την επιστροφή της Ελλάδας σε μια σοβαρή στρατηγική για τη χώρα και έτσι θα συνεχίσουμε, ιδιαίτερα στις μέρες που έρχονται, που είναι μέρες κρίσιμες και όλοι έχουμε την ανησυχία που πιστεύω κι ο μέσος πολίτης την έχει.
Έρχομαι τώρα στα του νομοσχεδίου
Είναι δεδομένο, κυρίες και κύριοι της κυβέρνησης, ότι στα θέματα της Παιδείας υπάρχουν μεταξύ μας σοβαρές διαφορές.
Κυρίως όμως υπάρχει μια ουσιαστική διαφορά ανάμεσά μας, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε, στον τρόπο που συζητούμε και θέτουμε τα ζητήματα αυτά στο δημόσιο διάλογο.
Αυτή η διαφορά είναι πάνω και πέρα από τις απόψεις που έχει κάποιος πολίτης που τοποθετείται στην Αριστερά, τη Δεξιά ή στο Κέντρο.
Και ειδικά στα ζητήματα της Παιδείας, αν δεν την βάλουμε στο επίκεντρο της συζήτησης αυτή τη διαφορά, πιστεύω ότι οι πολίτες θα παρακολουθούν μια αντιπαράθεση η οποία θα τους φαντάζει εντελώς άγονη.
Και εξηγούμαι:
Προσπαθείτε επιμελώς όλο αυτό το διάστημα να καλλιεργήσετε μια επίπλαστη εικόνα εκσυγχρονισμού. Ότι έχετε ένα σχέδιο δήθεν εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης.
Ότι δήθεν επιχειρείτε πέρα και έξω από την ιδεολογική σας οπτική να προχωρήσετε σε αλλαγές που ορίζονται από όσα σας υποδεικνύουν οι ειδικοί, οι τεχνοκράτες και η διεθνής εμπειρία.
Και όσοι διαφωνούμε κάθετα με αυτές τις αλλαγές, είμαστε τάχα, στην καλύτερη περίπτωση αναχρονιστές, στη χειρότερη περίπτωση παράλογοι.
Πέραν του γεγονότος ότι η επιστροφή στη διαγωγή κοσμία, στο εξεταστοκεντρικό σχολείο και στις πολυπληθείς αίθουσες διδασκαλίας, μόνο εκσυγχρονισμός δεν είναι, υπάρχει και μια μεγάλη αντίφαση στο αφήγημά σας και στο επιχείρημά σας, ότι τάχα ακολουθείτε τις οδηγίες κάποιων ειδικών και τεχνοκρατών.
Ποια είναι άραγε η γνώμη των ειδικών;
Καταθέσατε ένα νομοσχέδιο εν μέσω της πανδημίας, προφανώς για να προλάβετε αντιδράσεις, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των φορέων της εκπαίδευσης διαφωνεί μ’ αυτό το νομοσχέδιο. Δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ όλοι αυτοί.
Συγκεντρώσατε σχεδόν 15.000 σχόλια στη δημόσια διαβούλευση από εκπαιδευτικούς, γονείς, ακόμα και μαθητές.
Τα λάβατε υπ όψιν σας ;
Προφανώς τα αγνοήσατε.
Οι επίσημες ενώσεις των Δασκάλων, των Καθηγητών και των Γονέων, διατύπωσαν σοβαρότατες ενστάσεις.
Τις λάβατε υπ΄όψιν σας ;
Προφανώς τις αγνοήσατε.
Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής διατύπωσε σοβαρούς προβληματισμούς για σειρά ρυθμίσεων.
Την λάβατε υπ΄ όψιν σας ;
Την αγνοήσατε.
Ποιοι ήταν οι μόνοι που συμφώνησαν με αυτό το νομοσχέδιο;
Οι ιδιοκτήτες ιδιωτικών σχολείων και οι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων.
Σας λέει κάτι αυτό ;
Σε εμάς λέει πολλά.
Άρα, οι ειδικοί που η γνώμη τους έχει βαρύνουσα σημασία σε κάθε περίπτωση, είναι μόνο αυτοί των οποίων η άποψη είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αύξηση των δικών τους κερδών, κατά τη δικής ας αντίληψη.
Έρχομαι στο δεύτερο αγαπημένο σας επιχείρημα.
Μας λέτε διαρκώς ότι δεν έχετε ιδεολογικές αγκυλώσεις.
Μάλιστα.
Κι ότι προτείνετε πράγματα τα οποία είναι λίγο ως πολύ είναι αυτονόητα.
