Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Την περασμένη Δευτέρα το πρωί απεβίωσε σε θεραπευτήριο του Πειραιώς ο επί πολλά χρόνια βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος του Κοινοβουλίου, ο Κύριος Παναγιώτης Κρητικός. (Ναι, κύριος και μετά θάνατον, με κεφαλαία, έτσι τον νιώθω.)
Μια προσωπικότητα που, λόγω της πολυετούς θητείας της στο προεδρείο της Βουλής και του μειλίχιου χαρακτήρα της, τύγχανε καθολικής αναγνωρίσεως από όλο το πολιτικό φάσμα. Ο Παναγιώτης Κρητικός, κεντρώος από τα γεννοφάσκια του, μέλος της Νεολαίας της Ενωσης Κέντρου, με πατριωτικές ευαισθησίες ισχυρές σε όλη τη διάρκεια της πολιτικής του διαδρομής, παρέμεινε πιστός στον χώρο του μέχρι τέλους. Δεν μετακόμισε στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν γοητεύτηκε από την εξουσία, δεν του γέμισε το μάτι ο Τσίπρας.
Ως το τέλος του βίου του παρέμεινε στο κόμμα του, το ΠΑΣΟΚ. Εμείς, εδώ στην εφημερίδα μας, είχαμε μάλιστα το προνόμιο να δημοσιεύσουμε τις τελευταίες του σκέψεις για την παράταξή του, για την πατρίδα, για τον Ελληνισμό, για την κοινωνική δικαιοσύνη – ήταν τακτικός συνεργάτης μας.
Ο Παναγιώτης Κρητικός ήταν ο εκπρόσωπος ενός Κέντρου που εγώ προσωπικώς αγαπώ και δεν έχω καμία αναστολή να συμπορεύομαι μαζί του. Ηταν ο εκπρόσωπος του άδολου πατριωτικού Κέντρου. Όχι εκείνου που γνωρίσαμε ως τέτοιο από το 1997 και μετά, επί Σημίτη, και δυστυχώς ζούμε σε διάφορες παραλλαγές του με την εκδοχή του εισοδισμού στη Ν.Δ. έως και τις μέρες μας. Ηταν εκπρόσωπος ενός Κέντρου που δεν επεδίωξε μέσω της εξουσίας τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αν και ο Ανδρέας Παπανδρέου το είχε στην περιφέρεια των αποφάσεων τις οποίες είχε εκχωρήσει στις γνωστές κομματικές τρόικες της εποχής του – κάποια μέλη εκ των οποίων ήταν αυτά που λέρωσαν και κατέστρεψαν το ΠΑΣΟΚ-, στην ουσία το Κέντρο αυτό ήταν ο εκλογικός κορμός της παράταξής του.
Η δημοσιογραφία μού έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά ορισμένα μέλη αυτού του άδολου πατριωτικού Κέντρου, το οποίο πάντοτε θα αντιδιαστέλλω με το βρόμικο Κέντρο των πρεσβειών και των διαπλεκομένων. Δυστυχώς, δεν πρόλαβα να γνωρίσω τον Γιάννη Αλευρά, αυτή την τεράστια προσωπικότητα, που πέθανε μέσα στο φτωχό δυάρι του στα Πατήσια. Γνώρισα όμως τον Αντώνη Λιβάνη. Γνώρισα τον Αναστάση Πεπονή. Γνώρισα τον Απόστολο Κακλαμάνη. Γνώρισα τον Γιάννη Καψή. Γνώρισα τον Στέλιο Παπαθεμελή. Γνώρισα τον Μανώλη Σκουλάκη. Γνώρισα εσχάτως τον Δημοσθένη Δημοσθενόπουλο. Κανείς τους δεν ήταν και δεν είναι εύκολη προσωπικότητα – ο Κακλαμάνης, ο Παπαθεμελής και ο Δημοσθενόπουλος ζουν.
Ο τελευταίος, χαριτολογώντας, μου έλεγε μάλιστα προσφάτως «είμαι στη διάθεση της Ιστορίας». Τινές εξ αυτών μάλιστα ήταν και τζόρες. Αυστηροί. Δύσκολη η επικοινωνία μαζί τους. Ηξεραν να κρατούν στην αναγκαία απόσταση τη σχέση πολιτικού – δημοσιογράφου.
Ακόμη πιο δύσκολη, μάλιστα, αν εκπροσωπούσες εφημερίδα από τον κεντροδεξιό χώρο. Εάν όμως έβρισκες κώδικα μαζί τους την πατρίδα και την έλλειψη εξάρτησης από συμφέροντα, γινόσουν ανέτως αποδεκτός ως συνομιλητής τους. Κοινό χαρακτηριστικό όλων -για αυτό θαυμάζω το άδολο Κέντρο του Παναγιώτη Κρητικού- είναι ότι δεν βγήκαν από την πολιτική πλουσιότεροι σε σύγκριση με την οικονομική κατάσταση στην οποία ευρίσκονταν όταν εισήλθαν σε αυτήν. Κάποιοι βγήκαν και φτωχότεροι. Διάσημος επιχειρηματίας των Αθηνών διηγείται με συγκίνηση στις παρέες του σήμερα πως ο Λιβάνης σχεδόν τον απέπεμψε με ευγένεια από το γραφείο του στη Βουλή, όταν τόλμησε να του υπαινιχθεί ότι μπορεί να εξασφαλίσει μίζα από Αμερικανούς επενδυτές που ενδιαφέρονταν για την άδεια καζίνου στον Φλοίσβο το 1994.
