Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Πηγή: kathimerini.gr
Στο γεύμα που παρέθεσε ο αγλαός –τουλάχιστον έτσι τον βλέπει η πλευρά των κυβερνητικών– Γερμανός πρέσβης, κ. Γενς Πλότνερ, προς τιμήν της κυρίας Μέρκελ, με προσκεκλημένους εγχώριους και ορισμένους διεθνείς Ελληνες επιχειρηματίες, η καγκελάριος δέχτηκε ότι η φορολογία είναι πολύ υψηλή. Δέχτηκε μάλιστα ότι η πρόθεση της αντιπολίτευσης να ξεκινήσει με τη μείωση της φορολογίας των εισοδημάτων από εργασία, κέρδη και περιουσία είναι δικαιολογημένη. Το είχε εξηγήσει στην αρχηγό της γερμανικής κυβέρνησης, με τρόπο πειστικό, νωρίτερα, ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης.
Εμμέσως, αφού ο κ. Μητσοτάκης δεν ζήτησε τη γνώμη της, ούτε και η κ. Μέρκελ επέμεινε να του την προσφέρει, η επιλογή αυτή έγινε αποδεκτή από το Βερολίνο. Μέχρι του σημείου όμως που δεν θίγεται η απόφαση του Γιούρογκρουπ του περασμένου Ιουνίου. Με εκείνη την απόφαση έγινε η ανταλλαγή της ρύθμισης του ελληνικού χρέους σε δύο, αρχικές, δόσεις με την επίτευξη στον ελληνικό προϋπολογισμό εκείνου του πρωτογενούς πλεονάσματος που απαιτείται για την πληρωμή των τόκων επί του χρέους, το γνωστό «3,5%».
Εκ παραλλήλου, πληροφορηθήκαμε ότι υπάρχουν τουλάχιστον 46 εκκρεμότητες, που αφορούν κυρίως λεπτομέρειες των γνωστών 16 προαπαιτουμένων, που γνωρίζαμε από την πρώτη έκθεση μεταμνημονιακού ελέγχου. Ο επίτροπος Μοσκοβισί, που θα απευθυνθεί με ομιλία του σήμερα το βράδυ στο αθηναϊκό κοινό, είχε, ορθώς, καθοδηγήσει τον κ. Κοστέλο, που διευθύνει τη μετα-τρόικα, σε μια πολιτική στάση. Προκειμένου η κοινή γνώμη να διαπιστώσει μια κάποια διαφορά πριν και μετά το μνημόνιο, στο ύφος και την αυστηρότητα των ελέγχων, ο προϋπολογισμός εγκρίθηκε γρήγορα γρήγορα και τα προαπαιτούμενα μετατέθηκαν μετά πολλών επαίνων για καλύτερες μέρες.
Σε κάθε περίπτωση, μια απλή ανάγνωση των ανοικτών θεμάτων μεταξύ Αθηνών και Βρυξελλών αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος. Η Ελλάδα παραμένει μια μη κανονική χώρα, έπειτα από τρία μνημόνια, οκτώ έτη και σχεδόν 300 δισεκατομμύρια δανειακών κεφαλαίων. Το κράτος και οι τράπεζες δεν βλέπουν «κεφάλαια». Με τις επενδύσεις στο ναδίρ, ο επιχειρηματικός τομέας δείχνει πως δεν διαθέτει εμπιστοσύνη στο μέλλον του. Η ανεργία υψηλότατη· οι νέες προσλήψεις ευκαιριακές και κακοπληρωμένες· το κράτος χρωστά τεράστια ποσά στους παραγωγούς· οι μικροί φορολογούμενοι χρωστούν τεράστια ποσά στο κράτος· η φοροδιαφυγή ανέρχεται σε νέα υψηλά· οι καλές επιχειρήσεις αλλάζουν την έδρα τους· οι δημόσιες παραγωγικές δομές καταρρέουν. Το «ατού Τσίπρα» στην οικονομία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με τον τάφο των ελπίδων όσων δούλεψαν για να βγούμε από τα μνημόνια.