Του Νίκου Φυλάγγελου
Έγινε, μέσα σε ένα απόγευμα, αρχηγός. Η Φώφη Γεννηματά πιστώνεται το γεγονός ότι, παρέλαβε από τον Ευάγγελο Βενιζέλο ένα ΠΑΣΟΚ με μηδενική κοινωνική απήχηση και εκλογική βάση, και το ξαναέκανε “παίκτη” στο πολιτικό σύστημα. Μόνο που, διαπίστωσε στην κάλπη των ευρωεκλογών, ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται σε αποδρομή, το Κίνημα Αλλαγής δεν μπορούσε να προσδοκά βάσιμα σε επαναπατρισμό ψηφοφόρων, όσο στη γραμμή και τον δημόσιο λόγο κυριαρχούσε η “αντι-ΣΥΡΙΖΑ” λογική του Ευάγγελου Βενιζέλου και αρκετών προβεβλημένων στελεχών, που έδειχναν στην κατεύθυνση της κυβερνητικής συμπόρευσης με τη ΝΔ.
Δηλαδή, επί της ουσίας επιθυμούσαν την επανάληψη της “συγκατοίκησης με τη Δεξιά”, την περίοδο 2012-2015, όταν οι περισσότεροι από αυτούς ήταν μέλη εκείνης της κυβέρνησης, ή κατείχαν κεντρικές θέσεις στον κυβερνητικό και κρατικό μηχανισμό.
Η νοοτροπία αποξένωνε το Κίνημα Αλλαγής από τη φυσική κοινωνική βάση του. Που δεν είναι “αντι-ΣΥΡΙΖΑ”. Είναι πρωτίστως “αντι-Δεξιά”. Η συντριπτική πλειοψηφία όσων ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε, είναι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, που απομακρύνθηκαν, αρχικά επί Γιώργου Παπανδρέου, και στη συνέχεια περισσότερο μαζικά επί Ευάγγελου Βενιζέλου.
Αυτή είναι η σκληρή εκλογική αλήθεια, την οποία προφανώς ζύγισε η Φώφη Γεννηματά, με την κοινωνική ταυτότητα της κόρης του εμβληματικού Γιώργου Γεννηματά. Καταλαβαίνει ότι θα χάσει ψήφους προς τη Νέα Δημοκρατία, από τον Ευάγγελο Βενιζέλο και όσους ενστερνίζονται τις απόψεις του. Προσδοκά ότι, χωρίς τους “δεξιούληδες”, θα καταστήσει το Κίνημα Αλλαγής περισσότερο ελκυστικό σε απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Υπάρχει άλλωστε, στο εσωτερικό του Κινήματος Αλλαγής μια ακόμη πιο προχωρημένη και… κακεντρεχής εκτίμηση. Ότι αρκετοί από όσους συμφωνούσαν με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, θα ψήφιζαν έτσι κι αλλιώς Νέα Δημοκρατία. Αν δεν… το έκαναν ήδη στις 26 Μαϊου.