Πηγή: “Εφημερίδα των Συντακτών”
Οταν έσκασε το σκάνδαλο Novartis και κυκλοφόρησαν τα δέκα ονόματα πολιτικών που εμπλέκονταν, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους οι εισαγγελείς (πληροφορίες από τις αμερικανικές αρχές, καταθέσεις μαρτύρων, ευρήματα από τις έρευνες στα γραφεία της Novartis και στα σπίτια στελεχών της εταιρείας), έγινε ένας κακός χαμός.
Σε χρόνο-ρεκόρ, χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς στοιχειώδη διασταύρωση, τα μέσα ενημέρωσης που στήριζαν τη Δεξιά εξέδωσαν απαλλακτικό βούλευμα για τους δέκα και καταδικαστική απόφαση για τη συμμορία του Μαξίμου – έτσι χαρακτήριζαν την κυβέρνηση Τσίπρα.
Οι φερόμενοι ως ενεχόμενοι πήραν τη σκυτάλη και μίλησαν για άθλια σκευωρία, κατήγγειλαν την τότε κυβέρνηση και προσωπικά τον Αλ. Τσίπρα ότι οργάνωσε και εκτέλεσε τη συνωμοσία, κάποιοι εξ αυτών κατέθεσαν μηνύσεις εναντίον των εισαγγελέων και οι πιο θυμωμένοι υποσχέθηκαν ότι θα πάνε την υπόθεση μέχρι το τέλος και θα οδηγήσουν τους φαύλους αντιπάλους τους και τους επίορκους δικαστικούς στο σκαμνί για να πάρουν αυτό που τους αξίζει.
Μόνον τις ποινές δεν είχαν προβλέψει, αν και οι νομομαθείς (πραγματικοί ή κατά φαντασία) δεν έχασαν την ευκαιρία και προσπάθησαν να βοηθήσουν το δικαστήριο του μέλλοντος περιγράφοντας τα αδικήματα που κατά την επιστημονική (;) κρίση τους διέπραξαν οι ολετήρες: εσχάτη προδοσία και κατάχρηση εξουσίας. Αν υπήρχε η θανατική ποινή, θα μπορούσαν να προτείνουν και εναλλακτικούς τρόπους φυσικής εξόντωσης.
Ομως ένας εξ αυτών που κατείχε υπεύθυνη θέση την περίοδο που γινόταν το πάρτι στην περιοχή της Υγείας, παρά το γεγονός ότι δημοσίως ξιφουλκούσε με πάθος κατά των ραδιούργων, για λόγους που ο ίδιος γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα επικοινωνούσε σχεδόν σε καθημερινή βάση με υψηλόβαθμο παράγοντα της τότε κυβέρνησης και του ζητούσε -για την ακρίβεια τον εκλιπαρούσε- να χρησιμοποιήσει το κύρος του αξιώματός του και να παρέμβει στη Δικαιοσύνη για να εξαιρεθεί από την έρευνα ή στη χειρότερη περίπτωση να πιέσει τους εισαγγελείς ώστε να θέσουν την υπόθεσή του στο αρχείο. Μιλούσε για τον εαυτό του. Με τους άλλους εννιά δεν ασχολήθηκε. Φοβόταν κάτι; Πίστευε ότι αν προχωρούσε σε βάθος η εξέταση θα βρισκόταν εκτεθειμένος επειδή δεν είχε φροντίσει να καλύψει κάποιες κινήσεις του που ήταν εκτός νομιμότητας; Ξέρει αυτός και σίγουρα ξέρει και ο υψηλόβαθμος κυβερνητικός παράγοντας της προηγούμενης κυβέρνησης, που ήταν ο αποδέκτης των φορτικών πιέσεων.
Πριν από λίγες μέρες ξεκίνησε η διαδικασία για τις μηνύσεις που έχουν καταθέσει Σαμαράς, Βενιζέλος, Λοβέρδος, Αβραμόπουλος. Ο πρώην πρωθυπουργός δήλωσε ότι ανέφερε και τα ονόματα των Αλέξη Τσίπρα και Δ. Παπαγγελόπουλου. Θεωρεί ότι ο φάκελος πρέπει να πάει αμελλητί στη Βουλή και να ξεκινήσει η διαδικασία για τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής.