Να σας πω λοιπόν, μερικά αυτονόητα πράγματα που θα έβρισκαν σύμφωνο κάθε Έλληνα πολίτη.
Θα ήθελα λοιπόν να μου επιτρέψετε σήμερα εδώ να σας πω ορισμένα αυτονόητα. Ορισμένα αυτονόητα πράγματα που θα έβρισκαν, πιστεύω, σύμφωνο τον μέσο πολίτη που μας παρακολουθεί.
Είναι αυτονόητο, ότι τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά πρέπει να λειτουργούν με το μικρότερο δυνατό αριθμό μαθητών τόσο για παιδαγωγικούς όσο και για υγειονομικούς λόγους, ιδιαίτερα στις μέρες της πανδημίας;
Είναι.
Τι κάνετε εσείς; Αυξάνετε το όριο από τους 22 στους 25 μαθητές ανά τάξη.
Είναι αυτονόητο ότι εν έτη 2020 η διαγωγή ενός μαθητή δεν πρέπει να έχει καμία θέση στο απολυτήριο του;
Εμείς πιστεύουμε ότι είναι.
Τι κάνετε εσείς; Προτείνετε την επαναφορά της διαγωγής στο απολυτήριο.
Είναι αυτονόητο ότι οι έφηβοι δεν πρέπει να γονατίζουν κάτω από την πίεση των διαρκών εξετάσεων που επιδρούν στην πρόκληση κρίσεων άγχους και καταθλιπτικού συναισθήματος;
Ειδικά σε μια χώρα όπου σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής, αυτό ισχύει για 1 στους 3 εφήβους μέχρι 15 ετών. Είναι λοιπόν το αυτονόητο αυτός
Εμείς λέμε ότι είναι.
Τι κάνετε εσείς: Αυξάνετε τα εξεταζόμενα μαθήματα στο Γυμνάσιο από 4 σε 7.
Είναι αυτονόητο ότι πρέπει το εκπαιδευτικό σύστημα να αποτρέπει τη μαθητική διαρροή;
Είναι.
Τι κάνετε εσείς; Επαναφέρετε την αποτυχημένη Τράπεζα Θεμάτων που εκτίναξε την αποτυχία στις εξετάσεις στο Λύκειο από το 4% στο 23% και οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της μαθητικής διαρροής.
Ποια είναι λοιπόν τα αυτονόητα ;
Με τους ειδικούς της εκπαιδευτικής κοινότητας δεν είστε.
Με τους γονείς δεν είστε.
Με τους μαθητές δεν είστε.
Με τη στοιχειώδη κοινή λογική δεν είστε.
Σε ποια βάση λοιπόν συζητάμε σήμερα;
Πίσω από αυτή την εικόνα ενός δήθεν εκσυγχρονισμού και δήθεν ώριμων και αυτονόητων μεταρρυθμίσεων πιστεύουμε ότι κρύβεται μια αναχρονιστική αντίληψη για την εκπαίδευση, βαθιά συντηρητική που περιστρέφεται γύρω από την έννοια του πειθαναγκασμού.
Μια εξίσου αναχρονιστική αντίληψη κρύβεται και για τη διοίκηση της εκπαίδευσης, που βασίζεται στον επιθεωρητισμό.
Και βεβαίως μια αποτυχημένη και πλέον, ειδικά μετά τη πανδημία, παρωχημένη ιδεολογία για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου, της δημόσιας εκπαίδευσης, που βασίζεται στον νεοφιλελευθερισμό.
Θα τολμούσα να π ότι το σχέδιο σας για την Παιδεία, είναι μια μείξη παρωχημένου ελιτισμού και συντηρητισμού.
Νομοθετείτε για την Παιδεία με το μυαλό σας στις τσέπες των σχολαρχών και στον βούρδουλα των παλιών γυμνασιαρχών.
Όταν όμως νομοθετούμε εδώ, υπάρχει πάντα μια ομάδα, μια κοινωνική ή ηλικιακή κατηγορία συμπολιτών μας που θα επηρεαστεί άμεσα.
Και εδώ πιστεύω ότι δεν μπορείτε να αγνοείτε αυτούς που άμεσα θα επηρεάσει αυτό το νομοσχέδιο, και αναφέρομαι στις νέες και στους νέους της χώρας μας.
Μιας χώρας της οποίας το δημογραφικό πρόβλημα παραμένει οξύτατο.
Μιας χώρας που είδε χιλιάδες νέες και νέους να φεύγουν στο εξωτερικό τα προηγούμενα χρόνια.
