Μητσοτάκης: Να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας, και ελάτε να μετρηθούμε κ. Τσίπρα

Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στην προ Ημερησίας Διατάξεως συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, παίρνω το λόγο στη σημερινή συζήτηση, η οποία διεξήχθη – όπως είδατε – με πολύ μεγάλη ταχύτητα κατόπιν ανταπόκρισης του αιτήματός μου για να ανοίξει η Βουλή νωρίτερα, με την ελπίδα ότι θα οδηγήσει σε λύσεις. Λύσεις οι οποίες θα καλύπτουν τα όποια κενά εντοπίζονται ακόμα σε κρίσιμες λειτουργίες των κρατικών μας δομών.

 

Παίρνω το λόγο με τη προσδοκία ότι η συζήτηση θα γίνει σε κλίμα εθνικής ευθύνης, όπως απαιτεί κάθε θέμα σχετικό με την εθνική ασφάλεια της χώρας. Αλλά και με την πεποίθηση ότι μπορούμε, παρά τη μεγάλη τοξικότητα, να αναζητήσουμε κάποιες συγκλήσεις σε ένα πεδίο, όπως αυτό των Κρατικών Υπηρεσιών Ασφάλειας, το οποίο δεν επιτρέπει κομματικούς ανταγωνισμούς. Γιατί τα διαχρονικά λάθη όλων των κυβερνήσεων πρέπει επιτέλους να βρουν, την ώριμη συλλογική τους υπέρβαση. Γι΄ αυτό άλλωστε υποδέχθηκα με αυτοκριτική τα όσα συνέβησαν με τη νόμιμη επισύνδεση του τηλεφώνου του κυρίου Ανδρουλάκη.

 

Όταν την πληροφορήθηκα δεν δίστασα να παραδεχτώ ότι ήταν λάθος. Στο οποίο απάντησα αμέσως με αλλαγές προσώπων στην ΕΥΠ, αλλά και στη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού. Και στη συνέχεια, με ειδική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που πλέον εγκαθιστά πρόσθετες εγγυήσεις ασφάλειας στις επικοινωνίες, την οποία και καταθέτω στα πρακτικά.

 

Δέχτηκα, επίσης, αμέσως η υπόθεση να έρθει στην Ολομέλεια, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και συμφώνησα προφανώς να συγκροτηθεί Εξεταστική Επιτροπή με εισήγηση της μειοψηφίας, ένα δικαίωμα που καλό είναι να θυμίζουμε ότι καθιερώθηκε από αυτήν την κυβέρνηση και καλά κάνετε σήμερα και το αξιοποιείτε. Παράλληλα, κατέθεσα τέσσερις τομές αλλαγών με στόχο να διαμορφώσουμε από κοινού μια νέα πραγματικότητα στο σκοτεινό χώρο των μυστικών υπηρεσιών.

 

Προσοχή όμως, καμία πρωτοβουλία μας δεν πρέπει να υπονομεύσει το έργο τους και κάθε πρωτοβουλία μας οφείλει να σεβαστεί το σημαντικό εθνικό έργο το οποίο επιτελεί σήμερα η ΕΥΠ. Θα πρέπει να βελτιώσει και όχι να βαλτώσει τη δράση της. Γιατί μεταξύ άλλων είναι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών που συντέλεσε καθοριστικά ώστε να μας βρει έτοιμους η μαζική μεταναστευτική εισβολή που επιχειρήθηκε στον Έβρο.

 

Είναι αυτή που συμβάλλει στους καθημερινούς αμυντικούς και διπλωματικούς μας χειρισμούς. Μέσω δικών της μηχανισμών εξιχνιάζονται σοβαρά ποινικά εγκλήματα. Την ίδια ώρα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έχει μόνιμο και διαρκές μέτωπο με την εγχώρια και διεθνή τρομοκρατία, έναν χώρο στον οποίο σημειώνει πολλές αθόρυβες νίκες, είτε αποτρέποντας βίαιες επιθέσεις, είτε βοηθώντας την εξάρθρωση ενόπλων δυνάμεων σε σταθερή συνεργασία με άλλες υπηρεσίες στο εξωτερικό.

 

Ξέρετε, είναι επιτυχίες που, ορθώς, σχεδόν ποτέ δεν γίνονται γνωστές. Ένα λάθος όμως αποκτά μεγάλες διαστάσεις, ακριβώς λόγω της φύσης της λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών. Και πάλι, ωστόσο, τίποτα δεν πρέπει να θέσει υπό αμφισβήτηση αυτό τον πολύτιμο επιχειρησιακό βραχίονα του κράτους. Είναι ένας εθνικός βραχίονας, δεν επιτρέπεται να παραλύσει ούτε στιγμή. Κάτι τέτοιο θα ήταν ολέθριο.

 

Ένα ολίσθημα, συνεπώς, δεν αρκεί και δεν πρέπει να μηδενίσει ένα έργο πολύ σημαντικό, με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες στο σύνθετο κόσμο στον οποίο ζούμε. Πιστέψτε με, το γνωρίζω όπως και όλοι οι τέως πρωθυπουργοί το γνωρίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε.

 

Αλλά και επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι μυστικές υπηρεσίες εξ ορισμού κινούνται σε κάθε εποχή πάνω σε μία λεπτή γραμμή. Η φύση αυτών των δομών κρύβει κινδύνους. Η αναγκαία μυστικότητα μπορεί, ναι, να οδηγήσει σε αυθαιρεσίες, αλλά και η ιλιγγιώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας μεταφέρει πια την δυνατότητα παρακολούθησης σε άλλα κέντρα.

 

Όπως ενημερώθηκα, υπάρχουν σήμερα περίπου 500, επαναλαμβάνω 500 παγκοσμίως λογισμικά παράνομα, τα οποία κυκλοφορούν στην αγορά. Πολλά από αυτά παρέχουν, παρέχουν πρόσβαση σε κινητά τηλέφωνα. Είναι μία πραγματικότητα την οποία η σύγχρονη Δημοκρατία, όχι μόνο στην Ελλάδα, πρέπει να αντιμετωπίσει και να ισορροπήσει ανάμεσα στα αγαθά της ελευθερίας και της ασφάλειας. Συναιρώντας τις πάγιες αξίες της με τα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα της εποχής.

 

Η μάχη αυτή δεν είναι σημερινή και δεν είναι απλή. Δεν είναι ούτε ελληνική. Το αποδεικνύει το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συγκρότησε ειδική επιτροπή ελέγχου των επικοινωνιών. Και σε λίγο θα συνεδριάσει αποκλειστικά για το ζήτημα αυτό. Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν ενδείξεις και αποδείξεις ότι χρησιμοποιούνται νέες μέθοδοι παρακολούθησης.

 

Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι όλα αυτά τα περιγράφει και η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κυρία Roberta Metsola, απαντώντας στον κ. Παπαδημούλη που, δυστυχώς, θέλησε να παρουσιάσει το θέμα ως μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Καταθέτω την επιστολή της κυρίας Metsola στα πρακτικά.

 

Για να μην επικαλεστώ και την εμπειρία της σοσιαλιστικής Ισπανίας, όπου ενώ η σοσιαλιστική κυβέρνηση δεχόταν πυρά γιατί παρακολουθούσε βουλευτές της, ανακαλύφθηκε ότι είχε παγιδευτεί με άλλη μέθοδο το κινητό τηλέφωνο του ιδίου του Πρωθυπουργού, του κυρίου Sánchez. Υπήρξαν παραιτήσεις και εκεί. Δεν δημιουργήθηκε, όμως, καμία πολιτειακή κρίση. Αλλά και εγώ πληροφορούμαι από έγκριτους δημοσιογράφους, τους οποίους συχνά επικαλείστε και καλά κάνετε, ότι υπήρξα θύμα συνακροάσεων την εποχή που ήμουν υποψήφιος Πρωθυπουργός. Με βάση τις τότε δημοσκοπήσεις, εν δυνάμει Πρωθυπουργός, όπως και η σύζυγος και η κόρη μου. Καταθέτω στα πρακτικά τη σχετική ανάρτηση του κυρίου Τέλλογλου, τον οποίον συχνά επικαλείστε και θα είχε πολύ ενδιαφέρον να μάθουμε ποια παράκεντρα μας άκουγαν τότε, με τον κύριο Τσίπρα Πρωθυπουργό. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα είναι διεθνές αλλά το πρόβλημα έχει και βαρύ παρελθόν στην χώρα μας.

 

Αγαπητοί συνάδελφοι, προϋπόθεση για μια παραγωγική συζήτηση είναι να τοποθετήσουμε το θέμα, κατ’ αρχάς, στις αληθινές του διαστάσεις. Ώστε μια διαχρονική αδυναμία της Πολιτείας να μην μετατραπεί σε δηλητήριο της κοινωνίας. Και ασφαλώς, να μην δημιουργήσουμε μια εικόνα εθνικής ανεπάρκειας και πεδίο διχασμού, ειδικά σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα.

 

Γιατί στο εσωτερικό – το ξέρετε καλά- κυκλοφορούν πολύ εύκολα εύπεπτα σενάρια κατασκοπείας τα οποία, όμως, πριονίζουν τους θεσμούς. Αλλά και στο εξωτερικό, πολλοί θα ήταν αυτοί που θα ήθελαν μια Ελλάδα απροστάτευτη και αδύναμη.

 

Ξεκινώ λοιπόν με 4 αλήθειες. Αλήθεια πρώτη: Πρέπει να εκλείψει, κάθε σύγχυση η οποία σκόπιμα διακινείται μεταξύ της χρήσης κακόβουλων λογισμικών τύπου Predator και νόμιμων επισυνδέσεων της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών που γίνονται για λόγους ασφάλειας και πάντα με την έγκριση του αρμόδιου Εισαγγελέα.

 

Για τα πρώτα υπάρχει ρητή διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχουν στις ελληνικές υπηρεσίες και αυτό επιβεβαιώνεται και από το απόρρητο πόρισμα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, το οποίο όμως, κύριε Πρόεδρε, σας ζητώ να θέσετε στη διάθεση των μελών της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας ώστε να λάβουν πλήρη γνώση του περιεχομένου του.

 

Όσον αφορά τώρα τις νόμιμες επισυνδέσεις. Αυτές όπως ξέρετε καλά εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα: από την Εθνική Άμυνα, από τη δράση της Αστυνομίας, του Λιμενικού, μέχρι την τρομοκρατία, τη δίωξη ναρκωτικών, τις απαγωγές. Όλες, όμως, λειτουργούν με βάση ένα ειδικό πρωτόκολλο, το οποίο προϋπήρχε και το οποίο με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα έχει έρθει η ώρα να επαναξιολογήσουμε. Θυμίζω στο Σώμα ότι ήταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το 2018, που αφαίρεσε τη δεύτερη υπογραφή του Εισαγγελέα προκειμένου να νομιμοποιούνται οι επισυνδέσεις.

