Γράφει ο Γιάννης Πολίτης
Πηγή: real.gr
Οι ευκαιρίες δεν είναι πουθενά ίσες για όλους τους ανθρώπους. Σε καμιά χώρα του κόσμου και σε κανένα επάγγελμα. Οταν είσαι από ψηλή γενιά και από μεγάλο τζάκι, έχεις προβάδισμα. Η καταγωγή και το ηχηρό όνομα του πατέρα ή της μητέρας κατά περίπτωση είναι σπουδαίος βατήρας στην εκκίνηση. Ο γόνος ξεκινά με ένα τεράστιο άλμα που ο αυτοδημιούργητος, όταν βρεθεί δίπλα του, χρειάζεται να καταβάλει δεκαπλάσια προσπάθεια για να τον συναντήσει κάπου στη διαδρομή. Αυτή είναι η ζωή, αυτοί είναι οι άνθρωποι. Και συμβαίνει σε όλα τα επαγγέλματα. Το όνομα, όμως, αποκτά πολλαπλάσια αξία όταν πρόκειται για επαγγέλματα ή δραστηριότητες που ανήκουν στη δημόσια σφαίρα. Τα παιδιά των πολιτικών, των μεγάλων δημιουργών, των τραγουδιστών, των μεγάλων ηθοποιών, των γνωστών δημοσιογράφων, των μεγαλογιατρών, των μεγαλοδικηγόρων, των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών που έχουν αφήσει έργο, προφανώς ξεκινούν από ένα πολύ ψηλό σκαλοπάτι στην κοινωνική και επαγγελματική ιεραρχία. Μέχρι εδώ συμφωνούμε όλοι, γιατί είναι πράγματα γνωστά και έχουμε παραδείγματα.
Για να διατηρηθείς όμως σε αυτό το ψηλό σκαλοπάτι που σου κληροδοτήθηκε, πρέπει να μπορείς. Υπάρχουν άπειρες περιπτώσεις καλοζωισμένων παιδιών, που όχι μόνο δεν κατάφεραν να διατηρήσουν το όνομα, την κοινωνική και οικονομική προίκα που παρέλαβαν, αλλά τα διέλυσαν σε πολύ σύντομο χρόνο. Υπάρχει και μια άλλη κατηγορία, η ενδιάμεση. Είναι αυτοί που παρέμειναν στον στίβο ως χρυσές μετριότητες, αλλά η βαριά σκιά του ονόματος του πολύ επιτυχημένου πατέρα τους οδηγεί μοιραία σε μια καθημερινή άδικη σύγκριση από τους ανθρώπους του επαγγελματικού του περιβάλλοντος: «Καλός είναι αυτός, αλλά δεν πρόκειται να φθάσει τον πατέρα του». Αυτή ακριβώς την κατηγορία αντιπροσωπεύει η λαϊκή ρήση που λέει «κάτω απο τον πλάτανο χορτάρι δεν φυτρώνει».
Υπάρχει και μία τρίτη λαμπρή κατηγορία. Αυτή των ανθρώπων με ισχυρούς ή πλούσιους γονείς, οι οποίοι έκτισαν τη δική τους ιστορία και προχώρησαν ένα ή περισσότερα βήματα πιο πέρα αυτό που παρέλαβαν. Οποιος δεν το παραδέχεται είναι κομπλεξικός. Εχω γνωρίσει πολλούς τέτοιους και έχω παρακολουθήσει προσεκτικά τη διαδρομή τους. Γιατί, πράγματι, υπάρχουν και είναι άδικο να βάζουμε στο ίδιο τσουβάλι όλα τα παιδιά των επωνύμων. Και εγώ μπορώ να το λέω, χωρίς φόβο και πάθος γιατί κατάγομαι απο φτωχή αγροτική οικογένεια. Πιο ταπεινή καταγωγή δεν γίνεται.
Ενα τρανταχτό παράδειγμα, το πιο συμβολικό ίσως αυτής της κατηγορίας, από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ξεπέρασε τον πατέρα του, τον θρυλικό γέρο της Δημοκρατίας.