Ποιο είναι λοιπόν το μήνυμά σας απέναντι στη νέα γενιά; Ποιο είναι το μήνυμα στις νέες και στους νέους ανθρώπους;
Το μήνυμα είναι, κάντε μάθημα στο δημοτικό ο ένας πάνω στον άλλον και ό,τι καταλάβατε, καταλάβατε.
Το μήνυμα είναι, μονιμοποιείστε τη τηλεκπαίδευση ως διαδικασία εκπαιδευτική ;
Πάρτε κι άλλες εξετάσεις στο Γυμνάσιο για να στρώσετε; Να γίνετε καλύτεροι;
Το μήνυμα είναι, κοιτάξτε να είστε φρόνιμοι, ήσυχοι και κόσμιοι γιατί θα γραφτεί στο απολυτήριο;
Ποιο είναι το μήνυμα στους νέους ανθρώπους;
Πριν από λίγες εβδομάδες βλέπαμε έκπληκτοι στις οθόνες των τηλεοράσεών μας η αστυνομία, τα ΜΑΤ να ξυλοκοπεί νέα παιδιά σε πλατείες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, λαϊκές συνοικίες, την ώρα που δικά σας στελέχη σε άλλες πλατείες, πιο κεντρικές, έκαναν εγκαίνια.
Ποιο ήταν το μήνυμα;
Και πριν κάποιους μήνες, είδαμε να στέλνει το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη την αστυνομία σε κινηματογράφους σε κάποιους ανάγωγους νεαρούς που πήγαν να δουν την κινηματογραφική ταινία Τζόκερ, που ήταν κατάλληλη άνω των 18.
Ξέρετε, αυτά είναι για γέλια αλλά είναι ταυτόχρονα και για κλάματα.
Γιατί αυτά, κατά την άποψή μας, δεν είναι ατυχήματα, αλλά αντικατοπτρίζουν την καθόλου εκσυγχρονιστική αλλά βαθιά νεοσυντηρητική και παρωχημένη αντίληψη σας για τις αγωνίες και τις ανάγκες της νέας γενιάς αυτού του τόπου.
Μια αντίληψη που διαπερνά και το νομοσχέδιό σας.
Γιατί δεν χωρά ούτε η δημιουργική σκέψη, ούτε η αμφισβήτηση, ούτε το ταλέντο, ούτε η φιλοδοξία των νέων ανθρώπων σε ένα κλειστό ελιτίστικο σχήμα που έχετε φτιάξει στο μυαλό σας.
Για σας η διαδικασία της γνώσης πρέπει να είναι – όπως όλα άλλωστε στην κοσμοθεωρία σας – μια διαρκής κατάσταση ανταγωνισμού.
Στην οποία υπάρχουν πάντα νικητές και ηττημένοι.
Πάντα επιτυχημένοι και αποτυχημένοι.
Αλλά αντί να το πείτε έστω έτσι ωμά, κυνικά, όπως ακριβώς το σκέφτεστε, προσπαθείτε να το ντύσετε με λέξεις και έννοιες που η πραγματική τους ουσία έχει τελείως διαφορετικό νόημα.
Όπως η περίφημη πια αριστεία.
Την οποία έννοια της αριστείας, θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι με το που βγήκατε κυβέρνηση την εξευτελίσατε, με το που αναλάβατε.
Διορίζοντας ο πρωθυπουργός, ο κ. Μητσοτάκης, υπεύθυνο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών έναν άνθρωπο χωρίς πτυχίο.
Και όταν ανακαλύψατε εσείς και σας επισημάναμε ότι αυτό δεν το επιτρέπει ο νόμος, τόσο το χειρότερο για το νόμο. Αλλάξατε το νόμο.
Παρεμπιπτόντως ακόμη περιμένω ναρθεί να με επισκεφτεί, να με ενημερώσει.
Μεταφέρετε στον κ. Μητσοτάκη ότι δεν έχω πρόβλημα με τους ανθρώπους που δεν έχουν πτυχίο. Θα είμαι ευγενικός μαζί του. Επιτελεί ένα κρίσιμο ρόλο.
Το ίδιο ακριβώς και με τον υφυπουργό της διασποράς, τον κ. Διαματάρη.
Κι αυτός χωρίς πτυχίο και διπλό το ατόπημα. Προσπάθησε να το κρύψει.
Είχε τουλάχιστον την ευθιξία να παραιτηθεί.
Και χτες, τρίτο κρούσμα στη σειρά, ο Γ.Γ. του Τουρισμού βγήκε από μόνος του και παραδέχτηκε ότι δεν έχει πτυχίο, για να προλάβει την Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων που κατέθεσε η βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτή λοιπόν είναι η προσήλωσή σας σε μια fake αριστεία.