 

Αλήθεια δεύτερη: η υπόθεση του Νίκου Ανδρουλάκη ανέδειξε πράγματι ένα κενό, ένα σοβαρό κενό σε αυτό το πρωτόκολλο. Η διαδικασία τηρήθηκε κανονικά, με την έγκριση της Εισαγγελέως, ακριβώς όπως ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε από εσάς το 2018. Όμως, υποτιμήθηκε το γεγονός ότι η παρακολούθηση αυτή αφορούσε έναν προβεβλημένο πολιτικό. Κάτι που σημαίνει ότι η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έπρεπε να είχε τα κατάλληλα φίλτρα και να δείξει διαφορετικά αντανακλαστικά σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Και αυτό ακριβώς ήταν και το νόημα της φράσης μου, για μια πράξη τυπικά επαρκή -νόμιμη το επαναλαμβάνω- αλλά πολιτικά μη αποδεκτή. Και αυτή είναι και η ουσία της απόφασής μας, σε πρώτη φάση, μέχρι που να καταλήξουμε σε πιο δραστικές θεσμικές παρεμβάσεις, να επανέλθουμε τουλάχιστον στον δεύτερο Εισαγγελέα, ο οποίος -όπως ξαναλέω- είχε καταργηθεί επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Θα είναι τουλάχιστον ένα δεύτερο φίλτρο, ένα δεύτερο μάτι, προκειμένου να εγκριθεί η νομιμότητα της κάθε νόμιμης επισύνδεσης.

 

Αλήθεια τρίτη: είναι προφανές ότι σε ολόκληρο τον κόσμο οι δραστηριότητες των μυστικών υπηρεσιών καλύπτονται από το απόρρητο και κινούνται εκτός δημοσιότητας. Το ίδιο ισχύει για όσους και όσα αυτές ερευνούν. Εκεί άλλωστε οφείλουν την αποτελεσματικότητά τους. Με όλα τα στελέχη τους, τωρινά και προηγούμενα -και σωστά- να δεσμεύονται με δια βίου εχεμύθεια για τις πράξεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

 

Ας μην κατασκευάζονται, συνεπώς, εντυπώσεις και σενάρια κατασκοπείας. Όσο αναγκαία είναι, άλλο τόσο αντικειμενικά δύσκολη προκύπτει η πλήρης δημόσια προσέγγιση και κατανόηση των χειρισμών αυτού του χαρακτήρα. Όσοι το αρνούνται, απλά δεν λένε την αλήθεια και κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους.

 

Αλήθεια τέταρτη: από την πρώτη ώρα που η κυβέρνηση κι εγώ προσωπικά έλαβα γνώση των γεγονότων, κάλεσε η κυβέρνηση τον ενδιαφερόμενο να ενημερωθεί προσωπικά, καθώς γνωρίζετε πολύ καλά ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν. Ταυτόχρονα, άλλαξε την ελαστικότερη ρύθμιση του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντας διπλό δικαστικό φίλτρο στις επισυνδέσεις, συμφώνησε αμέσως στην εκκίνηση όλων των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης και της συζήτησης την οποία διεξάγουμε σήμερα, ενώ έχει ενεργοποιηθεί και η Δικαιοσύνη σε επίπεδο Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, στο ανώτατο δηλαδή επίπεδο.

 

Η υπόθεση αυτή, λοιπόν, ερευνάται από έναν ακέραιο Εισαγγελέα. Οφείλουμε να συνδράμουμε το έργο του, αντί κάποιοι να τον στοχοποιούν για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη, όπως κάνατε με πρόσφατη ανακοίνωσή σας.

 

Όσο, κύριε Κατρίνη, για τη νομιμότητα της συγκεκριμένης επισύνδεσης, εάν ο κύριος Ανδρουλάκης επιμένει να την αμφισβητεί, τον καλώ να προσφύγει σε ελληνικά ή σε ευρωπαϊκά δικαστήρια, αν πιστεύει πραγματικά ότι η επισύνδεση αυτή ήταν παράνομη.

 

Τα παραπάνω, νομίζω ότι βοηθούν οποιονδήποτε θέλει να δει με νηφαλιότητα τα πράγματα. Μακριά από υπερβολές και άλλους κινδύνους. Βεβαίως υπάρχει η ανάγκη της διαφάνειας. Στο όνομα της διαφάνειας, όμως, δεν πρόκειται να γίνουν φέιγ βολάν τα δελτία μιας μυστικής υπηρεσίας. Όπως κάνατε στην πρόσφατη ακρόαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, όπου βουλευτές σας σε ανοιχτή ακρόαση μετέδιδαν τη συνεδρίαση σε μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το ομολογήσατε περίπου κιόλας. Και μετά έχετε την απαίτηση εσείς να εμφανίζεστε ως προστάτες των θεσμών. Τους θεσμούς που εσείς οι ίδιοι πριονίζετε με τις δικές σας συμπεριφορές.

 

Και, κύριε Πρόεδρε, φαντάζομαι ότι θα μπορέσουμε να βρούμε διαδικασίες από εδώ και στο εξής που να μπορούν να κατοχυρώσουν στην πράξη τη δυνατότητα των δύο Επιτροπών που θα επιληφθούν του θέματος, να συνεδριάσουν σεβόμενοι, οι βουλευτές οι οποίοι συμμετέχουν, τη μυστικότητα η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει αυτές τις συνεδριάσεις.

 

Και τέλος τα δημόσια πρόσωπα. Ναι βεβαίως, πρέπει να προστατεύονται τα δημόσια πρόσωπα και όπως σας είπα, να υπάρχει ένα αυξημένο φίλτρο προστασίας. Όμως, όχι, τα δημόσια πρόσωπα δεν πρέπει να διαχωρίζονται με ασπίδα την ιδιότητά τους και μόνο και να νιώθουν ότι είναι στο απυρόβλητο.

 

Αν πιστεύετε και συμφωνείτε με την άποψη την οποία διατύπωσε ο κύριος Βενιζέλος, ότι επί της αρχής κανείς βουλευτής δεν μπορεί να παρακολουθείται, να βγείτε, κύριε Τσίπρα, και να το πείτε ανοιχτά. Αλλά, ας σκεφτούμε λίγο πώς εξαρθρώθηκε η Χρυσή Αυγή και τότε θα αντιληφθούμε όλοι τι ακριβώς εννοώ.

 

Θα επισημάνω, τέλος, κάτι που το γνωρίζετε φαντάζομαι, ότι ένα μικρό υποσύνολο των επισυνδέσεων πραγματοποιούνται από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Οι υπόλοιπες πραγματοποιούνται από άλλες υπηρεσίες. Και αυτό απαντά σε όσους δραματοποιούν τα γεγονότα και παρουσιάζουν την Ελλάδα περίπου, ως ένα ξέφραγο αμπέλι κάποιων πρακτόρων που καταπατούν τα δικαιώματά μας.

 

Η Ελλάδα είναι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή Δημοκρατία. Και επειδή ακριβώς είναι Δημοκρατία έχει την δύναμη να εντοπίζει και να καλύπτει τις ελλείψεις της με διαρθρωτικές τομές. Και αυτό είναι το πραγματικό ζητούμενο της σημερινής συνεδρίασης.

 

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, με δεδομένες αυτές τις τέσσερις αλήθειες τις οποίες περιέγραψα, έχω ανακοινώσει ισάριθμα πεδία στα οποία η κυβέρνηση προτίθεται να φέρει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Προτάσεις που θα ενισχύουν τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, χωρίς όμως να υπονομεύουν την αποστολή της. Πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας για τις νόμιμες επισυνδέσεις. Τέτοιες, όμως, που δεν θα ακυρώνουν την εθνική συμβολή της υπηρεσίας. Και πρόσθετες πρόνοιες προστασίας ειδικά για τα δημόσια πρόσωπα.

 

Σταθερή επικοινωνία της Υπηρεσίας με τα αρμόδια κοινοβουλευτικά όργανα. Ήδη, θέλω να θυμίσω ότι με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου κατέστη υποχρεωτική η ακρόαση του διοικητή της ΕΥΠ από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, κάτι το οποίο δεν προβλεπόταν στο προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Και ο καινούργιος Διοικητής, ένας καταξιωμένος διπλωμάτης, υπέστη την «δοκιμασία», τη βάσανο της ακρόασης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, άσχετα αν φροντίσατε με τρόπο παντεντελώς αντιθεσμικό να καταπατήσετε κάθε έννοια μυστικότητας αυτής της διαδικασίας.

 

Οι τίτλοι, λοιπόν, για να διευκολύνω την συζήτηση μας, ως προς το όποιο θετικό αποτύπωμα μπορεί να έχει για να καταθέσουμε προτάσεις για το μέλλον, είναι οι εξής:

 

Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ μέσω πιο σταθερής εποπτείας του Κοινοβουλίου, μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.

 

Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών της ΕΥΠ.

 

Θωράκιση -όπως ήδη είπα- του πλαισίου των νόμιμων επισυνδέσεων, ειδικά όταν αυτές αφορούν πολιτικά πρόσωπα.

 

Και βέβαια, ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας όσο και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.

 

Όπως έχω πει, είναι η βάση μιας διακομματικής ημερήσιας διάταξης, που θεωρώ ότι μπορεί να οικοδομήσει μια σύγχρονη δημοκρατική, αποτελεσματική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Απέναντι στα κενά τα οποία αναμφισβήτητα υπάρχουν σήμερα, αλλά και σε αυτά που μπορεί να προκύψουν αύριο.

 

Η τοποθέτηση, άλλωστε, ενός έμπειρου διπλωμάτη στην κορυφή της, αποτελεί την πρώτη εγγύηση. Θα χρειαστεί -δεν είμαι σίγουρος ότι θα την έχει- θα χρειαστεί όμως την στήριξη όλων μας. Θέλω να θυμίσω ότι ο κύριος Δεμίρης υπήρξε ο κορυφαίος Έλληνας διπλωμάτης, τοποθετημένος στην θέση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, στην ανώτατη δηλαδή υπηρεσιακή βαθμίδα στην οποία μπορεί να φτάσει ένας Έλληνας διπλωμάτης.

 

Θα χρειαστεί στήριξη, όπως θα χρειαστεί και την αξιοποίηση πρακτικών από ανάλογες δομές προηγμένων κρατών και ασφαλώς τις προτάσεις των κομμάτων στο πλαίσιο της Εξεταστικής Επιτροπής. Ναι, η Εξεταστική Επιτροπή θα διερευνήσει το τι ακριβώς έγινε. Θα είναι μισή η δουλειά της όμως, αν δεν καταφέρει να καταλήξει και σε κάποιες προτάσεις για το πώς θα βελτιώσουμε τα όποια κακώς κείμενα έχουμε εντοπίσει.

