«Το επόμενο χρονικό διάστημα είναι κρίσιμης σημασίας, όχι τόσο για έναν πολιτικό οργανισμό, όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά για το μέλλον του τόπου μας» επισημαίνει η Περιφερειάρχης Αττικής και μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Ρένα Δούρου σε άρθρο της στην εφημερίδα «Αυγή». «Απέναντι σε μια κυβέρνηση που υλοποιεί με γοργούς ρυθμούς μια ατζέντα πολιτικά συντηρητική, κοινωνικά οπισθοδρομική, περιβαλλοντικά καταστροφική, επιχειρώντας να ελέγξει παράλληλα την ενημέρωση και τις ανεξάρτητες αρχές, η αντίσταση είναι μονόδρομος», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Η Περιφερειάρχης τονίζει πως δεν πρόκειται για υπόθεση ενός κόμματος αλλά «υπόθεση όλων όσοι βλέπουν τον ορίζοντα της ζωής τους να σκοτεινιάζει». «Η διαπίστωση αυτή κάνει την ευθύνη ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, αμεσότερη και βαρύτερη. Δεν έχουμε πολυτέλεια να χάσουμε χρόνο. Είμαστε υποχρεωμένοι να δράσουμε σε δύο μέτωπα: αυτό της τεκμηριωμένης, σοβαρής αντιπολιτευτικής παρέμβασης και αυτό της εσωτερικής ανασυγκρότησης». «Στο πλαίσιο αυτό διεξάγεται η συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας».
“Για ένα δημόσιο, ανοικτό, μαζικό, χωρίς διχαστικές ετικέτες και αποκλεισμούς, δημοκρατικό και προοδευτικό πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο”
Η Ρένα Δούρου υπογραμμίζει ότι στον διάλογο αυτόν μπορούν να γίνουν μερικές απαραίτητες παραδοχές, «συμβολή στην οικοδόμηση, όχι απλά ενός “νέου” κόμματος, αλλά εκείνου του δημόσιου, ανοικτού, μαζικού, χωρίς διχαστικές ετικέτες και αποκλεισμούς, δημοκρατικού και προοδευτικού πολιτικού και κοινωνικού μετώπου». Συγκεκριμένα αναφέρει:
– Πλέον, μετά από τις εκλογές του φετινού Ιουλίου, ο ΣΥΡΙΖΑ επαναβεβαιώνει ότι είναι ένας από τους δύο πόλους εξουσίας. Ένα κόμμα που σήμερα έχει την ευθύνη της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ενώ αύριο οφείλει να είναι σε θέση να ανταποκριθεί ξανά σε κυβερνητικές ευθύνες. Ο τρόπος σκέψης, απόφασης και δράσης του οφείλει να ανταποκρίνεται σε αυτή τη διαπίστωση.
“Έχουμε την υποχρέωση να δείξουμε στην πράξη το πώς η πολιτική μπορεί να γίνει υπόθεση των πολλών, των νέων, των γυναικών, των ανέργων”
– Το ποσοστό του 31.5% μας δημιουργεί νέες ευθύνες, με πρώτη εκείνη απέναντι στους νέους που επέλεξαν – πολλοί ασκώντας για πρώτη φορά το δικαίωμα της ψήφου τους – να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ σε μία δύσκολη και ιδιαίτερη συγκυρία. Έχουμε χρέος, όχι απλά να “μην τους απογοητεύσουμε”, όπως είναι το κλισέ, αλλά να ανταποκριθούμε σε όσα η ψήφος αυτή συνεπάγεται σε σχέση με τον αντιπολιτευτικό, προγραμματικό μας λόγο.
– Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την υποχρέωση να δείξει στην πράξη το πώς η πολιτική μπορεί να γίνει υπόθεση των πολλών, των νέων, των γυναικών, των ανέργων, όλων εκείνων που οι πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού κόβουν το οξυγόνο της ζωής τους και της αξιοπρεπούς καθημερινότητάς τους.