Και πράγματι εγώ αναρωτιέμαι……….
Θα τον διατηρήσει τον κ. Λούλη στη θέση του;
Αν τον διατηρήσει, καλό είναι να μη ξανάρθει εδώ να μας κουνάει εμάς το δάχτυλο για την αριστεία.
Γιατί τα 4 χρόνια μας βομβαρδίζατε με ψέματα, με καμπάνιες παραπληροφόρησης, με στερεότυπα, για να μας πείσετε για να πείσετε την κοινή γνώμη ότι εμείς είμαστε αυτοί που πολεμάμε την αριστεία και επιδιώκουμε, πώς το λέτε, την εξίσωση προς τα κάτω.
Όμως την ίδια ώρα που εσείς τάχα μου υπερασπιζόσασταν την αριστεία, εμείς με συγκεκριμένο πλάνο, που ελάφρυνε τα εξεταστικά βάρη και ενίσχυε την πραγματική γνώση, δουλεύαμε για την ουσία της αριστείας και της γνώσης στην εκπαίδευση.
Την τετραετία 2015-2019, λοιπόν, οι αριστούχοι μαθητές των Γυμνασίων και Λυκείων της χώρας αυξήθηκαν κατά 40.000 και έφτασαν τους 182.000.
Ένας στους τέσσερις μαθητές αρίστευσε σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας.
Θεωρείτε πως αυτό συνέβη τυχαία αυτό;
Ή μήπως πως αυτοί είναι δήθεν αριστούχοι και οι πραγματικοί αριστούχοι είναι μόνον όσοι θα μπορούν να επιβιώσουν από τον αγώνα επιβίωσης που οραματίζεστε για το σχολείο του μέλλοντος που επιδιώκετε;
Και να το πω διαφορετικά, να το πω πιο απλά:
Η διαφορά μας δεν είναι ότι εμείς δεν θέλουμε καλά σχολεία ενώ εσείς θέλετε.
Η διαφορά μας είναι ότι εμείς οραματιζόμαστε ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου όλα τα σχολεία θα παρέχουν υψηλό επίπεδο γνώσης. Όλα τα σχολεία.
Θα μου πείτε είναι εφικτό αυτό;
Εμείς λέμε ότι είναι εφικτό αν το προσπαθήσουμε.
Με υποχρηματοδότηση, με κενές οργανικές θέσεις με χιλιάδες αναπληρωτές, περισσότερους από όλη την Ευρώπη, και με ωρομίσθιους καθηγητές, όχι δεν είναι.
Κάνοντας όμως τη Δημόσια Παιδεία προτεραιότητα, δίνοντας στήριξη και εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς, μειώνοντας τον αριθμό μαθητών ανά τάξη, επενδύοντας σε μια παιδεία ουσιαστικής εμβάθυνσης της γνώσης και όχι παροχής δεξιοτήτων, επενδύοντας σε ένα σχολείο όχι εξεταστικό κέντρο και πάρεργο των φροντιστηρίων, αλλά σε έναν πυλώνα της γνώσης, ναι, πιστεύουμε ότι είναι εφικτό.
Κι εμείς κάναμε πολύ σημαντικά βήματα παρότι ήμασταν σε συνθήκες σκληρής μνημονιακής δημοσιονομικής επιτήρησης,
Σας θυμίζω μόνο ένα πράγμα. Πότε άνοιγαν τα σχολεία στις κυβερνήσεις του κ. Σαμαρά, με πόσα κενά μέχρι τον Δεκέμβριο, πότε πήγαιναν τα σχολεία και πώς μπήκε μία τάξη, έγινε δουλειά, καταφέραμε τα αυτονόητα τουλάχιστον να τα κάνουμε πράξη.
Θα σας θυμίσω κι άλλα στην πορεία.
Είναι λοιπόν, λέμε εμείς, εφικτό. Είναι εφικτό να βγάζουμε άριστους μαθητές και από τη Γκράβα και από τον Δενδροπόταμο, και από το Οροπέδιο Λασιθίου και απέ τα χωριά του Έβρου.
Εμείς θέλουμε να έχουν πραγματικές ευκαιρίες όλες οι νέες και οι νέοι σε αυτή τη χώρα.
Ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης και ταχυδρομικού κώδικα. Ανεξαρτήτως τοποθεσίας στην οποία μένουν.
Ενδεχομένως αυτά για εσάς αυτά να είναι ψιλά γράμματα.
