Γράφει η Μαρία Αναστασοπούλου
Καστανιές, Φέρρες, Αμόριο, Σουφλί, Κήποι, Νέα Βύσσα. Οι Εβρίτες στην πρώτη γραμμή, ψύχραιμοι ωστόσο και… συνηθισμένοι. «Εσείς στην Αθήνα φοβάστε περισσότερο από ‘μας», μας έλεγαν σε ένα από τα καφενεία των Καστανιών που βρεθήκαμε. Και είχαν δίκιο. Γιατί αν δεν ζήσεις με το πρόβλημα, δεν γνωρίζεις τη διάστασή του. Εδώ και δεκαετίες, οι ακρίτες αντιμετωπίζουν προκλήσεις, γεγονότα και συμπεριφορές των Τούρκων που έχουν καθορίσει τις ζωές και την καθημερινότητά τους.
Οι σχέσεις που έχουν αναπτύξει όμως οι δύο πλευρές είναι δεδομένες και καλά ριζωμένες. «Στην καρέκλα που βλέπεις, κάθε πρωί κάθεται ένας Τούρκος και πίνουμε μαζί ελληνικό καφέ», μας έλεγε ένας Καστανιώτης. «Πηγαίνουμε στους γάμους τους, έρχονται στους δικούς μας». Και μάλιστα δεν φοβούνται πως μετά τα τελευταία γεγονότα αυτό θα αλλάξει. «Όχι. Είναι μία κρίση που μας ανησυχεί και μας προβληματίζει. Όμως θα περάσει». Γιατί οι λαοί τελικά δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Έχουν αναπτύξει κοινωνικές και εμπορικές σχέσεις εδώ και χρόνια. Το πρόβλημα – όπως λένε – είναι αλλού και έχει όνομα: Ερντογάν. «Έχουμε μπλέξει, πώς θα ξεμπλέξουμε είναι το θέμα», έλεγαν μεταξύ άλλων. Μόλις δε τον έβλεπαν στις τηλεοράσεις τους, σαν κάτι να άλλαζε στο πρόσωπό τους. Η ηρεμία και η ψυχραιμία έδιναν την θέση τους στον θυμό και την αγωνία. Αγωνία για να σταματήσουν να γίνονται πρώτο θέμα. «Η Αθήνα τώρα μας θυμήθηκε;», μας ρώτησε η κυρία Σοφία, μία γενναιόδωρη και περήφανη Εβρίτισσα, που μαζί με άλλες γυναίκες τις τελευταίες ημέρες ζυμώνουν και φουρνίζουν πίτες για να τις στείλουν στους στρατιώτες στα σύνορα. «Στα δικά μας παιδιά», όπως επαναλάμβαναν διαρκώς.
Τα σύνορα είναι σφραγισμένα. Το διαπιστώνει κανείς σε όποιο σημείο της συνοριογραμμής κι αν βρεθεί. Στη διάρκεια της παραμονής μας στον Έβρο για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, παρακολουθήσαμε ακόμη και σε ζωντανή μετάδοση συλλήψεις μεταναστών, που επιχείρησαν να διασχίσουν μικρά ή μεγαλύτερα περάσματα για να φτάσουν στην Ελλάδα, όμως δεν τα κατάφεραν. «Για πόσο ακόμα μπορούμε να δεχόμαστε αυτή την πίεση; Για πόσο καιρό μπορούμε να σηκώνουμε όλο αυτό το βάρος; Θα συνεννοηθούν ποτέ;», αναρωτήθηκαν αρκετοί απ’ όσους μιλήσαμε κατά τη διάρκεια της αποστολής.
Οι ντόπιοι ήταν πάντα ο οδηγός μας σε αυτό το οδοιπορικό. Μας έδειξαν περάσματα σε παραποτάμους του Έβρου, από τα οποία μέχρι πρότινος η διέλευση μεταναστών ήταν σχεδόν παιχνίδι. Μας οδήγησαν σε μέρη που δύσκολα τηλεοπτικό συνεργείο μπορεί να φτάσει. Βρήκαμε μαζί τους σε διαφορετικά σημεία στοίβες από ρούχα μεταναστών που τις τελευταίες ημέρες επιχείρησαν να πατήσουν σε ελληνικό έδαφος.
Η ζωή στον Έβρο συνεχίζεται κανονικά. Με περισσότερο στρατό και αστυνομία. Κι αν «η Αθήνα τους θυμήθηκε τώρα», οι ίδιοι περιμένουν πράξεις. Από λόγια χόρτασαν. Χρόνια τώρα.