– Το εγχείρημα της ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, για να είναι αξιόπιστο και αποτελεσματικό, οφείλει να υλοποιηθεί με όρους διαφάνειας και κοινωνικής λογοδοσίας. Η δουλειά που έγινε τα τελευταία χρόνια ήταν σπουδαία – η χώρα βγήκε από τη μέγγενη της επιτροπείας, μειώθηκε η ανεργία, μπήκαν οι βάσεις κράτους πρόνοιας σε δύσκολες οικονομικά συνθήκες, στηρίχθηκαν οι εργαζόμενοι, δημιουργήθηκαν εργαλεία για την προστασία του περιβάλλοντος. Και όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, για μια δρώσα κυβέρνηση, έγιναν και λάθη, αδεξιότητες, αστοχίες. Όλα αυτά πρέπει να τα αναλύσουμε και να τα μετατρέψουμε σε εφαλτήρια της νέας πολιτικής στρατηγικής μας.
– Η εντύπωση ότι το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, που τον καθιστά το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα της Ευρώπης, αποτελεί κεκτημένο ή δεδομένο, είναι παραπλανητική. Γιατί παρά την απώλεια της κυβέρνησης, δίνει την αντικειμενική δυνατότητα να αναπτυχθούν πολιτικές στρατηγικές που υπερβαίνουν κοντόφθαλμες στοχεύσεις και βάζουν τις βάσεις για την πραγματική δημιουργία του πλατιού δημοκρατικού, προοδευτικού μετώπου μέσα από ανοικτές διαδικασίες όσμωσης με την κοινωνία, σχέσεις αλληλεπίδρασης, χωρίς διχαστικές ετικέτες.
– Το κόμμα μέσα στις δεδομένες συνθήκες οφείλει να υπερβεί την τάση μιας «στρατευμένης ανάγνωσης» της πραγματικότητας, με κομματικά γυαλιά, αυτά τα γυαλιά που σμικραίνουν μέχρι εξαφανίσεως οργανωτικές αδυναμίες και υπερμεγεθύνουν τα… λάθη της πραγματικότητας, της κοινωνίας, των πολιτών. Δεν πρόκειται για ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά για τη γνωστή λογική – σκόπελο όλων των κομματικών μηχανισμών: ποτέ δεν αρμενίζουμε στραβά, πάντα ο γιαλός έχει το πρόβλημα, στραβός, κοντός, ρηχός.
“Να γίνουμε ορατοί στην κοινωνία – όχι, «μετά» και «αφού» και «όταν» ολοκληρωθεί η «μετεξέλιξη» ή ο «μετασχηματισμός» ή όπως το ονομάσουμε”
– Αυτήν ακριβώς τη λογική – σκόπελο, που μας αφορά όλες και όλους, γιατί όλοι μας έχουμε υποκύψει στην ευκολία της προκάτ λειτουργίας της, καλούμαστε να υπερβούμε το αμέσως επόμενο διάστημα, με σεβασμό στους πολίτες, που εν μέσω καταιγιστικής αντι-ΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδας από σύσσωμα τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, ιστοσελίδες, εμπιστεύθηκαν το κόμμα μας. Και μας έστειλαν παράλληλα ένα σαφές μήνυμα: αλλαγή μέσα από διάλογο με την κοινωνία, χωρίς ιδιοκτησιακές τάσεις, με έμπνευση από τις δημοκρατικές παραδόσεις και τους αγώνες του λαού μας.
– Δεν έχουμε την πολυτέλεια προσωπικών στρατηγικών ή ενός κόμματος που επί μήνες θα σκέφτεται και συσκέπτεται, σε κλίμα εσωστρέφειας. Τα ζητούμενα δεν αφορούν τόσο πρόσωπα όσο στρατηγικές που επείγουν, απέναντι σε μια κυβέρνηση που προχωρά αποφασιστικά στην υλοποίηση της νεοφιλελεύθερης με αυταρχικά χαρακτηριστικά ατζέντας της. Στρατηγικές για αξιόπιστες πολιτικές απαντήσεις χωρίς αναθέματα και κλισέ. Απαντήσεις του σήμερα για το αύριο.
