Της Μαρίκας Λυσιάνθη
Too little, too late… όπως θα έλεγαν οι φίλοι μας οι Αμερικανοί. Στη σκιά των σοκαριστικών εικόνων από την εισβολή εξαγριωμένων οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο, το “βαθύ κόμμα” των Ρεπουμπλικανών μελαγχολεί, διαπιστώνοντας την άμεση και επείγουσα ανάγκη να απαλλαγεί από τον απερχόμενο ένοικο του Λευκού Οίκου.
Μόνο που, ρεαλιστικά και πρακτικά… δεν δείχνει να μπορεί, τουλάχιστον όχι με θεαματικά αποτελέσματα και όχι στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Ακόμη κι αν υλοποιηθούν οι σκέψεις για καθαίρεσή του, μέσω ενεργοποίησης σχετικών άρθρων του Συντάγματος.
Ο “τραμπισμός” κυριαρχεί πλέον στην κοινωνική βάση των Ρεπουμπλικανών. Εδράζεται στο συναίσθημα και στο πάθος, επομένως καμία εξορθολογική επίκληση… νοημοσύνης δεν μπορεί να διορθώσει τη μεγάλη ζημιά που προκάλεσε ο Ντόναλντ Τραμπ στο κόμμα του Αβραάμ Λίνκολν.
Ο Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, ο επικεφαλής της (χαμένης) πλειοψηφίας στη Γερουσία Μιτς ΜακΚόνελ και ο Μιτ Ρόμνεϊ έδειξαν το δρόμο. Είναι εξαιρετικά προβληματική η προσδοκία ότι θα τους ακολουθήσει επαρκής αριθμός πολιτικών στελεχών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ώστε ο Ντόναλντ Τραμπ να… καταλάβει και να αλλάξει ρότα.
Τα χειρότερα είναι μπροστά. Όχι μονάχα για τους Ρεπουμπλικανούς, αλλά συνολικά για την Αμερική, που θα επιχειρήσει να ενώσει ο Τζο Μπάιντεν, γιατρεύοντας τις πληγές που άνοιξαν τα τελευταία χρόνια.