Πρωτολογία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα είναι μία, θα έλεγα, χαρμόσυνη μέρα για εκατομμύρια συμπολίτες μας. Και χαίρομαι γιατί έμαθα ότι θα είναι αυτή τη φορά μαζί μας και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης -φαντάζομαι ότι θα με ακούει, του ζήτησα κι εγώ να είναι εδώ την ώρα που θα είμαι κι εγώ, θα τον ακούσω κι εγώ- διότι, ξέρετε, πριν από λίγες μόνο ημέρες δεν υπήρχε ομιλία που να ξεκινάει χωρίς να αναφέρεται στην πρόβλεψή του για την περικοπή των συντάξεων.
Χαίρομαι που τώρα είμαστε όλοι μαζί, γιατί φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει Βουλευτής της Αντιπολίτευσης που δεν θα μοιραστεί μαζί μας αυτή τη χαρά να ψηφίσει «ναι σε όλα» σε ένα ακόμη φιλολαϊκό σχέδιο που φέρνουμε στη Βουλή.
Γιατί, όταν εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είπαμε στις 21 του περασμένου Αυγούστου ότι τελειώνουν επιτέλους μετά από οκτώ χρόνια τα μνημόνια, δεν το είπαμε στον αέρα. Είχαμε ήδη επεξεργαστεί και ιεραρχήσει τις άμεσες παρεμβάσεις, ώστε αμέσως μετά τη λήξη του Προγράμματος να μπουν οι βάσεις της νέας εποχής. Είχαμε φυσικά απόλυτη γνώση και απόλυτο έλεγχο της δημοσιονομικής κατάστασης και του απαραίτητου χώρου που διαθέτουμε προς αξιοποίηση, διότι έτσι πρέπει να πορεύεται μια σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση.
Το λέω αυτό διότι κάποιοι τις τελευταίες ημέρες επιμένουν να μην κατανοούν ότι κάθε μας βήμα εντάσσεται σε έναν σαφή και συγκεκριμένο σχεδιασμό και μιλούν περί παροχολογίας και μιλούν για δωράκια ενόψει των Χριστουγέννων. Αναφέρομαι, βεβαίως, τόσο στην Αξιωματική Αντιπολίτευση όσο και στους συμπαραστάτες της, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης αλλά και σε πολλούς άλλους δημοσιολογούντες.
Μου είναι εξαιρετικά δύσκολο, πράγματι, να μπω στην ουσία αυτού του παραλογισμού. Θέλω μονάχα να σταθώ στον εξαιρετικά προσβλητικό, κατά την άποψή μου, χαρακτηρισμό περί παροχολογίας. Είναι προσβλητικός όχι απέναντι στην Κυβέρνηση, αλλά απέναντι στους πολίτες αυτής της χώρας που επί πολλά χρόνια στερήθηκαν βασικών αγαθών, επειδή κάποιοι που κυβέρνησαν για δεκαετίες, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, κατάφεραν -διότι περί κατορθώματος επρόκειτο- να ρίξουν τη χώρα στα βράχια της χρεοκοπίας.
Και σας έβλεπαν αυτοί οι πολίτες να ψηφίζετε «ναι σε όλα» μόνο σε περικοπές στα εισοδήματά τους, στις συντάξεις τους, περικοπές που εσείς φέρνατε για πολλά χρόνια. Και αυτοί οι πολίτες έρχεται σήμερα η ώρα να ανταμειφθούν για τις θυσίες τους και, άρα, είναι ύβρις απέναντί τους να ομιλείτε περί παροχολογίας και περί δώρων που κάνουμε στους πολίτες που βρίσκονται στη μεγαλύτερη ανάγκη, διότι αυτά δεν είναι δώρα, αλλά είναι αναγκαίες ανάσες και δίκαιες παρεμβάσεις για τον κόσμο της δουλειάς, για τον κόσμο του μόχθου, για τους απόμαχους της βιοπάλης που είδαν τα τελευταία χρόνια τις συντάξεις τους να βυθίζονται, δυστυχώς, όμως, μαζί με αυτές να βυθίζεται και η δική τους αξιοπρέπεια.
Εμείς, λοιπόν, παροχές δεν κάνουμε, αλλά αποκαθιστούμε τις αδικίες που γέννησε η σκληρή και πρωτόγνωρη λιτότητα των ημερών σας τώρα, που με ασφάλεια έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε αυτό, αφού ανορθώσαμε πρωτίστως την οικονομία και επιστρέφουμε σταδιακά σε εκείνους που επλήγησαν από την κρίση και τα μνημόνια αυτά που στερήθηκαν για χρόνια άδικα. Γι’ αυτό, λοιπόν, καλό θα ήταν όσοι αναμασάτε αυτή την καραμέλα «περί παροχολογίας και δώρων» να δείξετε λίγο σεβασμό όχι σε μας, αλλά σε αυτούς τους ανθρώπους.
Θέλω να ξεκινήσω, λοιπόν, την τοποθέτησή μου επί του νομοσχεδίου από την πρώτη παρέμβαση που φέρνουμε ενώπιον της Βουλής, παρέμβαση που αφορά την έμπρακτη στήριξη κατά κανόνα ανθρώπων της τρίτης ηλικίας, ανθρώπων που αντιμετωπίζουν κινητικά ή άλλα ειδικά προβλήματα και είτε ζουν μόνοι, μη μπορώντας να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες τους είτε η οικογένειά τους αντιμετωπίζει αντικειμενική αδυναμία να τους παρέχει πλήρη φροντίδα.
Προχωράμε, λοιπόν, σήμερα, όπως εξήγγειλα τον Σεπτέμβρη στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, στην πρόσληψη τριών χιλιάδων διακοσίων εργαζομένων για το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι».
Πρόκειται για θέσεις μόνιμου προσωπικού οι οποίες θα καλυφθούν μέσω ΑΣΕΠ και θα κατανεμηθούν στις δομές των δήμων όλης της χώρας και η προκήρυξη θα γίνει άμεσα και με μέριμνα να αναγνωρισθεί στον μέγιστο βαθμό η προϋπηρεσία και η εμπειρία. Και θα έλεγα ότι πρόκειται για μια πράξη ευθύνης, τόσο έναντι των συμπολιτών μας που έχουν απόλυτη ανάγκη της φροντίδας που παρέχει αυτό το πρόγραμμα όσο, όμως, και έναντι των εργαζομένων που για δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια επιτελούν πολύτιμο κοινωνικό έργο και βρίσκονται στον αέρα, με συμβάσεις που καλύπτονται είτε από προγράμματα ΕΣΠΑ, είτε από ειδικούς λογαριασμούς, είτε από άλλες πηγές χρηματοδότησης.
Αυτό, λοιπόν, σήμερα τελειώνει. Μόνιμο προσωπικό, σταθερές θέσεις εργασίας, ουσιαστική αναβάθμιση ενός προγράμματος που παρέχει κοινωνική φροντίδα σε χιλιάδες συνανθρώπους μας. Ούτε αυτή, λοιπόν, είναι -με την έννοια που εσείς θεωρείτε- παροχή ή δώρο, αλλά είναι μία καίρια κοινωνική παρέμβαση. Ούτε αποτελεί επιλογή διόγκωσης του κράτους, όπως μας καταγγέλλετε.
Η δεύτερη παρέμβαση στην οποία θέλω να σταθώ αφορά τη νέα γενιά, τις νέες και τους νέους μέχρι είκοσι πέντε ετών, που ειδικά στα χρόνια της κρίσης βίωσαν το σκληρό πρόσωπο της εκμετάλλευσης στην εργασία και μάλιστα το βίωσαν αυτό το σκληρό πρόσωπο και με τη βούλα του νόμου. Μιλώ φυσικά για τις παρεμβάσεις που οδήγησαν στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, κυρίως όμως ομιλώ για το επαίσχυντο καθεστώς του υποκατώτατου μισθού, γι’ αυτήν την απαράδεκτη μισθολογική διάκριση εις βάρος της νέας γενιάς.
Και θέλω σε αυτό το σημείο, κύριε Μητσοτάκη, να σας πω κάτι, διότι υποπέσατε πρόσφατα σε ένα πολύ σοβαρό ατόπημα και όχι μάλιστα εν τη ρύμη του λόγου σας, αλλά ήταν γραπτό. Θα σας το συγχωρούσα, όπως δεκάδες άλλα, αν δεν ήταν τόσο εξοργιστικό για μια γενιά που η παράταξή σας, εσείς, την αναγκάσατε να δουλεύει για χαρτζιλίκια, την αναγκάσατε να δουλεύει ανασφάλιστη, με χαμηλότερο μισθό και χωρίς στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα.
Είπατε, λοιπόν, μέσω tweet το εξής: «Οι νέοι δεν πιστεύουν ότι θα πάρουν ποτέ σύνταξη, γι’ αυτό και συχνά επιλέγουν –προσέξτε τη φράση- να εργάζονται, χωρίς ασφάλιση.»
Ακούστε, κύριε Μητσοτάκη, κανένας νέος άνθρωπος στον τόπο μας δεν επιλέγει να εργάζεται ανασφάλιστος. Αναγκάζεται να εργάζεται ανασφάλιστος.
Και αναγκάζεται, γιατί ο εργοδότης του δεν είχε δει ποτέ τον ελεγκτή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και προφανώς ένιωθε την άνεση να επιβάλει τους χειρότερους δυνατούς όρους στον εργαζόμενό του, χωρίς κανένα κόστος. Αναγκάζεται, γιατί ζει σε μια χώρα που εσείς την οδηγήσατε τα πρώτα δυο μνημονιακά χρόνια να έχει φθάσει η ανεργία των νέων μέχρι είκοσι πέντε ετών στο 60%. Και, βεβαίως, όταν η ανεργία των νέων είναι στο 60%, οποιαδήποτε ευκαιρία έχει μπροστά του θα την πιάσει από τα μαλλιά, ακόμα και την τελευταία εργασιακή ευκαιρία, με τη στοιχειώδη αμοιβή. Αναγκάζεται, γιατί όταν ζει σε μια χώρα, όπως αυτή που ήταν τα χρόνια που κυβερνούσατε, που η Κυβέρνηση καταργεί τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και επιβάλλει τον νόμο της ζούγκλας στην αγορά εργασίας, προφανώς κανένας νέος άνθρωπος δεν νιώθει την παραμικρή προστασία από την πλευρά της πολιτείας απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία.
Θα σας πρότεινα, λοιπόν, να μην βαφτίσετε τον δικό σας πολιτικό κυνισμό ως επιλογή των νέων ανθρώπων. Άλλωστε, τα πεπραγμένα σας είναι γνωστά. Είναι γνωστή η ζημιά που έχετε κάνει σε μια ολόκληρη γενιά, για να μας λέτε σήμερα με θράσος, θα έλεγα, ότι είναι επιλογή για τους νέους ανθρώπους να δουλεύουν ανασφάλιστοι.
Εμείς, από την άλλη, προσπαθήσαμε όλα αυτά τα χρόνια, ταυτόχρονα με τη σκληρή και δύσκολη προσπάθεια ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας, να δουλέψουμε με σχέδιο και μεθοδικότητα, ώστε να αλλάξουμε αυτή την εικόνα, αυτή την κατάσταση της ακραίας εργασιακής εκμετάλλευσης που βιώνουν οι νέες και οι νέοι στη χώρα μας. Πλέον, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, ξέρετε, δεν είναι μια ταμπέλα. Γίνονται πραγματικοί έλεγχοι και πέφτουν πρόστιμα. Οι παραβάτες αυτό το γνωρίζουν, διότι πληρώνουν ήδη ακριβά.