– Να γίνουμε ορατοί στην κοινωνία – όχι, «μετά» και «αφού» και «όταν» ολοκληρωθεί η «μετεξέλιξη» ή ο «μετασχηματισμός» ή όπως το ονομάσουμε. Να κάνουμε από σήμερα ορατές τις εναλλακτικές μας προτάσεις.Προχωρώντας παράλληλα στις αλλαγές στο κόμμα και δείχνοντας έτσι ότι η συζήτηση για μια Αριστερά του 21ου αιώνα μπορεί να είναι γόνιμη, και όχι άσκηση επί χάρτου, όταν γειώνεται στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στα πανεπιστήμια. Όταν δηλαδή γίνεται μέρος των απαντήσεων και όχι των προβλημάτων.
«Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση, το θέμα δεν είναι τι μπορεί να κάνει η κοινωνία για το κόμμα, αλλά τι μπορεί να κάνει το κόμμα, εμείς όλες και όλοι δηλαδή, τα μέλη, οι συμπαθούντες, οι συνοδοιπόροι (αυτή, νομίζω, ήταν η λέξη παλιά για τους σημερινούς followers), για την κοινωνία, για τη Δημοκρατία, το περιβάλλον, τα δικαιώματα, τις ελευθερίες» σημειώνει η Περιφερειάρχης Αττικής.
Το επόμενο χρονικό διάστημα είναι κρίσιμης σημασίας, όχι τόσο για έναν πολιτικό οργανισμό, όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για το μέλλον του τόπου μας. Απέναντι σε μια κυβέρνηση που υλοποιεί με γοργούς ρυθμούς μια ατζέντα πολιτικά συντηρητική, κοινωνικά οπισθοδρομική, περιβαλλοντικά καταστροφική, επιχειρώντας να ελέγξει παράλληλα την ενημέρωση και τις ανεξάρτητες αρχές, η αντίσταση είναι μονόδρομος. Δεν είναι υπόθεση ενός κόμματος. Αλλά υπόθεση όλων όσοι βλέπουν τον ορίζοντα της ζωής τους να σκοτεινιάζει. Η διαπίστωση αυτή κάνει την ευθύνη ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ αμεσότερη και βαρύτερη. Δεν έχουμε πολυτέλεια να χάσουμε χρόνο. Είμαστε υποχρεωμένοι να δράσουμε σε δύο μέτωπα: αυτό της τεκμηριωμένης, σοβαρής αντιπολιτευτικής παρέμβασης και αυτό της εσωτερικής ανασυγκρότησης.
Στο πλαίσιο αυτό διεξάγεται η συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας.
Στον διάλογο αυτόν μπορούν να γίνουν μερικές απαραίτητες παραδοχές, συμβολή στην οικοδόμηση όχι απλά ενός “νέου” κόμματος, αλλά εκείνου του δημόσιου, ανοικτού, μαζικού, χωρίς διχαστικές ετικέτες και αποκλεισμούς, δημοκρατικού και προοδευτικού πολιτικού και κοινωνικού μετώπου. Ενός μετώπου έτοιμου αφενός να λειτουργήσει ως ανάχωμα στο υπό οικοδόμηση κράτος της Δεξιάς και αφετέρου να καταθέσει αξιόπιστη και λειτουργική εναλλακτική κυβερνητική πρόταση.
Παραδοχή πρώτη. Πλέον, μετά τις εκλογές του φετινού Ιουλίου, ο ΣΥΡΙΖΑ επαναβεβαιώνει ότι είναι ένας από τους δύο πόλους εξουσίας. Ένα κόμμα που σήμερα έχει την ευθύνη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ αύριο οφείλει να είναι σε θέση να ανταποκριθεί ξανά σε κυβερνητικές ευθύνες. Ο τρόπος σκέψης, απόφασης και δράσης του οφείλει να ανταποκρίνεται σε αυτή τη διαπίστωση. Άρα και η ανασυγκρότησή του πρέπει να λαμβάνει υπόψη της ότι τα χαρακτηριστικά και, κυρίως, οι παθογένειες των εποχών που η είσοδος στη Βουλή αποτελούσε όριο και ορίζοντα πολιτικής ύπαρξης δεν μπορούν να επιβάλουν ούτε τους όρους ούτε τον χαρακτήρα της ανασυγκρότησης.
