Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Ο ανασχηματισμός των γενικών γραμματέων υπουργείων -πρώτη φορά στα χρονικά όσο παρακολουθώ πολιτικό ρεπορτάζ γίνεται οργανωμένος ανασχηματισμός γενικών γραμματέων- είχε πράγματι ένα στοιχείο δικαιοσύνης. Ανθρωποι που έχουν εργαστεί σκληρά για την παράταξη και έχουν ικανότητες αξιοποιούνται σε θεωρητικά κρίσιμες θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Υπό αυτή την έννοια, έστω και καθυστερημένα, σχεδόν δύο μήνες μετά, η κυβέρνηση δείχνει να λαμβάνει το ηχηρό μήνυμα των ευρωεκλογών. Ακόμα και με αλλαγές σε δευτερεύουσες θέσεις. Το βασικό ερώτημα όμως, όπως έχει σχεδιαστεί το επιτελικό κράτος από τον Γιώργο Γεραπετρίτη, είναι: Ποια η θέση των γενικών γραμματέων μέσα στην πυραμίδα του Δημοσίου, ποιες ουσιαστικές αρμοδιότητες έχουν ή δεν έχουν και πώς μπορούν να αξιοποιηθούν;
Ο Νίκος Παπαϊωάννου υπήρξε επιτυχημένος πρύτανης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο Παναγιώτης Στάθης υπήρξε επιτυχημένος εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας στο μακρινό 2007 επί υπουργίας Βύρωνος Πολύδωρα και την τελευταία πενταετία επιτυχημένος διοικητής της πρώτης Υγειονομικής Περιφέρειας Αττικής με αρμοδιότητα την εποπτεία όλων των δημόσιων νοσοκομείων. Ο Σάββας Χιονίδης υπήρξε επιτυχημένος δήμαρχος Κατερίνης πριν εκλεγεί για μία τετραετία βουλευτής του νομού Πιερίας, και γνωρίζει άριστα τα αυτοδιοικητικά . Ο Τάσος Γαϊτάνης είναι στέλεχος του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και υπήρξε επιτυχημένος μετριοπαθής εκπρόσωπος Τύπου της νέας Δημοκρατίας. Ο Δημήτρης Κάρναβος υπήρξε εκλεγμένος δήμαρχος Καλλιθέας. Είναι μερικά από τα πρόσωπα τα οποία αξιοποιήθηκαν. Επιτέλους ο ρατσισμός για κάποιους που πολιτεύτηκαν με την παράταξη αλλά λόγω συνθηκών δεν εξελέγησαν ξεπεράστηκε. Κάποτε το να είσαι πολιτευτής ήταν περίπου κατηγορία.
Ωστόσο το μέγα ερώτημα είναι πόσο θα τους αφήσουν να διαμορφώνουν πολιτικές, πόσο θα τους αφήσουν να προσφέρουν. Και τούτο για τον εξής λόγο: Οσο δύναμαι να παρακολουθώ τις συνεχείς αλλαγές αρμοδιοτήτων στο επιτελικό κράτος που έφτιαξε ο κύριος Γεραπετρίτης (και τώρα θέλουμε να το εξαγάγουμε στην Κύπρο, στον δυστυχή Νίκο Χριστοδουλίδη) και από όσα γνωρίζω από την εμπειρία μου στο ρεπορτάζ, το επιτελικό κράτος της Νέας Δημοκρατίας διοικείται από τους υφυπουργούς με απευθείας αναφορά στον πρωθυπουργό και τους υπηρεσιακούς γενικούς γραμματείς. Οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι πασοκογενείς και με βάση τον νόμο έχουν την αρμοδιότητα να διαχειρίζονται κονδύλια και να διαπραγματεύονται την υπογραφή συμβάσεων εκατομμυρίων ευρώ για λογαριασμό του υπουργείου στο οποίο ανήκουν.
Αυτή η διαρχία που επικρατεί κατά μήκος ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού μέσα στα υπουργεία όπου διορίζονται οι γενικοί γραμματείς και οι υπηρεσιακοί γενικοί γραμματείς όσο και στις περιφέρειες τις οποίες κυβερνούν εκλεγμένοι περιφερειάρχες αλλά έχουν απέναντί τους και τις αποκεντρωμένες περιφερειακές διοικήσεις, τα υπολείμματα του κρατικού μηχανισμού που διαχειρίζονται επίσης πολύ μεγάλες συμβάσεις στην ουσία μειώνει δραστικά τα περιθώρια ουσιαστικής άσκησης πολιτικής από τους γενικούς γραμματείς. Οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις, όχι σε όλες, ανάλογα με το αντικείμενο καθίστανται άκρως καθαρά διαχειριστικά πρώτα πρόσωπα. Και καμιά φορά τούς φορτώνουν τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας. Οπως συνέβη με τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών κύριο Σταυριανουδάκη, στον οποίο φορτώθηκε η ευθύνη της διαρροής των e-mails των αποδήμων στις ευρωεκλογές. Ενώ ο άνθρωπος δεν είχε καμία σχέση, άλλων τις αμαρτίες πλήρωσε.
Αλλά η χώρα δεν χρειάζεται διαχείριση, χρειάζεται πράγματι μεταρρύθμιση. Αλλά μεταρρυθμίσεις με κοινωνικό όφελος, με αντίκρισμα στους πολλούς. Αυτό εννοούμε εμείς τουλάχιστον όταν αναφερόμαστε στις μεταρρυθμίσεις. Οχι μεταρρυθμίσεις για τα χοντρά πορτοφόλια, ούτως ώστε να γίνουν ακόμα πιο παχιά. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί μέσα στον κρατικό μηχανισμό η πείρα ενός επιτυχημένου πρύτανη, η πείρα δύο δημάρχων, η πείρα ενός στελέχους της Ακαδημίας Αθηνών που έπεσε στον στίβο της πολιτικής, και λοιπά. Μακάρι να μην είναι έτσι.
Μακάρι να έχουν δοθεί οι αρμοδιότητες στους γενικούς γραμματείς ή να τους δοθούν. Κατά τη διάρκεια της πρώτης τετραετίας οι περισσότεροι υπουργοί του επιτελικού κράτους -πλην ηχηρών εξαιρέσεων- ήταν ακυρωμένοι και υπέγραφαν ό,τι τους έδιναν, όταν τους έδιναν (ούτε μεταθέσεις ούτε αποσπάσεις δεν μπορούσαν να υπογράψουν), και το διοικητικό σχήμα που κυβέρνησε τη χώρα κατά παρέκκλιση του νόμου περί συλλογικών κυβερνητικών οργάνων ήταν Μέγαρο Μαξίμου (Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού συν ο βαθμολογητής Σκέρτσος) – υφυπουργοί με απευθείας αναφορά στον πρωθυπουργό – υπηρεσιακοί γενικοί γραμματείς. Αυτό το σχήμα «έσκασε» στο τέλος από υποθέσεις διαφθοράς και κράτους δικαίου λόγω της υπερσυγκέντρωσης εξουσίας και το καλύτερο που έχει να κάνει αύριο ο πρωθυπουργός είναι να φτιάξει μια φυσιολογική κυβέρνηση με βάση τη δημοκρατική νομιμοποίηση που διαθέτει. Με κλασική ιεραρχία. Χωρίς εξωθεσμικές σφήνες. Το παλιό καμιά φορά είναι καινούργιο.