 

Επιτρέψτε μου εδώ μια μικρή παρένθεση. Θα προσέξατε ότι απέφυγα να αναφερθώ ως τώρα στα όσα ανεύθυνα έχουν ακουστεί από την Αντιπολίτευση και ειδικά από τον Αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια δεν εκπλήσσομαι. Σε κάθε εθνική κινητοποίηση ήταν απέναντι, μέσα από μια μίζερη, ανεδαφική, στενόμυαλη, ενίοτε χαιρέκακη, καταστροφολογική, μικροκομματική προσέγγιση.

 

Απέναντι στην πανδημία και στις πρωτοβουλίες μας για το νέο ΕΣΥ. Απέναντι στο μεταναστευτικό και στη θωράκιση των συνόρων. Απέναντι στις εθνικές συμφωνίες για την ενίσχυση της άμυνας της χώρας. Απέναντι στα γενναία μέτρα αναχαίτισης της ενεργειακής κρίσης. Και τώρα, απέναντι σε κάθε προσπάθεια αναβάθμισης της ΕΥΠ. Καμία πρωτοτυπία. Αλλά σίγουρη η αποτυχία.

 

Όπως σε όλα τα προηγούμενα, έτσι και τώρα, κύριε Τσίπρα, η ζωή θα διαψεύσει το νέο σενάριο καταστροφολογίας. Όχι γιατί στην περίπτωση του κυρίου Ανδρουλάκη δεν υπήρξε σφάλμα, αλλά γιατί η κυβέρνηση είχε το θάρρος να αναλάβει αντικειμενική πολιτική ευθύνη και να λάβει μέτρα για να το διορθώσει. Κυρίως, όμως, γιατί εγώ αμέσως μόλις το πληροφορήθηκα, τόλμησα με θάρρος να διαχωρίσω τη θέση μου από τις πρακτικές άλλων εποχών και εσείς επιμένετε να σηκώνετε το δάχτυλο έχοντας δύο υπουργούς σας στο Ειδικό Δικαστήριο. Και υιοθετώντας και πάλι σενάρια επιστημονικής φαντασίας, θεωρώντας ότι έτσι θα με πλήξετε προσωπικά και θα μηδενίσετε το έργο της Κυβέρνησης.

 

Αλλά, κύριε Τσίπρα, πάει πολύ. Πάει πολύ εσείς να με αποκαλείτε αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης. Εσείς, κύριε Τσίπρα, που σας έχουν καταγγείλει, προσέξτε, όχι ένας, όχι δύο, όχι τρεις, όχι τέσσερις, πέντε, πέντε πρώην συνεργάτες σας για παρακολουθήσεις: Πανούσης, Βαλαβάνη, Λαφαζάνης, Κοτζιάς και βέβαια και ένας ακόμα ο οποίος είναι παρών. Για τους πρώτους τέσσερις καταθέτω όλα τα σχετικά στα πρακτικά της Βουλής. Για τον πέμπτο, όμως, τον κύριο Βαρουφάκη, θα τον ακούσω με πολύ μεγάλη προσοχή. Και θα ήθελα, κύριε Βαρουφάκη, να διευκρινίσετε, παρακαλώ πολύ, κάτι το οποίο είχατε πει σε μία ομιλία σας, το 2019 στη Βουλή και το οποίο έχετε αναφέρει και στο βιβλίο σας και διαβάζω επί λέξει: «Άκουσα τον κύριο Τσίπρα να αναφέρεται στην περίοδο του κυρίου Ρουμπάτη ως μία χρυσή περίοδο. Δεν ήταν χρυσή περίοδος», λέει ο κύριος Βαρουφάκης. «Προσωπικά έχω γνώση ότι επί του κυρίου Ρουμπάτη το σκοτεινό κράτος λειτουργούσε ακόμα και εναντίον της κυβέρνησής μας, γιατί ήμασταν τότε μαζί, με τον κύριο Ρουμπάτη να παίζει σημαντικό ρόλο. Τα έχω καταγγείλει στο βιβλίο μου, ας έρθει κάποιος να με μηνύσει για αυτά που έγραψα». Να μη μιλάμε, λοιπόν, για την ΕΥΠ. Αναμένω με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον την τοποθέτησή σας, κύριε Βαρουφάκη, για το θέμα αυτό.

 

Και βέβαια εσείς, κύριε Τσίπρα, που διαρρηγνύετε τα ιμάτιά σας τώρα για τα ζητήματα της Δημοκρατίας και της θεσμικής τάξης, δεν μου λέτε, εσείς δεν ήσασταν ο Πρωθυπουργός επί της εποχής του οποίου υπεκλάπησαν email του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας τα οποία κατέληξαν στην Αυγή; Πότε; Μία μέρα πριν εξετάσει το Συμβούλιο της Επικρατείας την αντισυνταγματικότητα του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες. Δικά σας καμώματα όλα αυτά. Δικά σας καμώματα.

 

Είναι ο νόμος τον οποίο είχατε δηλώσει ότι δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να κριθεί αντισυνταγματικός. Μάλλον θέλατε να «σιγουρέψετε» ότι δεν θα βγει αντισυνταγματικός. Ποιος, λοιπόν, μιλάει για ποιον;

 

Όταν συμφώνησα στη σύγκληση αυτής της Ολομέλειας, δεν ήταν συνειδητή μου επιλογή να αναφερθώ στα ζητήματα του παρελθόντος. Δεν πιστεύω ότι θυμίζοντας τα λάθη των πολιτικών μας αντιπάλων γίνονται κατ’ ανάγκη ελαφρύτερα τα δικά μας. Ούτε μπορεί κανείς να είναι ευχαριστημένος αν απλά ο απέναντι του είναι πολύ χειρότερος. Τότε το αποτέλεσμα οδηγεί στην αφοριστική διατύπωση ότι όλοι είναι το ίδιο.

 

Η πολιτική μου διαδρομή, κύριε Τσίπρα, μέχρι στιγμής έχει δείξει ότι δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Ακριβώς επειδή δεν διαχειριζόμαστε με τον ίδιο τρόπο τα ίδια προβλήματα. Είτε αυτά έρχονται από το χθες, είτε εκδηλώνονται σήμερα.

 

Όλα αυτά έγιναν, όμως, στην αρχή. Διότι είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το ΠΑΣΟΚ, επιχειρεί να εργαλειοποιήσει ένα πραγματικό θέμα, διαμορφώνοντας δήθεν σκηνικό πολιτικής κρίσης. Να παρουσιάσει ένα ατυχές γεγονός, ως μια δήθεν γενικευμένη κατάσταση. Και μια επιχειρησιακή αστοχία, ως τάχα πολιτική εντολή της κυβέρνησης, εντολή η οποία, υποτίθεται, – την αποδίδετε την εντολή παρακολούθησης του κυρίου Ανδρουλάκη σε μένα προσωπικά – θυμίζει κάποιες αρνητικές στιγμές από το ιστορικό παρελθόν.

 

Αυτό το οποίο λέτε είναι ψέμα. Και δεν είναι απλά ψέμα. Είναι ανέντιμο και είναι ανήθικο. Και περνά πέρα από τα όρια της πολιτικής αντιπαράθεσης, για αυτό και επιστρέφεται στον αποστολέα. Και είναι κρίμα πραγματικά, είναι κρίμα, μέσα από την μεγαλοποίηση αυτού του θέματος να προσφέρετε στο πιάτο όσα ακριβώς χρειάζονται αυτοί οι οποίοι καραδοκούν εκτός συνόρων, ποντάροντας στην πολιτική αστάθεια μέσα σε ένα ασταθές πολιτικό περιβάλλον. Και δίνετε τόσο εύκολα επιχειρήματα, σε εκείνους που θέλουν την αποδυνάμωση των μυστικών μας υπηρεσιών, γιατί βρίσκουν συνεχώς αποτελέσματα απέναντι τους.

 

Και τέλος, ένα σχόλιο για την στάση του ΠΑΣΟΚ. Όπως γνωρίζετε, κύριε Κατρίνη και κύριοι βουλευτές, κυρίες και κύριοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, αμέσως μετά την εκλογή του, δυο φορές μάλιστα δημόσια και κατ’ ιδίαν, κάλεσα τον κύριο Ανδρουλάκη να συναντηθούμε, να γνωριστούμε. Αρχηγός κόμματος ήταν στο κάτω-κάτω της γραφής. Θεωρώ λογικό να μπορεί να υπάρχει μια επικοινωνία μεταξύ μας. Αρνήθηκε. Αρνήθηκε, τότε, όπως αρνείται και τώρα. Έχει πει, βέβαια, ότι «δεν επιθυμεί καμία σχέση με την κυβέρνηση». Έχει πει κιόλας ότι «δε θα δεχόταν την παρουσία μου ως Πρωθυπουργός της χώρας, ακόμα κι αν η Νέα Δημοκρατία επικρατούσε στις εκλογές». Είναι δικαίωμά του να επιλέγει τους φίλους του και τους συμμάχους του, αλλά πρέπει επίσης να γνωρίζει ότι τους Πρωθυπουργούς τους επιλέγει ο ελληνικός λαός και όχι ο ίδιος.

 

Και θα ήθελα σήμερα αν μπορούσε -δεν μπορεί προφανώς λόγω της ιδιότητάς του- να είναι εδώ, να ασκήσει πράγματι κριτική στις παραλείψεις μας, να ακούσει τις εξηγήσεις μας, να συμβάλλει στη διαχείριση ενός διαχρονικού ζητήματος. Και να μας πείτε εσείς κύριε Κατρίνη, εσείς κύριε Σκανδαλίδη που έχετε μακρύτερη -μην το παρεξηγήσετε πάλι- είστε έμπειρος κοινοβουλευτικός, να μας πείτε αν ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε καλά, όταν υπήγαγε την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών στην ευθύνη του Πρωθυπουργικού γραφείου, όπως έκανα κι εγώ για λόγους που αφορούν μείζονες γεωπολιτικές προκλήσεις που είχα προβλέψει ότι θα αντιμετώπιζε η χώρα.

 

Ένας πολιτικός αρχηγός πρέπει να είναι σε θέση να ξεχωρίζει την πρόσκαιρη επιρροή της συγκυρίας από την ευθύνη της εθνικής πορείας και να επιλέγει τη δεύτερη. Φαίνεται, όμως, ότι ο αρχηγός σας έχει άλλα σχέδια. Η συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ με το ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτό το θέμα είναι απόλυτη. Γι΄ αυτό και ευλόγως πολλοί φίλοι του ΠΑΣΟΚ αναρωτιούνται ήδη, μήπως ψηφίζοντας Ανδρουλάκη, τους προκύψει τελικά Τσίπρας.