Εντάξει, να είναι ψιλά γράμματα, αλλά επειδή παρακολούθησα σον κ. Μητσοτάκη, πάει πολύ να παριστάνετε κι ότι νοιάζεστε και για τα παιδιά των λαϊκών τάξεων τάχα μου, που όταν δεν γίνονται ψυκτικοί από το Περιστέρι, μπορεί και να μπουν σε κάποιο πρότυπο σχολείο με εξετάσεις..
Θέλετε να θυμηθούμε τι κάνατε εσείς με τα ΕΠΑΛ και τι κάναμε εμείς ;
Προχθές συμπληρώθηκαν, πέντε χρόνια, από τη μέρα που δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ με την υπογραφή του τότε αναπληρωτή υπουργού Τάσου Κουράκη, που επανέφερε στην εκπαίδευση τους 2.700 εκπαιδευτικούς των ΕΠΑΛ που είχαν κριθεί διαθέσιμοι για απόλυση το 2013 με υπουργό τότε τον κ. Αρβανιτόπουλο και τον κ. Μητσοτάκη, υπουργό, Διοικητικής Μεταρρύθμισης, στην κυβέρνηση Σαμαρά.
Αντίθετα με σας, εμείς αναβαθμίσαμε τα ΕΠΑΛ δίνοντας ξανά πρόσβαση στην τεχνική εκπαίδευση για χιλιάδες μαθητές τους, μεταξύ αυτών και ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας που φοιτούν στα εσπερινά.
Εσείς όχι όμως δεν αλλάξατε άποψη, αλλά φέρατε και τώρα διάταξη ώστε να μην επιτρέπεται η φοίτηση σε όσους είναι πάνω από 17.
Την αποσύρατε, βέβαια, ευτυχώς, κάτω από τη κατακραυγή που δημιουργήθηκε, αλλά και μόνο που το σκεφτήκατε αυτό, σε μια χώρα όπου σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του 2014, αν δεν κάνω λάθος, 1 στους 4 πολίτες, δυστυχώς, από 20 ως 49 χρονών δεν έχει τελειώσει το Λύκειο – να φέρετε τροπολογία που να απαγορεύεται σε όσους είναι πάνω από 17 να πάνε στα ΕΠΑΛ- δείχνει τη λογική σας και πόσο πραγματικά επικίνδυνη και εξαιρετικά αναντίστοιχη είναι αυτή η λογική με τις πραγματικές ανάγκες της Δημόσιας Εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Εμείς λοιπόν αναβαθμίσαμε τα ΕΠΑΛ και δρομολογήσαμε την επίλυση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ προηγούμενων ετών.
Και ιδρύσαμε το Εθνικό Κέντρο Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών το οποίο εσείς καταργείτε.
Και μας λέτε ότι σας πονάει πάρα πολύ το θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Και κατηγορείτε μάλιστα την εκπαιδευτική κοινότητα, σύσσωμη, ότι δεν επιθυμεί την αξιολόγηση.
Εγώ κ. υπουργέ συναντήθηκα τη προηγούμενη εβδομάδα και με το ΔΣ της ΟΛΜΕ και με το ΔΣ της ΔΟΕ και όπως ξέρετε δεν είναι όλοι ΣΥΡΙΖΑ εκεί, είναι και κάποιοι που ανήκουν στο κόμμα της ΝΔ, σε όλα τα κόμματα. Παρατάξεις είναι, τις απόψεις τους έχουν οι άνθρωποι. Όμως άλλο θέλω να σας πω και το λέω έτσι, γιατί χάρηκα που το διαπίστωσα. Αυτό που διαπίστωσα, κάναμε αναλυτική συζήτηση, αυτό που κατάλαβα, είναι ότι κανείς δεν αρνείται την αξιολόγηση.
Αυτό που δεν επιθυμούν είναι την τιμωρητική αξιολόγηση που θέσπισε ο κ. Μητσοτάκης ως υπουργός διοικητικής μεταρρύθμισης.
Τότε που δήλωνε στις κάμερες, υπάρχει τηλεοπτικό υλικό ότι είναι υπέρ των απολύσεων εκπαιδευτικών γιατί έπρεπε να είμαστε δίκαιοι στις απολύσεις. Να απολύονται όλοι και εκπαιδευτικοί. Αυτά έλεγε τότε.
Δεν επιθυμούν την επιστροφή του επιθεωρητή.
Αλλά αυτό που κατάλαβα εγώ είναι ότι δεν αρνούνται την αξιολόγηση με στόχο την εξέλιξη του επιπέδου της παρεχόμενης γνώσης.
Έχουν μάλιστα και συγκεκριμένες προτάσεις.
