Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Πηγή: anoixtoparathyro.gr
Οι παλιοί δημοσιογράφοι το ξέρουν. Σε δυο περιπτώσεις ο συντάκτης έχανε τη δουλειά του -ειδικά αν ήταν υπότροπος: στη γκάφα και στη διάψευση.
Όταν μια ή περισσότερες εφημερίδες είχαν θέμα από τον τομέα της αρμοδιότητας σου, που δεν είχες εσύ, έπαιρνες το δρόμο για το λογιστήριο χωρίς συζήτηση.
Όταν η εφημερίδα έπαιρνε την ευθύνη να δημοσιεύσει στην πρώτη σελίδα της μια είδηση -ή ένα ρεπορτάζ -με την υπογραφή σου και προέκυπτε ότι δεν ήταν ακριβές έμπαινες στο ψυγείο και αν το κακό συνεχίζονταν έπρεπε να ψάξεις αλλού για δουλειά.
Και στις δυο περιπτώσεις αυτό έμπαινε στο «βιογραφικό» σου και σε συνόδευε στον επαγγελματικό βίο σου.
Οι παλιοί διευθυντές –και οι εκδότες- δεν ήταν αγριάνθρωποι. Δεν απέλυαν κόσμο με χαρά. Με πόνο ψυχής το έκαναν. Αλλά το έκαναν. Γιατί ήξεραν πως ο αναγνώστης είναι πάνω από πάνω από τον συντάκτη. Και δεν μπορείς να τον κοροϊδεύεις. Από τη δραχμούλα του υπάρχεις ως εφημερίδα…
Με τις απολύσεις αυτού του τύπου δεν ήθελαν να τιμωρήσουν τους απρόσεκτους συντάκτες. Πρωτίστως ήθελαν να προστατεύσουν την έννοια της είδησης, την εφημερίδα τους και το κοινό τους. Τότε οι αναγνώστες πίστευαν στην εφημερίδα τους – οποία εφημερίδα επέλεγαν. Γιατί οι -μεγάλες- εφημερίδες δεν εξαπατούσαν τους αναγνώστες.
Κρεμούσαν στα μανταλάκια την αλήθεια, όπως την έβλεπαν, και τη πολιτική γραμμή τους, όπως την επέλεγαν. Αλλά δεν εξαπατούσαν κανέναν. Ούτε έκαναν δημοσιογραφία κατά τα οικονομικά συμφέροντα του ενός και του άλλου.
Πολύ περισσότερο για τα παρασυμφέροντα. Σε έγκριτη εφημερίδα απολύθηκε συντάκτης γιατί είχε γραφεί τρεις συνεχόμενες φορές το όνομα μεγαλοδικηγόρου και αυτό καθιστούσε τον συντάκτη ύποπτο συναλλαγής.
Δεν είχε έλθει η εποχή που πιο δημοσιογράφοι έγραφαν με το αζημίωτο και ο νοών νοείτω. Ούτε πλούτιζαν, πέρα από το μισθό τους εμπορευόμενοι πληροφορίες. Συντάκτης που κατασκεύαζε είδηση ή ρεπορτάζ έπαιρνε πόδι με τα ανάλογα μπινελίκια. Και ήταν δακτυλοδεικτούμενος.
Ήταν η εποχή που ο αρχισυντάκτης σου έλεγε: «Είσαι σίγουρος γι’ αυτό που γράφεις; Μην μας κόψουν την ατέλεια χάρτου». Αλλά εκείνη την εποχή τις εφημερίδες δεν τις έγραψαν απλώς πραγματικοί δημοσιογράφοι -με τον ιδρώτα τους, αλλά τις είχαν και πραγματικοί εκδότες.
Κανείς δεν αναρωτήθηκε πώς περάσαμε στην εποχή του σχοινιού και του παλουκιού. Δεν θέλουμε να δούμε την ποιοτική διαφορά ανάμεσα στον Λαμπράκη, τη Βλάχου, τον Τεγόπουλο, τον Μπότση, τον Παπαγεωργίου και τους σημερινούς πραγματικούς και αφανείς ιδιοκτήτες των ΜΜΕ.
Τις τελευταίες μέρες πρώην μεγάλη εφημερίδα, με ιστορικό τίτλο, έφαγε δυο ηχηρές πρωτοσέλιδες διαψεύσεις. Δεν είναι η πρώτη φορά, ούτε για την ίδια, ούτε για άλλα ΜΜΕ. Ο Λέων Καραπαναγιώτης θα είχε ξηλώνει μέχρι και τα ντουβάρια.
Σήμερα σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου. Στις παλιές εποχές τέτοια λάθη τα πληρώνει καμία φορά ολόκληρο το επιτελείο, γιατί αλλιώς ο εκδότης δεν θα είχε μούτρα να βγει στην πιάτσα με τόσο εμφανείς αποδείξεις κακής ενημέρωσης. Αλλά πλέον πρώτοι οι δημοσιογράφοι έχουν συνηθίσει το τέρας. Προφανώς γιατί πολλοί από αυτούς έχουν αρχίσει να του μοιάζουν…