Γράφει ο Αντώνης Παπαγιαννίδης
Πηγή: naftemporiki.gr
Συνειδητά μένουμε και στο σημείωμα αυτό -πρώτο μετεκλογικό, δηλαδή μετά τις ευρωεκλογές, που για μας είναι χθεσινές/της 26ης Μαΐου, όμως για τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. άπλωσαν σ’ όλο το διάστημα 23-26 Μαΐου- σε μια προσπάθεια να δούμε το σκηνικό που δημιουργήθηκε στον προεκλογικό χρόνο. Και που θα συνοδεύσει/επικαθορίσει τη μετεκλογική πορεία όσο και τα ίδια τα αποτελέσματα, τα οποία θα κατασταλάξουν ως συνειδητοποίηση και ως μετενέργεια επί αρκετές μέρες αφού σβήσουν τα φώτα της αρχικής ανακοίνωσης των ευρωαποτελεσμάτων.
Ας σημειωθεί ότι δύο μόλις μέρες μετά τα αποτελέσματα έχει προγραμματισθεί έκτακτη άτυπη Κορυφή της Ε.Ε. (μάλιστα, σε μια προσπάθεια να καταδειχθεί ο μη τυπικός χαρακτήρας αυτής της συνάντησης, ανακοινώθηκε ως «άτυπο δείπνο των αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων»), στις Βρυξέλλες, στη σκιά της έδρας του Ευρωκοινοβουλίου. Στη συνάντηση αυτή θα συζητηθεί το αποτέλεσμα των εκλογών και «θα τεθεί σε κίνηση η διαδικασία ανάδειξης των προσώπων που θα κληθούν να αναλάβουν τα βασικά αξιώματα στην Ε.Ε.». (Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ύπατος εκπρόσωπος για τις Εξωτερικές Σχέσεις και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα πρέπει να αναλάβουν καθήκοντα την 1η Νοεμβρίου. Ο νέος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, την 1η Δεκεμβρίου).
Επιδίωξη, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο 21-22 Ιουνίου να έχουν αναδειχθεί στις θέσεις τους οι παραπάνω, ώστε να δρομολογηθεί η διαδικασία σχηματισμού της συνολικής Ευρωπαϊκής Επιτροπής μέσα στο καλοκαίρι. Καθώς η πιο άμεσα/θεσμικά πολιτικοποιημένη διαδικασία είναι εκείνη που αφορά το πρόσωπο του προέδρου της Επιτροπής, διαδόχου του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είναι χαρακτηριστικό ότι -μετά την Κορυφή στο Sibiu της Ρουμανίας- ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ έκρινε αναγκαίο να έχει διευκρινίσει ότι «φυσικά η διαδικασία θα ακολουθήσει τους κανόνες που έχουν τεθεί στις Συνθήκες [αναφορά στην ιστορία του Spitzenkandidat] και θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τη γεωγραφική ισορροπία [στην Ε.Ε.] καθώς και τα δημογραφικά, ώστε και οι μεγάλες και οι μικρές χώρες να αντιπροσωπεύονται στις υψηλές θέσεις της Ε.Ε.». Ο ίδιος Τουσκ έχει θυμίσει ότι «στη διαδικασία αυτή δεν υπάρχει αυτοματισμός».
Να δώσουμε λίγη μετάφραση; Η τυπική διαδικασία των Spitzenkanditaten, που διαμορφώθηκε υπό την πολιτική πίεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο θεωρεί τον εαυτό του εκφραστή της δημοκρατικής νομιμότητας στην Ε.Ε. και (επίσης θεωρεί ότι) δίνει τον αγώνα για καταπολέμηση του δημοκρατικού ελλείμματος στην Ένωση, λέει ότι ο εκπρόσωπος εκείνης της πολιτικής ομάδας που θα αναδειχθεί μεγαλύτερη από τις ευρωκάλπες έχει και το προβάδισμα. Αυτό έφερε από νωρίς τον Μάνφρεντ Βέμπερ -τον οποίο ανέδειξαν οι Χριστιανοδημοκράτες/το ΕΛΚ- στην πρώτη γραμμή της συζήτησης (και, σε εμάς, «μεταφράσθηκε» σε εικαζόμενο πολιτικό πλεονέκτημα ως εκ της εγγύτητας ΕΛΚ-Ν.Δ., Βέμπερ-Μητσοτάκη).
Όμως…
…Όμως, οι ίδιοι κανόνες λένε ότι ο Spitzenkanditat χρειάζεται να ψηφισθεί -μάλιστα τα σχετικά κείμενα χρησιμοποιούν την επικίνδυνη λέξη «να εκλεγεί»)- από το Κοινοβούλιο στη νέα σύνθεσή του. Ενώ ο τελικός/πραγματικός ορισμός του γίνεται από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων. Καθώς, λοιπόν, το σημερινό νέο Κοινοβούλιο έχει περίεργες ισορροπίες, οι οποίες αποτρέπουν τον συνηθισμένο βολικό έως τώρα συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλιστών, ιδίως δε καθώς ανοίγουν στα δεξιά του φάσματος νέο μέτωπο με τους ευρωσκεπτικιστές των Ανατολικών (αλλά και της Ιταλίας και της Γαλλίας…), ενώ στα Αριστερά υπάρχει η άνοδος των Πρασίνων αλλά και η επανισορρόπηση των Σοσιαλδημοκρατών, «τίποτε δεν θα είναι εύκολο όπως παλιότερα».
Πάλι μετάφραση: δύσκολα θα διενοείτο ο εκλεκτός/Spitzenkandidat της Κεντροδεξιάς να αναδειχθεί με βάση τις ψήφους Όρμπαν ή/και Σαλβίνι – πάντως, οι Σοσιαλδημοκράτες πολύ-πολύ δύσκολα θα προσέρχονταν σε τέτοια συμμαχία.
Γι’ αυτό, στην τελική ευθεία προς τις ευρωκάλπες, δεν ήταν μόνο οι απόπειρες δημιουργίας μιας λογικής συνασπισμού είτε στα αριστερά είτε με συμμετοχή Φιλελευθέρων με Μακρονιστές. Ήταν π.χ. και του ίδιου του εμβληματικού (Χριστιανοδημοκράτη και Γερμανού) Βόλφγκανγκ Σόιμπλε η τοποθέτηση -σε διαδοχικές του συνεντεύξεις- ότι ναι μεν εκτιμά τον Μάνφρεντ Βέμπερ, αλλά και στη Μαργκρέτε Βεστάγκερ (Φιλελεύθερη προς τα Αριστερά) και στον Φρανς Τίμερμανς (Spitzenkandidat των Σοσιαλδημοκρατών, με πρόσφατη ανατροπή των προγνωστικών στην Ολλανδία, που έφεραν τον πολιτικό σχηματισμό του πρώτο) εκδήλωσε θετικά αισθήματα. Και τούτο, ενώ η περιπέτεια του Brexit ανέδειξε τον (επίσης εξ ΕΛΚ/Γκωλικός) Μισέλ Μπαρνιέ, διαπραγματευτή από μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε φιγούρα της κεντρικής ευρωπαϊκής σκηνής. Πλην και η περίπτωση της ίδιας της καγκελαρίου Μέρκελ -η οποία φεύγει αργά αλλά σταθερά από το γερμανικό προσκήνιο- επανέρχεται.
Η άλλη πάντως, τυπικά «ευρωπαϊκή λύση», εκείνη της αναβολής των αποφάσεων, δύσκολα θα παίξει.