 

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, την ώρα που η Δημοκρατία μπορεί κι έχει το θάρρος να κοιτά κατάματα τα όποια κενά στη λειτουργία της, ώστε να τα καλύψει, δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται μία αστοχία της να προβάλλεται ως συνολική της αποτυχία. Και το χειρότερο, με αυτήν την αφορμή κάποιοι να οικοδομούν μέτωπα που να την αμφισβητούν. Διότι τι σημαίνει άραγε -είναι η πρώτη φορά που αναφέρομαι στο θέμα αυτό, διότι δεν είχε υπάρξει άλλη κοινοβουλευτική συζήτηση, αλλά είναι μείζον ζήτημα αυτό – τι σημαίνει άραγε για τον κοινοβουλευτισμό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η φράση του κυρίου Τσίπρα: «δεν αρκεί η εναλλαγή στην εξουσία». Και τι εγκυμονεί, άραγε, για το πολίτευμα και τη διάκριση των εξουσιών η πρόθεσή σας, κύριε Τσίπρα, για ανασύνταξη, επαναλαμβάνω, ανασύνταξη της 3ης Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως γράψατε δημόσια.

 

Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει σχεδόν μισό αιώνα ομαλού πολιτικού βίου. Είμαστε μία ευρωπαϊκή χώρα, έχουμε ένα σύγχρονο Σύνταγμα, έχουμε ισχυρούς θεσμούς, έχουμε ένα υποδειγματικό κοινοβούλιο, έχουμε μία δημοκρατική ζωή η οποία συνεχώς προοδεύει και μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερη.

 

Είναι απαράδεκτο, είναι ανεύθυνο ένα μεμονωμένο σφάλμα να ανάγεται σε δήθεν πρόβλημα της Δημοκρατίας η οποία, μάλιστα, χρειάζεται ανάταξη και ανασύνταξη. Αλήθεια πώς θα συμβεί ακριβώς αυτή η ανασύνταξη, κύριε Τσίπρα; Μήπως με Συνταγματική Αναθεώρηση ή με Συντακτική Βουλή, η οποία δεν προβλέπεται σε ομαλές περιόδους, όπως υποστήριξε ο κύριος Κατρούγκαλος.

 

Προσέξτε, προσέξτε καλά, κύριε Τσίπρα, διότι οι λέξεις σας έχουν το βάρος και τη σημασία τους. Τα όποια κακώς κείμενα στην ΕΥΠ έχουν διαχρονική διαδρομή. Άλλωστε γι’ αυτό αυτή η υπηρεσία περνά ως μία καυτή σκυτάλη από κυβέρνηση σε κυβέρνηση από το 1953. Δεν μπορείτε και δεν επιτρέπεται, με αφορμή ένα σφάλμα της σήμερα, όταν έχει προσφέρει πολλά -θα το επαναλάβω- στην Εθνική Άμυνα της χώρας, να ανοίγετε θέματα τα οποία παραπέμπουν σε άλλες εποχές και σε πληγές που έχουν ξεπεραστεί.

 

Και οφείλετε σήμερα να εξηγήσετε το σχέδιό σας, για το οποίο μας μιλήσατε γενικόλογα, συγκεκριμένα. Πώς θα προκύψουν αυτά τα οποία ήδη έχετε περιγράψει σε αδρές γραμμές; Μήπως από δικαστές διορισμένους από τον κύριο Πολάκη στη σκιά του κυρίου Παπαγγελόπουλου; Ανεξάρτητες αρχές εξαρτημένες από την κυρία Θάνου; Ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης από το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας; Μία οικονομία με capital controls, κρατικοποιημένες τράπεζες, επιχειρηματικά μοντέλα τύπου Καλογρίτσα, αυτά εννοείτε, κύριε Τσίπρα, όταν μιλάτε για την 3η Ελληνική Δημοκρατία;

 

Και βέβαια οφείλω να επισημάνω ότι στέλεχος, στενός σας συνεργάτης, τέως Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης ήταν -αν δεν κάνω λάθος- ο οποίος στο δημόσιο διάλογο κατέθεσε την πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση ότι ο πιο καλοπροαίρετος αντιλαμβάνεται ότι η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να καταργήσει την ΕΥΠ και να ιδρύσει νέα υπηρεσία πληροφοριών. Και αφού όλοι μαζί – θα καταργηθούν όλες οι οργανικές θέσεις – οι υπάλληλοι δεν θα προστατεύονται από την μονιμότητα και θα μπορούν να απολυθούν. Να απολυθούν. Να την κλείσουμε την ΕΥΠ, να απολύσουμε όλους τους υπαλλήλους για να έρθει ο κύριος Πολάκης να διορίσει τους δικούς του.

 

Μα είμαστε σοβαροί; Είμαστε σοβαροί; Δεν θα μιλάμε για 3η Ελληνική Δημοκρατία. Θα μιλάμε για μια εθνική τραγωδία, χειρότερη από αυτήν που βιώσαμε τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης σας.

 

Και εν πάση περιπτώσει, επειδή πολύς λόγος, κύριε Τσίπρα, έχει γίνει για το Κράτος Δικαίου, μπορούμε να συμφωνήσουμε, επιτέλους, ποιος είναι ο κριτής της ποιότητας του Κράτους Δικαίου στην χώρα μας; Ένας κριτής πιστεύω ότι μπορεί να υπάρχει αντικειμενικός, σε ευρωπαϊκό επίπεδο τουλάχιστον, και αυτή είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λοιπόν, στην Έκθεσή της, «2022, Rule of Law, Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα», κάνει μια συνολική αποτύπωση της ποιότητας της Δημοκρατίας μας και της ισχύος των θεσμών μας.

 

Δεν έχουν καμία σχέση αυτά τα οποία λέει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αυτά τα οποία περιγράφετε. Κάνει κάποιες συστάσεις; Λιγότερες από ό,τι σε άλλες χώρες; Βεβαίως και κάνει συστάσεις. Αλλά τι σχέση, τι σχέση έχει το κείμενο αυτό με αυτή την δυστοπική εικόνα την οποία παρουσιάζετε για το πού βρίσκεται η χώρα σήμερα; Το καταθέτω στα πρακτικά. Ρίχτε του μια ματιά. Μπορεί να σας είναι χρήσιμο πριν τις ομιλίες σας.

 

Γι’ αυτό, λοιπόν, ζητώ από όλους να πέσουν οι τόνοι. Το θέμα είναι πλέον και στα χέρια της Δικαιοσύνης, αλλά βρίσκεται και στην ευθύνη της Βουλής. Και αποστολή μας σήμερα είναι να κάνουμε καλύτερη αυτή την εθνικά κρίσιμη υπηρεσία. Και κάποια στιγμή να χαράξουμε μια κόκκινη γραμμή με τα όποια λάθη του χθες, ώστε να μπορούμε να στοιχηθούμε μαζί απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις του αύριο.

 

Μην ξεχνάτε εξάλλου ότι οι γείτονες μας παραμένουν απρόβλεπτοι. Ο πόλεμος, η τεράστια κρίση στην ενέργεια, η διεθνής ακρίβεια προοιωνίζουν έναν πολύ δύσκολο χειμώνα. Και όχι μόνο. Στον Έβρο, μεθοδεύεται ήδη ένα νέο κύμα εισβολής, αυτή την φορά με δήθεν ανθρωπιστικό προσωπείο.

 

Αναρωτιέμαι πραγματικά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αν σε αυτή την συγκυρία είναι δυνατόν να μην έχουμε όλοι μαζί μια κοινή στάση. Να υπάρχουν δυνάμεις σε αυτή την χώρα που να σιγοντάρουν ψέματα ότι δήθεν Έλληνες άφησαν ένα μωρό να πεθάνει στο έδαφος της Ελλάδος και μάλιστα να το βαφτίζουν και Μαρία τις ημέρες της Παναγίας; Ντροπή. Ντροπή να λέγονται αυτά τα πράγματα.

 

Και για το συγκεκριμένο περιστατικό, θα ήθελα να έχω την ευκαιρία να αναφερθώ συνοπτικά, όλα πια είναι απολύτως σαφή με βάση τις περιγραφές των ιδίων των μεταναστών. Η Τουρκία έσπρωξε μία ομάδα 38 μεταναστών σε σημείο του εθνικού της χώρου, όπου οι δυνάμεις μας δεν μπορούσαν προφανώς ούτε να ερευνήσουν, ούτε να επέμβουν. Τους εγκατέλειψαν στο δρόμο τους, αφού τους μετακινούσαν μπρος πίσω από τις νησίδες αυτές στην Τουρκική επικράτεια. Μόλις εκείνοι μπήκαν στην Ελληνική επικράτεια, βρήκαν αμέσως προστασία.

 

Είναι λοιπόν απαράδεκτη οποιαδήποτε άλλη κουβέντα και είναι ακόμα πιο απαράδεκτο ελληνικά στόματα να αναμασούν τουρκικά επιχειρήματα. Διαβάστε μόνο τα λόγια σας, τα λόγια του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία έγιναν τίτλοι στον τουρκικό Τύπο. Αυτοσυγκράτηση, κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, για το θέμα αυτό. Είναι εξαιρετικά κρίσιμο για να το εργαλειοποιείτε με αυτόν τον τρόπο.

 

Γιατί η αλήθεια είναι ότι «η Ελλάδα της ανθρωπιάς» σώζει χιλιάδες ζωές. «Η Ελλάδα της Ευρώπης», καθημερινά αποτρέπει εκατοντάδες παράνομες εισόδους στην ήπειρό μας. Κι αυτές είναι οι δύο όψεις της πολιτικής μας για το μεταναστευτικό κι αυτές θα μείνουν σταθερές. Προστατεύουμε  τους αθώους, φυλάμε τα σύνορά μας, τα οποία είναι και σύνορα της Ευρώπης, τελεία και παύλα.

 

Και ως Πρωθυπουργός, δε θα κρύψω τη μεγάλη εικόνα πίσω από τη μικρή. Ούτε θα επιτρέψω, η δημόσια ζωή να μείνει αιχμάλωτη σε μία εσωστρεφή επικαιρότητα, σε μία μακρά τοξική προεκλογική περίοδο για την οποία, εξάλλου, έχω προειδοποιήσει εδώ και καιρό. Κι αυτή η μεγάλη εικόνα στην οποία αναφέρομαι δείχνει ότι η Ελλάδα είναι σήμερα επίσημα, μετά από δώδεκα χρόνια, εκτός ενισχυμένης εποπτείας.

 

Αφήνει πίσω τα μνημόνια, τους φόρους, τις κλειστές τράπεζες, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων. Μαζί τους εγκαταλείπει και τις πλατείες του λαϊκισμού και του διχασμού. Αυξάνει τον δημόσιο πλούτο, μειώνει την ανεργία, λιγότεροι φόροι, λιγότερες εισφορές, μεγαλύτερος κατώτατος μισθός σε μία -επαναλαμβάνω- εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία με έναν πολύ δύσκολο χειμώνα να βρίσκεται να μπροστά μας.

 

Και αφήσαμε πίσω μας την εσωστρέφεια. Μπήκαμε ξανά με ισχύ στο διπλωματικό χάρτη. Τον τελευταίο μήνα συνάντησα προσωπικά τους τρεις σημαντικότερους ηγέτες της Αραβικής χερσονήσου. Διαθέτουμε ισχυρή εθνική άμιλλα, συνομιλούμε πια με όλες τις χώρες ως ίσοι προς ίσους, συνάπτοντας σημαντικές συμφωνίες ειρήνης και συνεργασίας. Και επιμένω σε αυτήν τη μεγάλη εικόνα, γιατί αυτή είναι τελικά που θα αναμετρηθεί με τα πολύ δύσκολα στοιχήματα της συγκυρίας.

