Γράφει ο Σεραφείμ Κοτρώτσος
Εάν για τον ΣΥΡΙΖΑ του 4% ο Αλέξης Τσίπρας ήταν ένα διαβατήριο “ενηλικίωσης”, για το κόμμα που συγκέντρωσε το 31,5% στις τελευταίες εκλογές είναι μια αδήριτη ανάγκη, ένα “αναντικατάστατο” προπαιτούμενο που μπορεί υπό προϋποθέσεις να του εξασφαλίσει μακροημέρευση και πολιτική ηγεμονία.
Το “υπό προϋποθέσεις” πρέπει να τονίζεται εμφατικά για να μην έχουμε παρεξηγήσεις.
Η συζήτηση έχει ξεκινήσει αν και προσώρας δειλά, διακριτικά και με τις αμφισημίες που ορίζει πάντοτε η μεταβατικότητα, σε ένα πολιτικό υποκείμενο, το οποίο εξ ανάγκης ισορροπεί μεταξύ παλαιών τάσεων και συνιστωσών και της διεύρυνσης που υλοποιείται εδώ και περίπου ένα χρόνο με “καύσιμη ύλη” την Συνθήκη των Πρεσπών.
Για “ενιαίο προοδευτικό μέτωπο” πάνω στη βάση της σύμπραξης με την Προοδευτική Συμμαχία μιλούν οι περισσότεροι, επιπολαιότητα “να μετατραπεί σε φορέα της κεντροαριστεράς και της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας” λένε άλλοι.
Η πορεία μετάβασης θα κινηθεί εκ των πραγμάτων πάνω σε τεντωμένο σχοινί με τους μηχανισμούς να καραδοκούν για στραβοπατήματα και με την διάσπαση του Αυγούστου του 2015 να κρύβεται ως ένας διάβολος στις λεπτομέρειες του νέου εγχειρήματος.
Ένα κρίσιμο στοιχείο που δεν πρέπει να υποτιμάται είναι η αφετηρία της αναγκαίας αυτοκριτικής που θα προσδιορίσει πόσο γενναία θα είναι η μετάβαση.
Εάν γίνει με σημείο εκκίνησης το αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών και όχι εκείνο των ευρωεκλογών (23,8%), η εσωκομματική συζήτηση μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένα συμπεράσματα και λογικές στρουθοκαμηλισμού, ακόμα κι αν η δεύτερη επιλογή είναι πιο εμψυχωτική, πιο βολική, και ανακουφίζει το παλαιό κομματικό προσωπικό.
Ένα δεύτερο κρίσιμο στοιχείο είναι ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και ο τρόπος που αντιλαμβάνεται το ίδιο το κόμμα τον μελλοντικό ρόλο του. Εδώ τα πράγματα διέπονται από τον πολιτικό πραγματισμό και …σε όποιον αρέσει.
Εφόσον, όντως, ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να παραμείνει ένα κόμμα εξουσίας με διάθεση να κυβερνήσει ξανά το ταχύτερο δυνατόν, ο Τσίπρας είναι -κατά παράβαση της θεωρίας περί του “νεκροταφείου των αναντικατάστατων”- το μοναδικό πρόσωπο που μπορεί να το εξασφαλίσει.
Η αδιαμεσολάβητη σχέση που έχει αποκτήσει με ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας και η οποία υπερβαίνει την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ , δημιουργεί βάσιμες προσδοκίες πως πριν γίνει 50 χρονών μπορεί να ξαναβρεθεί στο Μέγαρο Μαξίμου.Το ερώτημα είναι “ποιος Τσίπρας;”.
Προφανώς, ούτε εκείνος ο πολιτικός που για κάποιο χρονικό διάστημα πορεύτηκε με πυξίδα τις “αυταπάτες”, ούτε ο άλλος που εγκλωβίστηκε σε ισορροπίες και κομματικές παρέες “παλαιών συναγωνιστών” και εσωστρεφή διαχείριση των κρίσεων.
Είναι βέβαιο πως ορισμένοι θα επιχειρήσουν να τον κρατήσουν στα στερεότυπα, να τον ελέγξουν και να του φορέσουν ένα κοστούμι ένα ή δύο νούμερα στενότερο από εκείνο που “έραψε” ο ίδιος για τον εαυτό του.
Η ώσμωση ανάμεσα στον ριζοσπαστισμό και την ήπια αριστερή σοσιαλδημοκρατία δεν είναι εύκολο πράγμα. Ιδιαίτερα όταν τα όρια είναι τόσο θολά, όπως διαπιστώνει κανείς παρακολουθώντας τις ευρωπαϊκές τάσεις και τους συσχετισμούς.
Όμως, ας μην γελιόμαστε. Ο στόχος που διαμορφώνεται για την αύξηση των μελών του ΣΥΡΙΖΑ από 30.000 που είναι σήμερα στις 180.000 (το 10% όσων τον ψήφισαν στις πρόσφατες εκλογές) δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί εάν δεν έχει ως πόλο έλξης τον ίδιο τον Τσίπρα και, πιθανότατα, την διαδικασία άμεσης επανεκλογής του από μια ευρεία βάση που δεν θα σχετίζεται με τα περίκλειστα εσωκομματικά κέντρα. Μια απλή ερώτηση σε τυχαίους ψηφοφόρους στο Διδυμότειχο, την Κοζάνη, το Ρέθυμνο, ή το Περιστέρι θα πείσει τους αμφισβητούντες του κομματικού ιερατείου.
Δίχως διάθεση να μειώσει κανείς την αξία άλλων στελεχών είναι βέβαιο πως ελάχιστοι από τους παραπάνω θα σπεύσουν να εγγραφούν στα μητρώα του νέου εγχειρήματος χωρίς τον Τσίπρα πρωταγωνιστή και απελευθερωμένο. Θα πουν κάποιοι “μα, αυτό παραπέμπει στον υπερσυγκεντρωτισμό και το έλλειμμα δημοκρατικότητας των κομμάτων του παλαιού συστήματος”.
Έως ένα βαθμό ακριβές, αλλά, δυστυχώς (και κυνικά), that’s life.
Και εάν, οιοσδήποτε της άλλης άποψης, θεωρεί πως μπορεί να προκαλέσει και να εμπνεύσει την ανασυγκρότηση και την διεύρυνση του χώρου καλύτερα,και, μάλιστα, ως “αντίπαλο δέος” στον ισχυρότατο, πλέον, Κυριάκο Μητσοτάκη, δεν έχει παρά να αναμετρηθεί με τον Τσίπρα σε μια εκλογική διαδικασία στην μεγάλη βάση των ψηφοφόρων που στήριξαν (με αυξομειώσεις) τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 μέχρι τις τελευταίες εκλογές.
Και κάτι τελευταίο. Ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει αρκετά γρήγορα. Η καθυστέρηση και οι δολιχοδρομίες “σκοτώνουν” τον ενθουσιασμό και την υπομονή.
Αφενός γιατί η χώρα χρειάζεται παρεμβατική και εποικοδομητική αξιωματική αντιπολίτευση και αφετέρου διότι το προνομιακό πεδίο του Τσίπρα είναι η Βουλή και το γήπεδο των πρωτοβουλιών και των ανοικτών κοινωνικών παρεμβάσεων.