Παραδοχή δεύτερη. Το ποσοστό του 31,5% μας δημιουργεί νέες ευθύνες, με πρώτη εκείνη απέναντι στους νέους που επέλεξαν -πολλοί ασκώντας για πρώτη φορά το δικαίωμα της ψήφου τους- να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ σε μία δύσκολη και ιδιαίτερη συγκυρία. Έχουμε χρέος όχι απλά να “μην τους απογοητεύσουμε”, όπως είναι το κλισέ, αλλά να ανταποκριθούμε σε όσα η ψήφος αυτή συνεπάγεται σε σχέση με τον αντιπολιτευτικό, προγραμματικό μας λόγο. Έναν λόγο που πρέπει να εστιάζεται περισσότερο στα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, στη στήριξη των δικαιωμάτων σε μια περίοδο υποχώρησης της δημοκρατίας, ανάπτυξης του “καπιταλισμού της επιτήρησης” -η ατζέντα πρέπει να εμπλουτίζεται μέσα από μια διαδραστική διαδικασία αλληλεπίδρασης. Το κόμμα – φάρος που κατέχει την απόλυτη αλήθεια και δίνει τις κατευθύνσεις ανήκει στο παρελθόν. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την υποχρέωση να δείξει στην πράξη το πώς η πολιτική μπορεί να γίνει υπόθεση των πολλών, των νέων, των γυναικών, των ανέργων, όλων εκείνων που οι πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού κόβουν το οξυγόνο της ζωής τους και της αξιοπρεπούς καθημερινότητάς τους.
Παραδοχή τρίτη. Το εγχείρημα της ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, για να είναι αξιόπιστο και αποτελεσματικό, οφείλει να υλοποιηθεί με όρους διαφάνειας και κοινωνικής λογοδοσίας. Η δουλειά που έγινε τα τελευταία χρόνια ήταν σπουδαία- η χώρα βγήκε από τη μέγγενη της επιτροπείας, μειώθηκε η ανεργία, μπήκαν οι βάσεις κράτους πρόνοιας σε δύσκολες οικονομικά συνθήκες, στηρίχθηκαν οι εργαζόμενοι, δημιουργήθηκαν εργαλεία για την προστασία του περιβάλλοντος. Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο για μια δρώσα κυβέρνηση, έγιναν και λάθη, αδεξιότητες, αστοχίες. Όλα αυτά πρέπει να τα αναλύσουμε και να τα μετατρέψουμε σε εφαλτήρια της νέας πολιτικής στρατηγικής μας.
Παραδοχή τέταρτη. Η εντύπωση ότι το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, που τον καθιστά το μεγαλύτερο αριστερό κόμμα της Ευρώπης, αποτελεί κεκτημένο ή δεδομένο είναι παραπλανητική. Γιατί, παρά την απώλεια της κυβέρνησης, δίνει την αντικειμενική δυνατότητα να αναπτυχθούν πολιτικές στρατηγικές που υπερβαίνουν κοντόφθαλμες στοχεύσεις και βάζουν τις βάσεις για την πραγματική δημιουργία του πλατιού δημοκρατικού, προοδευτικού μετώπου μέσα από ανοικτές διαδικασίες όσμωσης με την κοινωνία, σχέσεις αλληλεπίδρασης, χωρίς διχαστικές ετικέτες.
