Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Η πρώτη αυθόρμητη αντίδραση, βλέποντας τον Έλληνα πρωθυπουργό να παριστάνει τη γλάστρα του Αμερικανού προέδρου σε μια έκτακτη συνέντευξη Τύπου για το Ιράν, ήταν θυμός. Θυμός για το άγριο χουνέρι που επεφύλαξε ο απρόβλεπτος Τραμπ στον… προβλέψιμο Κυριάκο.
Στη συνέχεια το σκέφτηκα ψυχραιμότερα. Δεν ξέρουμε ποιος είναι ο Τραμπ; Δεν τον έχουμε δει τόσες φορές να υποτιμά τους συνομιλητές του, ειδικά όταν τους θεωρεί παρακατιανούς; Δεν τον έχουμε δει να συμπεριφέρεται αγενώς ακόμη και σε ηγέτες χωρών με ισχυρό αποτύπωμα στην παγκόσμια σκακιέρα; Μονάχα τον Πούτιν και τον Ερντογάν υπολογίζει. Επομένως, γιατί να τα βάζω με τον Τραμπ, που έκανε τη δουλειά του, έστω με αυτόν τον ανάγωγο τρόπο, και να μην τα βάλω με όσους παρέσυραν τον Έλληνα πρωθυπουργό σε αυτό το κομπαρσιλίκι, υπονομεύοντας το κύρος του και συνακόλουθα τη δημόσια εικόνα της χώρας;
Προς τιμήν του, ο κύριος Μητσοτάκης επιχείρησε να αντιδράσει προβάλλοντας on camera ελληνικά αιτήματα και θέσεις με τρόπο αρμόζοντα σε ηγέτη ανεξάρτητης χώρας. Δυστυχώς, όμως, το «στραπάτσο» δεν αποφεύχθηκε. Ειδικά η στιγμή όπου ο πρωθυπουργός ζήτησε την αμερικανική υποστήριξη απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και ο Τραμπ γύρισε αλλού, επιδεικτικά, το βλέμμα με το γνωστό αλαζονικό ύφος του ήταν από τις πιο άχαρες που έχει ζήσει Έλληνας προσκεκλημένος στον Λευκό Οίκο. Για αυτήν την ιδιαίτερα εξευτελιστική εικόνα δεν μπορώ να αναζητήσω πρωτεύουσες ευθύνες στον κ. Μητσοτάκη.
Μονάχα ως προς την απειρία του να προετοιμαστεί καλύτερα για μια τέτοια ψυχρολουσία, ίσως και επειδή δεν πήρε τη γενναία απόφαση να αναβάλει το ταξίδι μέσα σε μια τόσο ιδιάζουσα για τις ΗΠΑ και τον πρόεδρό τους συγκυρία. Από κει και πέρα, οι ευθύνες πέφτουν σε όλους αυτούς που του υποσχέθηκαν έναν ανέμελο και ευχάριστο… περίπατο στην Ουάσινγκτον. Από τους αυλοκόλακες απεσταλμένους της ΕΡΤ, που έχασαν την εικόνα ακόμη και της πρωθυπουργικής άφιξης, μέχρι εκείνους τους διπλωματικούς συμβούλους που τον διαβεβαίωσαν ότι οι Αμερικανοί συμφώνησαν να μην υπάρξει συνέντευξη Τύπου.
Τεράστια ευθύνη έχουν και οι «παράγοντες», κυβερνητικοί και ομογενειακοί, που διαβεβαίωσαν τον Κυριάκο ότι είναι ώριμο το έδαφος για μια ισχυρή δήλωση Τραμπ σχετικά με τα F-35. Έφτασε να παρακαλά o Έλληνας πρωθυπουργός για να αγοράσουμε τα υπερσύγχρονα μαχητικά και απάντηση να μην παίρνει από τον Αμερικανό πρόεδρο, που θυμήθηκε (προφανώς λόγω των επερχόμενων εκλογών) την πολυπληθή ελληνική κοινότητα στις ΗΠΑ.
Σε αυτή την αποτυχία συνέβαλε, χωρίς καμία αμφιβολία, με τον βρόμικο ρόλο του ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ. Αυτός υποσχέθηκε στην ελληνική πλευρά λαγούς με πετραχήλια, αλλά ήταν ο πρώτος που την «άδειασε», τονίζοντας ότι πάνω απ’ όλα προέχει να μείνει η Τουρκία ισχυρά προσδεδεμένη στο άρμα της Δύσης. Όμως, ο Πάιατ τη δουλειά του κάνει. Και δεν πληρώνεται από τον Έλληνα φορολογούμενο.
Δυστυχώς, η επίσκεψη Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο έχασε τον στόχο της, που ήταν μια δημόσια δήλωση στήριξης της Ελλάδας απέναντι στις τουρκικές αυθαιρεσίες και κατέληξε σε ένα άνευ ιδιαίτερης βαρύτητας εγκώμιο της προόδου της ελληνικής οικονομίας. Αυτό το τελευταίο μπορεί και να μας έφτανε, αν το υπαρξιακό πρόβλημα της πατρίδας μας λυνόταν μόνο με υποσχέσεις για αμερικανικές επενδύσεις. Γιατί αυτές, όταν και εφόσον έλθουν, δεν θα αποδειχτούν αρκετές για να αναχαιτίσουν την τουρκική επιβουλή. Είναι το μόνο βέβαιο…