Πολλοί εκπαιδευτικοί μάλιστα αγκάλιασαν τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού που εμείς ιδρύσαμε, την διεπιστημονική συγκρότησή τους, τη πρωτοκαθεδρία της αυτοαξιολόγησης της εκπαιδευτικής μονάδας, αλλά και την αξιολόγηση των περίπου 20.000 στελεχών, με κανόνες και παιδαγωγικά και διοικητικά κριτήρια.
Έχετε κάνει αυτές τις μέρες, σημαία αυτές τις μέρες, εσείς και κάποια ΜΜΕ, τον προβληματισμό που κατέθεσαν εκπρόσωπο της ΚΟ μας – τον ίδιο που ειρήσθω εν παρόδω μοιράζεται η επιστημονική και παιδαγωγική κοινότητα – σχετικά με την εκμάθηση των αγγλικών στα νηπιαγωγεία.
Θέλω να ξεκαθαρίσω ορισμένα πράγματα για να μην γίνεται αυτή η σπέκουλα.
Να σας θυμίσω λοιπόν, ποιος καθιέρωσε τη διδασκαλία των αγγλικών από την Πρώτη Τάξη του Δημοτικού;
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2016, κύριοι όψιμοι υπερασπιστές της γλωσσομάθειας.
Μη διαστρεβλώνετε λοιπόν τις θέσεις μας.
Δε διαφωνούμε με την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε μικρές ηλικίες.
Εντούτοις σεβόμαστε την επιστημονική κοινότητα που έχει άλλη αντίληψη για το ρόλο των νηπιαγωγείων και τις ανάγκες που καλύπτουν στη μαθησιακή διαδικασία.
Και είναι η πλειονότητας της επιστημονικής και εκπαιδευτικής κοινότητας, αντίθετη με τη σχολειοποίηση της προσχολικής αγωγής, καθώς, σύμφωνα πάντα με τους ειδικούς, που τόσο πολύ μιλάμε για αυτούς, με την πανδημία, κατά το δοκούν, αλά καρτ μιλάμε για τους ειδικούς. Σύμφωνα λοιπόν με τους ειδικούς, είναι άλλος ο ρόλος της γνωσιακής και κοινωνικής εκπαίδευσης των νηπιαγωγείων και των παιδικών σταθμών και άλλος ο ρόλος του δημοτικού σχολείου.
Αλλιώς θα είχαμε οκτώ τάξεις στο δημοτικό και δε θα είχαμε ξεχωριστά τη προσχολική εκπαίδευση. Ας μην διαστρεβλώνουμε λοιπόν. Να κάνουμε διάλογο να ανταλλάσουμε απόψεις, αλλά να μην διαστρεβλώνουμε.
Και μιας και μιλάμε για ξένες γλώσσες.
Ανάμεσα σε πολλές ρυθμίσεις που αποσυντονίζουν, στο νομοσχέδιο σας κυρία υπουργέ, την καθημερινότητα στα Πανεπιστήμια, καθιερώνετε Ξενόγλωσσα Προγράμματα Σπουδών που θα οδηγούν σε πτυχία Πανεπιστημίων ισότιμων με τα υπόλοιπα πτυχία.
Δυστυχώς και εδώ έρχεστε δεύτεροι και καταϊδρωμένοι, εμείς ήμασταν αυτοί που καθιερώσαμε και μάλιστα το πρώτο θα λειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών.
Καθιερώνοντας τα Προγράμματα αυτά, όμως, γιατί άκουσα τον κ. Μητσοτάκη να λέει, θα διαφωνήσετε να έρχονται ξένοι στη χώρα μας φοιτητές και να πληρώνουν δίδακτρα; Προφανώς και δεν θα διαφωνήσουμε. Εμείς το κάναμε, αλλά ακούγοντας και τους νομικούς προσπαθήσαμε να διασφαλιστούμε από κινδύνους. Πήραμε κάθε μέτρο, τα προγράμματα αυτά για να μην υπονομεύουν ούτε τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ούτε και να δημιουργούν ένα Πανεπιστήμιο πολλών ταχυτήτων, διότι οι νομικοί λένε ότι αν εγκρίναμε να είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυτοί οι ξένοι φοιτητές, πολύ εύκολα, διότι το ενωσιακό δίκαιο το προβλέπει, έλληνες πολίτες, που και οι έλληνες ως γνωστόν είμαστε πολίτες της ΕΕ, θα είχαν ίδια δικαιώματα και με άλλους και θα μπορούσαν να καταθέσουν αίτηση εγγραφής και άρα θα υπήρχαν έλληνες πολίτες, έλληνες φοιτητές που θα πλήρωνα δίδακτρα και θα έπαιρναν πτυχία από τα ξενόγλωσσα προγράμματα και άλλοι έλληνες πολίτες, έλληνες φοιτητές που επειδή δεν θα είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν δίδακτρα δεν θα έπαιρναν τα πτυχία. Αυτό μην κάνετε πως δεν καταλαβαίνετε, είναι παραβίαση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Και αν κάνετε πως δεν το καταλαβαίνετε ήρθε η ίδια η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής να σας το υπομνήσει.
