Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Από την εποχή της θητείας του στον «Ρήγα Φεραίο» και αργότερα στους «Μπανιάδες» ο Σταύρος Κοντονής είχε προφίλ εντίμου, συμπαθούς και εχέφρονος ανθρώπου. Με αυτό μπήκε στη Βουλή το 2012
Έντιμος είναι. Συμπαθής όχι και τόσο πολύ, αφού παρότι υπουργός έχασε τη μονοεδρική της Ζακύνθου. Και πάντως δεν αποδεικνύεται εχέφρων.
Πώς να είναι όταν ως υπουργός Δικαιοσύνης μιλούσε για την ουσία του σκανδάλου Νοβάρτις;
Έτσι έδινε πατήματα στους ελεγχόμενους να μιλούν για «πολιτική δίωξη» και έφερνε σε δύσκολη θέση την Δικαιοσύνη.
Υπήρξε ένας από τους τρεις υπουργούς -δεύτερος είναι ο Παπαγγελόπουλος που δεν ήξερε τι έλεγε και ο τρίτος ο Τζανακόπουλος που έσπευσε στον Άρειο Πάγο, ως μη όφειλε- που διευκόλυναν τις δυνάμεις που συνασπίσθηκαν για να ξεστρατίσει το σκάνδαλο. Εκών – άκων δεν έχει σημασία.
Όταν είσαι πολιτικός προϊστάμενος της Δικαστικής Εξουσίας μετράς τα λόγια σου. Ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν είναι δικαστική αρχή. Όπως ο υπουργός Οικονομικών δεν είναι φορολογική αρχή.
Αν αυτά είναι παρελθόν, ούτε στο παρόν ο Κοντονής μπορεί να διεκδικήσει δάφνες εχέφρονος πολιτικού.
Την επόμενη της καταδίκης της Χρυσής Αυγής βγαίνει στην τηλεόραση για να υπαινιχθεί ότι ο διάδοχος του Μιχ. Καλογήρου -με την κάλυψη του τότε Πρωθυπουργού -νομοθέτησε με τρόπο που ευνοεί τους καταδικασθέντες Χρυσαυγίτες.
Αυτό είπε, μην το κουράζουμε. Και η στιγμή που το είπε του προσδίδει χαρακτήρα πισώπλατου χτυπήματος. Χώρια που είναι και νομική ανοησία, όπως πήρε- πληρωμένη- απάντηση από την καταρτισμένη συνήγορο της Μάγδας Φύσσα.
Αλλά τη ζημιά την έκανε. Η ΝΔ αρπάχτηκε για να ζητήσει και τα ρέστα για τα χρυσαυγίτικα. Αν έγινε άθελα του, ακόμη χειρότερα.
Στην πολιτική ο καθένας εκδικείται με τον τρόπο του. Αν ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης εκδικήθηκε για την απομάκρυνσή του από την κυβέρνηση Τσίπρα διάλεξε άσχημη στιγμή και άκομψο τρόπο.
Βγήκε στην τηλεόραση για να υπενθυμίσει τις διαφωνίες του για την αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα πριν από δυο χρόνια -που δεν πρέπει να ήταν και πολύ σοβαρές, γιατί μια χαρά υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν.
Κοντά στον Φάντη και το ρετσινόλαδο. Διαπιστώνει ότι κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες της κοινωνίας». Αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να παραμένει μέλος του. Αφού προηγουμένως έριξε νερό στον μύλο των αντίπαλων του κόμματός, με την παραίτηση από την -απερχόμενη ούτως ή άλλως- Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης μίλησε περισσότερο με το γινάτι του. Αλλά στην πολιτική όποιος θέλει να ληφθούν υπόψη όσα λέει, τα λέει στην ώρα τους και με τρόπο που δεν τον καθιστούν «σκεύος ηδονής» των αντίπαλων του κόμματός του.
Ο μόνος που έβλαψε τελικά είναι ο εαυτός του. Από την επαρχία έρχεται, δεν μπορεί να μην άκουσε ότι «το γινάτι βγάζει μάτι».