Από την πλευρά του ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν απάντησε στο ερώτημα αν είπε στους ανακριτές ονόματα, προσθέτοντας ότι «το ζήτημα όπως ξέρετε δεν με αφορά προσωπικά, ούτε είμαι από αυτούς που επιδιώκουν ρεβάνς ή εκδίκηση». Αρα δικαιούμαστε να υποθέσουμε ότι, σύμφωνα με τον πρώην αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, αυτός που αναφέρει ονόματα ζητάει ρεβάνς και εκδίκηση.
Η διαφορά τακτικής των δύο πολιτικών μπορεί να οφείλεται είτε στην ιδιοσυγκρασία τους είτε στους σχεδιασμούς που κάνουν για το πολιτικό μέλλον τους. Πιθανόν δεν έχουν τους ίδιους στόχους. Σύντομα θα μάθουμε.
Αυτό όμως που προξενεί εντύπωση είναι ότι και οι δύο, αν και λαλίστατοι για τις ευθύνες, πολιτικές και ενδεχομένως ποινικές των προηγούμενων, δεν λένε κουβέντα για τις ευθύνες των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ σε ό,τι αφορά τη ρεμούλα και το όργιο στον χώρο της Υγείας, κατάσταση που έπληξε βάναυσα το εισόδημα των πολιτών και προκάλεσε μεγάλες βλάβες στην οικονομία. Μιλάμε για πολλά δισ. ευρώ, όπως προκύπτει από μελέτες η εγκυρότητα των οποίων δεν αμφισβητείται.
Η υπερασπιστική γραμμή του κ. Σαμαρά ότι δεν υπάρχει σκάνδαλο, παρά μόνο σκευωρία, δεν αντέχει σε κριτική. Σε όποιον και να το πεις θα καγχάσει. Ούτε ο κ. Μητσοτάκης δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο.
Η άποψη Βενιζέλου είναι πιο επεξεργασμένη. Κι αυτή μπάζει και κονταροχτυπιέται με τη λογική, ωστόσο, μπορείς να τη συζητήσεις. Ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά δεν αμφισβητεί ότι υπάρχει σκάνδαλο Novartis, ισχυρίζεται όμως ότι δεν αφορά πολιτικούς. Μάλιστα. Δηλαδή οι πολίτες καλούνται να συμφιλιωθούν με την… πρωτότυπη ιδέα ότι στην περιοχή της Υγείας γινόταν χορός εκατομμυρίων, κάποιοι πλούτιζαν παράνομα, το κράτος επιβαρυνόταν με δυσβάσταχτο κόστος, οι ασθενείς πλήρωναν τα μαλλιοκέφαλά τους για φάρμακα και εξετάσεις που σε άλλες χώρες οι τιμές τους ήταν προσγειωμένες και οι πολιτικοί προϊστάμενοι -πρωθυπουργοί, υπουργοί, υφυπουργοί, γενικοί γραμματείς, εμπειρογνώμονες διορισμένοι από τις κυβερνήσεις, επικεφαλής επιτροπών κοστολόγησης που έδιναν αναφορά στους αρμόδιους υπουργούς- δεν είχαν πάρει χαμπάρι τίποτε. Πολύ βολικό επιχείρημα που απαλλάσσει τους πολιτικούς λόγω ανικανότητας. Ή μήπως λόγω βλακείας;
Ομως, ακόμη κι αν κάποιος ξεπεράσει τις ισχυρές αμφιβολίες του και δεχτεί ως βάσιμη τη συγκεκριμένη προσέγγιση, δικαιολογημένα θα αναρωτηθεί: γιατί μέχρι τώρα δεν έχει αναλάβει κανείς από τους πολιτικούς που διοίκησαν τη χώρα, την επίμαχη περίοδο τουλάχιστον, την πολιτική ευθύνη; Ελα μου ντε!