 

Επαναλαμβάνω ότι σε έναν πολύ ασταθή κόσμο, ισχυρές χώρες είναι οι σταθερές χώρες. Και δεν θα επιτρέψω -πιστεύω ότι δεν θα επιτρέψουμε όλοι μαζί τελικά- σε όσους καραδοκούν εντός και εκτός Ελλάδος να την εκτρέψουν από την θετική της πορεία.

 

Γνωρίζω καλά, ότι υπάρχουν συμφέροντα τα οποία επιθυμούν αδύναμες κυβερνήσεις, γιατί θεωρούν ότι έτσι αυξάνουν την δυνατότητα επιρροής τους. Πάντα ήταν έτσι. Δεν είναι μία ιδιαιτερότητα τωρινή. Γνωρίζω επίσης -και τις γνωρίζω καλά και τις δυνάμεις εντός και εκτός Ελλάδος- που ποτέ δεν άντεξαν το δρόμο της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας τον οποίο σταθερά έχει επιλέξει η πατρίδα μας.

 

Σε όλους αυτούς, λοιπόν, θα ήθελα να απευθύνω μερικά σταράτα λόγια. Στην Ελλάδα του 2022 δεν θα αναστηθούν τα άλλα λιμάνια, από τα οποία κάποτε κάποιοι ζητούσαν ρούβλια ή δραχμές. Δεν θα χρηματοδοτηθούν ξανά από ξένα κέντρα Μέσα Ενημέρωσης με γνωστούς πρωταγωνιστές με στόχο να επηρεάσουν την πολιτική σκηνή. Ούτε το μερικό θα γίνει γενικό, με σκοπό να αποσταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και μαζί της ο τόπος.

 

Σε όσους σκέφτονται έτσι, η απάντηση είναι μία: Εγώ δεν κάνω πίσω και οι Έλληνες δεν γυρνάνε πίσω. Στη δημοκρατία μόνο ο λαός αποφασίζει για το μέλλον του και αυτή την απόφαση δεν την εκχωρεί σε κανέναν.

 

Ζητάτε -θα το ξανακάνετε φαντάζομαι σήμερα- ζητάτε εκλογές. Σε αυτό το περιβάλλον αστάθειας, ζητάτε να μπει η χώρα σε μια δίμηνη ή τρίμηνη περιπέτεια, χωρίς να αναλογίζεστε τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την πατρίδα. Δεν βλέπετε τι γίνεται στην Ιταλία; Δεν βλέπετε ότι η Ιταλία σήμερα, λόγω πολιτικής αστάθειας, είναι αντικείμενο επίθεσης και τα ομόλογα της πιέζονται; Για σκεφτείτε λίγο, κύριε Τσίπρα, εσείς που ζητάτε εκλογές. Για σκεφτείτε λίγο τι θα σήμαινε μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, παράλυτη, με υπουργούς που δεν γνωρίζουν τα χαρτοφυλάκια, να πρέπει να παίρνουν αποφάσεις για την στήριξη της κοινωνίας.

 

Εν μέσω αυτής της κρίσης, έρχεστε και ζητάτε εκλογές για να οδηγήσετε την χώρα στην αστάθεια, για να κάνετε το χατίρι αυτών οι οποίοι δεν θέλουν τον Μητσοτάκη και την Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση και μας το έχουν πει και δημόσια στο κάτω – κάτω της γραφής. Δεν το έκρυψαν ποτέ.

 

Λοιπόν, κοιτάξτε να δείτε, εγώ θα αναλάβω το κόστος να οδηγήσω την χώρα σε σταθερό λιμάνι. Το όποιο πολιτικό κόστος. Θα τον περάσουμε αυτόν τον δύσκολο χειμώνα. Θα τον περάσουμε μαζί. Δεν θα φυγομαχήσω. Δεν θα εκχωρήσω αυτή την ευθύνη που μου ανέθεσε ο ελληνικός λαός. Και στο τέλος της τετραετίας θα έρθουμε να αναμετρηθούμε. Και ο κυρίαρχος, ο κυρίαρχος ελληνικός λαός θα αποφασίσει ποιος επιθυμεί να τον κυβερνήσει την επόμενη τετραετία.

 

Αυτή η κυβέρνηση, και κλείνω με αυτό, κύριε Πρόεδρε, έχει αποδείξει, ότι δεν υποτάσσεται ούτε σε πιέσεις, ούτε σε συστημικές παθογένειες, ούτε όμως και στις δικές της αδυναμίες.  Έχουμε καταφέρει, κάνοντας ειλικρινή αυτοκριτική, με τόλμη, να μετατρέψουμε αστοχίες σε αφετηρίες. Πέρυσι τέτοια εποχή, μίλησα με θάρρος δημόσια, για τις καταστροφικές πυρκαγιές, οι οποίες αφάνισαν παραπάνω από 1.000.000 στρέμματα.

 

Ανέλαβα με θάρρος την ευθύνη, δεσμεύτηκα όμως ότι θα διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Και σήμερα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο μηχανισμός λειτουργεί πολύ καλύτερα. Το είπαμε και το κάναμε. Δεν σημαίνει ότι δεν πρόκειται να έχουμε ξανά καταστροφικές πυρκαγιές. Σκύψαμε, όμως, πάνω στο πρόβλημα. Αφιερώσαμε εκατοντάδες ώρες να δούμε πως θα είμαστε καλύτερα έτοιμοι. Και ναι, σήμερα η Ελλάδα είναι αυτή που συνδράμει την Γαλλία και την Πορτογαλία και όχι το ανάποδο. Μαθαίνουμε, λοιπόν, μαθαίνουμε από τα λάθη μας και όπως είπα, η Δημοκρατία δεν ανέχεται τις σκιές. Θα τις διαλύσουμε. Και αν αυτό σημαίνει ότι θα χάσουμε ένα μέρος του πολιτικού μας κεφαλαίου, ας είναι. Δε θα χάσουμε ποτέ, όμως, τον στόχο της Ελλάδος που αξίζουμε.

 

Κλείνω, κύριε Πρόεδρε, έχοντας νομίζω περιγράψει τα μικρά και τα μεγάλα της πραγματικότητας στον τόπο και κυρίως το πνεύμα της εθνικής λογικής και της ωριμότητας, με το οποίο η σημερινή συζήτηση θα υπηρετούσε τον αληθινό σκοπό. Όσο για την αφορμή της, θα μπορούσα να επικαλεστώ τα λόγια του John Kennedy: «Ένα λάθος γίνεται σφάλμα μόνο όταν δεν το διορθώνουμε». Είμαι εδώ, λοιπόν, να διορθώσω τα όποια λάθη μας, στο όνομα της ισχυρής και σταθερής Ελλάδος σε ένα νέο κόσμο που δημιουργείται.

 

Θα συμπληρώσω ωστόσο τη ρήση του Kennedy και με κάτι που πιστεύω βαθιά: Πως είναι πολύ καλύτερο μία Κυβέρνηση που βαδίζει στο σωστό δρόμο – ίσως και με λάθη, από μία λάθος Κυβέρνηση που θα οδηγούσε τη χώρα σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή.

 

Σας ευχαριστώ.

 

Δευτερολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στην προ Ημερησίας Διατάξεως συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όσο περισσότερο ακούω τον κ. Βαρουφάκη να μιλάει για το πρώτο εξάμηνο του 2015 τόσο περισσότερο συμμερίζομαι αυτό το οποίο λέει η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων: «Άγιο είχαμε και γλιτώσαμε από την απόλυτη καταστροφή». Ένας απόλυτος αχταρμάς παρακολουθήσεων, υπόγειων συνεννοήσεων, συνομιλιών, οι οποίες καταγράφονταν αλλά δεν καταλάβαμε ακριβώς ποιος παρακολουθούσε ποιους.

 

Δεν ξέρω αν τα άκουσε ο κ. Τσίπρας αυτά τα οποία είπε ο κ. Βαρουφάκης, πάντως δεν νομίζω ότι τιμά τον τέως Πρωθυπουργό το γεγονός ότι αυτή η απόλυτη, φαιδρή, τραγικότητα την οποία ακούσαμε σήμερα αποτελούσε Υπουργό Οικονομικών της Ελληνικής Κυβέρνησης και διαχειρίστηκε κρίσιμες διαπραγματεύσεις για το μέλλον της χώρας σε αυτήν την τόσο δύσκολη συγκυρία. Ας είναι. Όλοι κρινόμαστε, δεν πρόκειται να σχολιάσω τη γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί ο κ. Βαρουφάκης.

 

Θα συμφωνήσω, όμως, με αυτό το οποίο είπε ο Υπουργός, ο κ. Γεραπετρίτης, ότι μερικές φορές θεωρούμε ότι επειδή βρισκόμαστε σε αυτή την αίθουσα μπορούμε να χρησιμοποιούμε φράσεις και λέξεις οι οποίες είναι βαθύτατα προσβλητικές και οι οποίες σε οποιαδήποτε άλλη συναναστροφή θα ήταν και μηνύσιμες και αγώγιμες.

 

Αλλά ας ξεκινήσω σχολιάζοντας -γιατί είναι ένα ζήτημα και ηθικής τάξης αλλά και Κοινοβουλευτικής δεοντολογίας – τον πολύ ενδιαφέροντα διάλογο τον οποίο είχε ο Υπουργός, ο κ. Γεραπετρίτης με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τον κ. Τσίπρα.

 

Θέλω να σας συγχαρώ, κ. Τσίπρα, για την ταχύτητα και την ευαισθησία την οποία επιδείξατε στο να πραγματοποιήσετε ακόμα μία εντυπωσιακή Κοινοβουλευτική κολοτούμπα και να πάρετε πίσω όλα αυτά τα οποία προσάψατε στον κ. Γεραπετρίτη στην πρωτολογία σας.

 

Προφανώς, λογαριάσατε χωρίς τον ξενοδόχο, χωρίς τη δυνατότητα να έχει ο Υπουργός την άνεση να απαντήσει σε αυτά τα οποία του προσάψατε. Αυτό λέγεται Κοινοβουλευτική θρασυδειλία. Να μην περιμένετε την απάντηση που θα πάρετε και μετά στη συνέχεια να έρχεστε και να τα διορθώνετε και να δέχεστε επί της ουσίας αυτό το οποίο είπε ο Υπουργός, ότι ουδέποτε αναφέρθηκε σε αυτά τα οποία του προσάψατε ότι δήθεν είπε σε μία μυστική συνεδρίαση.

 

Αναρωτιέμαι όμως, πραγματικά, με τί άνεση έρχεστε σε αυτήν την αίθουσα και μιλάτε για μία συνεδρίαση, η οποία είναι μυστική και διαπράττετε διπλό σφάλμα. Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνεστε.