Η αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία στη χώρα μας στα τρία τελευταία χρόνια έπεσε από το 20% που ήταν, στο 12% και αυτό είναι μια σημαντική κατάκτηση. Σε χώρους δουλειάς, όπου το ωράριο είχε γίνει «λάστιχο», πλέον το οκτάωρο έχει γίνει κανονικότητα λόγω των συχνών ελέγχων και αυτό είναι μια σημαντική κατάκτηση της δικής μας Κυβέρνησης, που θέλει να στέκεται δίπλα στους ανθρώπους του μόχθου, στις νέες και τους νέους που εργάζονται σε αντίξοες συνθήκες.
Και συνεχίζουμε στην ίδια πορεία. Καταργούμε τον υποκατώτατο μισθό, ο οποίος θα ανέλθει στο ύψος του νέου αυξημένου γενικού κατώτατου μισθού το επόμενο διάστημα. Σήμερα νομοθετούμε την επιδότηση του 50% των ασφαλιστικών εισφορών για την κύρια σύνταξη που καταβάλουν οι εργοδότες για νέους εργαζόμενους έως την ηλικία των είκοσι πέντε ετών, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την έμπρακτη στήριξή μας στις νέες και στους νέους της μισθωτής εργασίας και παράλληλα στέλνοντας και ένα σαφές μήνυμα προς τους εργοδότες εκείνους, οι οποίοι ευλόγως ενδεχομένως να ανησυχούν από την επερχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού και τους λέμε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας, από τη στιγμή μάλιστα που η αύξηση του μισθού συνεπάγεται και άμεση θετική επίδραση στην ιδιωτική κατανάλωση.
Καμία ανησυχία, λοιπόν, σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, αλλά και κανένα άλλοθι παράλληλα, από τη στιγμή που η πολιτεία αναλαμβάνει να επιδοτήσει κατά το ήμισυ τις εισφορές των νέων εργαζομένων. Κανένα άλλοθι για όσους θέλουν να διατηρήσουν ένα βαθιά αντικοινωνικό καθεστώς εκμετάλλευσης για χιλιάδες νέες και νέους στη χώρα μας.
Καταλαβαίνω, όμως, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ότι στη σημερινή συνεδρίαση τα μάτια των περισσότερων απ’ όσους μας βλέπουν και τα αυτιά όσων μας ακούν είναι στραμμένα στον τίτλο του νομοσχεδίου που συζητούμε σήμερα. Και ο τίτλος είναι «Κατάργηση των διατάξεων περί μείωσης συντάξεων».
Ξέρω, μάλιστα ότι είναι πολλοί αυτοί, οι οποίοι θα τρίβουν τα μάτια τους με αυτό τον τίτλο. Δεν αναφέρομαι, βεβαίως, στους χιλιάδες των συνταξιούχων που σήμερα θα χαμογελούν, αλλά σε κάποιους εντός και εκτός της Αίθουσας, οι οποίοι -έχω πει κι άλλη φορά- είναι όπως ο τζογαδόρος στη ρουλέτα που ποντάρει ακόμα και τα ρούχα που φοράει στο τελευταίο γύρο. Έτσι κι αυτοί, πόνταραν πολιτικά ό,τι είχαν και δεν είχαν στο μαύρο. Τελικά, βγήκε κόκκινο και έχασαν.
Σας το είχαμε πει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σε κάθε ευκαιρία και με κάθε τρόπο: Μη βιάζεστε τόσο πολύ με το θέμα των συντάξεων. Εσείς βιαστήκατε και τα επενδύσετε όλα εκεί. Όπως είχατε –σας θυμίζω- επενδύσει στον περίφημο «κόφτη» και στην κατάρρευση της πρώτης και της δεύτερης αξιολόγησης, όπως είχατε επενδύσει και προεξοφλήσει το τέταρτο μνημόνιο, έτσι επενδύσατε τα πάντα σχεδόν και στην περικοπή των συντάξεων.
Όταν, όμως, καταλάβετε ότι η πραγμάτευση θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα για τους συνταξιούχους, γιατί είχαμε εξασφαλίζει την επίτευξη των στόχων και το μόνο που έμενε ήταν η επιμονή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τότε κάνατε ένα ακόμα μεγαλύτερο λάθος: να επιμείνετε πεισματικά σε αυτή τη λογική και την επιμονή. Έτσι, χάσατε όχι μόνο τις προβλέψεις σας, την αξιοπιστία σας, αλλά και την πολιτική σας αξιοπρέπεια.
Φιλικά σε εσάς μέσα ενημέρωσης έγραψαν κατά σειρά για απαρέγκλιτη εφαρμογή του μέτρου, αργότερα για μερική εφαρμογή του μέτρου, μετά για αναβολή και για αναστολή. Άλλα ανακάλυψαν φραγμό στα σχέδια της Κυβέρνησης από το Euroworking Group, από το Eurogroup, από το Βερολίνο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που θα στυλώσει τα πόδια, από τους θεσμούς που θα είναι όλοι μία φωνή απέναντι μας. Μόνοι σας τα λέγατε. Μόνοι σας τα ακούγατε. Μόνοι σας τα πιστεύατε.
Μάλιστα, λίγο παλιότερα, όταν ακόμα δεν είχε αρχίσει να διαφαίνεται η προοπτική της ευτυχούς, της επιτυχούς εξέλιξης πραγματοποιήσατε και ταξίδια στο Βερολίνο, μπας και εκμαιεύσετε μία φράση, ένα χτύπημα στην πλάτη, κάτι που να σας δείχνει ότι η Γερμανία θα πιέσει για την εφαρμογή των περικοπών. Όπως πήγατε, έτσι και γυρίσατε, με άδεια χέρια.
Όταν, όμως, ήρθε στην Αίθουσα της Γερουσίας ο Επίτροπος Οικονομικών, ο κ. Μοσκοβισί και τοποθετήθηκε σοφά, όπως αποδείχθηκε, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην εφαρμοστούν οι περικοπές στις συντάξεις, τότε τα στελέχη σας τον πέρασαν γενεές δεκατέσσερις. Μεταξύ αυτών, ήταν και ο κ. Χατζηδάκης, αν δεν κάνω λάθος, ο οποίος εκπροσωπούσε σε εκείνη τη συνεδρίαση την Αξιωματική Αντιπολίτευση, αλλά κι εσείς ο ίδιος, κύριε Μητσοτάκη, με τις δηλώσεις σας αμέσως μετά. Για να μην αναφερθώ καν στο τι του έσυραν τα μιντιακά συγκροτήματα που σας στηρίζουν. Τι Συριζαίο τον είπατε -καλά το «σοσιαλιστής» πάει-, αντάρτη του Νεπάλ τον είπατε, τον εμφανίσατε τον Επίτροπο Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επειδή τόλμησε να σας χαλάσει το αφήγημα πάνω στο οποίο είχατε ποντάρει πολύ μεγάλο μέρος της πολιτικής σας στρατηγικής.
Σήμερα, λοιπόν, ήρθε η μέρα που ξορκίζατε, αφού όμως πρώτα πέσατε τόσο χαμηλά, αφού φτάσατε στο σημείο εκείνο να εύχεστε να μειωθούν οι συντάξεις για να κεφαλαιοποιήσετε πολιτικά πάνω στο δράμα των συνταξιούχων, των συμπολιτών μας. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα τώρα να ψηφίσετε κι εσείς με μεγάλη δική μας χαρά και με τα δύο χέρια την κατάργηση του μέτρου αυτού. Ήρθε η ώρα να πείτε «ναι σε όλα» και σε ένα θετικό μέτρο.
Θέλω, όμως, να σας πω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι αυτή η εξέλιξη δεν ήταν καθόλου αυτονόητο ότι θα συμβεί και καθόλου εύκολο να συμβεί. Για να μην καταλογίζω μεγαλύτερες ευθύνες από όσες έχει η Αντιπολίτευση, ορθώς πίστεψε κάποια στιγμή ότι δεν θα το καταφέρναμε να γυρίσουμε το παιχνίδι, αλλά πολύ λανθασμένα και ηθικά και πολιτικά, κατά τη γνώμη μου, επέλεξε να ποντάρει σε αυτό. Το λέω αυτό διότι ήταν μία δύσκολη προσπάθεια, διότι εργαστήκαμε μεθοδικά ώστε να αποδείξουμε στους εταίρους μας ότι το μέτρο αυτό ήταν αχρείαστο και να φτάσουμε στο σημερινό σημείο.
Θέλω, όμως, αλήθεια, ανεξαρτήτως της στάσης που επέλεξε και για την οποία κρίνεται ο κ. Μητσοτάκης και η Αντιπολίτευση στο θέμα αυτό, να αναρωτηθώ και να αναρωτηθεί και ο κάθε πολίτης που μας ακούει: Η Νέα Δημοκρατία μαζί με το ΠΑΣΟΚ δεν είναι τα κόμματα που ιδίως στο πρώτο, αλλά και στο δεύτερο μνημόνιο, ισοπέδωσαν τις συντάξεις με οριζόντιες περικοπές έως και 50% και συνολικό ύψος 45 δισεκατομμύρια ευρώ; Αυτοί δεν είναι που παρακαλάγανε να εφαρμοστεί το μέτρο; Αυτοί δεν είναι που σε κάθε στροφή απεδείκνυαν ότι οι απόψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που εμπνεύστηκε και επέβαλε αυτό το μέτρο, είναι απόψεις όμορες με τις δικές τους απόψεις; Αυτοί είναι.
Άρα, λοιπόν, αν στη θέση τη δική μας, που δώσαμε αυτή τη μάχη έναν χρόνο τώρα, βρισκόταν μια κυβέρνηση όπως οι προηγούμενες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, υπήρχε έστω η παραμικρή πιθανότητα να πετυχαίνανε την κατάργηση αυτού του μέτρου; Ούτε η παραμικρή πιθανότητα δεν υπήρχε!
Εσείς, κύριε Μητσοτάκη, δεν ποντάρατε μονάχα στα πολιτικά οφέλη των περικοπών. Το πρόβλημα με εσάς -και δεν το κρύβετε όταν αναγκάζεστε να μιλήσετε προγραμματικά- είναι ότι συμφωνείτε ιδεολογικά και πολιτικά με αυτό το μέτρο. Εσείς είστε αυτός, άλλωστε, που σε κάθε σας ομιλία για το ασφαλιστικό σύστημα διατρανώνετε την ανάγκη να εφαρμοστεί ο τρίτος πυλώνας της ιδιωτικής ασφάλισης. Και εσείς βεβαίως, ως Κυβέρνηση, ήσασταν αυτοί που χρεοκόπησαν τα ταμεία, δημιουργώντας μία εφιαλτική κατάσταση για τη βιωσιμότητά τους.