Φοβάμαι ότι η Μυρσίνη Λοΐζου δεν εντάσσεται σε καμιά από αυτές τις κατηγορίες. Μέχρι την ηλικία που βρίσκεται δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να διακριθεί σε κάτι. Κουβαλάει ένα όνομα βαρύ σαν ιστορία και με αυτό περνάει τη ζωή της. Θα μπορούσε αυτό να είναι επιλογή της, είναι απολύτως θεμιτό να θέλει κάποιος να ζει από τα δικαιώματα μεγάλων μουσικών δημιουργιών του πατέρα του. Αυτό είναι νόμιμη κληρονομιά, αλλά να παίρνεις επί πεντέμισι χρόνια τη σύνταξη της νεκρής μητέρας σου, ενώ είσαι η κόρη του Λοΐζου είναι βαρύ.
Αυτό που συνέβη είναι από τις περιπτώσεις που με κάνουν να λυπάμαι τους πολιτικούς αρχηγούς. Πληρώνουν τη μανία και τις κακές συμβουλές των επιτελείων τους να αναζητούν παιδιά ανθρώπων που έχουν γράψει ιστορία, για να τους περιφέρουν στις εξέδρες ως σύμβολα του παρελθόντος. Εντελώς λάθος ο σχεδιασμός. Παλιομοδίτικος και αναποτελεσματικός. Ασε που είναι η αποθέωση της οικογενειοκρατίας, την οποία καταγγέλλει η Αριστερά ως παθογένεια της Δεξιάς, ενώ είναι παθογένεια όλου του συστήματος. Από την άλλη, όμως, όσο ανόητο και να είναι ένα παιδί που κουβαλάει ένα βαρύ όνομα, έχει στοιχειώδη ευθύνη απέναντι στον αρχηγό, τον τιμά με την πρότασή του να μπει στην πρώτη γραμμή. Οταν έχεις και σκελετούς στην ντουλάπα, λες: «Ευχαριστώ, κύριε πρόεδρε, για την τιμή, αλλά δεν μπορώ να υπηρετήσω αυτό που μου ζητάτε για λόγους προσωπικούς». Δεν γίνεται να παίρνεις σύνταξη που δεν σου ανήκει στα μουλωχτά και να θέλεις να γίνεις και ευρωβουλευτής.
Ακούω πολλούς να λένε ότι θα έπρεπε τα επιτελεία των αρχηγών να κάνουν φύλλο και φτερό τις ζωές των υποψηφίων πριν τους τοποθετήσουν. Αυτό, πράγματι, γίνεται σε έναν βαθμό. Αλλά πρώτον δεν είναι πράκτορες τα στελέχη κομμάτων για να βρουν τα πάντα και δεύτερον πού να πάει ο νους τους στη σύνταξη αν δεν τους το σφυρίξει κάποιος. Σε μια περίοδο, μάλιστα, που εδώ και 10 χρόνια έχει γίνει πολλές φορές κεντρικό θέμα, αυτή η απάτη πολλών γιων και θυγατέρων. Γιατί δεν τολμώ να πιστέψω ότι οι επιτελείς του Μαξίμου γνώριζαν τι είχε συμβεί και το αγνόησαν.
Το ηθικό δίδαγμα από αυτή την ιστορία είναι το σοβαρό τραύμα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει μάθημα στο πολιτικό σύστημα. Να τελειώσει κάποτε αυτή η μπούρδα με την αναζήτηση γόνων ιστορικών ονομάτων, που θα μπαίνουν στη μαρκίζα των ψηφοδελτίων. Κανείς ψηφοφόρος δεν γοητεύεται επειδή ο γιος και η κόρη τού τάδε ή του δεινά πολιτεύονται. Η νέα εποχή απαιτεί ανθρώπους με κοινωνική και επαγγελματική παρουσία. Πρόσωπα που έχτισαν συχνά από το μηδέν τη δική τους ιστορία μέσα από δύσκολες διαδρομές. Αυτοί αξίζουν και την ψήφο, και το χειροκρότημα. «Τα βρήκα έτοιμα, περνάω καλά και επειδή έχω βαρύ όνομα ψηφίστε» δεν πείθουν κανέναν. Και να έπειθαν ακόμη κάποιους λίγους, έκαψε οριστικά το εγχείρημα η Μυρσίνη Λοΐζου.