 

Πρώτον, είστε Πολιτειακός παράγοντας, ο τέταρτος στη χώρα. Πολιτειακός παράγοντας, ο οποίος έρχεται και χρησιμοποιεί φράσεις οι οποίες ειπώθηκαν σε μία απόρρητη συζήτηση της Βουλής, διαπράττοντας, μάλιστα, διπλό σφάλμα και διαστρεβλώνοντας αυτές τις φράσεις. Δεν σας φτάνει ότι αναμεταδίδατε τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας σε ζωντανή μετάδοση σε φιλικά Μέσα προς εσάς, αλλά βάλατε και στο στόμα του διοικητή της ΕΥΠ, του κ. Δεμίρη, πράγματα τα οποία ουδέποτε είπε.

 

Μα έτσι θα προχωρήσουμε; Μπορούμε πραγματικά να κάνουμε μία σοβαρή συζήτηση; Εδώ, σπανίως συμφωνώ, αλλά θα συμφωνήσω με αυτά τα οποία είπε ο κ. Βελόπουλος. Μπορούμε να κάνουμε μία σοβαρή συζήτηση με αυτούς τους όρους; Υπό αυτές τις συνθήκες; Για κρίσιμα ζητήματα τα οποία αφορούν την εθνική ασφάλεια; Για μία υπηρεσία η οποία προϋπήρχε της Νέας Δημοκρατίας, θα υπάρχει και όταν εμείς φύγουμε από την Κυβέρνηση, με αυτούς τους όρους;

 

Πώς αισθάνεστε; Πώς αισθάνεστε πραγματικά; Ως τέως Πρωθυπουργός, ο οποίος έρχεστε εδώ στη Βουλή και παραβιάζετε ανοιχτά το νόμο, χρησιμοποιώντας πρακτικά από μία συνεδρίαση που είναι μυστική. Πώς αισθάνεστε; Αναρωτιέμαι πραγματικά.

 

Θα έρθω στην ουσία της κατηγορίας σας. Με κατηγορήσατε, κ. Τσίπρα, ότι εγώ έδωσα την εντολή παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη. Το είπατε ξεκάθαρα. Το είπατε με μεγάλη βεβαιότητα. Το είπατε με τόση βεβαιότητα που αναρωτιόμουν, τώρα που σας άκουγα, μήπως κρίνετε εξ ιδίων τα αλλότρια; Διότι εδώ, όπως καταλαβαίνετε, είναι ο δικός σας λόγος απέναντι στο δικό μου.

 

Εγώ κοίταξα τον ελληνικό λαό στα μάτια και τον διαβεβαίωσα ότι δεν γνώριζα απολύτως τίποτα για την παρακολούθηση, όχι του Νίκου Ανδρουλάκη, κανενός πολιτικού προσώπου και κανενός δημοσιογράφου. Άρα θα πιστέψουν ή εσάς, ή εμένα. Αλλά θα λάβουν υπόψη τους και κάποια πραγματικά δεδομένα και θα συγκρίνουν εδώ πορείες και διαδρομές πολιτικές.

 

Διότι, ο κ. Βαρουφάκης τα μπαλαμούτιασε λίγο στην τοποθέτησή του, πλην όμως ήταν σαφής σε αυτά τα οποία είπε για το ρόλο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Αλλά μας είπε σήμερα, ότι εσείς δεν «ακούγατε» κανέναν, λέει, πολιτικό, δημοσιογράφο, επιχειρηματία.

 

Αλήθεια, κ. Τσίπρα; Μπορείτε να διαβεβαιώσετε σήμερα το ελληνικό Κοινοβούλιο ότι δεν ακούγατε κανέναν πολιτικό, κανέναν δημοσιογράφο, κανέναν επιχειρηματία; Εάν το διαβεβαιώσετε και το κάνετε θα έχετε παρανομήσει, διότι κανείς πρωθυπουργός δεν έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει ποιον «ακούει» η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Κανείς. Κανείς πρωθυπουργός δεν έχει τη δυνατότητα και το δικαίωμα να γνωρίζει ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Εγώ δεν γνωρίζω ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Δεν το γνωρίζω.

 

Πρέπει να αντιληφθείτε ότι ο Πρωθυπουργός, το γνωρίζετε φαντάζομαι, εκτός αν εσείς είχατε μια άλλη σχέση με την ΕΥΠ, ο Πρωθυπουργός είναι αποδέκτης πληροφοριών οι οποίες είναι διαβαθμισμένες. Πολύ συχνά «προσγειώνονται» -φαντάζομαι θα συνέβαινε και επί των ημερών σας- αναφορές της ΕΥΠ από πηγή υψηλής αξιοπιστίας η οποία πρέπει πάση θυσία να προστατευθεί.

 

Δεν διανοήθηκα ποτέ να ρωτήσω ποια είναι αυτή η πηγή. Εσείς ρωτούσατε; Εσείς ξέρατε ποιους παρακολουθεί η ΕΥΠ; Το γνωρίζατε; Να το πείτε ανοιχτά. Να πείτε ανοιχτά αν γνωρίζατε ποιους παρακολουθεί. Εγώ δεν γνωρίζω. Δεν το γνωρίζω εγώ. Και δεν θα έπρεπε να το γνωρίζω.

 

Δεν θα έπρεπε να το γνωρίζω διότι περιοριστικά τα πρόσωπα αυτά τα γνωρίζει ο Διοικητής, οι υπηρεσίες, εφόσον εισηγούνται στον Διοικητή, η ΑΔΑΕ και ο αρμόδιος Εισαγγελέας – παλιά υπήρχαν δυο, τώρα υπάρχει ένας – ο οποίος εγκρίνει τελικά και νομιμοποιεί την όποια παρακολούθηση γίνεται.

 

Πιστεύετε πραγματικά, κ. Τσίπρα, ότι ο Γάλλος Πρόεδρος, ο Ιταλός Πρωθυπουργός, ο Αμερικανός Πρόεδρος, γνωρίζει ποιοι παρακολουθούνται από τις υπηρεσίες πληροφοριών τους; Το πιστεύετε αυτό;

 

Αναρωτιέμαι, όμως, αν εσείς γνωρίζατε πράγματα τα οποία θα έπρεπε να σας οδηγήσουν στο να λάβετε κάποιες αποφάσεις. Είναι ή δεν είναι αλήθεια ότι το 2016 υπήρχε ένα πόρισμα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, το οποίο κατατέθηκε στο γραφείο σας. Ουδέποτε διαψεύστηκε. Μια έρευνα η οποία αφορούσε υποθέσεις διαφθοράς στην Ελληνική Αστυνομία. Και σε αυτή την έρευνα φαίνεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ότι υπήρχαν συνομιλίες αστυνομικών οι οποίοι ερευνόντουσαν για την υπόθεση αυτή με τον Υπουργό Άμυνας και τη σύζυγό του.

 

Ουδέποτε διέψευσε ο ΣΥΡΙΖΑ και εσείς προσωπικά ότι αυτό το πόρισμα κατατέθηκε στο γραφείο σας. Και αναρωτιέμαι εγώ τώρα. Αναρωτιέμαι: ο Υπουργός Άμυνας της χώρας μιλάει και κάνει νταραβέρια, deals για να το πω πολύ απλά, που αφορούσαν μέχρι και το κυλικείο της Βουλής με κάποιον υπόδικο. Έχετε αυτήν την πληροφορία εσείς και δεν κάνετε τίποτα; Και δεν κάνετε τίποτα;

 

Άρα, ας προσέχετε λίγο, κ. Τσίπρα. Για αναζητείστε λίγο τις ανακοινώσεις του κόμματός σας και μετά ελάτε να μας πείτε ότι εσείς πραγματικά μπορείτε να διαβεβαιώσετε το Ελληνικό Κοινοβούλιο ότι επί ημερών σας δεν παρακολουθείτο κανείς βουλευτής, κανείς δημοσιογράφος, κανείς επιχειρηματίας. Και να μου πείτε και που το οριοθετείτε αυτό. Να το πείτε με απόλυτη βεβαιότητα.

 

Ερχόμαστε, τώρα, στα ερωτήματα τα οποία έχετε θέσει και τα οποία, νομίζω, ότι έχουν ένα ενδιαφέρον να τα επεξεργαστούμε λίγο περισσότερο. Πρέπει ή δεν πρέπει επί της αρχής να εξαιρούνται βουλευτές ή άλλες κατηγορίες πολιτών από παρακολουθήσεις; Δεν πρέπει να εξαιρούνται και το Σύνταγμα δεν ορίζει κάτι τέτοιο, ούτε ο εκτελεστικός νόμος του 1994.

 

Νομίζω, ότι κανείς δεν μπορεί να πει επί της αρχής και με βεβαιότητα ότι ένα πολιτικό πρόσωπο ή ένας δημοσιογράφος ή ένας επιχειρηματίας ή ένας διπλωμάτης ή ένας στρατιωτικός, επί της αρχής δεν μπορεί να λειτουργεί επιζήμια της εθνικής ασφάλειας.

 

Κατ’ εξοχήν τα ρήγματα στην εθνική ασφάλεια από τέτοιους ανθρώπους προέρχονται. Όπως είπε και κάποιος σχολιαστής της επικαιρότητας εύστοχα, δεν προκαλούνται ρήγματα στην εθνική ασφάλεια ούτε από τον μανάβη, ούτε από τον υδραυλικό.

 

Κατά συνέπεια, οι υπηρεσίες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, ναι, να παρακολουθούν οποιονδήποτε κρίνουν, αρκεί να υπάρχει συγκεκριμένη τεκμηρίωση. Και, ναι, εδώ θα συμφωνήσουμε πιστεύω, για τις περιπτώσεις των πολιτικών προσώπων θα πρέπει να υπάρχει ένα πολύ πιο αυστηρό φίλτρο τεκμηρίωσης το οποίο να δικαιολογεί μια τέτοια παρακολούθηση.

 

Κι εγώ πρώτος δέχθηκα ότι στην περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη αυτό το φίλτρο δεν υπήρχε και θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στην Υπηρεσία -εφόσον χρειάζεται- να μπορεί να παρακολουθεί και έναν βουλευτή. Να μην απαγορεύονται a priori οι παρακολουθήσεις βουλευτών, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μία διαδικασία η οποία θα είναι στεγανή και ενδεχομένως -εφόσον κρίνουμε ότι αυτό είναι απαραίτητο- θα πρέπει να υπόκειται και σε Κοινοβουλευτική λογοδοσία.