Παραδώσατε, σας θυμίζω, τα ασφαλιστικά ταμεία με ένα θηριώδες έλλειμμα ύψους 1,1 δισεκατομμυρίου ευρώ και με τετρακόσιες χιλιάδες απλήρωτες συντάξεις και εφάπαξ. Αυτή την εικόνα παραλάβαμε. Και μάλιστα όχι μόνο προκαλέσατε την κατάρρευση των ταμείων, αλλά αντισταθήκατε με σθένος και στην προσπάθεια που κάναμε, την μοναδική ουσιαστική προσπάθεια, για ένα ταμείο, που θα δημιουργούσε ένα δίκαιο και βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα.
Θυμάστε τι λέγατε τότε που ψηφίζαμε το νέο ασφαλιστικό, τον Νόμο Κατρούγκαλου, όπως τον βαφτίσατε, για τον οποίο μάλιστα επινοήσατε και το λεγόμενο «κίνημα της γραβάτας», για να αποδειχθεί η δήθεν πάνδημη αντίθεση του κόσμου σε αυτήν τη μεταρρύθμιση; Τι έμεινε από αυτόν τον ορυμαγδό, πέρα από τη διαρκή αναπαραγωγή της προπαγάνδας περί οριζόντιων περικοπών, εκτόξευσης των εισφορών και κατάρρευσης των ταμείων; Αυτό που έμεινε είναι η πραγματικότητα.
Και τι δείχνει η πραγματικότητα; Πρώτον, ότι το ποσοστό των μη μισθωτών ασφαλισμένων που κλήθηκαν τους πρώτους μήνες του 2018 να πληρώσουν εισφορές μέχρι 200 ευρώ, ανήλθε στο 88%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2006, οπότε και ισχύει ακόμα το παλιό σύστημα των ασφαλιστικών κλάσεων, ήταν μόλις 27%. Με δυο λόγια, πριν τον νόμο που δήθεν θα εκτόξευε τις εισφορές, πλήρωναν μέχρι 200 ευρώ σχεδόν τρεις στους δέκα ασφαλισμένους, ενώ σήμερα, με το νέο πλαίσιο, πληρώνουν μέχρι 200 ευρώ εννιά στους δέκα ασφαλισμένους.
Δεύτερον, τα καταρρέοντα ταμεία που παραλάβαμε ενοποιήθηκαν -επιτέλους, ενοποιήθηκαν- και τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά. Ο πρώτος χρόνος λειτουργίας του ΕΦΚΑ ολοκληρώθηκε με θετικό οικονομικό αποτέλεσμα ύψους 777 εκατομμυρίων ευρώ έναντι εκτιμώμενου ελλείμματος 765 εκατομμυρίων ευρώ. Αντιστρέψαμε, λοιπόν, την εικόνα πλήρως. Είχαμε μια θετική απόκλιση της τάξης του 1 δισεκατομμυρίου και χάρη σε αυτήν τη θετική απόκλιση καταφέραμε αυτήν την εικόνα των πλεονασμάτων και της θετικής απόδοσης της οικονομίας, ενώ στην ίδια κατεύθυνση με ακόμα μεγαλύτερο πλεόνασμα κλείνει και η φετινή χρονιά, πράγμα που πιστοποιεί την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας.
Τρίτο στοιχείο. Και εδώ νομίζω ότι αποτυπώνεται η πιο εκκωφαντική κατάρρευση της προπαγάνδας σας για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Με βάση, λοιπόν, τις διατάξεις του ασφαλιστικού, που νομοθετήσαμε το 2016, από 1.1.2019 εξακόσιοι είκοσι χιλιάδες πολίτες -δεν είναι λίγοι-, εξακόσιοι είκοσι χιλιάδες συνταξιούχοι που μας ακούνε σήμερα, θα δουν όχι μειώσεις, αλλά αυξήσεις στις συντάξεις τους, τις πρώτες αυξήσεις μετά τη λαίλαπα των μνημονίων που εσείς φέρατε στη χώρα.
Εξακόσιοι είκοσι χιλιάδες κύριες συντάξεις θα είναι από την 1η του Γενάρη αυξημένες μετά τον επανυπολογισμό με βάση το νέο πλαίσιο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα αναδεικνύεται για άλλη μια φορά τόσο η προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας να επενδύσει στην καταστροφή και το ψέμα όσο, όμως, και οι βαθιές ιδεολογικές και πολιτικές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ της Κυβέρνησής μας και της Νέας Δημοκρατίας του κυρίου Μητσοτάκη.
Από τη μια μεριά, η κατάργηση της περικοπής των συντάξεων που μας επέβαλε αχρείαστα, όπως αποδείχθηκε, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά και οι αυξήσεις σε εξακόσιους είκοσι χιλιάδες συνταξιούχους, όχι αμελητέες αυξήσεις.
Από την άλλη μεριά, ποια είναι η πρόταση Νέας Δημοκρατίας; Δεν θα αναφερθώ σε δίκη προθέσεων. Ο ελληνικός λαός μας παρακολούθησε όλο αυτό το διάστημα και κρίνει πως κινηθήκαμε όλοι. Θα αναφερθώ στις θέσεις σας, στις προγραμματικές σας θέσεις.
Από την άλλη μεριά, λοιπόν, υπάρχει η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για το λεγόμενο ασφαλιστικό τύπου Πινοσέτ, που θέτει σε διακινδύνευση τις επικουρικές συντάξεις δυόμισι εκατομμυρίων συμπολιτών μας, καθώς ο λεγόμενος κουμπαράς σας θα διακόψει τη χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων και είτε θα τινάξει ξανά τον προϋπολογισμό στον αέρα είτε θα οδηγήσει σε πλήρη εξαφάνιση των επικουρικών συντάξεων.
Από τη μια μεριά, είναι η δική μας διακηρυγμένη πρόθεση που έχει ήδη ξεκινήσει και θα γίνει πράξη τους πρώτους μήνες για την αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά και η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων που έχει ήδη γίνει πράξη και, βεβαίως, η αποκατάσταση της κανονικότητας στην εργασία.
Από τη δική σας πλευρά, από τη δική σας μεριά, η πλήρης απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, η ανασφάλιστη και η «μαύρη» εργασία, η επιστροφή στο μνημονιακό εργασιακό σκοτάδι.
Από τη δική μας πλευρά, η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, η ενίσχυση της δημόσιας υγείας και της πρόνοιας, με αύξηση της χρηματοδότησης από αυτό που μπορούμε, αλλά και με προσλήψεις, αξιοποιώντας κάθε χαραμάδα που υπάρχει, όχι για να φτιάξουμε μεγάλο κράτος, όπως λέτε, αλλά για να στηρίξουμε τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη με κοινωνικές παροχές υγείας και πρόνοιας.
Από τη δική σας πλευρά, οι απολύσεις, η εκχώρηση υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα, η κατάργηση της δωρεάν περίθαλψης των ανασφαλίστων, η μετατροπή του κανόνα ένα προς ένα, όπως με κόπο στη διαπραγμάτευση καταφέραμε να φτάσουμε για καθεμία αποχώρηση να έχουμε μία πρόσληψη, ξανά στο ένα προς πέντε. Δηλαδή, για κάθε πέντε αποχωρήσεις να έχουμε μία πρόσληψη. Και πάλι, δηλαδή, επιστροφή στο μνημονιακό σκοτάδι.
Φαίνεται, κύριε Μητσοτάκη, ότι τα μνημόνια τελείωσαν για τον τόπο χάρη στη σκληρή προσπάθεια που καταβάλαμε, αλλά εσείς είστε αυτός που θέλετε να τα ξαναγυρίσετε πίσω, διότι επιθυμείτε να τα εφαρμόζετε οικειοθελώς, χωρίς την επιβολή των δανειστών. Ε, λοιπόν, δεν θα σας κάνουμε τη χάρη! Ο ελληνικός λαός δεν θα σας κάνει τη χάρη να ξαναφέρετε πίσω τις σκληρές μνημονιακές εποχές, τα μνημόνια και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο!
Εσείς θέλετε, βεβαίως, να ψηφίζετε με το μυαλό σας συγκεντρωμένο σε μία ελίτ, σε κάποια κρατικοδίαιτα επιχειρηματικά συμφέροντα, που έχουν μεγάλη ευθύνη για τη χρεοκοπία του τόπου.
Εμείς και σήμερα ψηφίζουμε με το μυαλό συγκεντρωμένο στους πολλούς, στα εκατομμύρια των συμπολιτών μας, που σήμερα αισθάνονται πραγματικά ανακούφιση για την κατάργηση των περικοπών στις συντάξεις, με το μυαλό σε αυτούς που τώρα που τελειώνει ο χρόνος και ιδιαίτερα στην αρχή του νέου χρόνου θα δουν σημαντικές αυξήσεις στο εισόδημά τους και φυσικά, με το μυαλό στα τριάμισι εκατομμύρια των συμπολιτών μας που θα δουν στις 14 του μήνα και στις 28 του μήνα από 200 ευρώ έως 1.200 ευρώ στον λογαριασμό τους μέρισμα από το συνολικό ποσό των 710 εκατομμυρίων ευρώ που εξασφαλίσαμε χάρη στην υπεραπόδοση της οικονομίας.
Όλοι αυτοί, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα περάσουν γιορτές, όπως τους αξίζει, με περισσότερη ελπίδα και προσμονή. Για κάποιους άλλους που πόνταραν στην καταστροφή ενδεχομένως να έρχονται πιο δύσκολες μέρες. Εγώ θα θυμηθώ τη ρήση του συμπαθέστατου Φινλανδού Επιτρόπου Όλι Ρεν, που είπε «καλό κουράγιο» στον ελληνικό λαό σε μια δύσκολη στιγμή. Εγώ θα πω σήμερα «καλό κουράγιο» στους Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που θα ψηφίσουν μαζί μας «ΝΑΙ» σε όλα, στην κατάργηση πάλι ενός απεχθούς μέτρου που επέβαλαν στον ελληνικό λαό.
Θέλω να κλείσω την παρέμβασή μου κάνοντας αναφορά σε μία πραγματική προφητική τοποθέτηση, που είναι επίκαιρη λόγω της σημερινής συζήτησης.
Κύριοι Βουλευτές, ήταν η πρώτη επίσημη παρουσία του κ. Μητσοτάκη ως Αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Ήταν 26 Ιανουαρίου του 2016 και έλεγε, λοιπόν, απευθυνόμενος σε εμένα: «Αλήθεια, κύριε Πρωθυπουργέ, τι θα συμβεί με τις κύριες συντάξεις από 1-1-2019; Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι η προσωπική διαφορά, έτσι όπως περιγράφεται στο νομοσχέδιο, μεταφέρει το πρόβλημα τρία χρόνια αργότερα. Στέλνετε συνειδητά στο μέλλον άλυτα προβλήματα και αυτό συνιστά πολιτική ανευθυνότητα. Το κάνατε μάλλον γιατί γνωρίζετε ότι δεν θα είστε κυβέρνηση το 2019, για να διαχειριστείτε το πρόβλημα».
Ήταν η πρώτη σας παρέμβαση ως Αρχηγός στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για το ασφαλιστικό.
Ωραία, αξέχαστη πρεμιέρα κάνατε, κύριε Μητσοτάκη, σαν την Πορτογαλία στο EURO του 2004, πέσατε διάνα!
