Γράφει ο Άρης Πορτοσάλτε
Οι επιχειρηματίες στην Ελλάδα αποφεύγουν τη δημοσιότητα. Δεν βγαίνουν μπροστά. Δύσκολα κάνουν δηλώσεις για επαγγελματικά ζητήματα. Προτιμούν τα μετόπισθεν. Κρίνουν ότι η δημόσια έκθεση μπορεί να γεννήσει προβλήματα και επιλέγουν τη σιωπή. Και αν σε κάποιο ζήτημα αδικούνται αναθέτουν, τότε, σε νομικό εκπρόσωπο τους να εκδώσει ανακοίνωση με τις θέσεις τους. Η απουσία των σοβαρών επιχειρηματιών από τον δημόσιο διάλογο, διαχρονικά, δεν έχει βοηθήσει στην εξέλιξη της κοινωνίας (μας), αλλά έχει προστατεύσει τους ίδιους από σοβαρούς κινδύνους. Μην ξεχνούμε ότι στην Ελλάδα επιχειρηματίες έχουν πέσει θύματα κατά συρροή δολοφόνων, που σκότωναν για να διαβαστεί ένα κείμενο ιδεοληψιών τους.
Για χρόνια η ελληνική κοινωνία γαλουχήθηκε με την αντίληψη ότι οι επιχειρηματίες είναι πρόσωπα φθονερά, βδελυρά, καταστροφικά για αθώους εργαζόμενους. Η εικόνα του επιχειρηματία ήταν αυτή του αδίστακτου, υπέρβαρου μεσήλικα με το χοντρό πούρο στο χέρι ο οποίος φυσούσε τα τολύπια του καπνού στα πρόσωπα των εργαζομένων όταν δεν τους …ρουφούσε το αίμα και δεν τους πετούσε «πικρό ψωμί».
Υπήρχαν και υπάρχουν τέτοιοι επιχειρηματίες, που εκμεταλλεύτηκαν, κακοπλήρωσαν ή άφησαν στο δρόμο κόσμο και κοσμάκη. Αλλά όσο μεγεθύνονταν οι επιχειρήσεις, τόσο περισσότερους «θεσμούς» αποκτούσαν, σέβονταν κανονισμούς και νόμους, αναπτύσσονταν υγιώς , εξελίσσονταν σε οργανισμούς σύγχρονους και μαζί τους «ανέβαιναν» τα στελέχη και οι εργαζόμενοι. Δεν χρειαζόταν η παρέμβαση της ξανθιάς χαίτης της κόρης μου της σοσιαλίστριας, όπως ήταν ο τίτλος της γνωστής κωμωδίας του 1966. Οι οικονομικές-πολιτικές αναλύσεις και η ιστορία της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, μιαν άλλη φορά.
Σήμερα, έχουμε 2023. Φτάσαμε στην τεχνητή νοημοσύνη και οι αλλαγές θα είναι κοσμογονικές. Παρ’ όλα αυτά λίγοι εμβαθύνουν σε ειδήσεις. Σε απόψεις που διατυπώνονται οι περισσότεροι, αρπάζουν από δω κι από εκεί χωρίς να έχουν τη συνολική εικόνα και ο,τι κατάλαβε ο καθένας. Είναι γνωστό πως όλοι είμαστε και οικονομολόγοι και παίζουμε το επιχειρείν στα δάκτυλα. Με αφορμή την κρίση πληθωρισμού που βρήκε την οικονομία στο άνοιγμα της μετά τον κορονοϊό και στη συνέχεια με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ευρώπη μπήκε στη δίνη μιας μεγάλης κρίσης. Κτύπησε τα νοικοκυριά και τις παραγωγικές επιχειρήσεις. Οι κυβερνήσεις κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν την εκτόξευση στις τιμές ενέργειας. Η λέξη «αισχροκέρδεια» έγινε η πιο βολική καραμέλα. Η αντιπολίτευση στην Ελλάδα απόλαυσε τον αριστερό λαϊκιστικό της λόγο. Πήρε μήνες η αποκατάσταση της λογικής με τις λύσεις που επέλεξε η κυβέρνηση ώστε να μειώσει αισθητά το κόστος της ενέργειες κατά κύριο λόγο στην οικιακή κατανάλωση.
Τώρα, σε μια στιγμή ανάπαυλας του θέματος και καθώς έχουν ξεχαστεί κι οι άλλες συνοδευτικές λέξεις, όπως «υπερκέρδη», «φορολόγηση υπερκερδών», ήρθε η επεξήγηση με απλά λόγια. Ο Γ. Βαρδινογιάννης, εκτελεστικός αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «Μοτορ Όιλ» παρενέβη ουσιαστικά. Είπε ότι ο σωστός όρος είναι «απρόσμενα κέρδη» και όχι «υπερκέρδη». Διευκρίνισε ότι τα «απρόσμενα» κέρδη φορολογήθηκαν και πως η υψηλή κερδοφορία δεν συνεπάγεται «αισχροκέρδεια». Κατά την άποψη του δικαίως επιβλήθηκε η έκτακτη φορολογία, καθώς η εταιρεία του είχε προτείνει στην κυβέρνηση την επιστροφή μέρους της κερδοφορίας.
Η δημόσια παρέμβαση του επιχειρηματία Γ. Βαρδινογιάννη, γνωστού ως Τζίγγερ από τα χρόνια του Ράλλυ Ακρόπολις, συμβάλλει ουσιαστικά στην συνολική κατανόηση ενός δύσκολου θέματος. Έχει με τον τρόπο αυτό, η κοινωνία την δυνατότητα να ακούσει όλες τις πλευρές. Δεν διαμορφώνουν την κοινή γνώμη μόνο οι τοποθετήσεις των πολιτικών και τα ουρλιαχτά των τρολ. Έχει την χρησιμότητα της γιατί επιβεβαιώθηκε από πρώτο χέρι ότι υπήρξε η έκτακτη φορολογία, η οποία έως πρότινος αμφισβητούνταν από την αντιπολίτευση.
Προφανώς, οι επιχειρηματίες δεν χρειάζεται να κάνουν πολιτική. Αποτελούν ωστόσο τμήμα μιας παραγωγικής κοινωνίας που θα πρέπει να αποκτήσει βασικές οικονομικές γνώσεις ώστε να ξεπεράσει τον οικονομικό αναλφαβητισμό της. Ως εκ τούτου τέτοιες τοποθετήσεις ρίχνουν σπόρο…