 

Είμαι ανοιχτός να ακούσω προτάσεις απ’ όλα τα κόμματα για το πώς αυτή η διαδικασία μπορεί να βελτιωθεί. Εμείς κάναμε μια πρώτη βελτίωση και είναι η διπλή υπογραφή του Εισαγγελέα, η διπλή έγκριση, η οποία απαιτείται από τη Δικαστική Αρχή προκειμένου να γίνεται μία τέτοια παρακολούθηση. Είμαι ανοιχτός να ακούσω και άλλες προτάσεις για πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να δεχτώ ότι επί της αρχής ένας βουλευτής πρέπει να εξαιρείται από οποιαδήποτε παρακολούθηση μόνο και μόνο εξαιτίας της βουλευτικής του ιδιότητας. Γιατί είχατε δίκιο όταν είπατε, ότι όλοι είμαστε ίσοι απέναντι στο νόμο και σίγουρα αυτό δεν εξαιρεί ούτε τους 300 Βουλευτές, όταν πρόκειται για κρίσιμα ζητήματα εθνικής ασφάλειας.

 

Με ρωτήσατε και εσείς και ο κ. Κατρίνης μία ερώτηση που γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι δεν μπορώ να την απαντήσω: «Γιατί παρακολουθήθηκε το τηλέφωνο του κ. Ανδρουλάκη». Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι αυτή την απάντηση θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να την πάρει ο κ. Ανδρουλάκης μόνο μέσα από μία απόρρητη διαδικασία ενημέρωσης. Και ρωτώ κ. Κατρίνη, γιατί δεν πάει ο κ. Ανδρουλάκης να ενημερωθεί;

 

Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω είναι πρώτον, ότι η διαδικασία ήταν νόμιμη και ότι αυτό δεν αμφισβητείται. Δεύτερον, ότι κατά την εκτίμησή μου τα φίλτρα τα οποία υπήρχαν δεν ήταν επαρκή για να τεκμηριώσουν την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη. Εξ ου και υπήρξε η απομάκρυνση του Διοικητή της ΕΥΠ και του Γενικού Γραμματέα του Πρωθυπουργού.

 

Άρα, δεχόμαστε επί της αρχής ότι αυτή η παρακολούθηση είναι μία παρακολούθηση η οποία δεν έπρεπε να γίνει. Ο Πρωθυπουργός όμως δεν ενημερώνεται από πριν, εκ των υστέρων πληροφορήθηκα τη συγκεκριμένη υπόθεση και γι’ αυτό και παρενέβην. Αλλά από εκεί και πέρα, οι συγκεκριμένοι λόγοι που αιτιολόγησαν αυτή την παρακολούθηση θα μπορούν ενδεχομένως να αναζητηθούν και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, η οποία θα συνεδριάσει άμεσα, μαζί με την Εξεταστική Επιτροπή, όπου αντιλαμβάνομαι ότι θα κληθούν όλοι οι αρμόδιοι και θα δώσουν τις απαντήσεις τις οποίες μπορούν να δώσουν.

 

Και φαντάζομαι πια ότι μετά από αυτά τα οποία είπε και ο κ. Κουτσούμπας, δεν θα υπάρξει καμία αντίρρηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, εκτός από τα πρόσωπα τα οποία έχετε προτείνει, να κληθούν και προηγούμενοι Διοικητές της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, οι οποίοι θα μπορούν να προσθέσουν και αυτοί τις γνώσεις και τις πληροφορίες τους για το πώς διαχειρίζονταν τέτοια λεπτά ζητήματα επί δικών τους ημερών.

 

Δεν φαντάζομαι επ’ αυτού να υπάρχει κάποια αντίρρηση, έτσι δεν είναι, κ. Τσίπρα; Να έρθει και ο κ. Ρουμπάτης, να έρθει και ο κ. Δραβίλας, ο οποίος υπήρξε ο Διοικητής της ΕΥΠ επί Κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου. Διότι διαπιστώνω ότι στις τελευταίες ανακοινώσεις του ΠΑΣΟΚ ξεχνάτε τον κ. Βενιζέλο και επιμένετε να αναφέρεστε στη διακυβέρνηση του 2012-2014 ως «διακυβέρνηση Σαμαρά». Να έρθουν, λοιπόν, όλοι στην Επιτροπή Θεσμών και στη συνέχεια, εφόσον αυτό κριθεί απαραίτητο στην Εξεταστική Επιτροπή, να μας διαφωτίσουν για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν αυτοί τέτοιες λεπτές υποθέσεις.

 

Πώς θα βελτιώσουμε το θεσμικό πλαίσιο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και ποια μπορεί να είναι η διαδικασία ώστε να είμαστε σίγουροι ότι το θεσμικό πλαίσιο είναι πιο θωρακισμένο. Καταθέσαμε μία σειρά από προτάσεις. Δεν άκουσα από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης καμία παραγωγική και ουσιαστική πρόταση για το πώς η ΕΥΠ μπορεί να γίνει καλύτερη με περισσότερη λογοδοσία και πιο θωρακισμένη θεσμικά.

 

Είμαι ανοιχτός αυτές τις προτάσεις να τις συζητήσουμε και στην Εξεταστική Επιτροπή και θα ευχόμουν το τελικό πόρισμα της Εξεταστικής να μην είναι απλά μία διάγνωση για το τι έγινε σωστά και το τι έγινε λάθος, αλλά και μία σειρά από προτάσεις για το πώς η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών μπορεί να γίνει καλύτερη, πιο διαφανής χωρίς όμως -να το τονίσω- να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητά της σε αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη εθνική συγκυρία.

 

Έρχομαι, τώρα, κ. Πρόεδρε, σε μία σειρά από άλλα θέματα τα οποία έθιξε ο κ. Τσίπρας στην πρωτολογία του. Αναφερόμενος στην δήθεν θεσμική εκτροπή η οποία παρατηρείται επί Κυβέρνησής μας και στον τρόπο με τον οποίο η Κυβέρνησή μας χειρίζεται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Κάνατε πάλι τις γνωστές αναφορές στη «λίστα Πέτσα» και τον τρόπο με τον οποίο χειραγωγούμε τα μέσα ενημέρωσης. Δεν θα απαντήσω επ’ αυτών. Νομίζω ότι έχουμε τοποθετηθεί πολλές φορές. Θα πω μόνο ότι σήμερα υπάρχουν τρία πραγματικά δεδομένα τα οποία αφορούν την εποχή της δικής σας διακυβέρνησης.

 

Η ΕΡΤ και ο έλεγχός της περιήλθε στον Υπουργό Επικρατείας, κ. Νίκο Παππά, στις 30 Ιανουαρίου του 2015. Και πάλι στις 25 Σεπτεμβρίου του 2015, μετά τη δεύτερη εκλογική σας νίκη. Ο κ. Παππάς σήμερα παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο για συγκεκριμένους λόγους που έχουν να κάνουν με την χειραγώγηση ενός διαγωνισμού που αφορούσε τις τηλεοπτικές άδειες. Αυτό είναι γεγονός.

 

Εγώ θα δεχτώ το τεκμήριο της αθωότητος. Παραπέμπεται όμως. Παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο κ. Παπαγγελόπουλος το ίδιο. Από την Δικαιοσύνη παραπέμπονται. Με βαρύτατες κατηγορίες. Εσείς εξακολουθείτε να τους καλύπτετε. Εξακολουθείτε να τους καλύπτετε.

 

Και βέβαια, ο κατ’ εξοχήν υπεύθυνος για τα ζητήματα τα οποία αφορούσαν την λειτουργία της Γενικής Γραμματείας, ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας, ο κ. Κρέτσος, έχει και αυτός παραπεμφθεί στην Δικαιοσύνη. Και η δίκη του εκκρεμεί.

 

Αυτά είναι πραγματικά γεγονότα. Κύριε Τσίπρα, δεν παραπέμψαμε εμείς κανέναν. Η ίδια η Δικαιοσύνη απεφάνθη ότι συντρέχουν επαρκείς λόγοι ώστε οι άνθρωποι αυτοί να δικαστούν. Αυτά, λοιπόν, είναι τα δικά σας πεπραγμένα σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο χειριστήκατε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Μάλιστα, μου έκανε πάρα πολύ εντύπωση, γιατί μιλάτε συχνά για στοχοποίηση δημοσιογράφων με αφορμή κάποια δημοσιεύματα τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας από τον ξένο Τύπο, ότι εμείς παρεμβαίνουμε στην ελευθεροτυπία.

Ο τέως Γενικός Γραμματέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε μια κατάπτυστη ανάρτηση στην οποία αναφέρθηκε σε μια σειρά από δημοσιογράφους. Ονομαστικά αναφέρθηκε. Τους φωτογράφησε έναν-έναν και είπε περίπου ότι όλοι αυτοί οι δημοσιογράφοι είναι στο payroll της Κυβέρνησης και «αρκετά με το καρότο και να πάμε τώρα στο μαστίγιο».

 

Υιοθετείτε αυτές τις πρακτικές; Μας γυρίζετε πίσω στις εποχές του πρώτου μνημονίου, όπου βλέπαμε τα πόστερ και τις αφίσες με όλους αυτούς οι οποίοι έπρεπε να καταδικαστούν στη συνείδηση του κόσμου και έρχεστε εσείς τώρα να εγκαλέσετε την κυβέρνηση για παρεμβάσεις στα Μέσα;

 

Πραγματικά, δεν νομίζω ότι έχετε αίσθηση του δικού σας παρελθόντος και το πόσο έκθετοι είστε από τα αποτελέσματα, τα ίδια τα αποτελέσματα των δικών σας πράξεων, καθώς στελέχη τα οποία ήταν πάρα πολύ κοντά σας θα λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.

 

Κλείνω, κ. Πρόεδρε, με μία αναφορά στην πολύ ενδιαφέρουσα και τολμηρή θα έλεγα, κ. Τσίπρα, παρότρυνσή σας να απευθυνθείτε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, να ρίξει ουσιαστικά την Κυβέρνηση, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την οργή της για όλα αυτά τα οποία συμβαίνουν.

 

Αυτή η Κοινοβουλευτική Ομάδα έχει περάσει από πολλές δυσκολίες. Κάποιοι από μας, παλαιότεροι βουλευτές, ήμασταν στη Βουλή και το 2009 και το 2010 και το 2012 και το 2015, όταν εμείς ψηφίσαμε το 3ο μνημόνιο και κρατήσαμε τη χώρα στην Ευρωζώνη. Έχουμε περάσει από πολύ δύσκολες διαδικασίες. Άλλοι νεότεροι συνάδελφοι έχουν αποδείξει ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας είναι όχι απλά ενωμένη και συμπαγής, αλλά έτοιμη να δώσει οποιαδήποτε μάχη απαιτείται.

 

Κατά συνέπεια, θα κλείσω την παρέμβασή μου με μία πρόκληση-πρόσκληση σε εσάς. Εάν πιστεύετε ότι δεν απολαμβάνω της εμπιστοσύνης της Βουλής και της Κοινοβουλευτικής μου Ομάδας, καταθέστε τώρα πρόταση δυσπιστίας. Τώρα, σηκωθείτε στο βήμα και καταθέστε πρόταση δυσπιστίας και ελάτε όλοι μαζί να μετρηθούμε. Αν δεν το κάνετε, είστε και πάλι ένας θρασύδειλος πολιτικός ο οποίος επιμένει να ρητορεύει μόνο και μόνο για τη δημιουργία εντυπώσεων.