Το άλυτο, λοιπόν, πρόβλημα του ασφαλιστικού όχι μόνο λύθηκε, κύριε Μητσοτάκη, αλλά λύθηκε και προς όφελος των συνταξιούχων. Διότι τότε, ξέρετε, συζητούσαμε συνολικότερα για την προοπτική βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και αυτό δεν αφορούσε την άλλη πετυχημένη προφητεία ότι θα κοπούν οι συντάξεις. Λύσαμε, λοιπόν, ένα πρόβλημα που είχαν όλες οι κυβερνήσεις στον τόπο από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Έχουμε ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα και πάνω από όλα έχουμε ένα δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα. Και λύθηκε το πρόβλημα προς όφελος των συνταξιούχων.
Όσο για τα υπόλοιπα, δεν θέλω να κάνω κάποιο άλλο σχόλιο.
Το 2019 ξημερώνει σε λίγες μέρες, Κυβέρνηση θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ, Κυβέρνηση θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και το 2020 και το 2022 και το 2023 και την επόμενη τετραετία, γιατί οι Ελληνίδες και οι Έλληνες δεν θα αφήσουν τη χώρα να γυρίσει πίσω στη μνημονιακή λαίλαπα της χρεοκοπίας και της καταστροφής, στην οποία εσείς φέρατε τον τόπο και θέλετε να μας ξαναγυρίσετε εκεί.
Δεν θα τα καταφέρετε, κύριε Μητσοτάκη!
Δευτερολογία του Πρωθυπουργού στη συζήτηση στη Βουλή για την ακύρωση της περικοπής στις συντάξεις
Κύριε Μητσοτάκη, παρακολούθησα την προσπάθειά σας να σηκώσετε με θεατρικό τρόπο τους τόνους, μια απέλπιδα προσπάθεια να πείσετε ότι έχετε κάποιο αφήγημα στην οικονομία. Βέβαια, αν έχετε πει κάτι ουσιαστικό που χρήζει απάντησης –και θα απαντήσω- δεν αφορά την οικονομία.
Εν τούτοις, επιτρέψτε μου να κάνω δυο σχόλια για την οικονομία αρχικά. Μιλήσατε για άλλη μια φορά εδώ για τον περιβόητο λογαριασμό σας, δηλαδή για το κόστος αυτής της Κυβέρνησης που έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, το οποίο κάθε φορά που μιλάτε –διότι τζάμπα είναι, όσο θέλετε μπορείτε να χρεώνετε- το αλλάζετε. Άλλη φορά λέτε ότι είναι ογδόντα δισεκατομμύρια, άλλη φορά λέτε ότι είναι εκατό δισεκατομμύρια, άλλη φορά ότι είναι διακόσια δισεκατομμύρια. Τζάμπα είναι άλλωστε.
Εγώ θα σας διαβάσω στοιχεία, τα οποία προέρχονται από την ΕΛΣΤΑΤ. Το 2014, λοιπόν, το δημόσιο χρέος της χώρας ήταν 324,1 δισεκατομμύρια ευρώ. Στο τέλος του 2015, που εμείς χρεώσαμε τη χώρα με 100 δισεκατομμύρια, το χρέος της χώρας δεν ήταν 424 δισεκατομμύρια, αλλά ήταν 321, δηλαδή μειούμενο κατά 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σας το λέω αυτό και μόνο για να καταλάβετε ότι αυτή η μπακάλικη αριθμητική που χρησιμοποιείτε σάς εκθέτει ανεπανόρθωτα, διότι, ξέρετε, ο ελληνικός λαός έχει και μνήμη και έχει και κρίση και θυμάται ποιοι ήταν αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στα τεράστια ελλείμματα και στη χρεοκοπία, ποιοι ήταν αυτοί που διαχειρίστηκαν τη χρεοκοπία της χώρας με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, ώστε να μας οδηγήσουν στην αγκαλιά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και στην άρση μεγάλου μέρους της οικονομικής μας κυριαρχίας, ποιοι ήταν αυτοί που παρακάλαγαν, όταν εμείς κάναμε διαπραγμάτευση, να οδηγηθούμε στα βράχια και να ξαναγυρίσει, να παλινορθωθεί το παλιό πολιτικό σύστημα που έριξε τη χώρα στα βράχια. Θυμάται ο ελληνικός λαός πάρα πολύ καλά ποιοι ήταν αυτοί που έφεραν τη μνημονιακή λαίλαπα την πρώτη πενταετία και ιδίως την πρώτη τριετία, όπου χάθηκε το 25% του ΑΕΠ μας, το ¼ του εθνικού μας πλούτου και ερχόσασταν εσείς και ψηφίζατε και με τα δύο χέρια «ναι» σε όλα αυτά τα σκληρά μέτρα της λιτότητας.
Επειδή κάνατε μια πραγματικά αξιόλογη προσπάθεια εδώ να θυμηθείτε φόρους, εγώ θα σας κάνω τη σούμα, κύριε Μητσοτάκη. Διότι εμείς δεν αρνούμεθα ότι παραλάβαμε τη χώρα σε διάλυση και χρεοκοπία, χρηματοπιστωτική ασφυξία και ότι διαπραγματευθήκαμε σκληρά προκειμένου να οδηγηθούμε σε έναν συμβιβασμό, ο οποίος όμως έφερε ένα πρόγραμμα πολύ ηπιότερης δημοσιονομικής προσαρμογής. Ναι, ήταν δημοσιονομικής προσαρμογής. Θα κάνω τις συγκρίσεις με νούμερα για να θυμάται ο ελληνικός λαός και να γνωρίζει και ο τελευταίος πολίτης που μας ακούει.
Όμως, κύριε Μητσοτάκη, εμείς επικεντρώσαμε τη διαπραγμάτευσή μας στις μεγάλες δομικές, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η ελληνική οικονομία και ο τόπος. Αλλά οι Κυβερνήσεις οι δικές σας, το 2010 και μετά, επικέντρωσαν εκεί που ήταν εύκολο, όποιον πάρει ο χάρος, σε περικοπές και πετσόκομμα συντάξεων και μισθών. Έτσι χάθηκε το 25% του εθνικού πλούτου και ούτε μία δομική, ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν κάνατε για να μπορέσετε να ανορθώσετε την ελληνική οικονομία. Το ασφαλιστικό εμείς το κάναμε βιώσιμο. Τη δημόσια διοίκηση εμείς την εξορθολογήσαμε. Εσείς κάνατε μόνο απολύσεις και περικοπές.
Θα σας κάνω, λοιπόν, τη σούμα, για να μην κουράζεστε, για τα αρνητικά μέτρα που έφεραν οι κυβερνήσεις σας και τα αρνητικά μέτρα που φέραμε και εμείς. Γιατί και εμείς φέραμε αρνητικά μέτρα. Δεν το αρνούμεθα. Το 2010 πήρατε μέτρα ύψους 19,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, 18,24 δισεκατομμύρια ευρώ το 2011, 11,53 δισεκατομμύρια ευρώ το 2012, 10,22 δισεκατομμύρια ευρώ το 2013, ενώ το 2014, μετά τις ευρωεκλογές, έβαλε φρένο ο κ. Σαμαράς και έφερε μόνο 6 δισεκατομμύρια ευρώ αρνητικά μέτρα. Ο συνολικός λογαριασμός, η σούμα για όσους ξέρουν να μετράνε και έχουν βγάλει και τα πανεπιστήμια τα καλά που έχετε βγάλει εσείς, είναι 65 δισεκατομμύρια ευρώ αρνητικά μέτρα στην πενταετία των δικών σας μνημονιακών χρόνων.
Να ανατρέξετε στην ΕΛΣΤΑΤ για να τα βρείτε. Είναι στοιχεία από τους προϋπολογισμούς που ψηφίζατε. Με όλα τα χέρια τούς ψηφίζατε και μην αμφισβητείτε τα στοιχεία.
Το 2015, μετά τον συμβιβασμό και τη συμφωνία με τους εταίρους, πράγματι οδηγηθήκαμε σε μια ήπια δημοσιονομική προσαρμογή, δίνοντας όμως βάρος –επαναλαμβάνω- στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Έτσι βγήκε η χώρα από την κρίση, έτσι ξαναφέραμε πλεονάσματα και έτσι καταφέραμε να δημιουργήσουμε δημόσια οικονομικά αξιόπιστα. Ναι, πράγματι, το 2015 είχαμε 2,64 δισεκατομμύρια ευρώ μέτρα, όχι 19 και 18 δισεκατομμύρια ευρώ, 3,15 δισεκατομμύρια ευρώ το 2016, 2,38 δισεκατομμύρια ευρώ το 2017 και 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2018. Ποιο είναι το άθροισμα όλων αυτών; Να συμπεριλάβουμε το γεγονός ότι το 2017 επιστρέψαμε 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ περίπου ως κοινωνικό μέρισμα στους πολίτες, το 2016 είχαμε επιστρέψει λιγότερα και το 2018 επιστρέφουμε στους πολίτες σχεδόν 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα αρνητικά μέτρα, λοιπόν, που πήραμε εμείς ήταν κοντά στα 9 δισεκατομμύρια ευρώ, όταν εσείς σε μια πενταετία πήρατε 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Τι έρχεστε να συγκρίνετε σε αυτήν εδώ την Αίθουσα; Τα 65 δισεκατομμύρια ευρώ με τα 9 δισεκατομμύρια ευρώ; Ποιο είναι βαρύτερο και μεγαλύτερο;
Αλλά το θέμα δεν είναι να παραθέσουμε εδώ νούμερα, διότι ο ελληνικός λαός έχει νωπές τις μνήμες πώς ήταν τότε που εσείς φέρνατε μέτρα που στερούσατε από τους συνταξιούχους την αξιοπρέπεια, που στερούσατε από τους μισθωτούς τον μισθό τους, που οδηγούσατε στην ανεργία ενάμισι εκατομμύριο πολίτες, ενώ εμείς ήδη έχουμε μειώσει την ανεργία από το 27% που την παραλάβαμε στο 18,5%, πάνω από 300.000 θέσεις εργασίας. Τι ακριβώς θέλετε να συγκρίνουμε; Νομίζετε ότι ο ελληνικός λαός έχει ξεχάσει; Δεν έχει ξεχάσει. Έχει καταγράψει στη μνήμη του, στη συνείδησή του και στην καρδιά του τι ακριβώς κάνατε και κυρίως το γεγονός ότι όταν τα κάνατε, συνεχίζατε το πάρτι της διαφθοράς και της διαπλοκής, με τη Novartis και τις άλλες επιχειρήσεις, τις πολυεθνικές, που ερχόντουσαν στην Ελλάδα για να ξεζουμίσουν τον μόχθο του ελληνικού λαού.
Και αυτό είναι που στο τέλος της ημέρας δεν θα σας συγχωρέσει, όχι τα μνημόνια.
Καθίστε τώρα, ξέρω ότι κάθεστε σε αναμμένα κάρβουνα, αλλά σε μια συνεδρίαση να μην πεταχτείτε να παρεμβείτε. Έχετε Αρχηγό, για να μιλήσει αυτός.
Ναι, θα σας πω τα πάντα σήμερα, γιατί μου ανοίξατε την όρεξη.
Θα σας πω τα πάντα.