Και εσείς ακόμη επιμένετε. Και μας κουνάτε και το δάχτυλο, ποιος θα αρνηθεί να έρχονται ξένοι φοιτητές να σπουδάζουν στην Ελλάδα. Μα αυτό λέμε;
Επαναλαμβάνετε διαρκώς την τεράστια καινοτομία της τηλεκπαίδευσης. Για λόγους χρόνου δεν θα ασχοληθώ, επιτρέψτε μου την έκφραση, με την ολίγον αλαζονική στάση που είχατε στο θέμα των καμερών. Το πήρατε πίσω όμως. Δεν θα το ανοίξω το θέμα αυτό. Θέλω όμως, με απόλυτη αίσθηση συμβολής, να καταθέσω μια γνώμη για την τηλεκπαίδευση. Είναι πολύ σημαντική, δεν υπάρχει θέμα, παράμετρος για την ενίσχυση του διδακτικού έργου.
Δεν μπορεί όμως να υποκαθιστά εν συνόλω το ρόλο του δασκάλου και κυρίως το ρόλο του σχολείου ως περιβάλλον κοινωνικοποίησης του παιδιού.
Το λέω αυτό γιατί και εγώ το βιώνω ως γονιός όπως δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας αυτές τις ημέρες και δεν είναι μια θετική εμπειρία για να πανηγυρίζουμε.
Παρά την πραγματικά αξιέπαινη προσπάθεια των εκπαιδευτικών, είναι μια εμπειρία κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
Μια εξ ανάγκης επιβεβλημένη διαδικασία, αλλά όχι και μια διαδικασία που πρέπει να την αντιγράψουμε και να την μονιμοποιήσουμε.
Είναι τεράστια τα προβλήματα, ειδικά για τους μικρότερους μαθητές και είναι πολύ μεγάλες οι δυσκολίες που αυτές τις μέρες αντιμετωπίζουν πολλές οικογένειες, ιδίως όσοι γονείς εργάζονται και οι δύο, για να μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτή τη διαδικασία.
Διάβαζα μια έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ότι 9 στους 10 εκπαιδευτικούς, πιστεύουν πως μέσω τηλεκπαίδευσης αναπαράγονται ή και ενισχύονται οι κοινωνικές ανισότητες.
Και ξέρετε γιατί;
Γιατί ανακάλυψαν αυτές τις ημέρες, πως ένα μεγάλο μέρος των οικογενειών των μαθητών τους δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν, είτε γιατί δεν είχαν υπολογιστή ή σύνδεση Ιντερνετ, είτε γιατί είχαν ακατάλληλο εξοπλισμό, είτε γιατί δεν είχαν τις απαραίτητες δεξιότητες.
Και είναι, σας διαβεβαιώνω, μεγάλη η αγωνία της εκπαιδευτικής κοινότητας και των γονιών, στη σκέψη ότι αυτή η διαδικασία εκ περιτροπής, μια μέρα στο σχολείο, την άλλη εξ αποστάσεως, μπορεί να εφαρμοστεί και μάλιστα σε μόνιμη βάση από Σεπτέμβρη.
Ας μη θριαμβολογούμε λοιπόν για πράγματα που είναι σύνθετα και δύσκολα στη καθημερινότητα των συμπολιτών μας.
Νομίζω σας χαρακτηρίζει γενικώς ως κυβέρνηση, μια βιασύνη για να κεφαλαιοποιήσετε επικοινωνιακά ότι βρεθεί στο δρόμο σας, χωρίς να δίνετε την απαραίτητη βάση στις παραμέτρους. Αυτό όμως θα σας γυρίσει κάποια στιγμή μπούμερανγκ.
Και να κλείσω με ένα ζήτημα που για μας είναι πολύ σημαντικό, γιατί είναι θέμα αρχής.
Ήμασταν η μόνη κυβέρνηση που δρομολόγησε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στους κρίσιμους τομείς της Παιδείας και της Υγείας.
Μία από τις βασικές μας προτεραιότητες ήταν η ενίσχυση της Ειδικής Αγωγής με μόνιμες προσλήψεις 4.500 εκπαιδευτικών.
