Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Θα σας το πω χωρίς περιστροφές. Δεν αντέχει η χώρα δεύτερο σκάνδαλο υποκλοπών στις τηλεπικοινωνίες με αποδέκτη, μεταξύ άλλων, τον πρωθυπουργό.
Και αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, που παρά τη «νεκρική σιγή» έχουμε βάσιμες υπόνοιες ότι συμβαίνει, αυτή τη φορά πρέπει να αποδοθούν ευθύνες. Οι ένοχοι, όχι μόνο για την υφαρπαγή, αλλά και για τις εγκληματικές παραλείψεις που την επέτρεψαν, οφείλουν να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη. Και να τιμωρηθούν παραδειγματικά. Αυτό θα είναι και ο ελάχιστος φόρος τιμής στη μνήμη του αδικοχαμένου Κώστα Τσαλικίδη.
Και οι μεν δράστες, που για δεύτερη φορά προέρχονται πιθανότατα από ξένες μυστικές υπηρεσίες, είναι άγνωστο αν θα βρεθούν. Φοβάμαι πως όχι. Αυτοί που επέτρεψαν, όμως, να συμβεί ένα τέτοιο σκάνδαλο με νωπή την πικρή γεύση του προηγούμενου, είναι εδώ. Μπροστά μας.
Το γεγονός ότι φαίνεται να έχει επιληφθεί της υπόθεσης εισαγγελέας είναι πολύ ευχάριστο. Το ζήτημα είναι, όμως, προς τα πού θα αποφασίσει να κατευθύνει την έρευνά του, ώστε επιτέλους να αποδοθούν οι ευθύνες που πολύ κακώς δεν αποδόθηκαν στην τότε διοίκηση της Vodafone. Αυτή είχε τουλάχιστον το ελαφρυντικό της «πρώτης φοράς» και ότι οι υποκλοπές αφορούσαν λίγο περισσότερα από 100 τηλέφωνα. Όμως, το δις εξαμαρτείν με αποδέκτη, εκτός από το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας, και μερικά εκατομμύρια Ελληνες πολίτες απαγορεύεται. Τελεία και παύλα. Δεν μπορεί να περάσει στα μαλακά αυτό το σκάνδαλο, όσα εκατομμύρια κι αν ξοδεύει σε δημόσιες σχέσεις ο άλλοτε κρατικός και νυν… γερμανικός, όμως σε κάθε περίπτωση βασικός τηλεπικοινωνιακός πυλώνας της χώρας.
Η σταδιακή πώληση του ΟΤΕ στους Γερμανούς της Deutsche Telecom, δηλαδή στο βαθύ κράτος του Βερολίνου, ήταν ένα εθνικό έγκλημα διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων. Από καθαρά εμπορικής πλευράς μπορεί να εξυπηρετούσε επωφελώς εισπρακτικές επιδιώξεις, ειδικά όταν το 2008 για ένα 3% της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στον οργανισμό μπήκαν στα κρατικά ταμεία 442.000.000 ευρώ. Οι Γερμανοί είχαν ούτως ή άλλως εισβάλει στον ΟΤΕ αποκτώντας με περίεργη σπουδή το ποσοστό 20% που κατείχε τότε ο Βγενόπουλος.
Όμως, δεν έπρεπε ποτέ να τους δοθεί το μάνατζμεντ και να φτάσουν να κατέχουν σχεδόν το 47% στη μετοχική σύνθεση ενός οργανισμού που ελέγχει το κεντρικό τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της χώρας, σχεδόν μονοπωλιακά μάλιστα, στα σταθερά τηλέφωνα.
Σε μια χώρα που αντιμετωπίζει υπαρξιακού τύπου απειλές από ξένη επιβουλή δεν παραδίδεις έναν τόσο ευαίσθητο τομέα σε ξένους. Και μάλιστα συμμάχους του κυριότερου εχθρού σου! Απόδειξη του λάθους ήταν ότι οι Γερμανοί φρόντισαν, πριν από καθετί, να εκμηδενίσουν την παρουσία του ΟΤΕ στα Βαλκάνια, ξεπουλώντας τις θυγατρικές του, απέτυχαν να βελτιώσουν σοβαρά τις υπηρεσίες του και προφανώς δεν φρόντισαν να τον θωρακίσουν με σύγχρονα μέσα από κυβερνοεπιθέσεις, όπως η πρόσφατη που οδήγησε στην υφαρπαγή δεδομένων εκατομμυρίων τηλεφωνικών κλήσεων και sms.
Οι έως τώρα απαντήσεις της διορισμένης από τους Γερμανούς ελληνικής διοίκησης του ΟΤΕ, για αυτήν τη συνταρακτική υπόθεση, είναι αμήχανες, ενοχικές και ασαφείς. Εκφράζεται, λένε, η ελπίδα ότι η ηλεκτρονική επιδρομή από το εξωτερικό μπορεί να έγινε (προφανώς λόγω της πρωτοφανούς έκτασης υποκλοπής δεδομένων) για… εμπορικούς ή διαφημιστικούς λόγους. Δυστυχώς με τις ελπίδες δεν ξεπλένονται οι ευθύνες. Και το θέμα, εξ ορισμού, ακόμη κι αν τα δεδομένα κατέληξαν σε… ιντερνετικό καζίνο, άπτεται άμεσα της εθνικής ασφάλειας. Μόνο και μόνο ότι η δολιοφθορά έγινε αντιληπτή στις 9 Σεπτεμβρίου, αλλά η εταιρία έβγαλε ανακοίνωση έναν και πλέον μήνα αργότερα, αφότου είχε αρχίσει το θέμα να «βρομίζει» στα μέσα, εμπεριέχει ευθύνες και όχι μόνο «υπηρεσιακές».
Συνεπώς, για να ανακεφαλαιώσουμε: Βρεθούν δεν βρεθούν οι δράστες, ήρθε η ώρα κάποιος να πληρώσει. Και επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν, δυστυχώς, ούτε οι Γερμανοί ιδιοκτήτες του μαγαζιού ούτε οι Ελληνες πολιτικοί, θα πρέπει να λογοδοτήσουν οι εντολοδόχοι τους. Η διορισμένη από το Βερολίνο διοίκηση του οργανισμού και οι αρμόδιες «ανεξάρτητες Αρχές», οι διοικήσεις των οποίων ορίζονται με ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων, πληρώνονται από τον Ελληνα φορολογούμενο και προς το παρόν σιωπούν εκκωφαντικά.
Η ΑΔΑΕ οφείλει να κάνει τη δουλειά της ολόκληρη και όχι μισή, όπως στην υπόθεση Τσαλικίδη. Να ανακαλύψει τους δράστες, να κατονομάσει τους υπευθύνους από την πλευρά του οργανισμού για την πλημμελή φύλαξη προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων συνδρομητών και να επιβάλει εξοντωτικό πρόστιμο στους Γερμανούς ιδιοκτήτες. Αν δεν το πράξει, θα πρέπει επίσης να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εκ μέρους του εισαγγελέα…