Καταρχάς, κύριε Μητσοτάκη, εσείς μου διαβάσατε εδώ τις δηλώσεις του κ. Χατζηδάκη, στη συνεδρίαση στην οποία ήταν παρών ο Επίτροπος Μοσκοβισί. Εσείς μαρτυράτε, χωρίς να σας πιέσει κανείς. Πράγματι αυτό είπε ο κ. Χατζηδάκης. Είπε επί λέξει ο κ. Χατζηδάκης ότι…
Ναι, θα το επαναλάβω. Θέλετε να το επαναλάβω; Αν δεν θέλετε, δεν το επαναλαμβάνω. Η ουσία, λοιπόν, αυτού που είπε ο Χατζηδάκης…
Κύριε Συνήγορε, επιτρέψτε μου να το επαναλάβω mot a mot. Είπε ο κ. Χατζηδάκης: «Εμείς το πρόγραμμά μας το έχουμε διαμορφώσει με βάση τις διεθνείς συμφωνίες. Αν ακυρωθεί η συμφωνία για τις συντάξεις και οι άλλες διεθνείς συμφωνίες, να το ξέρουμε για να διαμορφώσουμε κι εμείς το πρόγραμμά μας». Έτσι είπε ο κ. Χατζηδάκης.
Τι λέει, λοιπόν, με αυτό ο κ. Χατζηδάκης; Πριν χειροκροτήσετε, ακούστε, κύριοι συνάδελφοι, για να καταλάβετε λίγο, γιατί δεν καταλαβαίνει μάλλον ο κ. Μητσοτάκης τι διαβάζει. Aυτό, λοιπόν, που είπε ο κ. Χατζηδάκης στην Αίθουσα -που βεβαίως όλοι θυμούνται και τι ακολούθησε όσων είπε ο κ. Χατζηδάκης, την προσωπική επίθεση του κ. Μητσοτάκη στον Επίτροπο που τόλμησε να αφήσει τότε ανοικτή την πιθανότητα να μην περικοπούν οι συντάξεις- αλλά αυτό που είπε τότε ο κ. Χατζηδάκης είχε το εξής διπλό νόημα:
Το πρώτο νόημα, ότι –ξέρετε- οι συντάξεις και οι άλλες διεθνείς συμφωνίες, προσέξτε, κύριε Επίτροπε, pacta sunt servanda, μην μας λέτε εδώ ότι δεν μπορούν να μετράνε οι συμφωνίες και να μην υλοποιούνται οι συμφωνίες.
Και το δεύτερο το οποίο είπε βεβαίως ο κ. Χατζηδάκης, το οποίο προσπαθείτε να το παρακάμψετε, είναι: «Να το ξέρουμε, για να διαμορφώσουμε κι εμείς το πρόγραμμα μας», γιατί προφανώς η Νέα Δημοκρατία, άλλωστε δυόμιση χρόνια ζητάει εκλογές, είχε διαμορφώσει το πρόγραμμά της με το μέτρο της περικοπής των συντάξεων μέσα. Δεν θα το καταργούσε ποτέ.
Όσο, κύριε Μητσοτάκη, για το μέτρημα, σας παρακολουθώ με συμπάθεια να μετράτε τις μέρες. Κάποιος άλλος –διάβασα- από τη Συμπολίτευση έγραψε ότι δεν μετρήσατε πόσες μέρες έχουν περάσει από τότε που ζητήσατε εκλογές, διότι έχουν περάσει πάνω από χίλες μέρες. Ξέρετε, όσο και να μετράτε –μετρήστε- δεν θα απολυθείτε, πάλι μέσα θα μείνετε. Δεν πρόκειται να απολυθείτε, διότι ο ελληνικός λαός σας έχει καταδικασμένους στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Όσο και να μετράτε τις μέρες μας, θα χρειαστεί σύντομα, τον Σεπτέμβρη του 2019, να ανανεώσετε το κοντέρ, διότι θα μετράτε ξανά αντίστροφα για άλλα τέσσερα χρόνια.
Να μην παραλείψω τη χάρη στην κ. Βούλτεψη για τα αγαπημένα της θέματα περί σκανδάλων και σκανδαλολογίας, λοιπόν -διότι άλλο το σκάνδαλο και άλλο η σκανδαλολογία- διότι όλοι γνωρίζουμε ότι σκάνδαλο υπάρχει όταν αποδεδειγμένα μια κυβέρνηση με τις πράξεις της ή τις παραλείψεις της ευνοεί κάποια οικονομικά συμφέροντα. Το αντάλλαγμα ψάχνουν να το βρουν πολλές φορές οι εισαγγελείς. Ξέρετε, με αυτόν τον νόμο περί ευθύνης Υπουργών, κάποιες φορές το βρίσκουν, αλλά κανείς δεν τιμωρείται, κάποιες άλλες φορές είναι και εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν λογαριασμοί.
Εν πάση περιπτώσει, πάντως είναι εξαιρετικά πολλές αυτές οι υποθέσεις που διερευνά η ελληνική Δικαιοσύνη και αφορούν την εποχή που εσείς κυβερνήσατε.
Πρέπει, όμως, να είναι πολύ μεγάλη η απόγνωση εις την οποίαν βρίσκεται ο κ. Μητσοτάκης για να έρχεται σήμερα στη Βουλή την ημέρα που ψηφίζουμε την απαλλαγή εκατοντάδων χιλιάδων συμπολιτών μας συνταξιούχων από δυσβάσταχτα βάρη και να προσπαθείτε τόσο φτηνά να αλλάξετε την ατζέντα. Ήξερα βεβαίως ότι έχετε επιδοθεί σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανακαλύψετε σκάνδαλα σε Υπουργούς της Κυβέρνησης.
Και επειδή η πραγματικότητα δεν σας κάνει το χατίρι, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Αφού σκάνδαλα δεν βρίσκετε, προσπαθείτε να τα επινοήσετε, πάντοτε βεβαίως με τη βοήθεια των μέσων ενημέρωσης, πολλά εκ των οποίων διαθέτει ο γνωστός φίλος σας, επιχειρηματίας, εφοπλιστής, που αρέσκεται να θέλει να έχει και τον Πειραιά υπό την κατοχή του και δεν μπορείτε να βρείτε υποψήφιο στον Πειραιά για να μην του χαλάστε τη σούπα και όλως τυχαίως αυτός ο φίλος σας είναι και υπόδικος για κακουργήματα, είναι και διωκόμενος για μια υπόθεση εμπορίας ναρκωτικών.
Η Δικαιοσύνη, βεβαίως, φαντάζομαι ότι θα κάνει τη δουλειά της. Φαντάζομαι, όμως, ότι για να δίνει τα ρέστα του αυτός ο φίλος σας με τόσα δημοσιεύματα fake όλο αυτό το διάστημα από τα μέσα ενημέρωσης που διαθέτει και να σας υποστηρίζει τόσο ένθερμα, μάλλον κάτι θα περιμένει από εσάς -φαντάζομαι- σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των δικαστικών του υποθέσεων.
Και το λέω αυτό, κύριε Μητσοτάκη, διότι έχω σήμερα εδώ μια πρόχειρη συλλογή από δημοσιεύματα των δικών του εφημερίδων σε σχέση με σκάνδαλα της σημερινής Κυβέρνησης.
«ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ»: «Συνεργάτης του Ευκλείδη Τσακαλώτου» –δήθεν- «ζητούσε μίζα από τον επιχειρηματία Ιωσήφ Λιβανό σε γνώση του Μεγάρου Μαξίμου».
Τα «ΝΕΑ», 17/11/2015: «Ο Νίκος Παππά και ο Χρήστος Σπίρτζης έχουν στήσει γραφείο διευθετήσεων και εξυπηρετήσεων με τζίρο 50.000 ευρώ». Μπράβο, ρε παιδιά, πολύ καλή δουλειά αυτή, για κάθε ρουσφέτι 50.000 ευρώ, πολύ ακριβά η ταρίφα.
«ΒΗΜΑ fm»: «Ο Τσίπρας απέκτησε το σπίτι του» -σε ενοίκιο μένω στην Κυψέλη- «μέσω πλειστηριασμού, αφού πρώτα ο επιχειρηματίας ιδιοκτήτης αυτοκτόνησε λόγω χρεών».
Να σας θυμίσω και παλαιότερα. Στο έγκριτο «ΒΗΜΑ», ο τότε Υπουργός Εργασίας, ο κ. Κατρούγκαλος, υποσχόταν διορισμούς με προμήθεια 12%. Καλή προμήθεια, δεν λέω.
Να σας θυμίσω πάλι τα «ΝΕΑ», 22 Μαρτίου 2018, πρωτοσέλιδο ο Μπαλαούρας, ο Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ: «Ο Μάκης Μπαλαούρας έκανε φωτογραφική διάταξη για να εξαιρεθεί από τις μειώσεις στις συντάξεις».
Και να σας θυμίσω, βέβαια, και το εξαιρετικού κάλους δημοσίευμα, πρωτοσέλιδο πάλι στα «ΝΕΑ», όταν έγινε το τραγικό δυστύχημα στην Αίγινα, όπου μιλούσε για εμπλοκή του Δρίτσα στην προανάκριση για το δυστύχημα με το ταχύπλοο στην Αίγινα και βεβαίως υπονοούσε ότι μέσα επέβαινε και ο Αλέκος ο Φλαμπουράρης.
Αυτοί, λοιπόν, είναι. Αυτά είναι τα fake news που έχουν κατακλύσει την πολιτική ζωή του τόπου από τους φίλους σας και υποστηρικτές σας. Τι να πιστέψουμε, λοιπόν, απ’ όλα αυτά; Και δυστυχώς πάνω σ’ αυτά βασίζεστε εσείς για να κάνετε πολιτική.
Το φαινόμενο των fake news είναι ένα φαινόμενο διεθνές, αλλά να αξιοποιεί αυτά τα fake news κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης και ο αρχηγός του για να κάνουν πολιτική, αυτό είναι πρωτοφανές για τον τόπο και επιβλαβές για τη δημοκρατία.
Βεβαίως, όχι μόνο σκανδαλολογία, αλλά μιας και συζητάμε σήμερα για τις συντάξεις, να σας θυμίσω και τα πρόσφατα πρωτοσέλιδα. Στις 5 Οκτωβρίου του 2018, η Καγκελαρία αποκλειστικά μιλάει στα «ΝΕΑ»: «Έχετε δεσμευθεί για τις συντάξεις, μην τυχόν και τολμήσετε να πάρετε το μέτρο της απόσυρσης».
Αλλά και το πρωτοσέλιδο, όταν εγώ πήγα και συνάντησα τον Γερμανό Υπουργό Οικονομικών, όπου πάλι απευθείας αποκλειστικό από το Βερολίνο: «Διασώζονται μόνο οι χαμηλές συντάξεις».
Ορίστε, τα καταθέτω για τα Πρακτικά.
Αυτή είναι η αξιοπιστία των μέσων που σας στηρίζουν.
Καθίστε, κυρία Βούλτεψη. Τώρα θα ακούσετε. Τώρα δεν μιλάτε εσείς. Τώρα μιλάω εγώ και ακούει ο ελληνικός λαός ποιοι είσαστε.
Βεβαίως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στα περισσότερα εξ αυτών των δημοσιευμάτων, των πρωτοσέλιδων, πολύ αργότερα υπήρξαν διαψεύσεις με βάση δικαστικές αποφάσεις και για τον κ. Κατρούγκαλο και για την υπόθεση Παππά-Σπίρτζη και για πολλές άλλες.