Παραλάβατε αυτές τις ήδη δρομολογημένες προσλήψεις. Τις καθυστερήσατε σχεδόν ένα χρόνο.
Όπως καθυστερείτε και την απόφαση της κυβέρνησης μας για μόνιμους διορισμούς 10.500 εκπαιδευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Δεν φτάνει που καθυστερήσατε, επιχειρήσατε να το κάνετε επικοινωνιακό παιχνίδι ανακοινώνοντας τους πίνακες ενώ συζητιέται το νομοσχέδιο αυτές τις μέρες στη Βουλή. Πήγατε όμως και ένα βήμα παραπάνω.
Όχι μόνο αποπειραθήκατε να καρπωθείτε αυτή τη δράση στήριξης της ειδικής αγωγής, αλλά είπατε, κυρία υπουργέ, σε αυτή εδώ την αίθουσα ότι τις καταψηφίσαμε κιόλας εμείς.
Καταψηφίσαμε προσλήψεις που είχαμε εμείς νομοθετήσει και εμείς δρομολογήσει.
Πιστεύω ότι πιο φτηνή αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση δεν υπάρχει.
Σας καλώ να δείξετε στοιχειώδη σοβαρότητα.
Δεν τη επιδείξατε ποτέ ως αντιπολίτευση, δείξτε τουλάχιστον ως κυβέρνηση λίγη σοβαρότητα όσο θα βρίσκεστε στα κυβερνητικά έδρανα. Όχι τόσο φτηνή πολιτική.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Θα ευχόμουν ειλικρινά σήμερα να είχαμε μια βάση συζήτησης, διότι σε αντίθεση με άλλους, εγώ θεωρώ ότι και τα ζητήματα της παιδείας είναι εθνικά θέματα. Είναι μεγάλης εθνικής σημασίας.
Φοβάμαι όμως ότι το νομοσχέδιο αυτό είναι μια συντηρητική και αντιπαιδαγωγική στροφή που θα μας πίσω και όχι μπροστά.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, αντί να καινοτομεί όπως διαδίδει, νομοθετεί απλά ξηλώνοντας ότι προοδευτικό νομοθετικό έργο υπάρχει στο παρελθόν και επαναφέροντας τις βασικές αρχές της αποτυχημένης προηγούμενης θητείας της υπό τον κ. Σαμαρά.
Για τη ΝΔ, η Παιδεία είναι μια αρένα ιδιωτικών συμφερόντων και άκρατου ανταγωνισμού.
Μία αποθέωση του ατομισμού και μια διαδικασία εξαντλητικής σωματικής και ψυχικής πίεσης για κάθε νέα και κάθε νέο.
Για εμάς, για τον ΣΥΡΙΖΑ, για τη Προοδευτική Συμμαχία, για τις προοδευτικές δυνάμεις του τόπου, η Παιδεία είναι το όχημα της συλλογικής μας εξέλιξης.
Είναι η μεγαλύτερη επένδυση της κοινωνίας στο ίδιο της το μέλλον.
Είναι οι βάσεις που μπορεί να δώσει σε κάθε νέα και νέο, ένα κράτος που ενδιαφέρεται για τη συλλογική του πρόοδο και ευημερία.
Είναι ένα δημόσιο αγαθό, κοινό για κάθε πολίτη, ανεξαρτήτως καταγωγής, κοινωνικής θέσης και τόπου κατοικίας, για κάθε πολίτη που γεννιέται και ζει στην Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Και αυτό το αγαθό, πάντοτε σε αυτόν το τόπο διεκδικήθηκε και προστατεύθηκε με αγώνες, και άλλες κυβερνήσεις που αισθανόντουσαν τον εαυτό τους πολύ πιο ισχυρό από ότι έχετε εσείς την αυταπάτη σήμερα, εξεπλάγησαν από τους κοινωνικούς αγώνες που προκλήθηκαν από τη νέα γενιά και την εκπαιδευτική κοινότητα. Εμείς λοιπόν θα ενισχύσουμε τους αγώνες αυτούς για να προστατέψουμε με κάθε τρόπο αυτό το αγαθό.
Θα το προστατέψουμε από μια συντηρητική κυβέρνηση που υποτίθεται ότι κοιτά προς το μέλλον, αλλά τελικά οι ιδέες και οι αντιλήψεις της πολύ φοβάμαι ότι μας παραπέμπουν με μεγάλη ταχύτητα σε μακρινές εποχές. Στη μακρινή δεκαετία του 1950.
Σας ευχαριστώ.