Παραδοχή πέμπτη. Το κόμμα μέσα στις δεδομένες συνθήκες οφείλει να υπερβεί την τάση μιας «στρατευμένης ανάγνωσης» της πραγματικότητας, με κομματικά γυαλιά, αυτά τα γυαλιά που σμικραίνουν μέχρι εξαφανίσεως οργανωτικές αδυναμίες και υπερμεγεθύνουν τα… λάθη της πραγματικότητας, της κοινωνίας, των πολιτών. Δεν πρόκειται για ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για τη γνωστή λογική – σκόπελο όλων των κομματικών μηχανισμών: ποτέ δεν αρμενίζουμε στραβά, πάντα ο γιαλός έχει το πρόβλημα, στραβός, κοντός, ρηχός.
Παραδοχή έκτη. Αυτήν ακριβώς τη λογική – σκόπελο, που μας αφορά όλες και όλους, γιατί όλοι μας έχουμε υποκύψει στην ευκολία της προκάτ λειτουργίας της, καλούμαστε να υπερβούμε το αμέσως επόμενο διάστημα, με σεβασμό στους πολίτες, που εν μέσω καταιγιστικής αντι-ΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδας από σύσσωμα τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, ιστοσελίδες, εμπιστεύθηκαν το κόμμα μας. Και μας έστειλαν παράλληλα ένα σαφές μήνυμα: αλλαγή μέσα από διάλογο με την κοινωνία, χωρίς ιδιοκτησιακές τάσεις, με έμπνευση από τις δημοκρατικές παραδόσεις και τους αγώνες του λαού μας. Με ευρηματικότητα, με νέους τρόπους επικοινωνίας, με χρήση και όχι κατάχρηση του Διαδικτύου (δεν είναι όλοι οι συμπολίτες μας επαρκώς εξοικειωμένοι), επιχειρώντας όσμωση παλιών και νέων τρόπων δημόσιας παρέμβασης, μέσα από οργάνωση νέων δικτύων και δεσμών.
Παραδοχή έβδομη. Δεν έχουμε την πολυτέλεια προσωπικών στρατηγικών ή ενός κόμματος που επί μήνες θα σκέφτεται και συσκέπτεται σε κλίμα εσωστρέφειας. Τα ζητούμενα δεν αφορούν τόσο πρόσωπα όσο στρατηγικές που επείγουν, απέναντι σε μια κυβέρνηση που προχωρά αποφασιστικά στην υλοποίηση της νεοφιλελεύθερης με αυταρχικά χαρακτηριστικά ατζέντας της. Στρατηγικές για αξιόπιστες πολιτικές απαντήσεις χωρίς αναθέματα και κλισέ. Απαντήσεις του σήμερα για το αύριο.
Να γίνουμε ορατοί στην κοινωνία -όχι «μετά» και «αφού» και «όταν» ολοκληρωθεί η «μετεξέλιξη» ή ο «μετασχηματισμός» ή όπως το ονομάσουμε. Να κάνουμε από σήμερα ορατές τις εναλλακτικές μας προτάσεις. Προχωρώντας παράλληλα στις αλλαγές στο κόμμα και δείχνοντας έτσι ότι η συζήτηση για μια Αριστερά του 21ου αιώνα μπορεί να είναι γόνιμη, και όχι άσκηση επί χάρτου, όταν γειώνεται στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στα πανεπιστήμια. Όταν δηλαδή γίνεται μέρος των απαντήσεων και όχι των προβλημάτων.
Εν κατακλείδι: Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση, το θέμα δεν είναι τι μπορεί να κάνει η κοινωνία για το κόμμα, αλλά τι μπορεί να κάνει το κόμμα, εμείς όλες και όλοι δηλαδή, τα μέλη, οι συμπαθούντες, οι συνοδοιπόροι (αυτή, νομίζω, ήταν η λέξη παλιά για τους σημερινούς followers), για την κοινωνία, για τη δημοκρατία, το περιβάλλον, τα δικαιώματα, τις ελευθερίες. Όλα όσα δηλαδή βρίσκονται στο στόχαστρο όχι μόνο στην πατρίδα μας, αλλά σε όλον τον πλανήτη από τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις της συντήρησης και της Δεξιάς.