Τι να το κάνεις, όμως, το πρωτοσέλιδο μιας παλαιόθεν έγκριτης και έγκυρης εφημερίδας και σήμερα κίτρινου τύπου για να στηρίζει τον κ. Μητσοτάκη, που κοσμεί τα περίπτερα όλης της χώρας, όταν μετά από κάποιους μήνες θα δεις ένα μονόστηλο μέσα το οποίο θα λέει «ζητώ συγνώμη», όπως έκανε στον κ. Μπαλαούρα πρόσφατα; Τι να το κάνεις; Αυτή, όμως, είναι η τακτική σας! Αυτή είναι η πολιτική σας!
Τώρα, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, αφού τα fake news για την πολιτική, για τις συντάξεις, για τους Υπουργούς, δεν πιάνουν, αρχίσατε να σκανάρετε τους συγγενείς πρώτου βαθμού, τους συγγενείς δεύτερου βαθμού. Κι επειδή ούτε εκεί βρήκατε offshore, όπως ενδεχομένως μπορεί να βρίσκει κανείς σε άλλους συγγενείς, έχετε αρχίσει να βρίσκετε ενδιαφέρον, να καταπιάνεστε με τους φίλους και τους συμμαθητές των Υπουργών από το Δημοτικό και το Γυμνάσιο. Καλά το πάτε, δε λέω, στην απελπισία σας μπορεί να βγάλετε κάτι, μόνο που κινδυνεύετε με αυτά και με αυτά να γίνεται καταγέλαστος και εσείς και η παράταξή σας.
Αν δεν σας άρεσε η απάντηση, μπορώ να την επαναλάβω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Εγώ πάντως το διασκεδάζω πάρα πολύ.
Θέλω να κλείσω, όμως, με το εξής. Στο μόνο στο οποίο έπεσε μέσα ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι ότι πράγματι τις τελευταίες μέρες είχα ένα πρόβλημα με τις φωνητικές μου χορδές. Αφωνία, όμως, δεν έχω πάθει εγώ ποτέ στην πολιτική μου στάση και θέση και κρίσιμα θέματα, ιδίως εθνικά θέματα, δεν τα αφήνω να πέσουν κάτω.
Άκουσα, λοιπόν, τον κ. Μητσοτάκη -λυπάμαι πολύ, αλλά ήταν σαν να ακούω τον Άδωνι Γεωργιάδη, δεν ξεχωρίζεις τίποτα- σε όλα όσα είπε για το «Μακεδονικό». Θέλω να ξεκαθαρίσω ορισμένα πράγματα, όμως, πριν αναφερθώ σε κάποια πολύ σκληρά και βαριά τα οποία είπε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχω τονίσει επανειλημμένως, κι έχει γίνει σαφές και από όλους τους διεθνείς παράγοντες, ότι η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας οφείλει τόσο με τις συνταγματικές της τροπολογίες, που συζητιούνται τούτες τις μέρες, καθώς συζητείται η επικείμενη αλλαγή του Συντάγματος της έτσι όπως ορίζει η Συμφωνία των Πρεσπών, όσο όμως και με τις δηλώσεις των αξιωματούχων της οφείλει να τηρεί το πνεύμα και το γράμμα της Συνθήκης των Πρεσπών. Αν αυτό δεν γίνει, έχουμε δηλώσει και στους ίδιους, αλλά και σε όλους τους τόνους δημόσια ότι δεν θα προχωρήσει ούτε η Συμφωνία ούτε η ένταξη της γειτονικής χώρας σε διεθνείς οργανισμούς.
Εμείς, λοιπόν, περιμένουμε με πολύ μεγάλη προσοχή, δεν προτρέχουμε, την ολοκλήρωση της συνταγματικής διαδικασίας, έχοντας δώσει σαφώς μηνύματα που απαιτούνται και εκεί όπου πρέπει να δοθούν, όχι στον δημόσιο διάλογο για εντυπωσιασμό, αλλά εκεί που πρέπει να δοθούν.
Από εκεί και πέρα, η θέση μας είναι σαφής. Πρώτον, η Συμφωνία των Πρεσπών, θα επαναλάβω -έχει κουραστεί η γλώσσα μου, αλλά θα το επαναλάβω-, δεν αναγνωρίζουν κανένα έθνος και καμία εθνότητα. Και ως προς το ζήτημα της ιθαγένειας, διορθώνουν κάτι το οποίο συνέβαινε μέχρι σήμερα στα διαβατήρια, όπου βεβαίως οι πολίτες της γειτονικής χώρας έρχονται σήμερα την ώρα που μιλάμε στη χώρα μας να την επισκεφτούν αναγράφοντας στα διαβατήριά τους «Μακεδόνες». Τι θα είχε γίνει, λοιπόν, αν παίρναμε τις συμβουλές σας στα σοβαρά και αφήναμε αυτό το ζήτημα εκτός διαπραγματεύσεων, όπως κάνατε εσείς στο παρελθόν; Απλά αυτά τα διαβατήρια θα συνέχιζαν να αναγράφουν τη λέξη «Μακεδόνες».
Ως προς τη γλώσσα, ξέρετε, κατά τη διάρκεια των δικών σας κυβερνήσεων, μάλιστα σε διεθνή διάσκεψη στην Αθήνα, η διεθνής κοινότητα ήταν αυτή που τότε, το 1977, αναγνώρισε τη γλώσσα της γειτονικής χώρας.
Κατ’ ακολουθία σε σχέση με την επικράτεια της νυν πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας το αναφερόμενο στη χώρα αυτή λήμμα του καταλόγου του ΟΗΕ από πολλών ετών αναφέρει τη γλώσσα αυτή με τον γνωστό όρο.
Η Συμφωνία των Πρεσπών λέει σαφώς ότι η γλώσσα αυτή ουδεμία σχέση έχει με την ελληνική Μακεδονία και την αρχαία ελληνική κληρονομιά και ανήκει στην ομάδα των νότιων σλαβικών γλωσσών. Και βεβαίως αυτά ισχύουν, επαναλαμβάνω, αναφορικά με τη γείτονα χώρα και τους πολίτες της.
Τώρα, σχετικά με το ποιες γλώσσες διδάσκονται στη δική μας χώρα, είναι θέμα που διέπεται αποκλειστικά από τους δικούς μας νόμους.
Όμως, θα ήθελα να αναρωτηθώ, εσείς πώς ακριβώς αποκαλείτε, κύριε Μητσοτάκη, τη γλώσσα αυτή; Χρησιμοποιείτε μήπως τον ίδιο όρο που χρησιμοποίησε ο κ. Αβέρωφ, ως Υπουργός Εξωτερικών, σε αυτήν εδώ την Αίθουσα στη Βουλή τον Σεπτέμβριο του 1959; Χρησιμοποιείτε τον όρο τον οποίο, λόγω των ολιγωριών και της αδράνειας των δικών σας κυβερνήσεων, χρησιμοποιούν σήμερα πάνω από εκατόν τριάντα χώρες στον κόσμο, μεταξύ των οποίων και οι ισχυρότερες χώρες;
Ή μήπως καταφέρατε ποτέ να αποδεχθούν επισήμως οι γείτονες ότι κανένα στοιχείο του πολιτισμού τους δεν έχει σχέση με την αρχαία Μακεδονία, την αρχαία ελληνική κληρονομιά και ιστορία; Μήπως εσείς καταφέρατε ποτέ να αλλάξουν ονομασίες μνημείων, να τους επιβάλετε να μην κάνουν ποτέ χρήση του δεκαεξάκτινου αστεριού της Βεργίνας; Μήπως εσείς τα καταφέρατε αυτά;
Επειδή αναφερθήκατε με πολύ βαριά λόγια και επειδή εγώ δεν λέω λόγια του αέρα σε αυτήν εδώ την Αίθουσα, θα σας διαβάσω επί λέξει τι έλεγε ο αείμνηστος Ευάγγελος Αβέρωφ. Είναι απόσπασμα από τα επίσημα Πρακτικά της Βουλής στις 17 Σεπτεμβρίου 1959. Ήταν Υπουργός Εξωτερικών τότε και έλεγε, λοιπόν, το εξής: «Κύριοι, εις το ζήτημα της γλώσσης πολλά δύναται να λεχθούν. Πρώτον, εις την ελληνικήν Μακεδονία δεν ομιλείται η μακεδονική γλώσσα, η οποία ομιλείται εις τα Σκόπια και έχει και γραμματική και συντακτικόν. Ομιλείται ένα τοπικό ιδίωμα το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τη μακεδονική γλώσσα».
Άρα τι ομιλείται στη γειτονική χώρα; Ομιλείται η μακεδονική γλώσσα, έλεγε τότε ο αείμνηστος Ευάγγελος Αβέρωφ, ενώ στην Ελλάδα κάποιες συμπολίτες μας ομιλούν ένα ιδίωμα.
Έρχομαι τώρα στην ουσία. Ο καθείς βγάζει τα συμπεράσματά του για τον πολιτικό καιροσκοπισμό, αλλά και για την προσπάθεια που γίνεται να ψαρέψουν ορισμένοι στα θολά νερά του ακροδεξιού ακροατηρίου, αλλά με κρίσιμα θέματα εθνικά δεν μπορεί κανείς να παίζει.
Και το λέω τούτο διότι ζήτημα μειονότητας ανοίξατε πρώτος εσείς, κύριε Μητσοτάκη, με τη συνέντευξή σας στο περιοδικό «Politico», συνέντευξη εις την οποία αναφέρατε –είναι εντός εισαγωγικών- επί λέξει: «Υπάρχει φόβος για τοπικές εξεγέρσεις στην ελληνική Μακεδονία, όπου αυτονομιστικές δυνάμεις, με την ευκαιρία της συμφωνίας, βλέπουν τη συμφωνία ως μία πρόσκληση για να οργανωθούν». Αυτονομιστικές δυνάμεις.
Θα το καταθέσω. Είναι στα αγγλικά και εσείς ξέρετε καλύτερα από εμένα. Εγώ μπορεί να μην προφέρω το «Κολούμπια» ως «Κολάμπια», αλλά ξέρω να διαβάζω και να κάνω μετάφραση.
Αν είναι λαθροχειρία αυτό που διαβάσαμε στο διαδίκτυο, κύριε Μητσοτάκη, να τοποθετηθείτε και να μας πείτε τι είπατε.
Όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που δεν ανεβάζετε στο site της Νέας Δημοκρατίας το σύνολο της συνεντεύξεώς σας σε διεθνή περιοδικά. Και στην τελευταία σας συνέντευξη στους «Financial Times» κάτι ξεχάσατε σε σχέση με τους ολιγάρχες και τους καναλάρχες. Κάτι ξεχάσατε, το κόψατε αυτό το εδάφιο.
Έρχομαι, όμως, στην ουσία. Και η ουσία είναι ότι αν υπάρχει μια σύμβαση, μια συμφωνία η οποία μας προστατεύει πλήρως, πολύ περισσότερο από ό,τι και η ενδιάμεση συμφωνία από το ενδεχόμενο στο μέλλον να εγερθεί ζήτημα τέτοιο, δηλαδή μειονοτικό, στη χώρα μας, είναι η Συμφωνία των Πρεσπών.