 

Θα σας περιμένω, λοιπόν. Μακάρι να την καταθέσετε και μακάρι να πάμε σε συζήτηση τριών ημερών και θα ξαναβρείτε 157 Βουλευτές «μπετόν αρμέ», μέχρι να πάμε στις επόμενες εκλογές.

 

Τριτολογία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή,

στην προ Ημερησίας Διατάξεως συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων

 

 

Θα είμαι σύντομος, κ. Πρόεδρε, διότι πιστεύω ότι η ουσία του θέματος έχει καλυφθεί εξαντλητικά. Θα ήθελα να κάνω τρεις παρατηρήσεις για μία σειρά από ζητήματα τα οποία τέθηκαν στις δευτερολογίες των Πολιτικών Αρχηγών.

 

Εντυπωσιάζομαι από την αγάπη την οποία δείχνει ο κ. Τσίπρας στις απόψεις του κ. Βενιζέλου, αναρωτιέμαι αν είχε την ίδια άποψη όταν επιχείρησε να τον σύρει στο Ειδικό Δικαστήριο, ως ένα από τα δέκα θύματα της υπόθεσης της Novartis. Αλλά εν πάση περιπτώσει, καλοδεχούμενη η προσέγγισή σας.

 

Ως προς τα ζητήματα του νόμου έχουμε μία βασική διαφορά ερμηνείας του Συντάγματος. Θεωρώ ότι κανείς δεν έχει το αλάθητο στα ζητήματα αυτά, οφείλω, όμως να καταθέσω στην εθνική αντιπροσωπεία τον εκτελεστικό νόμο του Συντάγματος του 1994. Είναι ο Νόμος 2225, ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 3 για την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας.

 

Εάν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε και προέβλεπε καθ΄ οποιονδήποτε τρόπο κάποια εξαίρεση των Βουλευτών από την εν δυνάμει δυνατότητα παρακολούθησής τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, αυτό θα μνημονευόταν στο σχετικό εκτελεστικό νόμο. Είναι σαφές ότι δεν μνημονεύεται, κατά συνέπεια, κατά την ερμηνεία του εκτελεστικού νόμου του Συντάγματος.

 

Τα έχουμε δει όλα τα άρθρα, κύριε Πρόεδρε, μπορεί να έχετε μία διαφορετική άποψη από τη δική μας. Υπάρχει και ένα ζήτημα νομικό, υπάρχει και ένα ζήτημα βαθύτατα ουσιαστικό, διάκρισης μεταξύ των Βουλευτών του Κοινοβουλίου ή των Ευρωβουλευτών. Έχουμε διαφορετική άποψη για το ζήτημα αυτό.

 

A priori θεωρούμε ότι κανείς δεν πρέπει να εξαιρείται από τη δυνατότητα παρακολούθησης για λόγους εθνικής ασφάλειας, πλην όμως συμφωνούμε ότι για τις περιπτώσεις βουλευτών η τεκμηρίωση, προκειμένου να δοθεί μία τέτοια έγκριση πρέπει να είναι εξαιρετικά στοιχειοθετημένη, πράγμα το οποίο εμφανώς δεν συνέβη στην περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη.

 

Δεύτερο ζήτημα, το οποίο αφορά την αποστροφή του κ. Τσίπρα και την διαβεβαίωση την οποία έδωσε ότι επί ημερών του, μας είπατε, κ. Τσίπρα, με κατηγορηματικό τρόπο, έτσι με στεντόρεια φωνή, κουνώντας και το χέρι σας ότι δεν γινόταν καμία παρακολούθηση δημοσιογράφου ή πολιτικού.

 

Μετά το μπλέξατε λίγο, είπατε ότι δεν έδωσα εγώ εντολή να γίνει καμία παρακολούθηση. Κοιτάξτε, μέτρησα τις παρακολουθήσεις, τις επισυνδέσεις που έγιναν επί ημερών σας. Ήταν 54.000 περίπου. Μία-μία τις κοιτάξατε για να είστε τόσο σίγουρος ότι δεν γινόταν καμία παρακολούθηση είτε βουλευτή είτε δημοσιογράφου; Άλλη δουλειά δεν είχατε να κάνετε από το να ελέγχετε τις παρακολουθήσεις που κάνει η ΕΥΠ;

 

Εγώ, λοιπόν, δεν γνώριζα καμία παρακολούθηση, σας το είπα εξαρχής. Και θεωρώ ότι δεν είναι χρέος να γνωρίζω ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών παρά μόνο, ενδεχομένως, ex post, αν μου έρθει μία πληροφορία της οποίας την αξιοπιστία πρέπει να ελέγξω τότε, ναι, νομίζω ότι νομιμοποιούμαι απόλυτα να ρωτήσω την Υπηρεσία, η οποία μπορεί να μην μου πει ποια είναι η πηγή αυτής της πληροφορίας.

 

Αλλά a priori να γνωρίζω ποιους παρακολουθεί η Υπηρεσία; Έχουμε μία πολύ διαφορετική άποψη. Αν θεωρείτε εσείς ότι αυτό είναι το σωστό μοντέλο, ότι πρέπει να γνωρίζετε έναν-έναν ποιον παρακολουθεί η Υπηρεσία μού φαίνεται ότι αυτή η προσέγγιση για μία παράταξη της αριστεράς, η οποία εν πάση περιπτώσει έχει υποστεί συνέπειες από κρατικούς μηχανισμούς που σε άλλες εποχές κινήθηκαν με άλλη λογική, μου φαίνεται τουλάχιστον παράξενη.

 

Τέλος, κάνατε κάποιες αναφορές σε ενδεχόμενα οικονομικά σκάνδαλα. Στην περίπτωση Κουκάκη, δεν τον γνωρίζω τον κύριο, δεν τον έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου και στην έρευνα την οποία έκανε και την οποία υποτίθεται εμείς με κάποιο τρόπο θέλαμε να παρεμποδίσουμε σχετικά με ζητήματα που αφορούν τον τραπεζικό κλάδο και ενδεχόμενα σκάνδαλα τα οποία μπορεί να είχαν λάβει χώρα, καταλαβαίνω, σε μια τελείως διαφορετική εποχή από αυτή στην οποία κυβερνούσαμε εμείς. Και το λέτε εσείς αυτό.

 

Θέλετε να φρεσκάρω λίγο τη μνήμη σας; Γιατί κρατήσατε τη Βουλή ανοιχτή μία εβδομάδα από τη στιγμή που είχατε δηλώσει ότι θα πηγαίναμε σε πρόωρες εκλογές μετά το καταστροφικό για εσάς αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2019. Γιατί την κρατήσατε ανοιχτή; Για να ψηφίσετε το νέο Ποινικό Κώδικα.

 

Θέλετε να σας θυμίσω, λοιπόν, τι είπε για τον Ποινικό Κώδικα όχι ένας τυχαίος, ο τέως Υπουργός Δικαιοσύνης σας. Ο κ. Κοντονής. Διαβάζω: «Μίλησα, μίλησα και πλήρωσα για τις αλήθειες που είπα. Ψηφίστηκαν 1.000 άρθρα σε μια συνεδρίαση. Και άλλαξε», προσέξτε, «δολίως διάταξη κειμένου, να μετατραπεί η δωροδοκία από κακούργημα σε πλημμέλημα. Υπήρξε σκοπιμότητα. Το λέω ευθέως, έτσι, ώστε κάποιες δίκες να οδηγηθούν στο αρχείο προεκλογικά».

 

«Αποτελεί», σε άλλη δήλωση του, «ακραίο σημείο διαπλοκής της πρώην κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και της ολιγαρχίας ο τρόπος με τον οποίο μεθοδεύτηκε και ψηφίστηκε ο νέος Ποινικός Κώδικας».

 

Μιλάτε εσείς για εξυπηρέτηση συμφερόντων, που κρατήσατε την Βουλή ανοιχτή μια εβδομάδα για να εξυπηρετήσετε δεν ξέρω ποιους. Ελπίζω κάποια στιγμή να το βρει η Δικαιοσύνη.

 

Σας ευχαριστώ.

Best Of

Ελίζα Βόζεμπεργκ: Τώρα… τρέχουμε (για τις ευρωεκλογές). Γιορτάζουμε μετά

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Ανήμερα της ονοματικής εορτής της, η Ελίζα...

Η Κάλλη Κώστα στη μάχη των εκλογών του ΤΕΕ

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Τη μάχη των εκλογών του ΤΕΕ δίνει...

Όλγα Κεφαλογιάννη: Συστράτευση των γυναικών ώστε να ευαισθητοποιηθεί η κοινωνία

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Η Υπουργός Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη έκανε την...

Το ΠΑΣΟΚ ποντάρει στην “αλλαγή γενιάς”, με τη Μαρία Μπουτζέτη στο ευρωψηφοδέλτιο

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Η υποψηφιότητα της Μαρίας Μπουτζέτη στο ευρωψηφοδέλτιο...

Newsletter

spot_img

Δείτε επίσης...

Ένα 24ωρο με τη Μαρίνα Σάττι

Το vlog της τραγουδίστριας λίγο...

Ελίζα Βόζεμπεργκ: Τώρα… τρέχουμε (για τις ευρωεκλογές). Γιορτάζουμε μετά

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Ανήμερα της ονοματικής εορτής της, η Ελίζα...

Το «Ζάρι» challenge της Μαρίνας Σάττι στο ΟΠΑΠ Game Time

  Η ταλαντούχα τραγουδίστρια για τα μυστικά της Eurovision λίγο...

Γιώργος Πλειός: Οι φοιτητές φωνάζουν (και) για να υπερασπιστούν το δικαίωμά τους να φωνάζουν

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη Ο καθηγητής του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων...
Υστερόγραφα Team
Υστερόγραφα Team
Η δημοσιογραφική ομάδα των Υστερόγραφων... κάνει παιχνίδι

Ένα 24ωρο με τη Μαρίνα Σάττι

Το vlog της τραγουδίστριας λίγο πριν αναχωρήσει για το Μάλμε Μια μέρα μαζί με τους fans της και...

Ελίζα Βόζεμπεργκ: Τώρα… τρέχουμε (για τις ευρωεκλογές). Γιορτάζουμε μετά

Του Λάζαρου Καλλιανιώτη   Ανήμερα της ονοματικής εορτής της, η Ελίζα Βόζεμπεργκ συμμετείχε στην τελευταία συνεδρίαση της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο. Η ευρωβουλευτής της Νέας...

Το «Ζάρι» challenge της Μαρίνας Σάττι στο ΟΠΑΠ Game Time

  Η ταλαντούχα τραγουδίστρια για τα μυστικά της Eurovision λίγο πριν την τελική ευθεία του διαγωνισμού Άρωμα Eurovision έφερε στο στούντιο του ΟΠΑΠ Game Time η...