Μιλώντας στην ημερίδα που διοργάνωσε η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων για την ΑΟΖ στο Καστελόριζο, με κεντρικό εισηγητή των πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Π. Παυλόπουλο, ο Τομεάρχης Εξωτερικών της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Κατρούγκαλος αναφέρθηκε τόσο στη νομική όσο και στην πολιτική διάσταση του θέματος. Σημειωτέον ότι ενώ χαιρέτησαν και τοποθετήθηκαν πολιτικά εκπρόσωποι τόσο του ΚΙΝΑΛ όσο και του ΚΚΕ ούτε η κυβέρνηση εκπροσωπήθηκε στην εκδήλωση ούτε παρέστησαν βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Αναγνώσθηκε μόνον χαιρετισμός του ΥΠΕΞ.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε τη σημασία που αποκτά τη οριοθέτηση οικονομικών θαλάσσιων ζωνών όχι μόνον για την εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών χώρων αλλά για την ίδια την κυριαρχία των κρατών. Ειδικότερα σημείωσε ότι μολονότι τα κυριαρχικά δικαιώματα που απορρέουν από ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα δεν συνεπάγονται άσκηση πλήρους κυριαρχίας, όπως η αιγιαλίτιδα, η τάση της νομολογίας όμως είναι να αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία αυτές και όχι αποκλειστικά οικονομική. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τη Σινική Θάλασσα, τα παράκτια κράτη έχουν δικαίωμα να κατασκευάζουν και να τοποθετούν τεχνητές νήσους, εγκαταστάσεις και μόνιμες κατασκευές στην υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ τους. Είναι προφανής η σημασία παρόμοιας αρμοδιότητας.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε ειδικότερα στη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, για να δείξει ότι δεν κατοχυρώνει κανένα από τους τουρκικούς ισχυρισμούς για τα νησιά, πράγμα που εξηγεί γιατί η Τουρκία ούτε την υπέγραψε ούτε, πολύ περισσότερο, την επικύρωσε. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 121 της Σύμβασης τα νησιά, δηλαδή οι γεωγραφικοί σχηματισμοί που βρίσκονται πάνω από τη στάθμη της θάλασσας κατά την πλημμυρίδα και μπορούν να υποστηρίξουν αυτοδύναμα ανθρώπινη ζωή και οικονομική δραστηριότητα, έχουν όλα τα δικαιώματα της ηπειρωτικής χώρας ως προς τις θαλάσσιες ζώνες. Μάλιστα, κατά τις προκαταρκτικές εργασίες για τη σύναψη της Σύμβασης κατά την Τρίτη Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (1973-1982) είχαν εξεταστεί ειδικά και απορριφθεί προτάσεις όπως η απόσταση των νησιών από την ηπειρωτική χώρα ή το μέγεθος τους να συναρτώνται αυτομάτως με μειωμένη επήρεια τους στην οριοθέτηση ΑΟΖ. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει διαμορφώσει μια σταθερή μεθοδολογία σε τρία στάδια, κατά τα οποία αρχικά χαράσσεται η μέση γραμμή μεταξύ νησιών και αντικείμενων ή παρακείμενων ακτογραμμών, στη συνέχεια με κριτήριο την επίτευξη «δίκαιης λύσης» εξετάζεται η ύπαρξη τυχόν ειδικών συνθηκών και στο τελικό, τρίτο στάδιο εφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας με στόχο την αποφυγή ακραίων «δυσαναλογικών» ρυθμίσεων.
Ολοκληρώνοντάς τη νομική ανάλυση υπενθύμισε την ευρωπαϊκή διάσταση του θέματος, δεδομένου ότι από το 1998 η Ευρωπαϊκή Ένωση προσχώρησε στη Σύμβαση αυτή. Άρα, όπως επανειλημμένα έχει τονίσει ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλά και ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, η ελληνική ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα πρέπει να θεωρείται -και να προστατεύεται- ως ευρωπαϊκή.
Προχωρώντας στην πολιτική ανάλυση, ο Γ. Κατρούγκαλος έθεσε στη συνέχεια το ερώτημα εάν, Με αυτά τα δεδομένα είναι ρεαλιστική η προοπτική της επανέναρξης των διερευνητικών επαφών και της Χάγης; Γιατί να την δεχθεί η Τουρκία, εφόσον το διεθνές δίκαιο δεν ευνοεί τις θέσεις της και να μη συνεχίσει τις επιθετικές της κινήσεις, σήμερα μάλιστα που οι φιλοδοξίες της είναι ακόμη πιο μεγαλεπήβολες από ό,τι στο παρελθόν; Η απάντηση που έδωσε είναι ότι η Άγκυρα θα καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου μόνον εάν αντιληφθεί ότι είναι αδιέξοδη η συνέχιση της προκλητικότητας της και της επιφέρει σημαντικό κόστος, όχι απλώς διπλωματικό αλλά και οικονομικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξαρχής έχει αναλύσει τη στρατηγική που θα έπρεπε να ακολουθήσει η κυβέρνηση, αντί να αντιδρά απλώς αμυντικά και αντανακλαστικά στην επόμενη επιθετική τουρκική κίνηση: οι ελληνικές κόκκινες γραμμές να γίνουν ευρωπαϊκές, μέσω μιας διττής πολιτικής, που ασκεί πίεση με την απειλή ισχυρών κυρώσεων για την αποτροπή των παράνομων μεθοδεύσεων της Τουρκίας, σε συνδυασμό με μία θετική ατζέντα, εφόσον επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου.
Κατά τον τομεάρχη Εξωτερικών, ο κ. Μητσοτάκης, παρά τις συνεχείς παροτρύνσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, άργησε ιδιαίτερα να διεκδικήσει παρόμοιες κυρώσεις. Έστω και καθυστερημένα, η διπλωματία μας πρέπει να συνεχίσει να ασκεί πίεση προς την Τουρκία, ούτως ώστε αυτή να αντιληφθεί ότι τίποτα δεν θα κερδίσει και πολλά έχει να χάσει αν συνεχίσει τις παράνομες μονομερείς ενέργειες. Παράλληλα, κατέληξε, πρέπει να είναι και συνείδηση και της δικής μας πλευράς ότι ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος επίλυσης της διαφοράς είναι ο βασισμένος στο διεθνές δίκαιο διάλογος για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.