Σας διαβάζω το άρθρο 4 παράγραφος 3: «Έκαστο μέρος δεσμεύεται διά της παρούσης και επίσημα δηλώνει ότι τίποτα στο Σύνταγμά του, όπως ισχύει σήμερα ή θα τροποποιηθεί στο μέλλον, μπορεί ή θα μπορούσε να ερμηνευτεί ότι αποτελεί ή θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου μέρους σε οποιαδήποτε μορφή και για οποιονδήποτε λόγο, περιλαμβανομένης της προστασίας του καθεστώτος και των δικαιωμάτων οποιωνδήποτε προσώπων δεν είναι πολίτες του».
Για τους Έλληνες πολίτες, λοιπόν, εμείς έχουμε την ευθύνη, η Ελληνική Δημοκρατία, η ελληνική πολιτεία. Μας προστατεύει ξεκάθαρα η Συμφωνία των Πρεσπών από ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Την έχετε διαβάσει, αλλά επιμένετε να διαστρεβλώνετε.
Σας άκουσα, όμως, σήμερα και πραγματικά έχω βγει από τα ρούχα μου διότι δεν περίμενα εσείς από το Βήμα της Βουλής να μιλήσετε με τον ίδιο καφενειακό λόγο που ομιλεί ο Αντιπρόεδρός σας, ο κ. Γεωργιάδης, στα τηλεπαράθυρα που βγαίνει και να εκστομίσετε εσείς ότι αυτή η Κυβέρνηση όχι μόνο ξεπούλησε τη Μακεδονία, αλλά έκανε και συναλλαγή, αντάλλαξε τη μη εφαρμογή των περικοπών στις συντάξεις με τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Είναι ντροπή, κύριε Μητσοτάκη, και δεν ταιριάζει σε αυτό το ήθος και τον πολιτικό λόγο που, βεβαίως, έχετε κάνει προσπάθεια να υποβαθμίσετε όλα αυτά τα χρόνια που είστε ο Αρχηγός της Αντιπολίτευσης, το οποίο φέρει και το όνομά σας, αλλά και η προηγούμενη παρουσία σας. Είναι ντροπή!
Και στο κάτω-κάτω, αφού με αυτόν τον νόμο εδώ φέρνουμε τη συναλλαγή και δεν μειώνουμε τις συντάξεις γιατί ξεπουλάμε τη Μακεδονία, γιατί εσείς ψηφίζετε αυτό τον νόμο, που είναι η συναλλαγή και το ξεπούλημα της Μακεδονίας; Γιατί τον ψηφίζετε; Δεν ντρέπεστε λιγάκι να τα λέτε αυτά τα πράγματα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο; Πόσο πιο χαμηλά θα πέσετε επιτέλους;
Σας καλώ να άρετε την ψήφο σας από τη μη περικοπή των συντάξεων αν νομίζετε ότι είναι προϊόν συναλλαγής για ένα τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα.
Εν πάση περιπτώσει, κύριε Μητσοτάκη, όταν φέραμε και κάναμε αυτό το βήμα της Συμφωνίας, γνωρίζαμε ότι υπάρχουν διαφωνίες, ότι υπάρχουν ευαισθησίες. Εμείς δεν τσουβαλιάσαμε τους πολίτες που διαμαρτυρήθηκαν ή έχουν διαφορετική άποψη και να τους πούμε ότι είναι φασίστες ή να τους πούμε ότι είναι μειοδότες, γιατί εμείς θεωρούμε ότι η δική μας στάση προστατεύει το πατριωτικό συμφέρον και το πατριωτικό καθήκον. Όμως, δεν είπαμε κανέναν μειοδότη και προδότη, όπως κάνετε εσείς σήμερα εδώ.
Όπου κληθείς να σχολιάσετε για δεύτερη φορά το σύνθημα της Χρυσής Αυγής στα σχολεία, ότι η Δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία, αντί να το καταδικάσετε, το μόνο που είχατε να πείτε είναι ότι δεν πούλησε η Δημοκρατία γιατί εμείς δεν συμμετείχαμε, πουλάει ο ΣΥΡΙΖΑ τη Μακεδονία! Ντροπή σας! Δεν σας επιτρέπω να μας ονομάζετε προδότες και μειοδότες! Είναι ντροπή σας!
Και όλα αυτά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επειδή ο κύριος Μητσοτάκης απέτυχε στη στρατηγική της καταστροφής, απέτυχε το αφήγημά του στην οικονομία και δεν βρίσκει άλλον τρόπο σήμερα, προκειμένου να αποσταθεροποιήσει την πορεία της χώρας από την έξοδο από την κρίση, την πορεία της χώρας προς την ανάκαμψη και ο μόνος τρόπος που βρίσκει είναι να δημιουργήσει εικόνα εθνικού διχασμού και πόλωσης.
Διότι ήσασταν πάλι εσείς σε αυτήν εδώ την Αίθουσα, όταν κατεβαίνοντας από το Βήμα μού είπατε το καλοκαίρι «Δεν θα μπορείς να ανέβεις στη Θεσσαλονίκη». Στη Θεσσαλονίκη ανέβηκα, μίλησα, είπα αυτά που είπα και σήμερα ψηφίζετε και εσείς. Και αυτοί οι οποίοι ήταν έξω να διαδηλώνουν ήταν τρεις χιλιάδες ακραίοι, ακροδεξιοί, τους οποίους είδαμε όλοι μας και τους καμαρώσατε και εσείς.
Και αναρωτιέμαι: Βεβαίως οι πολίτες που έχουν την άποψή τους, τη θεμιτή διαφωνία τους, έχουν σχέση με αυτούς τους ακραίους εθνικιστές που διαδήλωσαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης; Κύριε Μητσοτάκη, μια βδομάδα τώρα δεν πάω μεθαύριο σε περιοδεία πρωθυπουργική στη Θεσσαλονίκη, πηγαίνω σε μια πολιτική συγκέντρωση και υπάρχουν αφίσες ακροδεξιών, οι οποίες καλούν στη συγκέντρωση, την πολιτική αντισυγκέντρωση, απέναντι στην πολιτική συγκέντρωση που οργανώνει ο ΣΥΡΙΖΑ στο «Αλεξάνδρειο Μέλαθρο».
Και σας ρωτώ: Επικροτείτε τέτοιες συμπεριφορές; Ξέρετε, η Θεσσαλονίκη είχε να δει αντισυγκεντρώσεις σε πολιτικές συγκεντρώσεις από το 1963, όταν με το τρίκυκλο ο Γκοτζαμάνης σκότωσε τον Λαμπράκη.
Αλλά εσείς, κύριε Μητσοτάκη, απευθυνθήκατε στους νέους πολίτες αυτής της χώρας λέγοντας το εξής αμίμητο: «Τι σημασία έχει τώρα ποιος νοιάζεται για το τι έγινε το 1963;». Ε, λοιπόν, σας λέγω ότι ο ελληνικός λαός έχει και μνήμη και συνείδηση και η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας είναι δημοκράτες και προοδευτικοί πολίτες και οι δημοκράτες και οι προοδευτικοί πολίτες θα δώσουν το παρόν στον αγώνα μας για τη δημοκρατία, για την αλληλεγγύη, για να δώσουμε το μήνυμα της φιλίας των λαών στον αγώνα μας, για να ενώσουμε τους Έλληνες και όχι να τους διχάσουμε, όπως κάνετε εσείς. Και την απάντησή τους και αυτοί, αλλά και εσείς θα την πάρετε από τον λαό της Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης τόσο στη μεθαυριανή συγκέντρωση όσο και όταν έρθει η ώρα της κάλπης. Γιατί αν νομίζετε ότι θα διχάσετε τους Έλληνες για να κερδίσετε, κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Είστε βαθιά νυχτωμένοι!
Τριτολογία του Πρωθυπουργού στη συζήτηση στη Βουλή για την ακύρωση της περικοπής στις συντάξεις
Κύριε Μητσοτάκη, όταν μιλάτε για fake news, απευθυνόμενος σε μένα προσωπικά, να είστε πιο προσεκτικός.
Καταθέτω στα Πρακτικά την εκτύπωση, την οποία θα βρείτε και εσείς όχι από κάποιο site, όπως το χαρακτηρίσατε εσείς, «The Fact» ή δεν ξέρω ποιο είναι.
Μη νευριάζετε. Ψυχραιμία.
Καταθέτω στα Πρακτικά, λοιπόν, από το περιοδικό «Politico» την εκτύπωση. Αν μπείτε αυτήν τη στιγμή στο site του περιοδικού «Politico», θα δείτε την εκτύπωση και θα δείτε τη φράση η οποία αποδίδεται σ’ εσάς σε εισαγωγικά.
Τα εισαγωγικά σημαίνουν, κύριοι, ότι την αποδίδει στον ίδιον.
Εντούτοις, κύριε Μητσοτάκη, χαίρομαι που λέτε ότι δεν την είπατε ποτέ. Θα χαιρόμουν ακόμα περισσότερο αν, με την ευκαιρία που είχατε σήμερα, διορθώνατε το κατ’ επανάληψη ατόπημά σας να αναφερθείτε ουσιαστικά για προδότες και για προδοσία σε ό,τι αφορά τη διαφορετική άποψη η οποία κατατίθεται σ’ αυτήν εδώ την Αίθουσα. Δεν το κάνατε όμως και λυπάμαι που δεν το κάνατε.
Έρχομαι εις το θέμα της ΔΕΠΑ.
Δεν είναι μονάχα αυτή η περίπτωση στην οποία εκεί που μας χρωστούσατε τώρα μας ζητάτε και το βόδι. Δεν είναι μονάχα αυτή η περίπτωση. Είναι και άλλες πολλές περιπτώσεις. Διότι τα χρέη σε αυτή την εταιρεία, κύριε Μητσοτάκη, στη ΔΕΠΑ, δημιουργήθηκαν επί δικών σας κυβερνήσεων. Βεβαίως, ο κ. Κιτσάκος ελέγχεται και καλά θα κάνει η Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της, αλλά αυτά τα χρέη ανέρχονταν στα 90 εκατομμύρια ευρώ, όταν εμείς αναλάβαμε και ανέβηκαν στα 110 εκατομμύρια, 115 εκατομμύρια ευρώ. Όμως, τα χρέη δημιουργήθηκαν επί των ημερών σας.
Και αν για κάτι ελέγχεται -και θα ελεγχθεί και η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί- και αν για κάτι σήμερα απευθύνεστε σε εμάς, είναι γιατί και σε αυτή την περίπτωση, όπως και στην περίπτωση του ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ, αν θυμάστε -που έβγαλε τα λεφτά του στο εξωτερικό, ενώ χρεοκόπησε την επιχείρησή του και ήθελε να αφήσει χιλιάδες εργαζόμενους στον δρόμο-, εμείς λειτουργήσαμε με έναν και μοναδικό γνώμονα, τις θέσεις εργασίας και το να μπορέσει να σωθεί αυτή η επιχείρηση, όχι ο επιχειρηματίας, ο οποίος τότε μας εκβίαζε, αν θυμάστε καλά, διότι είχε απολύσει όλους τους εργαζόμενους κι εκβίαζε την Κυβέρνηση, προκειμένου να πετύχει τα δικά του συμφέροντα. Και ήμουν εγώ αυτός ο οποίος πήγε και συνάντησε τους εργαζόμενους, οι οποίοι έκαναν αγώνα και οι οποίοι επαναπροσλήφθηκαν στη δουλειά τους, διότι εμείς προσπαθήσαμε και καταφέραμε να κρατήσουμε το εργοστάσιο σε λειτουργία. Και αυτή τη στιγμή, βεβαίως, υπάρχουν διαδικασίες και πάλι θα κινηθούμε με γνώμονα τη λειτουργία του εργοστασίου και θα διαψευστείτε στο 100% για όσα λέτε. Όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνετε αυτό.
