Της Μαρίκας Λυσιάνθη
Η εποχή των καλικάντζαρων δεν κάνει εξαιρέσεις.
Από τα παραμύθια στην… κανονική ζωή, μια σειρά από φιγούρες τοξικές και μοιραίες για τον δημόσιο βίο, αδυνατούν να παρκάρουν στο περιθώριο τους ατελείς εγωϊσμούς τους.
Να αφήσουν τον χρόνο να κάνει τη δουλειά του, ώστε να ξεχαστεί η δυσώδης περίοδος που οι ίδιοι κράτησαν στα χέρια τους τις τύχες του τόπου.
Να επιτρέψουν στους Έλληνες, αν όχι να συγχωρήσουν και να ξεχάσουν, τουλάχιστον να μην ενοχλούνται.
Έστω κι αν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της τραγωδίας, θεωρούν εαυτούς “μη περιστασιακούς ενοίκους της εξουσίας”.
Καθώς, τόσο πριν, αλλά κυρίως μετά την παραμονή τους στην εξουσία, το αποκρουστικό “σύστημα” που τους στήριξε και… ευεργετήθηκε πολλαπλώς, συνεχίζει να τους παρέχει ασυλία ιερής αγελάδας.
Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ισχύει στην Ελλάδα της εθνικής τραγωδίας των Μνημονίων, την πόρτα για την οποία άνοιξαν οι ίδιοι, μετατρέποντας επί ημερών τους τη διακυβέρνηση σε… πανηγύρι απευθείας αναθέσεων δημοσίων έργων, διαπλοκής και διαφθοράς.
Η περίοδος του εικονιζόμενου Κώστα Σημίτη, είχε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Με τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό, τον άνθρωπο για τον οποίο οι δημοσκόποι δημιούργησαν το εύρημα του “καταλληλότερου”, όταν η προσωπική δημοφιλία και αποδοχή του κατέρρευσε, να έρχεται σήμερα και να προβλέπει νέα δεινά για τον τόπο.
Σε ρόλο… σχολιαστή. Χωρίς ποτέ να έχει απολογηθεί για τη διακυβέρνησή του.
Και, το κυριότερο. Απαξιώνοντας τον ελληνικό λαό, όταν αρνήθηκε να τεθεί υπό την κρίση του στις εκλογές του 2004, παραδίδοντας το… θαμπό δαχτυλίδι στον τελευταίο των Παπανδρέου.
Η ηθική μνήμη των Ελλήνων, δεν είναι… μακέτο, κύριε πρόεδρε.
Ούτε… η τσίπα.