Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Πηγή: kathimerini.gr
Ανέδειξα στο κυριακάτικο σημείωμά μου τη συνεχή άνοδο στις αποδόσεις του ελληνικού ομολόγου δεκαετίας μέχρι το 4,6%. Το ποσοστό αυτό είναι όμοιο, παρατήρησα, με εκείνο που πληρώσαμε το 2007, όταν φάνηκε ότι κάτι δεν πάει καλά με τις δυτικές (και όχι μόνον) οικονομίες και ουδείς το πρόσεξε. Υπάρχει βεβαίως μια πολύ μεγάλη διαφορά. Τότε, πριν από την κρίση, η Γερμανία πλήρωνε περίπου όσο εμείς. Το περίφημο σπρεντ –ο κώδων που ανήγγειλε την κρίση που μας οδήγησε εκτός αγορών και εντός μνημονίων– ήταν πολύ χαμηλό.
Τώρα όμως η Γερμανία πληρώνει 0,45% κι εμείς ξεπερνάμε το 4,5%. Περίπου τέσσερις εκατοστιαίες μονάδες ή 400+ μονάδες βάσης διαφορά. Υπενθυμίζω ότι το 2009 βρεθήκαμε εκτός αγορών πολύ πριν φτάσει το ελληνικό σπρεντ σε αυτή τη διαφορά. Και σήμερα, βεβαίως, είμαστε εκτός αγορών, δηλαδή δεν μπορούμε να απευθυνθούμε σε αυτές για να καλύψουμε τις δανειακές ανάγκες της οικονομίας. Ούτε το κράτος ούτε οι τράπεζες, ούτε όμως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Σε λίγο θα κλείσουμε δέκα χρόνια εκτός αγορών. Αν δεν είχαμε το ευρώ για νόμισμα, ο πληθωρισμός (που δεν είναι και τόσο μικρός πλέον…) αντί του 1,8%, θα είχε πετάξει σε επίπεδα που θα θύμιζαν στους παλιότερους τις δύσκολες μέρες όταν το νόμισμα έχανε την αξία του κάθε λίγες εβδομάδες. Η σταθερότητα του νομίσματος διασφαλίζει τον έλεγχο των τιμών, την προστασία της αγοραστικής δύναμης μισθωτών και συνταξιούχων καθώς βεβαίως τη διατήρηση της αξίας αποταμιεύσεων και επενδύσεων όσων τα καταφέρνουν (κάπως) καλύτερα.
Αν αυτά όλα είναι άσχημα και προβληματικά, οι προοπτικές είναι χειρότερες. Ο Μάριο Ντράγκι και η ΕΚΤ ανακοίνωσαν ότι σταματάει η παροχή απεριόριστης ρευστότητας στην Ευρωζώνη από τις γιορτές και, σταδιακά, θα αντλούν αντί να προσθέτουν ρευστότητα στο ευρωσύστημα. Είχε ξεκινήσει τον Μάρτιο 2015 και βοήθησε ώστε τα προηγούμενα τρία χρόνια όχι μόνον να ξεπεράσουν την κρίση τα κράτη της Ευρωζώνης αλλά να διανύσουν μια από τις καλύτερες περιόδους μεταπολεμικά. Η Ελλάδα έχασε μια ιστορική ευκαιρία όταν το 2015 ξαναβυθίστηκε στην κρίση.
Στα επόμενα δύο τρία χρόνια κινδυνεύει να την «πατήσει» ξανά. Οσο καθυστερούμε την έξοδό μας στις αγορές, τόσο τη στιγμή που θα υποχρεωθούμε να ζητήσουμε κεφάλαια, επειδή θα έχει στο μεταξύ τελειώσει το «μαξιλάρι» που εμπιστεύεται και διαφημίζει ο πρωθυπουργός, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με όσα μας οδήγησαν, το 2010, σε υποχρεωτικό μνημονιακό δανεισμό. Οι βάσεις για την προβλεπόμενη αυτή αποτυχία μπαίνουν σήμερα εξαιτίας της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, ελέω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.