Έρχομαι στο θέμα των τραπεζών. Δεν θα μιλήσω για όλα τα άλλα που είπατε, γιατί είναι ξαναζεσταμένο φαγητό, ιδίως σε ό,τι αφορά αυτά που είπατε για το Δημοψήφισμα έχει κουραστεί να σας ακούει ο κόσμος. Ο κόσμος θα μας κρίνει όλους. Όμως, γιατί αναφέρατε το θέμα των τραπεζών με τόση επιμονή; Ξέρετε, εσείς κάνατε δύο ανακεφαλοποιήσεις και πολύ πιο βαριές, με πολύ περισσότερα χρήματα. Κάνατε δύο στη σειρά ανακεφαλοποιήσεις.
Εγώ θα ήθελα να σας προτείνω -σας συνιστώ, είναι καλό- σε αυτό το θέμα που είναι ένα ευαίσθητο θέμα, το θέμα των τραπεζών, όταν μιλάμε να είμαστε πιο προσεκτικοί, διότι στην προσπάθεια να αποδώσουμε πολιτικές ευθύνες δημιουργούμε πρόβλημα εκεί όπου το πρόβλημα δεν θα αφορά την Κυβέρνηση, αλλά θα αφορά όλους μας.
Έρχομαι τώρα ξανά -γιατί δεν θέλω να το αφήσω έτσι- σε ήρεμους τόνους αυτή τη φορά να σας επισημάνω το εξής: Κύριε Μητσοτάκη, μην προσπαθείτε να παρερμηνεύσετε και να διαστρεβλώσετε τόσο πολύ την πραγματικότητα, προκειμένου να στοιχειοθετήσετε ένα επιχείρημα που δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί με βάση τη λογική. Θεμιτή η επιλογή σας να κάνετε μία δεξιά στροφή, να ψαρέψετε στα θολά νερά ενός ακροδεξιού ακροατηρίου, όμως μην προσπαθείτε να διαστρέψετε την πραγματικότητα.
Ό,τι και να φέρναμε, ό,τι συμφωνία και να φέρναμε, είχατε πάρει μια απόφαση, την οποία σε κάποιες συνεντεύξεις σας την είπατε και καθαρά. Και όταν πηγαίνετε στο εξωτερικό, λέτε την πραγματικότητα, όχι μπροστά στα μικρόφωνα, πίσω από τα μικρόφωνα. Λέτε ότι δεν είναι ότι διαφωνείτε με το όνομα «Μακεδονία» ούτε επί της ουσίας στη συμφωνία αυτή καθαυτή, αλλά είναι ότι δεν θέλετε να δείτε να διασπάται το κόμμα σας χάριν της ενδυνάμωσης του κόμματος του κ. Καμμένου.
Έχουν γραφτεί όλα αυτά και έχουν ειπωθεί και από πολύ επίσημα χείλη στο παρελθόν.
Όμως, κύριε Μητσοτάκη, ξαναλέτε, ξαναδιαστρεβλώνετε την ίδια τη Συμφωνία εσείς, που βεβαίως καλά γνωρίζετε να διαβάζετε και νομικά κείμενα, αλλά και την αγγλική. Επιμένετε στους όρους «έθνος» και «εθνικότητα», ενώ πολύ καλά γνωρίζετε τη διαφορά ανάμεσα στον όρο «ethnicity» και στον όρο «nationality» που αναγράφονται στη Συμφωνία. Παρ’ όλα αυτά επιμένετε, όπως θα επιμένατε να βρείτε οποιαδήποτε –μα οποιαδήποτε- δικαιολογία, προκειμένου να καταθέσετε την αντίθεσή σας.
Θυμάμαι πάρα πολύ καλά χαρακτηριστικά ότι ο κ. Κουμουτσάκος –νομίζω ότι είναι στην Αίθουσα- λίγες μέρες πριν να ολοκληρωθεί η Συμφωνία έβαζε ως πήχη και ως όριο αυτή η Συμφωνία να μην ολοκληρωθεί, αν δεν προχωρήσει και ολοκληρωθεί πλήρως η συνταγματική αναθεώρηση στη γειτονική χώρα. Και όταν βεβαίως ανακάλυψε ότι αυτό το πετύχαμε εμείς -και τον έβαζε εκεί τον πήχη, διότι δεν περίμενε ότι θα το πετύχουμε στη διαπραγμάτευση- τότε βρήκε άλλη δικαιολογία για να αντιταχθεί σε αυτή τη Συμφωνία.
Είναι φθηνή δικαιολογία, διότι επαναλαμβάνω ότι μιλάει για nationality και όχι για ethnicity και η γλώσσα, που τόσο πολύ σας καίει, είχε αναγνωριστεί από το 1977. Σας διάβασα και τις δηλώσεις στη Βουλή του αείμνηστου Ευάγγελου Αβέρωφ.
Βεβαίως, το μεγαλύτερο ατόπημα από όσα διαπράξατε σήμερα στη Βουλή δεν ήταν τόσο ότι για άλλη μια φορά επιχειρήσατε να διχάσετε τους Έλληνες, κατηγορώντας τους πολιτικούς σας αντιπάλους ως προδότες, αλλά αυτό το οποίο εκστομίσατε από το Βήμα της Βουλής -και δεν είχατε τη στοιχειώδη ευθιξία να το πάρετε πίσω-, ότι εμείς κάναμε συναλλαγή με τους Ευρωπαίους εταίρους και πουλήσαμε τη Μακεδονία. Τι λένε οι ακροδεξιοί; «Η Δημοκρατία πουλάει τη Μακεδονία». Εσείς λέτε: «Όχι, οι πολιτικοί μας αντίπαλοι». Γιατί την πουλήσαμε; Για να κερδίσουμε τις συντάξεις!
Δεν θα ξαναβγώ από τα ρούχα μου. Δεν το συνηθίζω. Το έκανα πριν όχι με θεατρικό τρόπο, όπως το κάνατε εσείς προηγουμένως –σας το έχουν πει μάλλον οι επικοινωνιολόγοι-, αλλά γιατί έτσι το αισθάνθηκα. Θα αποδείξω, όμως, στη Βουλή των Ελλήνων ότι και σε αυτό το ζήτημα αντιγράφετε, κύριε Μητσοτάκη, και ότι τη γραμμή σάς τη δίνει ο φίλος σας εφοπλιστής, επιχειρηματίας από την εφημερίδα του. Εφημερίδα «Τα Νέα», με ημερομηνία 14 -15 Απριλίου 2018: «Δώρο οι συντάξεις αν λυθεί το Σκοπιανό. Η υπόσχεση του Βερολίνου στον Τσίπρα».
Ορίστε, αυτή είναι η γραμμή του κ. Μητσοτάκη. Είναι γραμμή ανατροφοδοτούμενη και μασημένη τροφή που δέχεται από τους φίλους επιχειρηματίες που κατέχουν τα μέσα ενημέρωσης. Το καταθέτω στα Πρακτικά.
Και κλείνω, λέγοντάς σας τούτο: Κάνατε μια προσπάθεια να αναφερθείτε στο παλιό και στο καινούριο και πιάσατε στο στόμα σας στελέχη με μεγάλη ιστορική διαδρομή στον χώρο της Κεντροαριστεράς και στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, που σήμερα βρίσκονται στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Κύριε Μητσοτάκη, ακούστε, σε αυτόν τον χώρο -ιδιαίτερα στον χώρο της Κεντροαριστεράς και του ΠΑΣΟΚ- υπάρχουν άνθρωποι έντιμοι και αγωνιστές που πάλεψαν τα χρόνια της ζωής τους για μια καλύτερη Ελλάδα, για ένα καλύτερο μέλλον γι’ αυτόν τον τόπο. Δεν πρόκειται να χαρίσουμε αυτούς τους ανθρώπους σε μία χρεοκοπημένη ηγεσία, η οποία οδήγησε εκεί που οδήγησε αυτό το Κόμμα. Εμείς τους απλούς αγωνιστές, τους έντιμους, όχι απλώς θα τους εντάξουμε στους δικούς μας αγώνες και στις δικές μας τις τάξεις, αλλά θα βρεθούμε δίπλα δίπλα, όπως σήμερα βρίσκεται στις τάξεις μας και δίπλα μας στον αγώνα για μια καλύτερη Ελλάδα η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80. Αν αυτό δεν σας αρέσει αυτή είναι η πραγματικότητα.
Εσείς μπορείτε να βολευτείτε με διάφορα απολειφάδια της πολιτικής ζωής που πέρασαν από τα έδρανα του ΣΥΡΙΖΑ και επειδή είχαν περίεργες σχέσεις με τη μισή Αθήνα έφυγαν από τα έδρανα του ΣΥΡΙΖΑ και τώρα τους παίρνετε εσείς να τους εντάξετε στα δικά σας, μπας και πάνε και με την άλλη μισή Αθήνα!
Θα κλείσω λέγοντας τούτο: Το παλιό και το νέο, κύριε Μητσοτάκη, δεν έχουν να κάνουν τόσο με την ηλικία, αλλά έχουν να κάνουν με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της διαδρομής του καθενός μας. Υπάρχουν, λοιπόν, άνθρωποι οι οποίοι βρέθηκαν στους πολιτικούς αγώνες και στο κοινωνικό γίγνεσθαι και σε πολιτικά κόμματα μέσα από κοινωνικές διεργασίες, μέσα από κοινωνικούς αγώνες, μέσα από πολιτικές διεκδικήσεις και υπάρχουν και άλλοι που βρέθηκαν στην πολιτική ζωή ως κληρονόμοι, με τις χορηγίες άλλων πολυεθνικών ομίλων.
Αυτό είναι το παλιό και αυτό είναι το καινούργιο. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στο παλιό και ανάμεσα στο καινούργιο.
Σε ό,τι δε αφορά το ζήτημα του Μακεδονικού, ξέρετε πολύ καλά -και κλείνω με αυτό- ότι σε λίγες μέρες εκπνέει ο χρόνος όπου μπορείτε να μετρήσετε τις δυνάμεις σας, όπως το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπουν. Εκπνέει ο χρόνος. Σε λίγες μέρες, την επόμενη εβδομάδα κιόλας μπορείτε, αν θέλετε, και αν πιστεύετε ότι υπάρχει τόσο μεγάλη αντίθεση και ότι αυτή η Κυβέρνηση δεν έχει την εμπιστοσύνη του λαού και των Βουλευτών, να καταθέσετε εκ νέου ψήφο δυσπιστίας.
Κάντε το, λοιπόν. Καταθέστε πρόταση μομφής για να δούμε πόσα απίδια πιάνει ο σάκος. Και θα έχουμε όσο χρόνο θέλετε για να συζητήσουμε, κύριε Μητσοτάκη.
Σας ευχαριστώ.