Του Μάνου Οικονομίδη
Η γλώσσα ως αυτόνομη οντότητα βιωματικών σχέσεων. Εικόνων. Συναισθημάτων. Η γλώσσα ως ζωντανός οργανισμός, που δημιουργεί ζωή, διαχέει το φως, συζητά και καθησυχάζει κάθε ταραγμένη καρδιά.
Η ενσυναίσθηση των ονομάτων. Ένα σιωπηλό ηχόχρωμα που συνοδεύει το όνομα κάποιου και το ετεροπροσδιορίζει, το ντύνει στα χρώματα της ταυτότητας που κουβαλάει.
Είναι δύσκολο να σε λένε Ευτυχία και να μην τη σκορπίζεις απλόχερα, γενναιόδωρα, αβασάνιστα, σε όσους ανταμώνουν κάποια στιγμή μαζί σου στο συναρπαστικό μονοπάτι της ζωής.
Τέτοια μέρα πριν από τρία χρόνια, όσοι είχαν το προνόμιο να γνωρίσουν την Ευτυχία Μυροθέου, άκουσαν (έστω και υποσυνείδητα) για τελευταία φορά τον χτύπο της καρδιάς της. Η Έφη (μας) έφυγε από κοντά μας, όχι όμως και από την καρδιά όσων είχαμε την τιμή να την αποκαλούμε “οικογένεια”, φίλη, δικό μας άνθρωπο. Με εκείνο τον σπάνιο τρόπο που η ζωή σου υπενθυμίζει ότι κανένα σκοτάδι δεν κατάφερε ποτέ να τιθασσεύσει τη λυτρωτική ζεστασιά του φωτός, εκτός κι αν του το επιτρέπουμε οι ίδιοι.
Η Έφη που πέρασε πολλά. Για να μας αφήσει περισσότερα, ως ανατροφοδοτούμενη έμπνευση, από το δικό της παράδειγμα ζωής. Να παραμερίζουμε με αυτοπεποίθηση το σκοτάδι. Και να μην αφήνουμε να σβήνει το φως μέσα μας…