Και, στη διάρκεια της ίδιας ημέρας, του διεμήνυσε ότι το αίτημα των ξένων επενδυτών θα μπορούσε να εξεταστεί, αν πίεζαν την κυβέρνησή τους να επιλύσει υπέρ της Ελλάδος ορισμένα θέματα που του ενεχείρισε σε κλειστό φάκελο. Εθνικά θέματα! Αυτός ήταν ο κυρ Αντώνης. Ο ίδιος, ως δημοσιογράφος, με την ιδιότητα του στελέχους των ιστορικών «Επικαίρων», είχα την ευκαιρία να συναντηθώ για συνέντευξη με τον Αναστάση Πεπονή στην οικία του στο Μαρούσι, το 2009.
Μου άνοιξε το σπίτι του άφοβα, γιατί τον γνώριζα από το 1994, τον επισκεπτόμουν τακτικά στο ταπεινό πολιτικό γραφείο του στη Μαυρομματαίων και είχα πάντοτε μια ερώτηση για τον αγαπημένο του Πλαστήρα. Έμεινα ενεός από το ταπεινό διαμέρισμα αυτού του ανθρώπου, ο οποίος κατά τη διάρκεια της μακράς καριέρας του σε πλείστα όσα παραγωγικά υπουργεία είχε βάλει υπογραφές εκατομμυρίων ευρώ σε συμβάσεις από τις οποίες επωφελήθηκαν μεγάλες επιχειρήσεις. Και είχε την ευκαιρία, αν ήθελε, να κάνει περιουσία ολόκληρη. Ούτε οικιακό βοηθό δεν είχε ο Πεπονής – μόνος του μου έφτιαξε καφέ. Πήγα για συνέντευξη στην οικία του δύσκολου Γιάννη Καψή, ο οποίος ήταν ελάχιστα συμπαθής στην από εδώ πλευρά. Δεν είδα κανένα ανάκτορο.
Σεμνά και ταπεινά καθίσαμε μαζί με τη σύζυγό του, ήπιαμε καφέ και έπειτα καθίσαμε στον καναπέ για τη συνέντευξή μας στην «Άλλη Όψη» – την εκπομπή που είχα έως το 2013 στην ΕΡΤ. Με τον Απόστολο Κακλαμάνη; Ωρες οι συζητήσεις μας για τα εθνικά θέματα.
Όταν σε καλεί στο τηλέφωνο ο πρόεδρος ξέρεις εκ των προτέρων ότι η διάρκεια της συνομιλίας θα είναι τουλάχιστον ωριαία. Ο Στέλιος Παπαθεμελής; Μια κατηγορία μόνος του. Ακόμη είμαστε σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας. Η εφημερίδα μας φιλοξενεί σημειώματά του. Αυτό είναι, λοιπόν, το Κέντρο που εκπροσωπεί και ο αείμνηστος Παναγιώτης Κρητικός.
Το άδολο Κέντρο. Είναι ένα Κέντρο που δεν συναλλάσσεται με πρεσβείες και επιχειρηματίες. «Ανθύπατο» αποκαλούσε ο Κακλαμάνης τον σημερινό πρέσβη των ΗΠΑ στην Κίνα Νίκολας Μπερνς, όταν ήταν στην Αθήνα. Είναι ένα Κέντρο που έκανε πορείες για το Κυπριακό στα νιάτα του.
Δεν εισέπραττε 50.000 ευρώ από τους ξένους για να προπαγανδίζει τα Σχέδια Ανάν της εποχής. Διερωτώμαι καμιά φορά με αφορμή όσους επιχειρούν στις μέρες μας να εμφανιστούν ως οι πολιτικοί κληρονόμοι αυτού του Κέντρου για να ρευστοποιήσουν το πολιτικό τους κεφάλαιο με μια συνεργασία με τη Ν.Δ.: Τι σχέση έχει, άραγε, το άδολο πατριωτικό Κέντρο με το βρόμικο Κέντρο των συναλλαγών και των εξαρτήσεων;
Με κεντρώους πολιτικούς που δηλώνουν ΠΑΣΟΚ και σοσιαλιστές για να αποστατήσουν αντί ανταλλάγματος και πολιτικών αργυρίων την επομένη της επίτευξης ενός στόχου; Τι σχέση έχουν όλοι αυτοί με την πολιτική κληρονομιά του Γεωργίου αλλά και του Ανδρέα Παπανδρέου;
Μεταξύ των ολίγων στους οποίους αναγνωρίζω αυτό το ήθος σήμερα σε αυτόν τον χώρο -για όση αξία έχει η γνώμη μου, βεβαίως- είναι η βουλευτής Δράμας Χαρά Κεφαλίδου, της οποίας ο πατέρας ήταν βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου. Αλλά και ο Χάρης Καστανίδης, επίσης Κοζανίτης, γόνος κεντρώου πολιτικού – πομπώδης καμιά φορά, αλλά αποδεδειγμένα κόντρα στα συμφέροντα, με τίμημα δύο φορές, το 1997 και το 2011, την απώλεια της υπουργικής θέσης του. Την τελευταία φορά, γιατί ήθελε να κυνηγήσει τη Siemens.
Η απώλεια του Παναγιώτη Κρητικού ας είναι μια αφορμή για ευρύτερο προβληματισμό. Ο εκλιπών δεν ήταν το μεγάλο πολιτικό διαμέτρημα. Ωστόσο, με τη ζωή του, το ήθος του, την πορεία του δικαίωσε το πέρασμά του από αυτή τη ζωή. Μακάρι να μπορούν να το πουν αυτό και όλοι όσοι στον χώρο του παριστάνουν τους συνεχιστές αυτής της γενιάς, την οποία -τυχερός είμαι- ευλογήθηκα να γνωρίσω. Κι ας μη συμφωνούσαμε σε όλα.